Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

Deuxième livre des Chroniques 12


font
BIBLES DES PEUPLESGREEK BIBLE
1 Mais une fois devenu fort, avec le pouvoir bien en mains, Roboam abandonna la Loi de Yahvé et tout Israël le suivit.1 Και καθως εστερεωθη η βασιλεια του Ροβοαμ και ενεδυναμωθη, εγκατελιπε τον νομον του Κυριου, και πας ο Ισραηλ μετ' αυτου.
2 Comme on avait été infidèle à Yahvé, Chéchonk, roi d’Égypte, monta contre Jérusalem en la cinquième année du règne de Roboam.2 Και εν τω πεμπτω ετει της βασιλειας του Ροβοαμ, Σισακ ο βασιλευς της Αιγυπτου ανεβη εναντιον της Ιερουσαλημ, επειδη παρηνομησαν εις τον Κυριον,
3 Il avait avec lui 1 200 chars et 60 000 cavaliers, et c’était une foule innombrable qui était venue d’Égypte avec lui: des Libyens, des Soukiens et des Kouchites.3 μετα χιλιων διακοσιων αμαξων και εξηκοντα χιλιαδων ιππεων? ο δε λαος οστις ηλθε μετ' αυτου εξ Αιγυπτου ητο αναριθμητος, Λιβυες, Τρωγλοδυται και Αιθιοπες.
4 Il s’empara des villes fortifiées de Juda et arriva à Jérusalem.4 Και κυριευσας τας οχυρας πολεις τας εν Ιουδα, ηλθεν εως της Ιερουσαλημ.
5 Le prophète Chémaya vint alors trouver Roboam et les chefs de Juda qui s’étaient repliés à Jérusalem devant Chéchonk. Il leur dit: “Voici ce que dit Yahvé: Vous m’avez abandonné? Eh bien moi aussi je vous abandonnerai aux mains de Chéchonk.”5 Τοτε Σεμαιας ο προφητης ηλθε προς τον Ροβοαμ και τους αρχοντας του Ιουδα, τους συναχθεντας εν Ιερουσαλημ δια τον φοβον του Σισακ, και ειπε προς αυτους, Ουτω λεγει Κυριος? Σεις με εγκατελιπετε? δια τουτο σας εγκατελιπον και εγω εις την χειρα του Σισακ.
6 Les chefs d’Israël et le roi s’humilièrent: “Yahvé est juste, dirent-ils.”6 Και εταπεινωθησαν οι αρχοντες του Ισραηλ και ο βασιλευς, και ελεγον, Δικαιος ο Κυριος.
7 Lorsque Yahvé vit qu’ils s’humiliaient, la parole de Yahvé fut adressée ainsi à Chémaya: “Puisqu’ils se sont humiliés, je ne les détruirai pas. Je les délivrerai dans peu de temps et ma fureur ne se répandra pas sur Jérusalem par la main de Chéchonk.7 Και οτε ειδεν ο Κυριος οτι εταπεινωθησαν, εγεινε λογος Κυριου προς τον Σεμαιαν, λεγων, Ουτοι εταπεινωθησαν? δεν θελω εξολοθρευσει αυτους, αλλα θελω χαρισει εις αυτους σωτηριαν τινα? και ο θυμος μου δεν θελει εκχυθη επι την Ιερουσαλημ δια χειρος του Σισακ?
8 Cependant ils deviendront ses serviteurs et ils verront la différence entre me servir et servir les puissances étrangères.”8 αλλ' ομως θελουσι γεινει δουλοι αυτου, δια να γνωρισωσι την δουλειαν την εμην και την δουλειαν των βασιλειων της γης.
9 Chéchonk roi d’Égypte mit la main sur Jérusalem et il ramassa les trésors du Temple de Yahvé et ceux du palais royal: il prit tout. Comme il avait pris les boucliers d’or qu’avait faits Salomon,9 Και ανεβη Σισακ ο βασιλευς της Αιγυπτου επι την Ιερουσαλημ, και ελαβε τους θησαυρους του οικου του Κυριου και τους θησαυρους του οικου του βασιλεως? τα παντα ελαβεν? ελαβεν ετι τους θυρεους τους χρυσους, τους οποιους εκαμεν ο Σολομων.
10 le roi Roboam fit faire à leur place des boucliers de bronze qu’on remit aux chefs des gardes du palais royal.10 Και αντ' εκεινων εκαμεν ο βασιλευς Ροβοαμ θυρεους χαλκινους, και παρεδωκεν αυτους εις τας χειρας των αρχοντων των σωματοφυλακων, οιτινες εφυλαττον την εισοδον του οικου του βασιλεως.
11 Chaque fois que le roi se rendait à la Maison de Yahvé, les gardes venaient les prendre, puis ils les reportaient à la salle des gardes.11 Και οποτε εισηρχετο ο βασιλευς εις τον οικον του Κυριου, οι σωματοφυλακες ηρχοντο και ελαμβανον αυτους, και παλιν εφερον αυτους εις το οικημα των σωματοφυλακων.
12 Comme Israël s’était humilié, la colère de Yahvé se détourna de lui et ne le détruisit pas complètement: il y avait encore du bon en Juda.12 Επειδη λοιπον εταπεινωθη, απεστραφη απ' αυτου ο θυμος του Κυριου, δια να μη αφανιση αυτους ολοκληρως? διοτι ησαν ετι αγαθα πραγματα εν τω Ιουδα.
13 Le roi Roboam renforça son autorité à Jérusalem où il fut vraiment roi; il avait 41 ans quand il monta sur le trône et il régna 17 ans à Jérusalem, la ville que Yahvé avait choisie parmi toutes les tribus d’Israël pour y faire habiter son Nom. Sa mère était Naama l’Ammonite.13 Και ενεδυναμωθη ο βασιλευς Ροβοαμ εν Ιερουσαλημ και εβασιλευσε? διοτι ο Ροβοαμ ητο ηλικιας τεσσαρακοντα και ενος ετους οτε εβασιλευσε, και εβασιλευσε δεκαεπτα ετη εν Ιερουσαλημ, τη πολει την οποιαν ο Κυριος εξελεξεν εκ πασων των φυλων του Ισραηλ, δια να θεση το ονομα αυτου εκει. Της δε μητρος αυτου το ονομα ητο Νααμα η Αμμωνιτις.
14 Il fit le mal et ne s’appliqua pas à rechercher Yahvé de tout son cœur.14 Και επραξε πονηρα, επειδη δεν προσηλωσε την καρδιαν αυτου εις το να εκζητη τον Κυριον.
15 Les actes de Roboam, depuis les premiers jusqu’aux derniers, cela n’est-il pas écrit dans les actes du prophète Chémaya et du voyant Iddo? Il y eut une guerre continuelle entre Roboam et Jéroboam.15 Αι δε πραξεις του Ροβοαμ, αι πρωται και αι εσχαται, δεν ειναι γεγραμμεναι εν τω βιβλιω Σεμαιου του προφητου και Ιδδω του βλεποντος, εν ταις γενεαλογιαις; Ησαν δε παντοτε πολεμοι μεταξυ Ροβοαμ και Ιεροβοαμ.
16 Roboam se coucha avec ses pères et on l’enterra dans la Cité de David. Son fils Abiya régna à sa place.16 Και εκοιμηθη ο Ροβοαμ μετα των πατερων αυτου και εταφη εν πολει Δαβιδ? εβασιλευσε δε αντ' αυτου Αβια ο υιος αυτου.