Scrutatio

Domenica, 12 maggio 2024 - Santi Nereo e Achilleo ( Letture di oggi)

Teremtés könyve 25


font
KÁLDI-NEOVULGÁTAGREEK BIBLE
1 Ábrahám pedig másik feleséget vett, akit Keturának hívtak.1 Ελαβε δε ο Αβρααμ και αλλην γυναικα, ονομαζομενην Χεττουραν.
2 Ő Zámránt, Jeksánt, Mádánt, Mádiánt, Jesbokot és Súát szülte neki.2 Και αυτη εγεννησεν εις αυτον τον Ζεμβραν και τον Ιοξαν και τον Μαδαν και τον Μαδιαμ και τον Ιεσβωκ και τον Σουα.
3 Jeksán aztán Sábát és Dedánt nemzette. Dedán fiai az assuriták, a letusiták és a leummiták voltak,3 και ο Ιοξαν εγεννησε τον Σεβα και τον Δαιδαν? οι δε υιοι του Δαιδαν ησαν Ασσουρειμ και Λετουσιειμ και Λαωμειμ.
4 Mádiántól pedig Éfa, Éfer, Hénok, Abida és Eldáa származott. Ezek Ketura fiai.4 Οι υιοι δε του Μαδιαμ ησαν Γεφα και Εφερ και Ανωχ και Αβειδα και Ελδαγα? παντες ουτοι υιοι της Χεττουρας.
5 Ábrahám Izsáknak adta mindenét, amije volt,5 Εδωκε δε ο Αβρααμ παντα τα υπαρχοντα αυτου εις τον Ισαακ.
6 a mellékfeleségek fiait pedig megajándékozta, s még életében elküldte fia, Izsák mellől a Keleti vidékre.6 Εις δε τους υιους των παλλακων αυτου εδωκεν ο Αβρααμ χαρισματα, και εξαπεστειλεν αυτους, ετι ζων, μακραν απο του υιου αυτου Ισαακ προς ανατολας, εις την γην της Ανατολης.
7 Ábrahám életének napjai százhetvenöt esztendőt tettek ki.7 Και ταυτα ειναι τα ετη των ημερων της ζωης του Αβρααμ, οσα εζησεν, ετη εκατον εβδομηκοντα πεντε.
8 Aztán elhunyt, meghalt késő öregségben, élemedett korban, napokkal telten, és népéhez tért.8 Και εκπνευσας απεθανεν ο Αβρααμ εν γηρατι καλω, γερων και πληρης ημερων? και προσετεθη εις τον λαον αυτου.
9 Erre fiai, Izsák és Izmael eltemették a Makpéla barlangjában, amely Mamréval szemben a hetita Cohár fiának, Efronnak mezején van,9 Και εθαψαν αυτον ο Ισαακ και ο Ισμαηλ οι υιοι αυτου εν τω σπηλαιω Μαχπελαχ, εν τω αγρω του Εφρων, υιου του Σωαρ του Χετταιου, τω απεναντι της Μαμβρη?
10 amelyet Ábrahám megvásárolt Hét fiaitól. Ott temették el őt, és a feleségét, Sárát.10 τω αγρω, τον οποιον ηγορασεν ο Αβρααμ παρα των υιων του Χετ? εκει εταφη ο Αβρααμ και Σαρρα η γυνη αυτου.
11 Halála után Isten megáldotta fiát, Izsákot, aki az úgynevezett ‘Élő és látó kútja’ mellett lakott.11 Και μετα τον θανατον του Αβρααμ, ευλογησεν ο Θεος Ισαακ τον υιον αυτου? και κατωκησεν ο Ισαακ πλησιον του φρεατος Λαχαι-ροι.
12 Ábrahám fiának, Izmaelnek, akit az egyiptomi Hágár, Sára szolgálója szült neki, a következő a nemzetsége.12 Αυτη δε ειναι η γενεαλογια του Ισμαηλ, υιου του Αβρααμ, τον οποιον εγεννησεν εις τον Αβρααμ Αγαρ η Αιγυπτια, η δουλη της Σαρρας?
13 Izmael fiainak neve, nevük és származásuk szerint a következő: Izmael elsőszülötte, Nebajót, aztán Kedár, Adbeél, Mibszám,13 και ταυτα ειναι τα ονοματα των υιων του Ισμαηλ, κατα τα ονοματα αυτων, εις τας γενεας αυτων? πρωτοτοκος του Ισμαηλ Ναβαιωθ, επειτα Κηδαρ και Αβδεηλ και Μιβσαμ,
14 Másma, Dúma, Mássza,14 και Μισμα, και Δουμα και Μασσα
15 Hádár, Tema, Jetur, Náfis és Kedma.15 Χαδδαρ, και Θαιμα, Ιετουρ, Ναφις, και Κεδμα?
16 Ezek Izmael fiai, és ez a nevük, szállásaik és lakóhelyeik szerint; tizenkét fejedelem, törzseik szerint.16 ουτοι ειναι οι υιοι του Ισμαηλ, και ταυτα τα ονοματα αυτων κατα τας κωμας αυτων και κατα τας κατοικιας αυτων? δωδεκα αρχοντες κατα τα εθνη αυτων.
17 Izmael életkora százharminchét esztendő volt, amikor elhunyt, meghalt, és népéhez tért.17 Και ταυτα ειναι τα ετη της ζωης του Ισμαηλ, ετη εκατον τριακοντα επτα? και εκπνευσας απεθανε και προσετεθη εις τον λαον αυτου.
18 Hevilától Súrig laktak, amely az asszírokhoz menet, Egyiptommal átellenben van. Minden testvérét megelőzve hunyt el.18 Κατωκησαν δε απο Αβιλα εως Σουρ, της κατα προσωπον Αιγυπτου, καθως υπαγει τις προς την Ασσυριαν? ο Ισμαηλ κατωκησεν εμπροσθεν παντων των αδελφων αυτου.
19 Izsáknak, Ábrahám fiának nemzetségtörténete a következő. Izsákot Ábrahám nemzette.19 Και αυτη ειναι η γενεαλογια του Ισαακ, υιου του Αβρααμ? ο Αβρααμ εγεννησε τον Ισαακ?
20 Amikor negyvenesztendős volt, feleségül vette Rebekkát, a mezopotámiai szír Bátuel lányát, az arám Lábán nővérét.20 ητο δε ο Ισαακ ετων τεσσαρακοντα, οτε ελαβεν εις εαυτον γυναικα την Ρεβεκκαν, θυγατερα Βαθουηλ του Συρου απο Παδαν-αραμ, αδελφην Λαβαν του Συρου.
21 Izsáknak azonban könyörögnie kellett az Úrhoz feleségéért, mivel meddő volt. Az Úr meg is hallgatta, és megadta Rebekkának, hogy foganjon.21 Και εδεετο ο Ισαακ προς τον Κυριον περι της γυναικος αυτου, διοτι ητο στειρα? και επηκουσεν ο Κυριος αυτου, και συνελαβεν η Ρεβεκκα η γυνη αυτου.
22 A magzatok azonban viaskodtak méhében, mire ő azt mondta: »Ha így kellett járnom, mi szükség volt fogannom?« Elment tehát, hogy megkérdezze az Urat.22 Και τα παιδια συνεκρουοντο εντος αυτης? και ειπεν, Αν μελλη ουτω να γεινη, δια τι εγω να συλλαβω; και υπηγε να ερωτηση τον Κυριον.
23 Az Úr azt felelte: »Két nemzet van méhedben, és két nép válik el öledből: az egyik nép a másik fölé kerekedik, és az idősebb szolgálni fog a fiatalabbnak.«23 Και ειπεν ο Κυριος προς αυτην, Δυο εθνη ειναι εν τη κοιλια σου? και δυο λαοι θελουσι διαχωρισθη απο των εντοσθιων σου? και ο εις λαος θελει εισθαι δυνατωτερος του αλλου λαου? και ο μεγαλητερος θελει δουλευσει εις τον μικροτερον.
24 Amikor aztán eljött a szülés napja, íme, kiderült, hogy ikrek voltak a méhében.24 Και οτε επληρωθησαν αι ημεραι αυτης δια να γεννηση, ιδου, ησαν διδυμα εν τη κοιλια αυτης.
25 Az, aki elsőként született meg, vöröses volt és egészen szőrös, mint az állat prémje; elnevezték tehát Ézsaunak. Mindjárt megszületett a másik is, kezével a bátyja sarkát fogva. Elnevezték ezért Jákobnak.25 Εξηλθε δε ο πρωτος ερυθρος και ολος ως δερμα δασυτριχος? και εκαλεσαν το ονομα αυτου, Ησαυ.
26 Hatvanesztendős volt Izsák, amikor ezek a gyermekek születtek neki.26 Και επειτα εξηλθεν ο αδελφος αυτου? και η χειρ αυτου εκρατει την πτερναν του Ησαυ? δια τουτο ωνομασθη Ιακωβ? ο δε Ισαακ ητο ετων εξηκοντα, οτε εγεννησεν αυτους.
27 Amikor felnövekedtek, Ézsauból ügyes vadász és mezőt járó ember lett, Jákobból pedig csendes, sátorban lakó ember.27 Ηυξησαν δε τα παιδια? και εγεινεν ο μεν Ησαυ ανθρωπος εμπειρος εις το κυνηγιον, ανθρωπος του αγρου? ο δε Ιακωβ, ανθρωπος απλους, κατοικων εν σκηναις.
28 Izsák Ézsaut szerette, mert jóízűeket evett vadászatából, Rebekka viszont Jákobot szerette.28 Και ο μεν Ισαακ ηγαπα τον Ησαυ, διοτι το κυνηγιον ητο τροφη εις αυτον? η δε Ρεβεκκα ηγαπα τον Ιακωβ.
29 Amikor Jákob egyszer főzeléket főzött, Ézsau, aki akkor jött meg fáradtan a mezőről,29 Εμαγειρευε δε ο Ιακωβ μαγειρευμα? και ηλθεν ο Ησαυ εκ του αγρου και ητο αποκαμωμενος?
30 így szólt hozzá: »Adj nekem ebből a vörös főzetből, mert szörnyen fáradt vagyok!« – Emiatt nevezték el őt Edomnak (azaz Vörösnek). –30 και ειπεν ο Ησαυ προς τον Ιακωβ, Δος μοι, παρακαλω, να φαγω απο το κοκκινον, το κοκκινον τουτο, διοτι ειμαι αποκαμωμενος? δια τουτο εκληθη το ονομα αυτου, Εδωμ.
31 Jákob azt mondta neki: »Add el nekem érte az elsőszülöttségedet!«31 Και ειπεν ο Ιακωβ, Πωλησον μοι σημερον τα πρωτοτοκια σου.
32 Ézsau azt felelte: »Íme, úgyis meghalok, mit használ nekem az elsőszülöttség!«32 Και ο Ησαυ ειπεν, Ιδου, εγω υπαγω να αποθανω, και τι με ωφελουσι ταυτα τα πρωτοτοκια;
33 Jákob erre azt mondta: »Akkor esküdj is meg nekem!« Ézsau megesküdött neki, és eladta az elsőszülöttséget.33 Και ειπεν ο Ιακωβ, Ομοσον μοι σημερον? και ωμοσεν εις αυτον? και επωλησε τα πρωτοτοκια αυτου εις τον Ιακωβ.
34 Miután így kenyeret, és lencsefőzeléket kapott, evett és ivott, aztán elment, és csekélységnek tartotta, hogy eladta az elsőszülöttséget.34 Τοτε ο Ιακωβ εδωκεν εις τον Ησαυ αρτον και μαγειρευμα της φακης? και εφαγε και επιε και σηκωθεις ανεχωρησεν? ουτως ο Ησαυ κατεφρονησε τα πρωτοτοκια.