Salmos 74
1234567891011121314151617181920212223242526272829303132333435363738394041424344454647484950525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
BIBLIA | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Poema. De Asaf. ¿Por qué has de rechazar, oh Dios, por siempre, por qué humear de cólera contra el rebaño de tu pasto? | 1 Μασχιλ του Ασαφ.>> Δια τι, Θεε, απερριψας ημας διαπαντος; δια τι καπνιζει η οργη σου εναντιον των προβατων της βοσκης σου; |
2 Acuérdate de la comunidad que de antiguo adquiriste, la que tú rescataste, tribu de tu heredad, y del monte Sión donde pusiste tu morada. | 2 Μνησθητι της συναγωγης σου, την οποιαν απεκτησας απ' αρχης? την ραβδον της κληρονομιας σου, την οποιαν ελυτρωσας? τουτο το ορος Σιων, εν ω κατωκησας. |
3 Guía tus pasos a estas ruinas sin fin: todo en el santuario lo ha devastado el enemigo. | 3 Κινησον τα βηματα σου προς τας παντοτεινας ερημωσεις, προς παν κακον, το οποιον επραξεν ο εχθρος εν τω αγιαστηριω. |
4 En el lugar de tus reuniones rugieron tus adversarios, pusieron sus enseñas, enseñas | 4 Οι εχθροι σου βρυχωνται εν τω μεσω των συναγωγων σου? εθεσαν σημαιας τας σημαιας αυτων. |
5 que no se conocían, en el frontón de la entrada. Machetes en bosque espeso, | 5 Γνωστον εγεινεν? ως εαν τις σηκονων πελεκυν καταφερη επι πυκνα δενδρα, |
6 a una cercenaban sus jambas, y con hacha y martillo desgajaban. | 6 ουτω τωρα αυτοι συνετριψαν δια μιας με πελεκεις και σφυρια, τα πελεκητα εργα αυτου. |
7 Prendieron fuego a tu santuario, por tierra profanaron la mansión de tu nombre. | 7 Κατεκαυσαν εν πυρι το αγιαστηριον σου εως εδαφους? εβεβηλωσαν το κατοικητηριον του ονοματος σου. |
8 Dijeron en su corazón: «¡Destruyámoslos en bloque!» Quemaron en la tierra todo lugar de santa reunión. | 8 Ειπον εν τη καρδια αυτων, Ας εξολοθρευσωμεν αυτους ομου? κατεκαυσαν πασας τας συναγωγας του Θεου εν τη γη. |
9 No vemos nuestras enseñas, no existen ya profetas, ni nadie entre nosotros que sepa hasta cuándo. | 9 Τα σημεια ημων δεν βλεπομεν? δεν υπαρχει πλεον προφητης ουδε γνωριζων μεταξυ ημων το εως ποτε. |
10 ¿Hasta cuándo, oh Dios, provocará el adversario? ¿Ultrajará tu nombre por siempre el enemigo? | 10 Εως ποτε, Θεε, θελει ονειδιζει ο εναντιος; θελει βλασφημει ο εχθρος το ονομα σου διαπαντος; |
11 ¿Por qué retraes tu mano, y en tu seno retienes escondida tu diestra? | 11 Δια τι αποστρεφεις την χειρα σου, και την δεξιαν σου; εκβαλε αυτην εκ μεσου του κολπου σου και αφανισον αυτους. |
12 Oh Dios, mi rey desde el principio, autor de salvación en medio de la tierra, | 12 Αλλ' ο Θεος ειναι εξ αρχης Βασιλευς μου, εργαζομενος σωτηριαν εν μεσω της γης. |
13 tú hendiste el mar con tu poder, quebraste las cabezas de los montruos en las aguas; | 13 Συ διεχωρισας δια της δυναμεως σου την θαλασσαν? συ συνετριψας τας κεφαλας των δρακοντων εν τοις υδασι. |
14 tú machacaste las cabezas de Leviatán y las hiciste pasto de las fieras; | 14 Συ συνετριψας τας κεφαλας τον Λευιαθαν? εδωκας αυτον βρωσιν εις τον λαον, τον κατοικουντα εν ερημοις. |
15 tú abriste manantiales y torrentes, y secaste ríos inagotables; | 15 Συ ηνοιξας πηγας και χειμαρρους? εξηρανας ποταμους δυνατους. |
16 tuyo es el día, tuya también la noche, tú la luna y el sol estableciste, | 16 Σου ειναι η ημερα και σου η νυξ? συ ητοιμασας το φως και τον ηλιον. |
17 tú trazaste todos los confines de la tierra, el verano y el invierno tú formaste. | 17 Συ εθεσας παντα τα ορια της γης? συ εκαμες το θερος και τον χειμωνα. |
18 Recuérdalo, Yahveh: provoca el enemigo, tu nombre ultraja un pueblo necio. | 18 Μνησθητι τουτου, οτι ο εχθρος ωνειδισε τον Κυριον? και λαος αφρων εβλασφημησε το ονομα σου. |
19 No entregues a la bestia el alma de tu tórtola, la vida de tus pobres no olvides para siempre. | 19 Μη παραδωσης εις τα θηρια την ψυχην της τρυγονος σου? την συναξιν των πενητων σου μη λησμονησης διαπαντος. |
20 Piensa en la alianza, que están llenos los rincones del país de guaridas de violencia. | 20 Επιβλεψον επι την διαθηκην σου? διοτι επλησθησαν οι σκοτεινοι της γης τοποι απο οικων καταδυναστειας. |
21 ¡No vuelva cubierto de vergüenza el oprimido; el humilde y el pobre puedan loar tu nombre! | 21 Ας μη στραφη ο ταλαιπωρος εις τα οπισω κατησχυμμενος? ο πτωχος και ο πενης ας επαινωσι το ονομα σου. |
22 ¡Alzate, oh Dios, a defender tu causa, acuérdate del necio que te provoca todo el día! | 22 Αναστα, Θεε? δικασον την δικην σου? μνησθητι του ονειδισμου, τον οποιον εις σε καμνει ο αφρων ολην την ημεραν. |
23 No olvides el griterío de tus adversarios, el clamor de tus agresores que crece sin cesar! | 23 Μη λησμονησης την φωνην των εχθρων σου? ο θορυβος των επανισταμενων κατα σου αυξανει διαπαντος. |