Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

Évangile selon Matthieu 25


font
JERUSALEMGREEK BIBLE
1 "Alors il en sera du Royaume des Cieux comme de dix vierges qui s'en allèrent, munies de leurslampes, à la rencontre de l'époux.1 Τοτε θελει ομοιωθη η βασιλεια των ουρανων με δεκα παρθενους, αιτινες λαβουσαι τας λαμπαδας αυτων εξηλθον εις απαντησιν του νυμφιου.
2 Or cinq d'entre elles étaient sottes et cinq étaient sensées.2 Πεντε δε εξ αυτων ησαν φρονιμοι και πεντε μωραι.
3 Les sottes, en effet, prirent leurs lampes, mais sans se munir d'huile;3 Αιτινες μωραι, λαβουσαι τας λαμπαδας αυτων, δεν ελαβον μεθ' εαυτων ελαιον?
4 tandis que les sensées, en même temps que leurs lampes, prirent de l'huile dans les fioles.4 αι φρονιμοι ομως ελαβον ελαιον εν τοις αγγειοις αυτων μετα των λαμπαδων αυτων.
5 Comme l'époux se faisait attendre, elles s'assoupirent toutes et s'endormirent.5 Και επειδη ο νυμφιος εβραδυνεν, ενυσταξαν πασαι και εκοιμωντο.
6 Mais à minuit un cri retentit: Voici l'époux! sortez à sa rencontre!6 Εν τω μεσω δε της νυκτος εγεινε κραυγη? Ιδου, ο νυμφιος ερχεται, εξελθετε εις απαντησιν αυτου.
7 Alors toutes ces vierges se réveillèrent et apprêtèrent leurs lampes.7 Τοτε εσηκωθησαν πασαι αι παρθενοι εκειναι και ητοιμασαν τας λαμπαδας αυτων.
8 Et les sottes de dire aux sensées: Donnez-nous de votre huile, car nos lampes s'éteignent.8 Και αι μωραι ειπον προς τας φρονιμους? Δοτε εις ημας εκ του ελαιου σας, διοτι αι λαμπαδες ημων σβυνονται.
9 Mais celles-ci leur répondirent: Il n'y en aurait sans doute pas assez pour nous et pour vous; allezplutôt chez les marchands et achetez-en pour vous.9 Απεκριθησαν δε αι φρονιμοι, λεγουσαι? Μηποτε δεν αρκεση εις ημας και εις εσας? οθεν υπαγετε καλλιον προς τους πωλουντας και αγορασατε εις εαυτας.
10 Elles étaient parties en acheter quand arriva l'époux: celles qui étaient prêtes entrèrent avec luidans la salle des noces, et la porte se referma.10 Ενω δε απηρχοντο δια να αγορασωσιν, ηλθεν ο νυμφιος και αι ετοιμοι εισηλθον μετ' αυτου εις τους γαμους, και εκλεισθη η θυρα.
11 Finalement les autres vierges arrivèrent aussi et dirent: Seigneur, Seigneur, ouvre-nous!11 Υστερον δε ερχονται και αι λοιπαι παρθενοι, λεγουσαι? Κυριε, Κυριε, ανοιξον εις ημας.
12 Mais il répondit: En vérité je vous le dis, je ne vous connais pas!12 Ο δε αποκριθεις ειπεν? Αληθως σας λεγω, δεν σας γνωριζω.
13 Veillez donc, car vous ne savez ni le jour ni l'heure.13 Αγρυπνειτε λοιπον, διοτι δεν εξευρετε την ημεραν ουδε την ωραν, καθ' ην ο Υιος του ανθρωπου ερχεται.
14 "C'est comme un homme qui, partant en voyage, appela ses serviteurs et leur remit sa fortune.14 Διοτι θελει ελθει ως ανθρωπος, οστις αποδημων εκαλεσε τους δουλους αυτου και παρεδωκεν εις αυτους τα υπαρχοντα αυτου,
15 A l'un il donna cinq talents, deux à un autre, un seul à un troisième, à chacun selon ses capacités,et puis il partit. Aussitôt15 και εις αλλον μεν εδωκε πεντε ταλαντα, εις αλλον δε δυο, εις αλλον δε εν, εις εκαστον κατα την ιδιαν αυτου ικανοτητα, και απεδημησεν ευθυς.
16 celui qui avait reçu les cinq talents alla les faire produire et en gagna cinq autres.16 Υπηγε δε ο λαβων τα πεντε ταλαντα και εργαζομενος δι' αυτων εκαμεν αλλα πεντε ταλαντα.
17 De même celui qui en avait reçu deux en gagna deux autres.17 Ωσαυτως και ο τα δυο εκερδησε και αυτος αλλα δυο.
18 Mais celui qui n'en avait reçu qu'un s'en alla faire un trou en terre et enfouit l'argent de sonmaître.18 Ο δε λαβων το εν υπηγε και εσκαψεν εις την γην και εκρυψε το αργυριον του κυριου αυτου.
19 Après un long temps, le maître de ces serviteurs arrive et il règle ses comptes avec eux.19 Μετα δε καιρον πολυν ερχεται ο κυριος των δουλων εκεινων και θεωρει λογαριασμον μετ' αυτων.
20 Celui qui avait reçu les cinq talents s'avança et présenta cinq autres talents: Seigneur, dit-il, tum'as remis cinq talents: voici cinq autres talents que j'ai gagnés. --20 Και ελθων ο λαβων τα πεντε ταλαντα, προσεφερεν αλλα πεντε ταλαντα, λεγων? Κυριε, πεντε ταλαντα μοι παρεδωκας? ιδου, αλλα πεντε ταλαντα εκερδησα επ' αυτοις.
21 C'est bien, serviteur bon et fidèle, lui dit son maître, en peu de choses tu as été fidèle, surbeaucoup je t'établirai; entre dans la joie de ton seigneur.21 Και ειπε προς αυτον ο κυριος αυτου? Ευγε, δουλε αγαθε και πιστε? εις τα ολιγα εσταθης πιστος, επι πολλων θελω σε καταστησει? εισελθε εις την χαραν του κυριου σου.
22 Vint ensuite celui qui avait reçu deux talents: Seigneur, dit-il, tu m'as remis deux talents: voicideux autres talents que j'ai gagnés. --22 Προσελθων δε και ο λαβων τα δυο ταλαντα ειπε? Κυριε, δυο ταλαντα μοι παρεδωκας? ιδου, αλλα δυο ταλαντα εκερδησα επ' αυτοις.
23 C'est bien, serviteur bon et fidèle, lui dit son maître, en peu de choses tu as été fidèle, surbeaucoup je t'établirai; entre dans la joie de ton seigneur.23 Ειπε προς αυτον ο κυριος αυτου? Ευγε, δουλε αγαθε και πιστε? εις τα ολιγα εσταθης πιστος, επι πολλων θελω σε καταστησει? εισελθε εις την χαραν του κυριου σου.
24 Vint enfin celui qui détenait un seul talent: Seigneur, dit-il, j'ai appris à te connaître pour unhomme âpre au gain: tu moissonnes où tu n'as point semé, et tu ramasses où tu n'as rien répandu.24 Προσελθων δε και ο λαβων το εν ταλαντον, ειπε? Κυριε, σε εγνωρισα οτι εισαι σκληρος ανθρωπος, θεριζων οπου δεν εσπειρας και συναγων οθεν δεν διεσκορπισας?
25 Aussi, pris de peur, je suis allé enfouir ton talent dans la terre: le voici, tu as ton bien.25 και φοβηθεις υπηγα και εκρυψα το ταλαντον σου εν τη γη? ιδου, εχεις το σον.
26 Mais son maître lui répondit: Serviteur mauvais et paresseux! tu savais que je moissonne où jen'ai pas semé, et que je ramasse où je n'ai rien répandu?26 Αποκριθεις δε ο κυριος αυτου, ειπε προς αυτον? Πονηρε δουλε και οκνηρε? ηξευρες οτι θεριζω οπου δεν εσπειρα και συναγω οθεν δεν διεσκορπισα?
27 Eh bien! tu aurais dû placer mon argent chez les banquiers, et à mon retour j'aurais recouvrémon bien avec un intérêt.27 επρεπε λοιπον να βαλης το αργυριον μου εις τους τραπεζιτας, και ελθων εγω ηθελον λαβει το εμον μετα τοκου.
28 Enlevez-lui donc son talent et donnez-le à celui qui a les dix talents.28 Λαβετε λοιπον απ' αυτου το ταλαντον, και δοτε εις τον εχοντα τα δεκα ταλαντα.
29 Car à tout homme qui a, l'on donnera et il aura du surplus; mais à celui qui n'a pas, on enlèverace qu'il a.29 Διοτι εις παντα τον εχοντα θελει δοθη και περισσευθη, απο δε του μη εχοντος και εκεινο το οποιον εχει θελει αφαιρεθη απ' αυτου.
30 Et ce propre-à-rien de serviteur, jetez-le dehors, dans les ténèbres: là seront les pleurs et lesgrincements de dents.30 Και τον αχρειον δουλον ριψατε εις το σκοτος το εξωτερον? εκει θελει εισθαι ο κλαυθμος και ο τριγμος των οδοντων.
31 "Quand le Fils de l'homme viendra dans sa gloire, escorté de tous les anges, alors il prendraplace sur son trône de gloire.31 Οταν δε ελθη ο ιος του ανθρωπου εν τη δοξη αυτου και παντες οι αγιοι αγγελοι μετ' αυτου, τοτε θελει καθησει επι του θρονου της δοξης αυτου,
32 Devant lui seront rassemblées toutes les nations, et il séparera les gens les uns des autres, toutcomme le berger sépare les brebis des boucs.32 και θελουσι συναχθη εμπροσθεν αυτου παντα τα εθνη, και θελει χωρισει αυτους απ' αλληλων, καθως ο ποιμην χωριζει τα προβατα απο των εριφιων,
33 Il placera les brebis à sa droite, et les boucs à sa gauche.33 και θελει στησει τα μεν προβατα εκ δεξιων αυτου, τα δε εριφια εξ αριστερων.
34 Alors le Roi dira à ceux de droite: Venez, les bénis de mon Père, recevez en héritage leRoyaume qui vous a été préparé depuis la fondation du monde.34 Τοτε ο Βασιλευς θελει ειπει προς τους εκ δεξιων αυτου? Ελθετε οι ευλογημενοι του Πατρος μου, κληρονομησατε την ητοιμασμενην εις εσας βασιλειαν απο καταβολης κοσμου.
35 Car j'ai eu faim et vous m'avez donné à manger, j'ai eu soif et vous m'avez donné à boire, j'étaisun étranger et vous m'avez accueilli,35 Διοτι επεινασα, και μοι εδωκατε να φαγω, εδιψησα, και με εποτισατε, ξενος ημην, και με εφιλοξενησατε,
36 nu et vous m'avez vêtu, malade et vous m'avez visité, prisonnier et vous êtes venus me voir.36 γυμνος, και με ενεδυσατε, ησθενησα, και με επεσκεφθητε, εν φυλακη ημην, και ηλθετε προς εμε.
37 Alors les justes lui répondront: Seigneur, quand nous est-il arrivé de te voir affamé et de tenourrir, assoiffé et de te désaltérer,37 Τοτε θελουσιν αποκριθη προς αυτον οι δικαιοι, λεγοντες? Κυριε, ποτε σε ειδομεν πεινωντα και εθρεψαμεν, η διψωντα και εποτισαμεν;
38 étranger et de t'accueillir, nu et de te vêtir,38 ποτε δε σε ειδομεν ξενον και εφιλοξενησαμεν, η γυμνον και ενεδυσαμεν;
39 malade ou prisonnier et de venir te voir?39 ποτε δε σε ειδομεν ασθενη η εν φυλακη και ηλθομεν προς σε;
40 Et le Roi leur fera cette réponse: En vérité je vous le dis, dans la mesure où vous l'avez fait à l'unde ces plus petits de mes frères, c'est à moi que vous l'avez fait.40 Και αποκριθεις ο Βασιλευς θελει ειπει προς αυτους? Αληθως σας λεγω, καθ' οσον εκαμετε εις ενα τουτων των αδελφων μου των ελαχιστων, εις εμε εκαμετε.
41 Alors il dira encore à ceux de gauche: Allez loin de moi, maudits, dans le feu éternel qui a étépréparé pour le diable et ses anges.41 Τοτε θελει ειπει και προς τους εξ αριστερων? Υπαγετε απ' εμου οι κατηραμενοι εις το πυρ το αιωνιον, το ητοιμασμενον δια τον διαβολον και τους αγγελους αυτου.
42 Car j'ai eu faim et vous ne m'avez pas donné à manger, j'ai eu soif et vous ne m'avez pas donné àboire,42 Διοτι επεινασα, και δεν μοι εδωκατε να φαγω, εδιψησα, και δεν με εποτισατε,
43 j'étais un étranger et vous ne m'avez pas accueilli, nu et vous ne m'avez pas vêtu, malade etprisonnier et vous ne m'avez pas visité.43 ξενος ημην, και δεν με εφιλοξενησατε, γυμνος, και δεν με ενεδυσατε, ασθενης και εν φυλακη, και δεν με επεσκεφθητε.
44 Alors ceux-ci lui demanderont à leur tour: Seigneur, quand nous est-il arrivé de te voir affaméou assoiffé, étranger ou nu, malade ou prisonnier, et de ne te point secourir?44 Τοτε θελουσιν αποκριθη προς αυτον και αυτοι, λεγοντες? Κυριε, ποτε σε ειδομεν πεινωντα η διψωντα η ξενον η γυμνον η ασθενη η εν φυλακη, και δεν σε υπηρετησαμεν;
45 Alors il leur répondra: En vérité je vous le dis, dans la mesure où vous ne l'avez pas fait à l'un deces plus petits, à moi non plus vous ne l'avez pas fait.45 Τοτε θελει αποκριθη προς αυτους, λεγων? Αληθως σας λεγω, καθ' οσον δεν εκαμετε εις ενα τουτων των ελαχιστων, ουδε εις εμε εκαμετε.
46 Et ils s'en iront, ceux-ci à une peine éternelle, et les justes à une vie éternelle."46 Και θελουσιν απελθει ουτοι μεν εις κολασιν αιωνιον, οι δε δικαιοι εις ζωην αιωνιον.