Scrutatio

Lunedi, 29 aprile 2024 - Santa Caterina da Siena ( Letture di oggi)

Premier livre de Samuel 23


font
JERUSALEMGREEK BIBLE
1 On apporta cette nouvelle à David: "Les Philistins assiègent Qéïla et pillent les aires."1 Απηγγειλαν δε προς τον Δαβιδ, λεγοντες, Ιδου, οι Φιλισταιοι πολεμουσιν εν Κεειλα και διαρπαζουσι τα αλωνια.
2 David consulta Yahvé: "Dois-je partir et battrai-je les Philistins? Yahvé répondit: "Va, tu battrasles Philistins et tu délivreras Qéïla."2 Και ηρωτησεν ο Δαβιδ τον Κυριον, λεγων, Να υπαγω και να παταξω τους Φιλισταιους τουτους; Και ειπεν ο Κυριος προς τον Δαβιδ, Υπαγε και παταξον τους Φιλισταιους και σωσον την Κεειλα.
3 Cependant les hommes de David lui dirent: "Ici, en Juda, nous avons déjà à craindre; combienplus si nous allons à Qéïla contre les troupes philistines!"3 Και ειπον οι ανδρες του Δαβιδ προς αυτον, Ιδου, ημεις ενταυθα εν τη Ιουδαια φοβουμεθα? ποσω δε μαλλον, εαν υπαγωμεν εις Κεειλα εναντιον των στρατευματων των Φιλισταιων;
4 David consulta encore une fois Yahvé, et Yahvé répondit: "Pars! Descends à Qéïla, car je livreles Philistins entre tes mains."4 Και ηρωτησε παλιν ο Δαβιδ εκ δευτερου τον Κυριον. Και απεκριθη προς αυτον ο Κυριος και ειπε, Σηκωθητι, καταβα εις Κεειλα? διοτι θελω παραδωσει τους Φιλισταιους εις την χειρα σου.
5 David alla donc à Qéïla avec ses hommes, il attaqua les Philistins, enleva leurs troupeaux et leurinfligea une grande défaite. Ainsi David délivra les habitants de Qéïla. --5 Τοτε ηλθεν ο Δαβιδ και οι ανδρες αυτου εις Κεειλα, και επολεμησε προς τους Φιλισταιους και ελαβε τα κτηνη αυτων και επαταξεν αυτους εν σφαγη μεγαλη. Και εσωσεν ο Δαβιδ τους κατοικους της Κεειλα.
6 Lorsqu'Ebyatar, fils d'Ahimélek, se réfugia auprès de David, il descendit à Qéïla, ayant en mainl'éphod.6 Οτε δε Αβιαθαρ ο υιος του Αχιμελεχ εφυγε προς τον Δαβιδ εις Κεειλα, αυτος ειχε καταβη με εφοδ εν τη χειρι αυτου.
7 Quand on rapporta à Saül que David était entré à Qéïla, il dit: "Dieu l'a livré en mon pouvoir, caril s'est pris au piège en entrant dans une ville à portes et à verrous!"7 Και απηγγελθη προς τον Σαουλ οτι ηλθεν ο Δαβιδ εις Κεειλα. Και ειπεν ο Σαουλ, Ο Θεος παρεδωκεν αυτον εις την χειρα μου? διοτι απεκλεισθη, εισελθων εις πολιν εχουσαν πυλας και μοχλους.
8 Saül appela tout le peuple aux armes pour descendre à Qéïla et bloquer David et ses hommes.8 Και συνεκαλεσεν ο Σαουλ παντα τον λαον εις πολεμον, δια να καταβη εις Κεειλα, να πολιορκηση τον Δαβιδ και τους ανδρας αυτου.
9 Quand David sut que c'était contre lui que Saül forgeait de mauvais desseins, il dit au prêtreEbyatar: "Apporte l'éphod."9 Και εμαθεν ο Δαβιδ οτι ο Σαουλ εμηχανευετο κακον εναντιον αυτου? και ειπε προς τον Αβιαθαρ τον ιερεα, Φερε ενταυθα το εφοδ.
10 David dit: "Yahvé, Dieu d'Israël, ton serviteur a entendu dire que Saül se préparait à venir àQéïla pour détruire la ville à cause de moi.10 Και ειπεν ο Δαβιδ, Κυριε Θεε του Ισραηλ, μετα βεβαιοτητος ηκουσεν ο δουλος σου οτι ο Σαουλ ζητει να ελθη εις Κεειλα, δια να εξολοθρευση την πολιν εξ αιτιας μου?
11 Saül descendra-t-il, comme ton serviteur l'a appris? Yahvé, Dieu d'Israël, veuille informer tonserviteur!" Yahvé répondit: "Il descendra."11 θελουσι με παραδωσει εις αυτον οι ανδρες της Κεειλα; θελει καταβη ο Σαουλ, καθως ηκουσεν ο δουλος σου; Κυριε Θεε του Ισραηλ, φανερωσον, δεομαι, προς τον δουλον σου. Και ειπεν ο Κυριος, Θελει καταβη.
12 David demanda: "Les notables de Qéïla me livreront-ils, moi et mes hommes, entre les mains deSaül?" Yahvé répondit: "Ils vous livreront."12 Ειπε παλιν ο Δαβιδ, Θελουσι παραδωσει οι ανδρες της Κεειλα εμε και τους ανδρας μου εις την χειρα του Σαουλ; Και ειπεν ο Κυριος, Θελουσι παραδωσει.
13 Alors David partit avec ses hommes, au nombre d'environ 600, ils sortirent de Qéïla et errèrentà l'aventure. On rapporta à Saül que David s'était échappé de Qéïla et il abandonna l'expédition.13 Τοτε ο Δαβιδ και οι ανδρες αυτου, εως εξακοσιοι, εσηκωθησαν και εξηλθον απο Κεειλα και υπηγον οπου ηδυναντο. Και απηγγελθη προς τον Σαουλ, οτι διεσωθη ο Δαβιδ απο Κεειλα? οθεν απεσχε του να εξελθη.
14 David demeura au désert dans les refuges; il demeura dans la montagne au désert de Ziph etSaül fut continuellement à sa recherche, mais Dieu ne le livra pas entre ses mains.14 Ο δε Δαβιδ εκαθησεν εν τη ερημω, εν τοποις οχυροις, και εμενεν επι τινος ορους εν τη ερημω Ζιφ. Και αυτον εζητει ο Σαουλ πασας τας ημερας? ο Θεος ομως δεν παρεδωκεν αυτον εις την χειρα αυτου.
15 David se rendit compte que Saül était entré en campagne pour attenter à sa vie. David était alorsdans le désert de Ziph, à Horsha.15 Και ειδεν ο Δαβιδ οτι εξηλθεν ο Σαουλ δια να ζητη την ζωην αυτου και ητο ο Δαβιδ εν τη ερημω Ζιφ, εντος του δασους.
16 S'étant mis en route, Jonathan, fils de Saül, vint auprès de David à Horsha et le réconforta aunom de Dieu.16 Τοτε εσηκωθη Ιωναθαν, ο υιος του Σαουλ, και υπηγε προς τον Δαβιδ εις το δασος, και ενισχυσε την χειρα αυτου εν τω Θεω.
17 Il lui dit: "Sois sans crainte, car la main de mon père Saül ne t'atteindra pas. C'est toi quirégneras sur Israël et moi je serai ton second; mon père Saül lui-même le sait bien."17 Και ειπε προς αυτον, Μη φοβου? διοτι δεν θελει σε ευρει η χειρ Σαουλ του πατρος μου? και συ θελεις βασιλευσει επι τον Ισραηλ, και εγω θελω εισθαι δευτερος σου? μαλιστα και Σαουλ ο πατηρ μου εξευρει τουτο.
18 Ils conclurent tous les deux un pacte devant Yahvé. David demeura à Horsha et Jonathan s'enalla chez lui.18 Και εκαμον αμφοτεροι συνθηκην ενωπιον του Κυριου? και εκαθητο ο Δαβιδ εντος του δασους, ο δε Ιωναθαν ανεχωρησεν εις τον οικον αυτου.
19 Des gens de Ziph montèrent à Gibéa auprès de Saül pour lui dire: "David ne se cache-t-il pasparmi nous dans les refuges, à Horsha, sur la colline de Hakila, au sud de la steppe?19 Ανεβησαν δε οι Ζιφαιοι προς τον Σαουλ εις Γαβαα, λεγοντες, Δεν ειναι κεκρυμμενος ο Δαβιδ εις ημας εν οχυρωμασι εντος του δασους, επι του βουνου Εχελα, του προς τα δεξια Γεσιμων;
20 Maintenant, quand tu désireras descendre, ô roi, descends: c'est à nous de le livrer entre lesmains du roi."20 τωρα λοιπον, βασιλευ, καταβα, καθ' ολην την επιθυμιαν της ψυχης σου εις το να καταβης? και ημων εργον θελει εισθαι να παραδωσωμεν αυτον εις την χειρα του βασιλεως.
21 Saül répondit: "Soyez bénis de Yahvé pour avoir eu pitié de moi.21 Και ειπεν ο Σαουλ, Ευλογημενοι σεις παρα Κυριου, διοτι ελαβετε συμπαθειαν προς εμε?
22 Allez donc, informez-vous encore, rendez-vous bien compte de l'endroit où se hâteront ses pas,on m'a dit qu'il était très rusé.22 υπαγετε λοιπον, βεβαιωθητε ακριβεστερα και μαθετε και ιδετε τον τοπον αυτου, που κρυπτεται, τις ειδεν αυτον εκει? διοτι μοι ειπον οτι μηχανευεται πανουργιας?
23 Rendez-vous compte de toutes les cachettes où il se terre et revenez me voir quand vous serezsûrs. Alors, j'irai avec vous et, s'il est dans le pays, je le traquerai dans tous les clans de Juda."23 ιδετε λοιπον και μαθετε εν τινι εκ παντων των αποκρυφων τοπων ειναι κεκρυμμενος, και επιστρεψατε προς εμε αφου βεβαιωθητε? και θελω υπαγει με σας? και εαν ηναι εν τη γη ταυτη, βεβαιως θελω εξιχνιασει αυτον μεταξυ πασων των χιλιαδων του Ιουδα.
24 Se mettant en route, ils partirent pour Ziph, en avant de Saül. David et ses hommes étaient audésert de Maôn, dans la plaine au sud de la steppe.24 Και εσηκωθησαν και υπηγον εις Ζιφ προ του Σαουλ? ο Δαβιδ ομως και οι ανδρες αυτου ησαν εν τη ερημω Μαων, εν τη πεδιαδι κατα τα δεξια του Γεσιμων.
25 Saül et ses hommes partirent à sa recherche. On l'annonça à David et celui-ci descendit à lagorge qui se trouve dans le désert de Maôn.25 Υπηγε δε ο Σαουλ και οι ανδρες αυτου να ζητησωσιν αυτον. Και απηγγελθη τουτο προς τον Δαβιδ? οθεν κατεβη εις την πετραν και εκαθητο εν τη ερημω Μαων. Και ακουσας ο Σαουλ, ετρεξε κατοπιν του Δαβιδ εις την ερημον Μαων.
26 Saül et ses hommes suivaient un des versants de la montagne, David et ses hommes suivaientl'autre versant. David fuyait éperdument devant Saül et Saül et ses hommes cherchaient à passer du côté deDavid et de ses hommes pour s'emparer d'eux,26 Και ο μεν Σαουλ επορευετο κατα τουτο το μερος του ορους, ο δε Δαβιδ και οι ανδρες αυτου κατ' εκεινο το μερος του ορους? και εσπευσεν ο Δαβιδ να φυγη απο προσωπου του Σαουλ? πλην ο Σαουλ και οι ανδρες αυτου περιεκυκλωσαν τον Δαβιδ και τους ανδρας αυτου, δια να συλλαβωσιν αυτους.
27 quand un messager vint dire à Saül: "Viens vite, les Philistins ont envahi le pays!"27 Ηλθε δε μηνυτης προς τον Σαουλ, λεγων, Σπευσον και ελθε, διοτι οι Φιλισταιοι εφωρμησαν εις την γην.
28 Saül cessa donc de poursuivre David et marcha à la rencontre des Philistins. C'est pourquoi on aappelé cet endroit la Gorge des Séparations.28 Οθεν επεστρεψεν ο Σαουλ απο του να διωκη κατοπιν του Δαβιδ, και υπηγεν εις συναντησιν των Φιλισταιων? δια τουτο ωνομασαν εκεινον τον τοπον, Σελα-αμμαλεκωθ.
29 24-1 24-1 Ανεβη δε ο Δαβιδ εκειθεν και εκαθησεν εν οχυροις τοποις της Εν-γαδδι.