Scrutatio

Martedi, 7 maggio 2024 - Santa Flavia ( Letture di oggi)

Premier livre des Rois 2


font
JERUSALEMGREEK BIBLE
1 Comme la vie de David approchait de sa fin, il fit ces recommandations à son fils Salomon:1 Επλησιασαν δε αι ημεραι του Δαβιδ να αποθανη? και παρηγγειλε προς τον Σολομωντα τον υιον αυτου, λεγων,
2 "Je m'en vais par le chemin de tout le monde. Sois fort et montre-toi un homme!2 Εγω υπαγω την οδον πασης της γης? συ δε ισχυε και εσο ανηρ?
3 Tu suivras les observances de Yahvé ton Dieu, en marchant selon ses voies, en gardant ses lois, sescommandements, ses ordonnances et ses instructions, selon qu'il est écrit dans la loi de Moïse, afin de réussir entoutes tes oeuvres et tous tes projets,3 και φυλαττε τας εντολας Κυριου του Θεου σου, περιπατων εις τας οδους αυτου, φυλαττων τα διαταγματα αυτου, τα προσταγματα αυτου και τας κρισεις αυτου και τα μαρτυρια αυτου, ως ειναι γεγραμμενον εν τω νομω του Μωυσεως, δια να ευημερης εις παντα οσα πραττεις και πανταχου οπου αν στραφης?
4 pour que Yahvé accomplisse cette promesse qu'il m'a faite: Si tes fils surveillent leur conduite enmarchant loyalement devant moi, de tout leur coeur et de toute leur âme, tu ne manqueras jamais de quelqu'unsur le trône d'Israël.4 δια να στηριξη ο Κυριος τον λογον αυτου, τον οποιον ελαλησε περι εμου, λεγων, Εαν οι υιοι σου προσεχωσιν εις την οδον αυτων ωστε να περιπατωσιν ενωπιον μου εν αληθεια, εξ ολης της καρδιας αυτων και εξ ολης της ψυχης αυτων, βεβαιως δεν θελει εκλειψει εις σε ανηρ επανωθεν του θρονου του Ισραηλ.
5 Tu sais aussi ce que m'a fait Joab fils de Ceruya, ce qu'il a fait aux chefs de l'armée d'Israël, Abnerfils de Ner et Amasa fils de Yéter, comment il les a tués, comment il a vengé pendant la paix le sang de la guerreet taché d'un sang innocent le ceinturon de mes reins et la sandale de mes pieds:5 Και ετι συ εξευρεις οσα εκαμεν εις εμε Ιωαβ ο υιος της Σερουιας, τι εκαμεν εις τους δυο αρχηγους των στρατευματων του Ισραηλ, εις τον Αβενηρ τον υιον του Νηρ, και εις τον Αμασα τον υιον του Ιεθερ, τους οποιους εφονευσε, και εχυσε το αιμα του πολεμου εν ειρηνη και εβαλε το αιμα του πολεμου εις την ζωνην αυτου, την περι την οσφυν αυτου, και εις τα υποδηματα αυτου τα εις τους ποδας αυτου.
6 tu agiras sagement en ne laissant pas ses cheveux blancs descendre en paix au shéol.6 Καμε λοιπον κατα την σοφιαν σου, και η πολια αυτου ας μη καταβη εις τον αδην εν ειρηνη.
7 Quant aux fils de Barzillaï le Galaadite, tu les traiteras avec bonté et ils seront parmi ceux quimangent à ta table, car ils m'ont ainsi secouru quand je fuyais devant ton frère Absalom.7 προς τους υιους ομως του Βαρζελλαι του Γαλααδιτου καμε ελεος, και ας ηναι εκ των εσθιοντων επι της τραπεζης σου? διοτι ουτως επλησιασαν προς εμε, οτε εφευγον απο προσωπου του Αβεσσαλωμ του αδελφου σου.
8 Tu as près de toi Shiméï fils de Géra, le Benjaminite de Bahurim, qui m'a maudit atrocement au jourde mon départ pour Mahanayim, mais il est descendu à ma rencontre au Jourdain et je lui ai juré par Yahvé queje ne le tuerais pas par l'épée.8 Και ιδου, μετα σου Σιμει ο υιος του Γηρα, ο Βενιαμιτης, απο Βαουρειμ, οστις με κατηρασθη καταραν οδυνηραν καθ' ην ημεραν επορευομην εις Μαχαναιμ? κατεβη ομως προς απαντησιν μου εις τον Ιορδανην, και ωμοσα προς αυτον εις τον Κυριον, λεγων, Δεν θελω σε θανατωσει δια ρομφαιας.
9 Pour toi, tu ne le laisseras pas impuni et, en homme avisé que tu es, tu sauras quoi lui faire pourconduire dans le sang ses cheveux blancs au shéol."9 Τωρα λοιπον μη αθωωσης αυτον? διοτι εισαι ανηρ σοφος και εξευρεις τι πρεπει να καμης εις αυτον, και να καταβιβασης την πολιαν αυτου με αιμα εις τον αδην.
10 Et David se coucha avec ses pères et on l'ensevelit dans la Cité de David.10 Και εκοιμηθη ο Δαβιδ μετα των πατερων αυτου και εταφη εν τη πολει Δαβιδ.
11 Le règne de David sur Israël a duré 40 ans: à Hébron il a régné sept ans, à Jérusalem il a régné 33ans.11 Αι ημεραι δε, τας οποιας εβασιλευσεν ο Δαβιδ επι τον Ισραηλ, εγειναν τεσσαρακοντα ετη? επτα ετη εβασιλευσεν εν Χεβρων και τριακοντα τρια εβασιλευσεν εν Ιερουσαλημ.
12 Salomon s'assit sur le trône de David son père et son pouvoir devint très ferme.12 Και εκαθησεν ο Σολομων επι του θρονου Δαβιδ του πατρος αυτου? και εστερεωθη η βασιλεια αυτου σφοδρα.
13 Adonias fils de Haggit se rendit chez Bethsabée, mère de Salomon. Elle demanda: "Est-ce la paixque tu apportes?" Il répondit: "Oui."13 Αδωνιας δε ο υιος της Αγγειθ ηλθε προς την Βηθ-σαβεε, την μητερα του Σολομωντος. Η δε ειπεν, Ερχεσαι εν ειρηνη; Και ειπεν, Εν ειρηνη.
14 Il dit: "J'ai à te parler." Elle dit: "Parle."14 Επειτα ειπεν, Εχω λογον τινα να ειπω προς σε. Η δε ειπε, Λαλησον.
15 Il reprit: "Tu sais bien que la royauté me revenait et que tout Israël s'attendait à ce que je règne, maisla royauté m'a échappé et est échue à mon frère, car elle lui est venue de Yahvé.15 Και ειπε, Συ εξευρεις οτι εις εμε ανηκεν η βασιλεια και εις εμε ειχε στησει πας ο Ισραηλ το προσωπον αυτου, δια να βασιλευσω? η βασιλεια ομως εστραφη και εγεινε του αδελφου μου? διοτι παρα Κυριου εγεινεν εις αυτον?
16 Maintenant, j'ai une seule demande à te faire, ne me rebute pas." Elle lui dit: "Parle."16 τωρα λοιπον ζητω μιαν αιτησιν παρα σου? μη αρνηθης ταυτην εις εμε. Η δε ειπε προς αυτον, Λαλει.
17 Il reprit: "Dis, je te prie, au roi Salomon -- car il ne te rebutera pas -- qu'il me donne Abishag deShunem pour femme."17 Και ειπεν, Ειπε, παρακαλω, προς τον Σολομωντα τον βασιλεα, διοτι δεν θελει σοι αρνηθη τουτο, να δωση εις εμε την Αβισαγ την Σουναμιτιν δια γυναικα.
18 Elle répondit: "C'est bien, je parlerai de toi au roi."18 Και ειπεν η Βηθ-σαβεε, Καλως? εγω θελω λαλησει περι σου προς τον βασιλεα.
19 Bethsabée se rendit donc chez le roi Salomon pour lui parler d'Adonias, et le roi se leva à sarencontre et se prosterna devant elle, puis il s'assit sur son trône, on mit un siège pour la mère du roi et elle s'assità sa droite.19 Και εισηλθεν η Βηθ-σαβεε προς τον βασιλεα Σολομωντα, δια να λαληση προς αυτον περι του Αδωνιου. Και εσηκωθη ο βασιλευς εις απαντησιν αυτης και προσεκυνησεν αυτην? επειτα εκαθησεν επι τον θρονον αυτου, και ετεθη θρονος εις την μητερα του βασιλεως? και εκαθησεν εις τα δεξια αυτου.
20 Elle dit: "Je n'ai qu'une petite demande à te faire, ne me rebute pas." Le roi lui répondit: "Demande,ô ma mère, car je ne te rebuterai pas."20 Και ειπε, Μιαν μικραν αιτησιν ζητω παρα σου? μη αρνηθης ταυτην εις εμε. Και ειπε προς αυτην ο βασιλευς, Ζητησον, μητηρ μου? διοτι δεν θελω σοι αρνηθη.
21 Elle continua: "Qu'on donne Abishag de Shunem pour femme à ton frère Adonias."21 Η δε ειπεν, Ας δοθη η Αβισαγ η Σουναμιτις εις τον Αδωνιαν τον αδελφον σου δια γυναικα.
22 Le roi Salomon reprit et dit à sa mère: "Et pourquoi demandes-tu pour Adonias Abishag deShunem? Demande donc pour lui la royauté! Car il est mon frère aîné et il a pour lui le prêtre Ebyatar et Joab filsde Ceruya!"22 Και αποκριθεις ο βασιλευς Σολομων ειπε προς την μητερα αυτου, Και δια τι συ ζητεις την Αβισαγ την Σουναμιτιν δια τον Αδωνιαν; ζητησον δι' αυτον και την βασιλειαν, διοτι ειναι μεγαλητερος μου αδελφος? και δι' αυτον και δια τον Αβιαθαρ τον ιερεα και δια τον Ιωαβ τον υιον της Σερουιας.
23 Et le roi Salomon jura ainsi par Yahvé: "Que Dieu me fasse tel mal et y ajoute encore tel autre, si cen'est pas au prix de sa vie qu'Adonias a prononcé cette parole!23 Και ωμοσεν ο βασιλευς Σολομων προς τον Κυριον, λεγων, Ουτω να καμη ο Θεος εις εμε και ουτω να προσθεση, εαν ο Αδωνιας δεν ελαλησε τον λογον τουτον κατα της ζωης αυτου?
24 Eh bien, par Yahvé vivant, qui m'a confirmé et fait asseoir sur le trône de mon père David et qui luia donné une maison comme il avait promis, aujourd'hui même Adonias sera mis à mort."24 και τωρα, ζη Κυριος, οστις με εστερεωσε και με εκαθισεν επι του θρονου Δαβιδ του πατρος μου, και οστις εκαμεν εις εμε οικον, καθως υπεσχεθη, σημερον θελει θανατωθη ο Αδωνιας.
25 Et le roi Salomon en chargea Benayahu fils de Yehoyada, qui le frappa, et il mourut.25 Και εξαπεστειλεν ο βασιλευς Σολομων δια χειρος του Βεναια, υιου του Ιωδαε, και επεσεν επ' αυτον και απεθανε.
26 Quant au prêtre Ebyatar, le roi lui dit: "Va à Anatot dans ton domaine, car tu mérites la mort, maisje ne te ferai pas mourir aujourd'hui, car tu as porté l'arche de Yahvé en présence de mon père David et partagétoutes les épreuves de mon père."26 προς δε τον Αβιαθαρ τον ιερεα ειπεν ο βασιλευς, Εις Αναθωθ υπαγε, εις τους αγρους σου? διοτι εισαι αξιος θανατου? αλλα την ημεραν ταυτην δεν θελω σε θανατωσει, επειδη εσηκωσας την κιβωτον Κυριου του Θεου εμπροσθεν Δαβιδ του πατρος μου και επειδη εκακοπαθησας εις παντα οσα εκακοπαθησεν ο πατηρ μου.
27 Et Salomon exclut Ebyatar du sacerdoce de Yahvé, accomplissant ainsi la parole que Yahvé avaitprononcée contre la maison d'Eli à Silo.27 Και απεβαλεν ο Σολομων τον Αβιαθαρ απο του να ηναι ιερευς του Κυριου? δια να πληρωθη ο λογος του Κυριου, τον οποιον ελαλησε περι του οικου του Ηλει εν Σηλω.
28 Lorsque la nouvelle parvint à Joab -- car Joab avait pris parti pour Adonias bien qu'il n'eût pas prisparti pour Absalom --, il s'enfuit à la Tente de Yahvé et saisit les cornes de l'autel.28 Και η φημη ηλθε μεχρι του Ιωαβ? διοτι ο Ιωαβ εκλινεν οπισω του Αδωνιου, αν και δεν εκλινεν οπισω του Αβεσσαλωμ. Και εφυγεν ο Ιωαβ εις την σκηνην του Κυριου και επιασθη απο των κερατων του θυσιαστηριου.
29 On avertit le roi Salomon: "Joab s'est réfugié à la Tente de Yahvé et voici qu'il est à côté de l'autel."Alors Salomon envoya dire à Joab: "Qu'est-ce qui t'a pris de fuir à l'"autel? Joab répondit: "J'ai eu peur de toi etje me suis réfugié près de Yahvé." Alors Salomon envoya Benayahu fils de Yehoyada en disant: "Va et frappe-le!"29 Και απηγγελθη προς τον βασιλεα Σολομωντα, Οτι ο Ιωαβ εφυγεν εις την σκηνην του Κυριου? και ιδου, ειναι πλησιον του θυσιαστηριου. Τοτε απεστειλεν ο Σολομων Βεναιαν τον υιον του Ιωδαε, λεγων, Υπαγε, πεσον επ' αυτον.
30 Benayahu alla à la Tente de Yahvé et lui dit: "Par ordre du roi, sors!" Il répondit: "Non, je mourraiici." Benayahu rapporta la chose au roi: "Voilà ce que Joab a dit et ce qu'il m'a répondu."30 Και ηλθεν ο Βεναιας εις την σκηνην του Κυριου και ειπε προς αυτον, ουτω λεγει ο βασιλευς? Εξελθε. Ο δε ειπεν, Ουχι, αλλ' ενταυθα θελω αποθανει. Και ανεφερεν ο Βεναιας αποκρισιν προς τον βασιλεα, λεγων, Ουτως ειπεν ο Ιωαβ και ουτω μοι απεκριθη.
31 Le roi lui dit: "Fais comme il a dit; frappe-le, puis enterre-le. Ainsi tu ôteras aujourd'hui de sur moiet de sur ma famille le sang innocent qu'a versé Joab.31 Ο δε βασιλευς ειπε προς αυτον, Καμε ως ειπε, και πεσον επ' αυτον και θαψον αυτον? δια να εξαλειψης το αθωον αιμα, το οποιον εχυσεν ο Ιωαβ, απ' εμου και απο του οικου του πατρος μου?
32 Yahvé fera retomber son sang sur sa tête parce qu'il a frappé deux hommes plus justes et meilleursque lui et les a tués par l'épée à l'insu de mon père David: Abner fils de Ner, chef de l'armée d'Israël, et Amasafils de Yéter, chef de l'armée de Juda.32 και ο Κυριος θελει στρεψει το αιμα αυτου κατα της κεφαλης αυτου, οστις επεσεν επι δυο ανδρας δικαιοτερους και καλητερους παρ' αυτον, και εθανατωσεν αυτους δια ρομφαιας, μη ειδοτος του πατρος μου Δαβιδ, τον Αβενηρ τον υιον του Νηρ, τον αρχιστρατηγον του Ισραηλ, και τον Αμασα τον υιον του Ιεθερ, τον αρχιστρατηγον του Ιουδα?
33 Que leur sang retombe sur la tête de Joab et de sa postérité à jamais, mais que David et sa postéritéet sa dynastie et son trône aient toujours la paix par Yahvé!"33 και θελουσιν επιστρεψει τα αιματα αυτων κατα της κεφαλης του Ιωαβ και κατα της κεφαλης του σπερματος αυτου, εις τον αιωνα? επι δε τον Δαβιδ και επι το σπερμα αυτου και επι τον οικον αυτου και επι τον θρονον αυτου θελει εισθαι ειρηνη παρα Κυριου εως αιωνος.
34 Benayahu fils de Yehoyada partit, il frappa Joab et le mit à mort, et on l'enterra chez lui au désert.34 Τοτε ανεβη Βεναιας ο υιος του Ιωδαε, και επεσεν επ' αυτον και εθανατωσεν αυτον? και εταφη εν τω οικω αυτου εν τη ερημω.
35 Le roi mit Benayahu fils de Yehoyada à sa place à la tête de l'armée; et le roi mit le prêtre Sadoq àla place d'Ebyatar.35 Και κατεστησεν ο βασιλευς αντ' αυτου Βεναιαν τον υιον του Ιωδαε επι του στρατευματος? και Σαδωκ τον ιερεα κατεστησεν ο βασιλευς αντι του Αβιαθαρ.
36 Salomon fit appeler Shiméï et lui dit: "Construis-toi une maison, à Jérusalem: tu y habiteras, maisne t'en écarte pas où que ce soit.36 Και αποστειλας ο βασιλευς εκαλεσε τον Σιμει και ειπε προς αυτον, Οικοδομησον εις σεαυτον οικον εν Ιερουσαλημ και κατοικει εκει, και μη εξελθης εκειθεν εις ουδεν μερος?
37 Le jour où tu sortiras et franchiras le ravin du Cédron, sache bien que tu mourras certainement. Tonsang sera sur ta tête."37 διοτι καθ' ην ημεραν εξελθης και περασης τον χειμαρρον Κεδρων, εξευρε βεβαιως οτι εξαπαντος θελεις θανατωθη? το αιμα σου θελει εισθαι επι την κεφαλην σου.
38 Shiméï répondit au roi: "C'est bien. Comme Monseigneur le roi a ordonné, ainsi fera ton serviteur",et Shiméï demeura longtemps à Jérusalem.38 Και ειπεν ο Σιμει προς τον βασιλεα, Καλος ο λογος? καθως ειπεν ο κυριος μου ο βασιλευς, ουτω θελει καμει ο δουλος σου. Και εκαθησεν ο Σιμει εν Ιερουσαλημ ημερας πολλας.
39 Mais, au bout de trois ans, il arriva que deux esclaves de Shiméï s'enfuirent chez Akish fils deMaaka, le roi de Gat, et on avertit Shiméï: "Tes esclaves sont à Gat."39 Και μετα τρια ετη, δυο εκ των δουλων του Σιμει εδραπετευσαν προς τον Αγχους, υιον του Μααχα, τον βασιλεα της Γαθ? και ανηγγειλαν προς τον Σιμει, λεγοντες, Ιδου, οι δουλοι σου ειναι εν Γαθ.
40 Alors Shiméï se leva, sella son âne et partit pour Gat chez Akish chercher ses esclaves; Shiméï allaet ramena ses esclaves de Gat.40 Και ο Σιμει εσηκωθη και εστρωσε την ονον αυτου και υπηγεν εις Γαθ προς τον Αγχους, δια να ζητηση τους δουλους αυτου? και υπηγεν ο Σιμει και εφερε τους δουλους αυτου απο Γαθ.
41 On apprit à Salomon que Shiméï était allé de Jérusalem à Gat et qu'il était revenu.41 Και απηγγελθη προς τον Σολομωντα, οτι ο Σιμει υπηγεν απο Ιερουσαλημ εις Γαθ και επεστρεψε.
42 Le roi fit appeler Shiméï et lui dit: "Ne t'avais-je pas fait jurer par Yahvé et ne t'avais-je pas averti:Le jour où tu sortiras pour aller où que ce soit, sache bien que tu mourras certainement? Et tu m'as dit: Bonne estla parole que j'ai entendue.42 Και αποστειλας ο βασιλευς εκαλεσε τον Σιμει και ειπε προς αυτον, Δεν σε ωρκισα εις τον Κυριον και διεμαρτυρηθην προς σε, λεγων, Εξευρε βεβαιως, οτι καθ' ην ημεραν εξελθης και περιπατησης εξω οπουδηποτε, εξαπαντος θελεις αποθανει; και συ μοι ειπας, Καλος ο λογος, τον οποιον ηκουσα?
43 Pourquoi n'as-tu pas observé le serment de Yahvé et l'ordre que je t'avais intimé?"43 δια τι λοιπον δεν εφυλαξας τον ορκον του Κυριου και την προσταγην, την οποιαν προσεταξα εις σε;
44 Puis le roi dit à Shiméï: "Tu connais par coeur tout le mal que tu as fait à mon père David; Yahvé vafaire retomber ta méchanceté sur ta propre tête.44 Και ειπεν ο βασιλευς προς τον Σιμει, Συ εξευρεις ολην την κακιαν, την οποιαν γνωριζει η καρδια σου, τι επραξας εις τον Δαβιδ τον πατερα μου? δια τουτο ο Κυριος εστρεψε την κακιαν σου κατα της κεφαλης σου?
45 Mais béni soit le roi Salomon, et que le trône de David subsiste devant Yahvé pour toujours!"45 ο δε βασιλευς Σολομων θελει εισθαι ευλογημενος, και ο θρονος του Δαβιδ εστερεωμενος ενωπιον του Κυριου εως αιωνος.
46 Le roi fit commandement à Benayahu fils de Yehoyada; il sortit et frappa Shiméï qui mourut. Laroyauté fut alors affermie dans la main de Salomon.3, 1 Salomon devint le gendre de Pharaon, le roi d'Egypte; ilprit pour femme la fille de Pharaon et l'introduisit dans la Cité de David, en attendant d'avoir achevé deconstruire son palais, le Temple de Yahvé et le rempart de Jérusalem.46 Τοτε ο βασιλευς προσεταξε Βεναιαν τον υιον του Ιωδαε, οστις εξελθων επεσεν επ' αυτον, και απεθανε. Και η βασιλεια εστερεωθη εν τη χειρι του Σολομωντος.