Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

1 Samuel 11


font
NEW AMERICAN BIBLEGREEK BIBLE
1 About a month later, Nahash the Ammonite went up and laid siege to Jabesh-gilead. All the men of Jabesh begged Nahash, "Make a treaty with us, and we will be your subjects."1 Ανεβη δε Ναας ο Αμμωνιτης και εστρατοπεδευσεν εναντιον της Ιαβεις-γαλααδ? και ειπον παντες οι ανδρες της Ιαβεις εις τον Ναας, Καμε συνθηκην προς ημας, και θελομεν σε δουλευει.
2 But Nahash the Ammonite replied, "This is my condition for a treaty with you: I must gouge out every man's right eye, that I may thus bring ignominy on all Israel."2 Και ειπε προς αυτους Ναας ο Αμμωνιτης, Με τουτο θελω καμει συνθηκην προς εσας, να εξορυξω παντας τους δεξιους οφθαλμους σας, και να βαλω τουτο ονειδος επι παντα τον Ισραηλ.
3 The elders of Jabesh said to him: "Give us seven days to send messengers throughout the territory of Israel. If no one rescues us, we will surrender to you."3 Και ειπον προς αυτον οι πρεσβυτεροι της Ιαβεις, Δος εις ημας επτα ημερων αναβολην, δια να αποστειλωμεν μηνυτας εις παντα τα ορια του Ισραηλ? και τοτε, εαν δεν ηναι τις να μας σωση, θελομεν εξελθει προς σε.
4 When the messengers arrived at Gibeah of Saul, they related the news to the people, all of whom wept aloud.4 Ηλθον λοιπον οι μηνυται εις Γαβαα του Σαουλ και ειπον τους λογους εις τα ωτα του λαου? και υψωσαν πας ο λαος την φωνην αυτων και εκλαυσαν.
5 Just then Saul came in from the field, behind his oxen. "Why are the people weeping?" he asked. The message of the inhabitants of Jabesh was repeated to him.5 Και ιδου, ο Σαουλ ηρχετο κατοπιν της αγελης εκ του αγρου? και ειπεν ο Σαουλ, Τι εχει ο λαος και κλαιει; Και διηγηθησαν προς αυτον τους λογους των ανδρων της Ιαβεις.
6 As he listened to this report, the spirit of God rushed upon him and he became very angry.6 Και επηλθεν επι τον Σαουλ πνευμα Θεου, οτε ηκουσε τους λογους εκεινους? και εξηφθη η οργη αυτου σφοδρα.
7 Taking a yoke of oxen, he cut them into pieces, which he sent throughout the territory of Israel by couriers with the message, "If anyone does not come out to follow Saul (and Samuel), the same as this will be done to his oxen!" In dread of the LORD, the people turned out to a man.7 Και ελαβε ζευγος βοων, και κατακοψας αυτους εις τμηματα, απεστειλεν αυτα κατα παντα τα ορια του Ισραηλ δια χειρος μηνυτων, λεγων, Οστις δεν εξελθη κατοπιν του Σαουλ και κατοπιν του Σαμουηλ, ουτω θελει γεινει εις τους βοας αυτου. Και επεπεσε φοβος Κυριου επι τον λαον, και εξηλθον ως εις ανθρωπος.
8 When he reviewed them in Bezek, there were three hundred thousand Israelites and seventy thousand Judahites.8 Και οτε απηριθμησεν αυτους εν Βεζεκ, οι υιοι Ισραηλ ησαν τριακοσιαι χιλιαδες και οι ανδρες Ιουδα τριακοντα χιλιαδες.
9 To the messengers who had come he said, "Tell the inhabitants of Jabeshgilead that tomorrow, while the sun is hot, they will be rescued." The messengers came and reported this to the inhabitants of Jabesh, who were jubilant,9 Και ειπον προς τους ελθοντας μηνυτας, Ουτω θελετε ειπει προς τους ανδρας της Ιαβεις-γαλααδ? Αυριον, καθως ο ηλιος θερμανη, θελει εισθαι εις εσας σωτηρια. Και ηλθον οι μηνυται και ανηγγειλαν προς τους ανδρας της Ιαβεις? και υπερεχαρησαν.
10 and said to Nahash, "Tomorrow we will surrender to you, and you may do whatever you please with us."10 Και ειπον οι ανδρες της Ιαβεις, Αυριον θελομεν εξελθει προς εσας, και θελετε καμει εις ημας παν ο, τι σας φαινεται καλον.
11 On the appointed day, Saul arranged his troops in three companies and invaded the camp during the dawn watch. They slaughtered Ammonites until the heat of the day; by then the survivors were so scattered that no two were left together.11 Και την επαυριον διηρεσεν ο Σαουλ τον λαον εις τρια ταγματα? και εισηλθον εις το μεσον του στρατοπεδου, εν τη πρωινη φυλακη, και επαταξαν τους Αμμωνιτας εωσου θερμανη η ημερα? και οι εναπολειφθεντες διεσκορπισθησαν, ωστε ουδε δυο εξ αυτων δεν εμειναν ηνωμενοι.
12 The people then said to Samuel: "Who questioned whether Saul should rule over us? Hand over the men and we will put them to death."12 Και ειπεν ο λαος προς τον Σαμουηλ, Τις ειναι εκεινος οστις ειπεν, Ο Σαουλ θελει βασιλευσει εφ' ημας; παραδωσατε τους ανδρας, δια να θανατωσωμεν αυτους.
13 But Saul broke in to say, "No man is to be put to death this day, for today the LORD has saved Israel."13 Και ειπεν ο Σαουλ, Δεν θελει θανατωθη ουδεις την ημεραν ταυτην? διοτι σημερον εκαμεν ο Κυριος σωτηριαν εν τω Ισραηλ.
14 Samuel said to the people, "Come, let us go to Gilgal to inaugurate the kingdom there."14 Τοτε ειπεν ο Σαμουηλ προς τον λαον, Ελθετε, και ας υπαγωμεν εις Γαλγαλα και ας εγκαινισωμεν εκει την βασιλειαν.
15 So all the people went to Gilgal, where, in the presence of the LORD, they made Saul king. They also sacrificed peace offerings there before the LORD, and Saul and all the Israelites celebrated the occasion with great joy.15 Και υπηγε πας ο λαος εις Γαλγαλα? και εκει εκαμον τον Σαουλ βασιλεα ενωπιον του Κυριου εν Γαλγαλοις? και εκει εθυσιασαν θυσιας ειρηνικας ενωπιον του Κυριου? και εκει ευφρανθησαν ο Σαουλ και παντες οι ανδρες Ισραηλ σφοδρα.