Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

Évangile selon Luc 3


font
BIBLES DES PEUPLESGREEK BIBLE
1 C’était la quinzième année du règne de l’empereur Tibère. Ponce Pilate était gouverneur de Judée, Hérode était responsable de la province de Galilée, son frère Philippe de la province d’Iturée et de Trachonitide, et Lysanias avait en charge l’Abilène.1 Εν δε τω δεκατω πεμπτω ετει της ηγεμονιας Τιβεριου Καισαρος, οτε ο Ποντιος Πιλατος ηγεμονευε της Ιουδαιας, και τετραρχης της Γαλιλαιας ητο ο Ηρωδης, Φιλιππος δε ο αδελφος αυτου τετραρχης της Ιτουραιας και της Τραχωνιτιδος χωρας, και ο Λυσανιας τετραρχης της Αβιληνης,
2 Anne et Caïphe étaient grands prêtres cette année-là, lorsque la parole de Dieu fut adressée à Jean fils de Zacharie dans le désert.2 επι αρχιερεων Αννα και Καιαφα, εγεινε λογος Θεου προς Ιωαννην, τον υιον του Ζαχαριου, εν τη ερημω,
3 Jean commença à parcourir toute la région du Jourdain, prêchant baptême et conversion en vue d’obtenir le pardon des péchés.3 και ηλθεν εις πασαν την περιχωρον του Ιορδανου, κηρυττων βαπτισμα μετανοιας εις αφεσιν αμαρτιων,
4 C’était écrit déjà dans le livre du prophète Isaïe: “Écoutez ce cri dans le désert: Préparez le chemin du Seigneur, aplanissez le sol devant lui.4 ως ειναι γεγραμμενον εν τω βιβλιω των λογων Ησαιου του προφητου, λεγοντος? Φωνη βοωντος εν τη ερημω, ετοιμασατε την οδον του Κυριου, ευθειας καμετε τας τριβους αυτου.
5 Comblez tous les ravins, aplanissez bosses et collines. Les chemins tortueux seront redressés et les chemins malaisés, aménagés.5 πασα φαραγξ θελει γεμισθη και παν ορος και βουνος θελει ταπεινωθη, και τα σκολια θελουσι γεινει ευθεα και αι τραχειαι οδοι ομαλαι,
6 Tout mortel, alors, verra le salut de Dieu.”6 και πασα σαρξ θελει ιδει το σωτηριον του Θεου.
7 Il disait donc aux foules qui de tous côtés venaient à lui pour être baptisées: "Race de vipères, qui vous a dit que vous échapperez à la Colère qui vient?7 Ελεγε δε προς τους οχλους τους εξερχομενους δια να βαπτισθωσιν υπ' αυτου? Γεννηματα εχιδνων, τις εδειξεν εις εσας να φυγητε απο της μελλουσης οργης;
8 Montrez donc les fruits authentiques de la conversion! Ne croyez pas qu’il vous suffise de dire: Abraham est notre père! Car, je vous le dis, Dieu est capable de faire sortir, même de ces pierres, des enfants d’Abraham!8 Καμετε λοιπον καρπους αξιους της μετανοιας, και μη αρχισητε να λεγητε καθ' εαυτους, Πατερα εχομεν τον Αβρααμ? διοτι σας λεγω οτι δυναται ο Θεος εκ των λιθων τουτων να αναστηση τεκνα εις τον Αβρααμ.
9 “Déjà la hache est au pied de l’arbre: tout arbre qui ne produit pas de bons fruits va être abattu et jeté au feu.”9 Ηδη δε και η αξινη κειται προς την ριζαν των δενδρων? παν λοιπον δενδρον μη καμνον καρπον καλον εκκοπτεται και εις πυρ βαλλεται.
10 Les foules l’interrogeaient: "Que devons-nous faire?”10 Και ηρωτων αυτον οι οχλοι, λεγοντες? Τι λοιπον θελομεν καμει;
11 Il répondait: "Que celui qui a deux vêtements en donne un à celui qui n’en a pas, et que celui qui a de quoi manger fasse de même.”11 Αποκριθεις δε λεγει προς αυτους. Ο εχων δυο χιτωνας ας μεταδωση εις τον μη εχοντα, και ο εχων τροφας ας καμη ομοιως.
12 Arrivent alors des collecteurs de l’impôt pour être baptisés; ils lui disent: "Maître, que devons-nous faire?”12 Ηλθον δε και τελωναι δια να βαπτισθωσι, και ειπον προς αυτον? Διδασκαλε, τι θελομεν καμει;
13 Jean leur répond: "Ne percevez rien de plus que ce qui est dû.”13 Ο δε ειπε προς αυτους? Μη εισπραττετε μηδεν περισσοτερον παρα το διατεταγμενον εις εσας.
14 Des soldats l’interrogent à leur tour; ils lui disent: "Et nous, que devons-nous faire?” Il leur répond: "Ne brutalisez personne et ne faites pas de chantage. Contentez-vous de votre paye.”14 Ηρωτων δε αυτον και στρατιωτικοι, λεγοντες? Και ημεις τι θελομεν καμει; Και ειπε προς αυτους? Μη βιασητε μηδενα μηδε συκοφαντησητε, και αρκεισθε εις τα σιτηρεσια σας.
15 Le peuple était dans l’attente et tous se demandaient si Jean ne serait pas le Messie.15 Ενω δε επροσμενεν ο λαος, και διελογιζοντο παντες εν ταις καρδιαις αυτων περι του Ιωαννου, μηποτε αυτος ειναι ο Χριστος,
16 Alors Jean leur répondit à tous: "Moi, je vous baptise avec l’eau. Mais un autre vient, plus fort que moi: je ne suis pas digne de délier les lacets de ses sandales. Lui vous baptisera dans l’Esprit Saint et le feu.16 απεκριθη ο Ιωαννης προς παντας, λεγων? Εγω μεν σας βαπτιζω εν υδατι? ερχεται ομως ο ισχυροτερος μου, του οποιου δεν ειμαι αξιος να λυσω το λωριον των υποδηματων αυτου? αυτος θελει σας βαπτισει εν Πνευματι Αγιω και πυρι.
17 “Il tient dans sa main la pelle pour nettoyer son blé; il rassemblera le grain dans son grenier, mais la paille, il la brûlera dans le feu qui ne s’éteint pas.”17 Του οποιου το πτυαριον ειναι εν τη χειρι αυτου και θελει διακαθαρισει το αλωνιον αυτου, και θελει συναξει τον σιτον εις την αποθηκην αυτου, το δε αχυρον θελει κατακαυσει εν πυρι ασβεστω.
18 Avec ces instructions et beaucoup d’autres, Jean annonçait au peuple la Bonne Nouvelle.18 Και αλλα πολλα προτρεπων ευηγγελιζετο τον λαον.
19 Jean avait fait des reproches à Hérode, le gouverneur, à propos d’Hérodiade femme de son frère, mais aussi à propos de tout ce qu’il faisait de mal. Pour cette raison Hérode19 Ο δε Ηρωδης ο τετραρχης, ελεγχομενος υπ' αυτου περι της Ηρωδιαδος, της γυναικος Φιλιππου του αδελφου αυτου, και περι παντων των κακων οσα επραξεν ο Ηρωδης,
20 ajouta à tous ses autres crimes celui de faire jeter Jean en prison.20 προσεθεσε και τουτο επι πασι και κατεκλεισε τον Ιωαννην εν τη φυλακη.
21 Avec tout le peuple qui recevait le baptême, Jésus aussi se fit baptiser. Comme il priait, le ciel s’ouvrit21 Αφου δε εβαπτισθη πας ο λαος, βαπτισθεντος και του Ιησου και προσευχομενου, ηνοιχθη ο ουρανος
22 et l’Esprit Saint descendit sur lui sous une forme visible, comme une colombe. Et du ciel vint une voix: "Tu es mon Fils: moi aujourd’hui je t’ai engendré.”22 και κατεβη το Πνευμα το Αγιον εν σωματικη μορφη ως περιστερα επ' αυτον, και εγεινε φωνη εκ του ουρανου, λεγουσα? Συ εισαι ο Υιος μου ο αγαπητος, εις σε ευηρεστηθην.
23 Lorsque Jésus commença, il avait environ 30 ans, et pour tous il était fils de Joseph, fils d’Héli,23 Και αυτος ο Ιησους ηρχιζε να ηναι ως τριακοντα ετων, ων καθως ενομιζετο, υιος Ιωσηφ, του Ηλι,
24 fils de Matthat, fils de Lévi, fils de Melki, fils de Jannaï, fils de Joseph,24 του Ματθατ, του Λευι, του Μελχι, του Ιαννα, του Ιωσηφ,
25 fils de Mattathias, fils d’Amos, fils de Naoum, fils d’Esli, fils de Naggaï,25 του Ματταθιου, του Αμως, του Ναουμ, του Εσλι, του Ναγγαι,
26 fils de Maath, fils de Mattathias, fils de Séméin, fils de Josek, fils de Joda,26 του Μααθ, του Ματταθιου, του Σεμει, του Ιωσηφ, του Ιουδα,
27 fils de Joanam, fils de Résa, fils de Zorobabel, fils de Salatiel, fils de Néri,27 του Ιωαννα, του Ρησα, του Ζοροβαβελ, του Σαλαθιηλ, του Νηρι,
28 fils de Melki, fils d’Addi, fils de Kosam, fils d’Elmadam, fils d’Er,28 του Μελχι, του Αδδι, του Κωσαμ, του Ελμωδαμ, του Ηρ,
29 fils de Jésus, fils d’Éliézer, fils de Jorim, fils de Matthat, fils de Lévi,29 του Ιωση, του Ελιεζερ, του Ιωρειμ, του Ματθατ, του Λευι,
30 fils de Syméon, fils de Juda, fils de Joseph, fils de Jonam, fils d’Éliakim,30 του Συμεων, του Ιουδα, του Ιωσηφ, του Ιωναν, του Ελιακειμ,
31 fils de Méléa, fils de Menna, fils de Mattatha, fils de Nathan, fils de David,31 του Μελεα, του Μαιναν, του Ματταθα, του Ναθαν, του Δαβιδ,
32 fils de Jessé, fils de Jobed, fils de Booz, fils de Sala, fils de Nahasson,32 του Ιεσσαι, του Ωβηδ, του Βοοζ, του Σαλμων, του Ναασσων,
33 fils d’Aminadab, fils d’Admin, fils d’Arni, fils de Hesron, fils de Farès, fils de Juda,33 του Αμιναδαβ, του Αραμ, του Εσρωμ, του Φαρες, του Ιουδα,
34 fils de Jacob, fils d’Isaac, fils d’Abraham, fils de Thara, fils de Nakor,34 του Ιακωβ, του Ισαακ, του Αβρααμ, του Θαρα, του Ναχωρ,
35 fils de Sérouk, fils de Ragau, fils de Phalec, fils d’Éber, fils de Sala,35 του Σερουχ, του Ραγαυ, του Φαλεκ, του Εβερ, του Σαλα,
36 fils de Kaïnam, fils d’Arfaxad, fils de Sem, fils de Noé, fils de Lamek,36 του Καιναν, του Αρφαξαδ, του Σημ, του Νωε, του Λαμεχ,
37 fils de Mathousala, fils de Hénok, fils d’Iaret, fils de Maléléel, fils de Kaïnam,37 του Μαθουσαλα, του Ενωχ, του Ιαρεδ, του Μαλελεηλ, του Καιναν,
38 fils d’Énos, fils de Seth, fils d’Adam, fils de Dieu.38 του Ενως, του Σηθ, του Αδαμ, του Θεου.