Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

Livre d'Isaïe 1


font
BIBLES DES PEUPLESGREEK BIBLE
1 Vision d’Isaïe, fils d’Amos, au sujet de Juda et de Jérusalem; il reçut ces visions au temps d’Ozias, de Yotam, d’Akaz et d’Ézékias, rois de Juda.1 Ορασις Ησαιου υιου Αμως, την οποιαν ειδε περι του Ιουδα και της Ιερουσαλημ, εν ταις ημεραις Οζιου Ιωαθαμ, Αχαζ και Εζεκιου, βασιλεων Ιουδα.
2 Que le ciel entende, et toi terre écoute: Yahvé parle. J’ai fait grandir des fils, je les ai élevés, mais ils se sont révoltés contre moi.2 Ακουσατε, ουρανοι, και ακροασθητι, γη? διοτι ο Κυριος ελαλησεν? Υιους εθρεψα και υψωσα, αλλ' αυτοι απεστατησαν απ' εμου.
3 Le bœuf connaît son propriétaire et l’âne, la mangeoire de son maître, mais Israël ne me connaît pas; mon peuple ne comprend rien.3 Ο βους γνωριζει τον κτητορα αυτου και ο ονος την φατνην του κυριου αυτου ο Ισραηλ δεν γνωριζει, ο λαος μου δεν εννοει.
4 Malheur à cette nation qui fait le mal, ce peuple chargé de péchés; c’est une race de malfaiteurs, ce sont des fils égarés! Ils ont abandonné Yahvé, méprisé le Saint d’Israël.4 Ουαι, εθνος αμαρτωλον, λαε πεφορτωμενε ανομιαν, σπερμα κακοποιων υιοι διεφθαρμενοι εγκατελιπον τον Κυριον, κατεφρονησαν τον Αγιον του Ισραηλ, εστραφησαν εις τα οπισω.
5 Où pourrait-on vous frapper encore, si vous continuez dans votre révolte? Toute la tête est malade, le cœur bien mal en point.5 Δια τι παιδευομενοι θελετε επιπροσθετει στασιασμον; ολη η κεφαλη ειναι αρρωστος και ολη η καρδια κεχαυνωμενη?
6 De la plante des pieds jusqu’à la tête, plus rien n’est bon, ce ne sont que blessures, plaies et coups, qui n’ont été ni bandés, ni pansés, ni soignés avec de l’huile.6 απο ιχνους ποδος μεχρι κεφαλης δεν υπαρχει εν αυτω ακεραιοτης αλλα τραυματα και μελανισματα και ελκη σεσηποτα δεν εξεπιεσθησαν ουδε εδεθησαν ουδε εμαλακωθησαν δι' αλοιφης
7 Votre terre est là dévastée, vos villes ravagées par le feu, l’étranger sous vos yeux en dévore les fruits; vous vivez sur des ruines comme Sodome.7 η γη σας ειναι ερημος, αι πολεις σας πυρικαυστοι την γην σας ξενοι κατατρωγουσιν εμπροσθεν σας? και ειναι ερημος, ως πεπορθημενη υπο αλλοφυλων
8 Ils ont laissé la fille de Sion pareille à une cabane au milieu d’une vigne, comme une hutte dans un champ de melons, comme une ville assiégée.8 και η θυγατηρ Σιων εγκαταλελειμμενη ως καλυβη εν αμπελωνι, ως οπωροφυλακιον εν κηπω αγγουριων ως πολις πολιορκουμενη.
9 Si Yahvé Sabaot ne nous avait laissé un petit reste, nous serions comme Sodome, semblables à Gomorrhe.9 Αν ο Κυριος των δυναμεων δεν ηθελεν αφησει εις ημας μικρον υπολοιπον, ως τα Σοδομα ηθελομεν γεινει, με τα Γομορρα ηθελομεν εξομοιωθη.
10 Entendez la Parole de Yahvé, chefs de Sodome, écoutez l’enseignement de notre Dieu, peuple de Gomorrhe!10 Ακουσατε τον λογον του Κυριου, αρχοντες Σοδομων ακροασθητι τον νομον του Θεου ημων, λαε Γομορρων.
11 Que m’importent tous ces sacrifices? - dit Yahvé, j’en ai assez des holocaustes de taureaux et de la graisse des veaux, je ne prends pas plaisir au sang des taureaux, des agneaux et des boucs.11 Τινα χρειαν εχω του πληθους των θυσιων σας; λεγει Κυριος? κεχορτασμενος ειμαι απο ολοκαυτωματων κριων και απο παχους των σιτευτων και δεν ευαρεστουμαι εις αιμα ταυρων η αρνιων η τραγων.
12 Vous venez vous présenter devant moi, vous fréquentez les cours de mon Temple, mais qui vous l’a demandé?12 Οταν ερχησθε να εμφανισθητε ενωπιον μου, τις εζητησεν εκ των χειρων σας τουτο, να πατητε τας αυλας μου;
13 Arrêtez ces offrandes qui ne sont pas vraies! Je suis dégoûté de l’encens, des nouvelles lunes et des sabbats; je ne supporte plus vos assemblées, votre hypocrisie et vos fêtes.13 Μη φερετε πλεον, ματαιας προσφορας το θυμιαμα ειναι βδελυγμα εις εμε τας νεομηνιας και τα σαββατα, την συγκαλεσιν των συναξεων, δεν δυναμαι να υποφερω, ανομιαν και πανηγυρικην συναξιν.
14 Je déteste vos nouvelles lunes, vos réunions; elles sont pour moi un fardeau, je ne les supporte plus.14 Τας νεομηνιας σας και τας διατεταγμενας εορτας σας μισει η ψυχη μου ειναι φορτιον εις εμε εβαρυνθην να υποφερω.
15 Lorsque vous chantez vos psaumes, je me détourne et je ferme les yeux. Vous pouvez multiplier vos prières, moi je n’écoute pas, car vos mains sont pleines de sang.15 Και οταν εκτεινητε τας χειρας σας, θελω κρυπτει τους οφθαλμους μου απο σας ναι, οταν πληθυνητε δεησεις, δεν θελω εισακουει αι χειρες σας ειναι πληρεις αιματων.
16 Lavez-vous donc, purifiez-vous! Enlevez de devant moi vos mauvaises actions! Cessez de faire le mal16 Λουσθητε, καθαρισθητε? αποβαλετε την κακιαν των πραξεων σας απ' εμπροσθεν των οφθαλμων μου παυσατε πραττοντες το κακον,
17 et apprenez à faire le bien, cherchez la justice, reprenez le brutal. Faites justice à l’orphelin, défendez la veuve.17 μαθετε να πραττητε το καλον? εκζητησατε κρισιν, καμετε ευθυτητα εις τον δεδυναστευμενον, κρινατε τον ορφανον, προστατευσατε την δικην της χηρας
18 Allez, discutons, dit Yahvé. Si vos fautes sont rouges comme l’écarlate, elles deviendront blanches comme la neige. Si elles sont rouges comme la pourpre, elles deviendront comme la laine.18 Ελθετε τωρα, και ας διαδικασθωμεν, λεγει Κυριος εαν αι αμαρτιαι σας ηναι ως το πορφυρουν, θελουσι γεινει λευκαι ως χιων εαν ηναι ερυθραι ως κοκκινον, θελουσι γεινει ως λευκον μαλλιον.
19 Si vous le voulez bien, si vous m’écoutez, vous mangerez les bonnes choses du pays;19 Εαν θελητε και υπακουσητε, θελετε φαγει τα αγαθα της γης?
20 mais si vous refusez, si vous vous révoltez, c’est l’épée qui vous mangera. Oui, la bouche de Yahvé a parlé!20 εαν ομως δεν θελητε και αποστατησητε, θελετε καταφαγωθη υπο μαχαιρας διοτι το στομα του Κυριου ελαλησε.
21 Comment la Cité fidèle s’est-elle faite prostituée, cette cité du droit, demeure de la justice? Maintenant on n’y trouve que des assassins.21 Πως η πιστη πολις κατεσταθη πορνη, ητο πληρης κρισεων η δικαιοσυνη κατωκει εν αυτη αλλα τωρα, φονεις.
22 Ton argent s’est changé en ordures, ton vin en eau.22 Ο αργυρος σου κατεσταθη σκωρια, ο οινος σου συνεκερασθη μεθ' υδατος.
23 Tes princes sont des rebelles, amis des brigands, ils aiment les pots-de-vin et courent après les cadeaux. Ils ne font pas justice à l’orphelin et n’entendent pas la cause de la veuve.23 Οι αρχοντες σου ειναι απειθεις και συντροφοι κλεπτων? παντες αγαπωσι δωρα και κυνηγουσιν αντιπληρωμας δεν κρινουσι τον ορφανον ουδε ερχεται η δικη της χηρας προς αυτους.
24 Voici la sentence du Seigneur, Yahvé Sabaot, le Fort d’Israël! Je mettrai au pas mes adversaires et je me vengerai de mes ennemis!24 Δια τουτο λεγει ο Κυριος, ο Κυριος των δυναμεων, ο Κραταιος του Ισραηλ, Ω, θελω χορτασθη επι τους εναντιους μου και θελω εκδικηθη κατα των εχθρων μου
25 Je tournerai ma main contre toi; tes impuretés, je les brûlerai à la soude, je balaierai tous tes déchets.25 και θελω στρεψει την χειρα μου επι σε και αποκαθαρισει την σκωριαν σου και αφαιρεσει ολον σου τον κασσιτερον.
26 Tes juges redeviendront comme ceux d’autrefois, tes conseillers, comme dans les premiers temps: alors on t’appellera Ville-de-la-Justice, Cité-Fidèle.26 Και θελω αποκαταστησει τους κριτας σου ως το προτερον και τους συμβουλους σου ως το απ' αρχης μετα ταυτα θελεις ονομασθη η πολις της δικαιοσυνης, η πιστη πολις.
27 La délivrance de Sion passera par un jugement, et ce sont les justes qui resteront.27 Η Σιων θελει εξαγορασθη δια κρισεως, και οι επιστρεψαντες αυτης δια δικαιοσυνης.
28 Mais les pécheurs, les rebelles, périront ensemble, ceux qui abandonnent Yahvé seront exterminés.28 Και οι παρανομοι και οι αμαρτωλοι ομου θελουσι καταστραφη, και οι εγκαταλιποντες τον Κυριον θελουσι καταναλωθη.
29 Alors vous aurez honte des arbres sacrés que vous aimez tant, vous rougirez des jardins sacrés qui vous plaisent.29 Διοτι θελετε καταισχυνθη δια τα αλση, τα οποια επεθυμησατε, και θελετε εντραπη δια τους κηπους, τους οποιους εξελεξατε.
30 Vous serez comme l’arbre dont la feuille est tombée, comme un jardin qui n’est plus arrosé.30 Επειδη θελετε γεινει ως δρυς, της οποιας τα φυλλα μαραινονται, και ως κηπος, οστις δεν εχει υδωρ.
31 L’homme important sera comme une mèche, et son œuvre sera l’étincelle; tous les deux brûleront ensemble et personne n’éteindra.31 Και ο ισχυρος θελει εισθαι ως καλαμιον στυπιου, και το εργον αυτου ως σπινθηρ, και θελουσι καυθη και τα δυο ομου, και δεν θελει εισθαι ο σβυνων.