Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Matteo 12


font
BIBBIA MARTINIGREEK BIBLE
1 In quel tempo Gesù passava in giorno di sabato per un campo di grano: e i suoi discepoli avendo fame, si misero a cogliere delle spighe, e a mangiare.1 Εν εκεινω τω καιρω επορευετο ο Ιησους δια των σπαρτων εν σαββατω? οι δε μαθηται αυτου επεινασαν και ηρχισαν να ανασπωσιν ασταχυα και να τρωγωσιν.
2 Visto ciò i Farisei, dissero a lui: Guarda, con te i tuoi discepoli fanno ciò, che non è lecito di fare in giorno di sabato.2 Οι δε Φαρισαιοι ιδοντες ειπον προς αυτον? Ιδου, οι μαθηται σου πραττουσιν ο, τι δεν συγχωρειται να πραττηται το σαββατον.
3 Ma egli disse loro: Non avete voi letto quello, che fece Davidde, trovandosi preso dalla fame egli, e que', ch'eran con lui?3 Ο δε ειπε προς αυτους? Δεν ανεγνωσατε τι επραξεν ο Δαβιδ οτε επεινασεν αυτος και οι μετ' αυτου;
4 Come egli entrò nella casa di Dio, e mangiò i pani della proposizione, de' quali non era lecito a lui, né a quei, che erano con lui, di cibarsi, ma a' soli sacerdoti?4 πως εισηλθεν εις τον οικον του Θεου και εφαγε τους αρτους της προθεσεως, τους οποιους δεν ητο συγκεχωρημενον εις αυτον να φαγη, ουτε εις τους μετ' αυτου, ειμη εις τους ιερεις μονους;
5 O non avete voi letto nella legge, che ne' giorni di sabato i sacerdoti nel tempio rompono il sabato, e sono senza colpa?5 Η δεν ανεγνωσατε εν τω νομω οτι εν τοις σαββασιν οι ιερεις βεβηλονουσι το σαββατον εν τω ιερω και ειναι αθωοι;
6 Or io vi fo sapere, che v'ha qui uno più grande del tempio.6 Σας λεγω δε οτι εδω ειναι μεγαλητερος του ιερου.
7 Che se voi sapeste cosa vuoi dire: Amo la misericordia, e non il sagrifizio: non avreste mai condannato degl'innocenti.7 Εαν ομως εγνωριζετε τι ειναι Ελεον θελω και ουχι θυσιαν, δεν ηθελετε καταδικασει τους αθωους.
8 Imperocché il figliuolo dell'uomo è padrone anche del sabato.8 Διοτι ο Υιος του ανθρωπου ειναι κυριος και του σαββατου.
9 Ed essendo partito di lì, andò alla loro sinagoga.9 Και μεταβας εκειθεν ηλθεν εις την συναγωγην αυτων.
10 Ed eccoti un uomo, che aveva una mano arida, e l'interrogarono dicendo: E egli lecito di render la sanità in giorno di sabato? affine di accusarlo.10 Και ιδου, ητο ανθρωπος εχων την χειρα ξηραν? και ηρωτησαν αυτον λεγοντες? Συγχωρειται ταχα να θεραπευη τις εν τω σαββατω; δια να κατηγορησωσιν αυτον.
11 Ma egli rispose loro: Chi sarà tra voi, che avendo una pecora, se questa venga a cadere in giorno di sabato nella fossa, non la pigli, e la cavi fuora?11 Ο δε ειπε προς αυτους? Τις ανθρωπος απο σας θελει εισθαι, οστις εχων προβατον εν, εαν τουτο πεση εν τω σαββατω εις λακκον, δεν θελει πιασει και σηκωσει αυτο;
12 Ma quanto, è da più un uomo più d'una pecora? E adunque lecito di far benefizj in giorno di sabato.12 ποσον λοιπον διαφερει ανθρωπος προβατου; ωστε συγχωρειται εν τω σαββατω να αγαθοποιη τις.
13 Allora disse a quell'uomo: Stendi la tua mano. Ed egli la stese, e fu renduta sana come l'altra.13 Τοτε λεγει προς τον ανθρωπον? Εκτεινον την χειρα σου? και εξετεινε, και αποκατεσταθη υγιης ως η αλλη.
14 Ma i Farisei usciti di lì, tennero consiglio contro di lui del modo di levarlo dal mondo.14 Οι δε Φαρισαιοι εξελθοντες συνεβουλευθησαν κατ' αυτου, δια να απολεσωσιν αυτον.
15 Ma Gesù sapendolo si ritirò di lì: e lo seguirono molti, a' quali tutti restituì la salute.15 Αλλ' ο Ιησους νοησας ανεχωρησεν εκειθεν? και ηκολουθησαν αυτον οχλοι πολλοι, και εθεραπευσεν αυτους παντας.
16 E comandò loro severamente, che non lo manifestassero.16 Και παρηγγειλεν εις αυτους αυστηρως δια να μη φανερωσωσιν αυτον,
17 Affinchè si adempisse, quanto era stato detto dal profeta Isaia, che dice:17 δια να πληρωθη το ρηθεν δια Ησαιου του προφητου, λεγοντος?
18 Ecco il mio servo eletto da me, il mio diletto, nel quale si è molto compiaciuta l'anima mia. Porrò sopra di lui il mio spirito, ed egli annunzierà la giustizia alle nazioni.18 Ιδου, ο δουλος μου, τον οποιον εξελεξα, ο αγαπητος μου, εις τον οποιον η ψυχη μου ευηρεστηθη? θελω θεσει το Πνευμα μου επ' αυτον, και θελει εξαγγειλει κρισιν εις τα εθνη?
19 Non litigherà, né griderà, nè sarà udita da alcuno nelle piazze la voce di lui.19 δεν θελει αντιλογησει ουδε κραυγασει, ουδε θελει ακουσει τις την φωνην αυτου εν ταις πλατειαις.
20 Egli non romperà la canna fessa, e non ammorzerà il lucignolo, che fuma, sino a tanto che faccia trionfar la giustizia:20 Καλαμον συντετριμμενον δεν θελει θλασει και λιναριον καπνιζον δεν θελει σβεσει, εωσου εκφερη εις νικην την κρισιν?
21 E nel nome di lui spereranno le genti.21 Και εν τω ονοματι αυτου θελουσιν ελπισει τα εθνη.
22 Allora gli fu presentato un indemoniato, cieco, e muto, e lo sanò in guisa, che parlava, e vedeva.22 Τοτε εφερθη προς αυτον δαιμονιζομενος τυφλος και κωφος, και εθεραπευσεν αυτον, ωστε ο τυφλος και κωφος και ελαλει και εβλεπε.
23 E tutte le turbe, restavano stupefatte, e dicevano: E egli forse questo il figliuolo di David?23 Και εξεπληττοντο παντες οι οχλοι και ελεγον? Μηπως ειναι ουτος ο υιος του Δαβιδ;
24 Ma i Farisei udito questo dissero: Costui non caccia i demonj, se non per opera di Beelzebub principe dei demonj.24 Οι δε Φαρισαιοι ακουσαντες ειπον? Ουτος δεν εκβαλλει τα δαιμονια ειμη δια του Βεελζεβουλ, του αρχοντος των δαιμονιων.
25 Gesù però conosciuti i lor pensieri disse loro. Qualunque regno diviso in contrarj partiti sarà devastato: e qualunque città o famiglia divisa in contrarj partiti non sussisterà.25 Νοησας δε ο Ιησους τους διαλογισμους αυτων, ειπε προς αυτους? Πασα βασιλεια διαιρεθεισα καθ' εαυτης ερημουται, και πασα πολις η οικια διαιρεθεισα καθ' εαυτης δεν θελει σταθη.
26 Ma se Satana discaccia Satana, egli è in discordia con se medesimo: cosa dunque sussisterà il regno di lui?26 Και αν ο Σατανας τον Σαταναν εκβαλλη, διηρεθη καθ' εαυτου? πως λοιπον θελει σταθη η βασιλεια αυτου;
27 E se io caccio i demonj per opera di Beelzebub, per opera di chi li cacciano i vostri figliuoli? Per questo essi saran vostri giudici.27 Και αν εγω δια του Βεελζεβουλ εκβαλλω τα δαιμονια, οι υιοι σας δια τινος εκβαλλουσι; δια τουτο αυτοι θελουσιν εισθαι κριται σας.
28 Che se per mezzo dello spirito di Dio io caccio i demonj; è adunque certo, che è giunto a voi il regno di Dio.28 Αλλ' εαν εγω δια Πνευματος Θεου εκβαλλω τα δαιμονια, αρα εφθασεν εις εσας η βασιλεια του Θεου.
29 Conciossiachè come può uno entrare in casa d'un campione, e rubargli le sue spoglie, se prima non lega il campione per poi saccheggiargli la casa?29 Η πως δυναται τις να εισελθη εις την οικιαν του δυνατου και να διαρπαση τα σκευη αυτου, εαν πρωτον δεν δεση τον δυνατον; και τοτε θελει διαρπασει την οικιαν αυτου.
30 Chi non è meco, è contro di me: e chi non raccoglie meco, disperge.30 Οστις δεν ειναι μετ' εμου ειναι κατ' εμου, και οστις δεν συναγει μετ' εμου σκορπιζει.
31 Per questo io vi dico, che qualunque peccato, e qualunque bestemmia sarà perdonata agli uomini; ma la bestemmia contro lo Spirito non sarà perdonata.31 Δια τουτο σας λεγω, Πασα αμαρτια και βλασφημια θελει συγχωρηθη εις τους ανθρωπους, η κατα του Πνευματος ομως βλασφημια δεν θελει συγχωρηθη εις τους ανθρωπους?
32 E a chiunque avrà sparlato contro il figliuolo dell'uomo, gli sarà perdonato: ma a chiunque avrà sparlato contro lo Spirito santo, non sarà perdonato né in questo secolo, né nel futuro.32 και οστις ειπη λογον κατα του Υιου του ανθρωπου, θελει συγχωρηθη εις αυτον? οστις ομως ειπη κατα του Πνευματος του Αγιου, δεν θελει συγχωρηθη εις αυτον ουτε εν τουτω τω αιωνι ουτε εν τω μελλοντι.
33 O date per buono l'albero, e per buono il suo frutto: o date per cattivo l'albero, e per cattivo il suo frutto: imperocché dal frutto si riconosce la pianta.33 Η καμετε το δενδρον καλον, και τον καρπον αυτου καλον, η καμετε το δενδρον σαπρον, και τον καρπον αυτου σαπρον? διοτι εκ του καρπου γνωριζεται το δενδρον.
34 Razza di vipere, come potete parlar bene, voi, che siete cattivi? imperciocché dalla pienezza del cuore parla la bocca.34 Γεννηματα εχιδνων, πως δυνασθε να λαλητε καλα οντες πονηροι; διοτι εκ του περισσευματος της καρδιας λαλει το στομα.
35 L'uomo dabbene da un buon tesoro cava fuora del bene e il cattivo uomo da un cattivo tesoro cava fuori del male.35 Ο καλος ανθρωπος εκ του καλου θησαυρου της καρδιας εκβαλλει τα καλα, και ο πονηρος ανθρωπος εκ του πονηρου θησαυρου εκβαλλει πονηρα.
36 Or io vi fo sapere, che di qualunque parola oziosa, che avran detto gli uomini, ne renderan conto nel dì del giudizio.36 Σας λεγω δε οτι δια παντα λογον αργον, τον οποιον ηθελον λαλησει οι ανθρωποι, θελουσιν αποδωσει λογον δι' αυτον εν ημερα κρισεως.
37 Imperocché le tue parole ti giustificheranoo, e le tue parole ti condanneranno.37 Διοτι εκ των λογων σου θελεις δικαιωθη, και εκ των λογων σου θελεις καταδικασθη.
38 Allora gli replicarono alcuni degli Scribi, e de' Farisei, dicendo: Maestro, desideriamo di vedere qualche tuo miracolo.38 Τοτε απεκριθησαν τινες των γραμματεων και Φαρισαιων, λεγοντες? Διδασκαλε, θελομεν να ιδωμεν σημειον απο σου.
39 Ma egli rispose loro: Questa generazione cattiva, e adultera va cercando un prodigio: e nessun prodigio le sarà conceduto, fuori che quello di Giona profeta.39 Εκεινος δε αποκριθεις ειπε προς αυτους? Γενεα πονηρα και μοιχαλις σημειον ζητει, και σημειον δεν θελει δοθη εις αυτην ειμη το σημειον Ιωνα του προφητου.
40 Imperocché siccome Giona stette per tre giorni, e per tre notti nel ventre della balena; così starà il figliuolo dell'uomo per tre giorni, e tre notti nel seno della terra.40 Διοτι ως ο Ιωνας ητο εν τη κοιλια του κητους τρεις ημερας και τρεις νυκτας, ουτω θελει εισθαι ο Υιος του ανθρωπου εν τη καρδια της γης τρεις ημερας και τρεις νυκτας.
41 Gli uomini di Ninive insorgeranno nel dì del giudizio contro di questa nazione, e la condanneranno: perché essi fecero penitenza alla predicazione dì Giona. Ed ecco qui uno, che è da più di Giona.41 Ανδρες Νινευιται θελουσιν αναστηθη εν τη κρισει μετα της γενεας ταυτης και θελουσι κατακρινει αυτην, διοτι μετενοησαν εις το κηρυγμα του Ιωνα, και ιδου, πλειοτερον του Ιωνα ειναι εδω.
42 La regina del mezzo giorno insorgerà nel dì del giudizio contro questa razza d'uomini, e la condannerà: perché venne dall'estremità della terra a udire la sapienza di Salomone. Ed ecco qui uno, che è da più di Salomone.42 Η βασιλισσα του νοτου θελει σηκωθη εν τη κρισει μετα της γενεας ταυτης και θελει κατακρινει αυτην, διοτι ηλθεν εκ των περατων της γης δια να ακουση την σοφιαν του Σολομωντος, και ιδου, πλειοτερον του Σολομωντος ειναι εδω.
43 Quando lo spirito impuro è uscito d'un uomo, se ne va per luoghi asciutti, cercando riposo, e non lo trova.43 Οταν δε το ακαθαρτον πνευμα εξελθη απο του ανθρωπου, διερχεται δι' ανυδρων τοπων και ζητει αναπαυσιν και δεν ευρισκει.
44 Allora dice: Ritornerò nella mia casa, dalla quale sono uscito. E giuntovi la trova vota, e spazzata, e ornata.44 Τοτε λεγει? Ας επιστρεψω εις τον οικον μου, οθεν εξηλθον? και ελθον ευρισκει αυτον κενον, σεσαρωμενον και εστολισμενον.
45 Allora va, e prende seco altri sette spiriti peggiori di lui, e vi entrano ad abitarla: e l'ultimo stato di quest'uomo diventa peggiore del primo. Così succederà anche a questa stirpe perversa.45 Τοτε υπαγει και παραλαμβανει μεθ' εαυτου επτα αλλα πνευματα πονηροτερα εαυτου, και εισελθοντα κατοικουσιν εκει, και γινονται τα εσχατα του ανθρωπου εκεινου χειροτερα των πρωτων. Ουτω θελει εισθαι και εις την γενεαν ταυτην την πονηραν.
46 Mentre egli continuava a parlare alle turbe, ecco che la madre, e i fratelli di lui si trattenevano di fuori, desiderando di parlargli.46 Ενω δε αυτος ελαλει ετι προς τους οχλους, ιδου, η μητηρ και οι αδελφοι αυτου ισταντο εξω, ζητουντες να λαλησωσι προς αυτον.
47 E alcuno gli disse: Tua madre e i tuoi fratelli sono fuori, e cercano di te.47 Ειπε δε τις προς αυτον? Ιδου, η μητηρ σου και οι αδελφοι σου ιστανται εξω, ζητουντες να λαλησωσι προς σε.
48 Ma egli rispose a chi gli parlava: Chi è la mia madre, e chi sono i miei fratelli?48 Ο δε αποκριθεις προς τον ειποντα τουτο προς αυτον ειπε? Τις ειναι η μητηρ μου και τινες ειναι οι αδελφοι μου;
49 E stesa la mano inverso de' suoi discepoli: Questi, disse, sono la madre e i fratelli, che io ho.49 Και εκτεινας την χειρα αυτου προς τους μαθητας αυτου ειπεν? Ιδου η μητηρ μου και οι αδελφοι μου.
50 Imperocché chiunque fa la volontà del Padre mio, che è ne' cieli; quegli è mio fratello, e sorella, e madre.50 Διοτι οστις καμη το θελημα του Πατρος μου του εν ουρανοις, αυτος μου ειναι αδελφος και αδελφη και μητηρ.