ΨΑΛΜΟΙ - Salmi - Psalms 9
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
GREEK BIBLE | BIBLES DES PEUPLES |
---|---|
1 Εις τον πρωτον μουσικον, επι Μουθ-λαββεν. Ψαλμος του Δαβιδ.>> Θελω σε δοξολογησει, Κυριε, εν ολη καρδια μου? θελω διηγηθη παντα τα θαυμασια σου. | 1 Au maître de chant. Sur l’air “mort au fils…”. Psaume de David. |
2 Θελω ευφρανθη και χαρη εν σοι? θελω ψαλμωδησει εις το ονομα σου, Υψιστε. | 2 Je veux te louer, Seigneur, de toute mon âme, je veux redire toutes tes merveilles. |
3 Οταν στραφωσιν οι εχθροι μου εις τα οπισω, πεσωσι και αφανισθωσιν απ' εμπροσθεν σου. | 3 Je veux me réjouir et que ma joie éclate pour toi, je fêterai ton nom, ô Très-Haut. |
4 Διοτι συ εκαμες την κρισιν μου και την δικην μου? εκαθησας επι θρονου κρινων εν δικαιοσυνη? | 4 Car l’ennemi recule, il chancelle puis il tombe devant toi, |
5 Επετιμησας τα εθνη? εξωλοθρευσας τον ασεβη? το ονομα αυτων εξηλειψας εις τον αιωνα του αιωνος? | 5 quand tu juges et te prononces en ma faveur depuis ton trône où tu sièges, ô juste juge. |
6 Εχθρε, αι ερημωσεις εξελιπον διαπαντος? και κατηδαφισας πολεις? το μνημοσυνον αυτων εχαθη μετ' αυτων. | 6 Tu as maté les païens, fait périr les méchants; tu as effacé leurs noms pour toujours. |
7 Αλλ' ο Κυριος διαμενει εις τον αιωνα? ητοιμασε τον θρονον αυτου δια κρισιν. | 7 L’ennemi est achevé, ruiné à jamais, ses villes déracinées: on n’en parlera plus. |
8 Και αυτος θελει κρινει την οικουμενην εν δικαιοσυνη? θελει κρινει τους λαους εν ευθυτητι. | 8 Voici que le Seigneur règne et c’est pour toujours, son trône est là, il va juger. |
9 Και ο Κυριος θελει εισθαι καταφυγιον εις τον πενητα, καταφυγιον εν καιρω θλιψεως. | 9 Il jugera le monde avec justice, il fera avec droiture le procès des nations. |
10 Και θελουσιν ελπισει επι σε οι γνωριζοντες το ονομα σου? διοτι δεν εγκατελιπες τους εκζητουντας σε, Κυριε. | 10 Que le Seigneur soit à l’opprimé son refuge, son lieu fort dans les temps de détresse. |
11 Ψαλμωδειτε εις τον Κυριον, τον κατοικουντα εν Σιων? αναγγειλατε μεταξυ των λαων τα κατορθωματα αυτου? | 11 En toi se confient ceux qui connaissent ton nom, car tu n’oublies pas, Seigneur, ceux qui te cherchent. |
12 διοτι οταν καμνη εκζητησιν αιματων, ενθυμειται αυτους? δεν λησμονει την κραυγην των ταλαιπωρουμενων. | 12 Jouez pour le Seigneur qui habite en Sion, racontez ses exploits parmi les païens. |
13 Ελεησον με, Κυριε? ιδε την θλιψιν μου την εκ των εχθρων μου, συ ο υψονων με εκ των πυλων του θανατου, | 13 Car il fait rendre compte, il n’oublie pas le sang ni les cris des malheureux. |
14 δια να διηγηθω πασας τας αινεσεις σου εν ταις πυλαις της θυγατρος Σιων? εγω θελω αγαλλιασθαι δια την σωτηριαν σου. | 14 Aie pitié de moi, Seigneur, vois comme on me maltraite, redonne-moi la vie quand je suis presque mort, |
15 Τα εθνη κατεβυθισθησαν εις τον λακκον, τον οποιον εκαμον? εν τη παγιδι, την οποιαν εκρυψαν, επιασθη ο πους αυτων. | 15 et je dirai toutes tes louanges aux portes et sur les places de notre chère Sion. |
16 Ο Κυριος γνωριζεται δια την κρισιν, την οποιαν καμνει? ο ασεβης παγιδευεται εν τω εργω των χειρων αυτου? Ιγαιων? Διαψαλμα. | 16 Les païens sont tombés dans la fosse qu’ils ont faite, leur pied s’est pris au filet qu’ils avaient caché. |
17 Οι ασεβεις θελουσιν επιστραφη εις τον αδην? παντα τα εθνη τα λησμονουντα τον Θεον. | 17 Le Seigneur s’est montré, il a rendu justice, le méchant s’est trouvé pris dans ses propres méfaits. |
18 Διοτι δεν θελει λησμονηθη διαπαντος ο πτωχος? η προσδοκια των πενητων δεν θελει απολεσθη διαπαντος. | 18 Que les méchants retournent dessous terre, tous ces païens qui oublient Dieu. |
19 Αναστηθι, Κυριε? ας μη υπερισχυη ανθρωπος? ας κριθωσι τα εθνη ενωπιον σου. | 19 Car le pauvre n’est pas oublié jusqu’à la fin, l’espoir des humbles ne sera pas sans fin déçu. |
20 Καταστησον, Κυριε, νομοθετην επ' αυτους? ας γνωρισωσι τα εθνη, οτι ειναι ανθρωποι. Διαψαλμα. | 20 Lève-toi, Seigneur, les hommes seraient-ils plus forts? Que les nations soient jugées en ta présence. |
21 Impose-leur ta crainte, Seigneur, que ces païens sachent qu’ils ne sont que des hommes. |