1 Ο οινος ειναι χλευαστης, και τα σικερα στασιαστικα? και οστις δελεαζεται υπο τουτων, δεν ειναι φρονιμος. | 1 לֵץ הַיַּין הֹמֶה שֵׁכָר וְכָל־שֹׁגֶה בֹּו לֹא יֶחְכָּם |
2 Απειλη βασιλεως ειναι βρυχηθμος λεοντος? οστις παροξυνει αυτον, αμαρτανει εις την ιδιαν αυτου ζωην. | 2 נַהַם כַּכְּפִיר אֵימַת מֶלֶךְ מִתְעַבְּרֹו חֹוטֵא נַפְשֹׁו |
3 Τιμη ειναι εις τον ανθρωπον να παυη απο της εριδος? πας δε αφρων εμπλεκεται εις ταυτην. | 3 כָּבֹוד לָאִישׁ שֶׁבֶת מֵרִיב וְכָל־אֱוִיל יִתְגַּלָּע |
4 Ο οκνηρος δεν θελει να αροτρια εξ αιτιας του χειμωνος? δια τουτο θελει ζητει εν τω θερει και δεν θελει λαμβανει. | 4 מֵחֹרֶף עָצֵל לֹא־יַחֲרֹשׁ [יִשְׁאַל כ] (וְשָׁאַל ק) בַּקָּצִיר וָאָיִן |
5 Η βουλη εν τη καρδια του ανθρωπου ειναι ως υδατα βαθεα? αλλ' ο συνετος ανθρωπος θελει ανασυρει αυτην. | 5 מַיִם עֲמֻקִּים עֵצָה בְלֶב־אִישׁ וְאִישׁ תְּבוּנָה יִדְלֶנָּה |
6 Πολλοι ανθρωποι κηρυττουσιν εκαστος την καλοκαγαθιαν αυτου? αλλα τις θελει ευρη ανθρωπον πιστον; | 6 רָב־אָדָם יִקְרָא אִישׁ חַסְדֹּו וְאִישׁ אֱמוּנִים מִי יִמְצָא |
7 Ο δικαιος περιπατει εν τη ακεραιοτητι αυτου? και τα τεκνα αυτου ειναι μακαρια μετ' αυτον. | 7 מִתְהַלֵּךְ בְּתֻמֹּו צַדִּיק אַשְׁרֵי בָנָיו אַחֲרָיו |
8 Βασιλευς, καθημενος επι θρονου κρισεως, διασκεδαζει παν κακον δια των οφθαλμων αυτου. | 8 מֶלֶךְ יֹושֵׁב עַל־כִּסֵּא־דִין מְזָרֶה בְעֵינָיו כָּל־רָע |
9 Τις δυναται να ειπη, Εκαθαρισα την καρδιαν μου, ειμαι καθαρος απο των αμαρτιων μου; | 9 מִי־יֹאמַר זִכִּיתִי לִבִּי טָהַרְתִּי מֵחַטָּאתִי |
10 Ζυγια διαφορα, μετρα διαφορα, ειναι αμφοτερα βδελυγμα εις τον Κυριον. | 10 אֶבֶן וָאֶבֶן אֵיפָה וְאֵיפָה תֹּועֲבַת יְהוָה גַּם־שְׁנֵיהֶם |
11 Γνωριζεται και αυτο το παιδιον εκ των πραξεων αυτου, αν τα εργα αυτου ειναι καθαρα, και αν ευθεα. | 11 גַּם בְּמַעֲלָלָיו יִתְנַכֶּר־נָעַר אִם־זַךְ וְאִם־יָשָׁר פָּעֳלֹו |
12 Το ωτιον ακουει και ο οφθαλμος βλεπει? αλλ' ο Κυριος εκαμεν αμφοτερα. | 12 אֹזֶן מַעַת וְעַיִן רֹאָה יְהוָה עָשָׂה גַם־שְׁנֵיהֶם |
13 Μη αγαπα τον υπνον, δια να μη ελθης εις πτωχειαν? ανοιξον τους οφθαλμους σου και θελεις χορτασθη αρτου. | 13 אַל־תֶּאֱהַב נָה פֶּן־תִּוָּרֵשׁ פְּקַח עֵינֶיךָ שְׂבַע־לָחֶם |
14 Κακον, κακον, λεγει ο αγοραστης? αλλ' αφου αναχωρηση, τοτε καυχαται. | 14 רַע רַע יֹאמַר הַקֹּונֶה וְאֹזֵל לֹו אָז יִתְהַלָּל |
15 Υπαρχει χρυσιον και πληθος μαργαριτων? τα χειλη ομως της γνωσεως ειναι το πολυτιμου κειμηλιον. | 15 יֵשׁ זָהָב וְרָב־פְּנִינִים וּכְלִי יְקָר שִׂפְתֵי־דָעַת |
16 Λαβε το ιματιον του εγγυωμενου δια ξενον? και λαβε ενεχυρον απ' αυτου, εγγυωμενου περι ξενων πραγματων. | 16 לְקַח־בִּגְדֹו כִּי־עָרַב זָר וּבְעַד [נָכְרִים כ] (נָכְרִיָּה ק) חַבְלֵהוּ |
17 Ο αρτος του ψευδους ειναι γλυκυς εις τον ανθρωπον? μετα ταυτα ομως το στομα αυτου θελει γεμισθη χαλικων. | 17 עָרֵב לָאִישׁ לֶחֶם שָׁקֶר וְאַחַר יִמָּלֵא־פִיהוּ חָצָץ |
18 Οι σκοποι στερεονονται δια της συμβουλης? και μετα καλην σκεψιν καμνε πολεμον. | 18 מַחֲשָׁבֹות בְּעֵצָה תִכֹּון וּבְתַחְבֻּלֹות עֲשֵׂה מִלְחָמָה |
19 Ο σπερμολογος περιερχομενος αποκαλυπτει τα μυστικα? δια τουτο μη σμιγου μετα του πλατυνοντος τα χειλη αυτου. | 19 גֹּולֶה־סֹּוד הֹולֵךְ רָכִיל וּלְפֹתֶה פָתָיו לֹא תִתְעָרָב |
20 Ο λυχνος του κακολογουντος τον πατερα αυτου η την μητερα αυτου θελει σβεσθη εν βαθει σκοτει. | 20 מְקַלֵּל אָבִיו וְאִמֹּו יִדְעַךְ נֵרֹו [בְּאִישֹׁון כ] (בֶּאֱשׁוּן ק) חֹשֶׁךְ |
21 Κληρονομια αποκτηθεισα ταχεως την αρχην, εις το τελος δεν ευλογειται. | 21 נַחֲלָה [מְבֻחֶלֶת כ] (מְבֹהֶלֶת ק) בָּרִאשֹׁנָה וְאַחֲרִיתָהּ לֹא תְבֹרָךְ |
22 Μη ειπης, Θελω ανταποδωσει κακον? αναμενε τον Κυριον και θελει σε σωσει. | 22 אַל־תֹּאמַר אֲשַׁלְּמָה־רָע קַוֵּה לַיהוָה וְיֹשַׁע לָךְ |
23 Ζυγια διαφορα ειναι βδελυγμα εις τον Κυριον? και η δολια πλαστιγξ δεν ειναι καλον. | 23 תֹּועֲבַת יְהוָה אֶבֶן וָאָבֶן וּמֹאזְנֵי מִרְמָה לֹא־טֹוב |
24 Τα διαβηματα του ανθρωπου διευθυνονται υπο του Κυριου? πως λοιπον ο ανθρωπος ηθελε γνωρισει την εαυτου οδον; | 24 מֵיְהוָה מִצְעֲדֵי־גָבֶר וְאָדָם מַה־יָּבִין דַּרְכֹּו |
25 Παγις ειναι εις τον ανθρωπον, προπετως να λαλη? περι ιερων και μετα τας ευχας να σκεπτηται. | 25 מֹוקֵשׁ אָדָם יָלַע קֹדֶשׁ וְאַחַר נְדָרִים לְבַקֵּר |
26 Ο σοφος βασιλευς λικμιζει τους ασεβεις και στρεφει τον τροχον επ' αυτους. | 26 מְזָרֶה רְשָׁעִים מֶלֶךְ חָכָם וַיָּשֶׁב עֲלֵיהֶם אֹופָן |
27 Λυχνος του Κυριου ειναι το πνευμα του ανθρωπου, το οποιον διερευνα παντα τα ενδομυχα της καρδιας. | 27 נֵר יְהוָה נִשְׁמַת אָדָם חֹפֵשׂ כָּל־חַדְרֵי־בָטֶן |
28 Ελεος και αληθεια διαφυλαττουσι τον βασιλεα? και ο θρονος αυτου υποστηριζεται υπο του ελεους. | 28 חֶסֶד וֶאֱמֶת יִצְּרוּ־מֶלֶךְ וְסָעַד בַּחֶסֶד כִּסְאֹו |
29 Καυχημα των νεων ειναι η δυναμις αυτων? και δοξα των γεροντων η πολια. | 29 תִּפְאֶרֶת בַּחוּרִים כֹּחָם וַהֲדַר זְקֵנִים שֵׂיבָה |
30 Τα μελανισματα των πληγων λευκαινουσι τον κακον? και τα κτυπηματα τα ενδομυχα της καρδιας. | 30 חַבֻּרֹות פֶּצַע [תַּמְרִיק כ] (תַּמְרוּק ק) בְּרָע וּמַכֹּות חַדְרֵי־בָטֶן |