Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Deuxième livre des Chroniques 30


font
BIBLES DES PEUPLESGREEK BIBLE
1 Ézékias envoya des messagers par tout Israël et tout Juda - il écrivit même des lettres en ce sens à Éphraïm et à Manassé - pour que l’on vienne à la Maison de Yahvé à Jérusalem, afin de célébrer une Pâque en l’honneur de Yahvé, Dieu d’Israël.1 Και απεστειλεν ο Εζεκιας προς παντα τον Ισραηλ και Ιουδαν? εγραψεν ετι επιστολας προς Εφραιμ και Μανασση, δια να ελθωσιν εις τον οικον του Κυριου εν Ιερουσαλημ, να καμωσι πασχα εις Κυριον τον Θεον του Ισραηλ.
2 Le roi, les chefs et toute l’assemblée de Jérusalem, tombèrent d’accord pour célébrer la Pâque au second mois2 Διοτι συνεβουλευθη ο βασιλευς και οι αρχοντες αυτου και πασα η συναξις εν Ιερουσαλημ να καμωσι το πασχα εν τω δευτερω μηνι.
3 car on n’avait pas pu la célébrer en son temps: les prêtres ne s’étaient pas purifiés en nombre suffisant et le peuple n’était pas encore rassemblé à Jérusalem.3 Επειδη δεν ηδυνηθησαν να καμωσιν αυτο εν τω καιρω εκεινω, διοτι οι ιερεις δεν ησαν αρκετα ηγιασμενοι και ο λαος δεν ητο συνηγμενος εν Ιερουσαλημ.
4 La décision parut juste au yeux du roi et de toute l’assemblée,4 Και ηρεσε το πραγμα εις τον βασιλεα και εις πασαν την συναξιν.
5 à la suite de quoi ils décidèrent de faire passer un avis dans tout Israël, de Bersabée jusqu’à Dan, pour que l’on vienne célébrer une Pâque en l’honneur de Yahvé Dieu d’Israël. En effet, ceux qui l’avaient fait conformément à l’Écriture, étaient peu nombreux.5 Οθεν απεφασισαν να διακηρυξωσι δια παντος του Ισραηλ, απο Βηρ-σαβεε εως Δαν, να ελθωσι δια να καμωσι πασχα εις Κυριον τον Θεον του Ισραηλ εν Ιερουσαλημ? διοτι απο πολλου χρονου δεν ειχον καμει κατα το γεγραμμενον.
6 Les messagers partirent donc dans tout Israël et tout Juda avec les lettres signées de la main du roi et des chefs qui contenaient les instructions du roi: “Israélites! Revenez à Yahvé, Dieu d’Abraham et d’Israël, pour qu’il revienne lui aussi vers les survivants, vers vous qui avez échappé à la main des rois d’Assyrie.6 Και υπηγαν οι ταχυδρομοι μετα των επιστολων παρα του βασιλεως και των αρχοντων αυτου, δια παντος του Ισραηλ και Ιουδα, και κατα την προσταγην του βασιλεως, λεγοντες, υιοι Ισραηλ, επιστρεψατε προς Κυριον τον Θεον του Αβρααμ, Ισαακ και Ισραηλ? και αυτος θελει επιστρεψει εις τους εναπολειφθεντας απο σας, οσοι διεσωθητε εκ χειρος των βασιλεων της Ασσυριας?
7 Ne soyez pas comme vos pères et vos frères qui ont été infidèles à Yahvé, le Dieu de leurs pères: il les a livrés à la ruine comme vous l’avez vu.7 και μη γινεσθε καθως οι πατερες σας και καθως οι αδελφοι σας, οιτινες ησεβησαν εις Κυριον τον Θεον των πατερων αυτων? και παρεδωκεν αυτους εις ερημωσιν, ως βλεπετε?
8 Ne faites plus maintenant la forte tête comme l’ont fait vos pères, rendez gloire à Yahvé, venez au sanctuaire qu’il a consacré pour toujours; servez Yahvé votre Dieu, et lui détournera de vous sa violente colère.8 τωρα μη σκληρυνητε τον τραχηλον σας, καθως οι πατερες σας? υποταχθητε εις τον Κυριον και εισελθετε εις το αγιαστηριον αυτου, το οποιον ηγιασεν εις τον αιωνα? και δουλευσατε Κυριον τον Θεον σας, δια να αποστρεψη την εξαψιν του θυμου αυτου αφ' υμων?
9 Si vous revenez à Yahvé, vos frères et vos fils trouveront grâce auprès de leurs gardiens et reviendront en ce pays, car Yahvé votre Dieu est bon et fait miséricorde. Si vous revenez à lui, il ne détournera pas de vous son visage.”9 διοτι εαν επιστρεψητε προς τον Κυριον, οι αδελφοι σας και τα τεκνα σας θελουσιν ευρει ελεος εμπροσθεν των αιχμαλωτισαντων αυτους, και θελουσιν επανελθει εις την γην ταυτην? διοτι οικτιρμων και ελεημων ειναι Κυριος ο Θεος σας και δεν θελει αποστρεψει το προσωπον αυτου απο σας, εαν επιστρεψητε προς αυτον.
10 Les messagers allaient de ville en ville dans le pays d’Éphraïm et de Manassé et jusqu’en Zabulon; mais on riait d’eux, on se moquait d’eux.10 Και διηλθον οι ταχυδρομοι απο πολεως εις πολιν δια της γης του Εφραιμ και Μανασση και εως Ζαβουλων? πλην εκεινοι κατεγελασαν αυτους και εμυκτηρισαν αυτους.
11 Quelques hommes d’Asher cependant, de Manassé et de Zabulon, firent pénitence et vinrent à Jérusalem.11 Τινες ομως εκ του Ασηρ και Μανασση και Ζαβουλων υπεκλιναν και ηλθον εις Ιερουσαλημ.
12 La main de Dieu était à l’œuvre en Juda pour leur donner un seul cœur et pour exécuter l’ordre du roi et des chefs, selon la parole de Yahvé.12 Και επι Ιουδαν ητο χειρ Θεου, ωστε να δωση εις αυτους καρδιαν μιαν, δια να καμωσι την προσταγην του βασιλεως και των αρχοντων, κατα τον λογον του Κυριου.
13 Un peuple nombreux se trouva donc rassemblé à Jérusalem au second mois pour célébrer la fête des Azymes: c’était une énorme assemblée.13 Και συνηχθησαν εις Ιερουσαλημ λαος πολυς, δια να καμωσι την εορτην των αζυμων εν τω μηνι τω δευτερω, συναξις μεγαλη σφοδρα.
14 Ils se mirent au travail, firent disparaître les autels à travers Jérusalem; tous les autels à encens furent jetés dans le torrent du Cédron.14 Και σηκωθεντες, αφηρεσαν τα θυσιαστηρια τα εν Ιερουσαλημ? και παντα τα θυσιαστηρια του θυμιαματος αφηρεσαν και ερριψαν αυτα εις τον χειμαρρον Κεδρων.
15 On immola la Pâque au 14 du second mois. Tout confus, les prêtres et les lévites se purifièrent et firent avancer les holocaustes vers la Maison de Yahvé.15 Και εθυσιασαν το πασχα τη δεκατη τεταρτη του δευτερου μηνος? και εντραπησαν οι ιερεις και οι Λευιται, και αγιασθεντες εισεφεραν ολοκαυτωματα εις τον οικον του Κυριου.
16 Ils se tenaient à leur poste selon la règle, selon la Loi de Moïse, l’homme de Dieu; les prêtres faisaient l’aspersion avec le sang reçu de la main des lévites.16 Και εσταθησαν εν τω τοπω αυτων, κατα την ταξιν αυτων, κατα τον νομον Μωυσεως του ανθρωπου του Θεου? και ερραντιζον οι ιερεις το αιμα, λαμβανοντες εκ της χειρος των Λευιτων.
17 Comme beaucoup dans l’assemblée ne s’étaient pas purifiés, les lévites étaient chargés d’immoler les victimes pascales pour tous ceux qui n’étaient pas purs, et de les consacrer à Yahvé.17 Διοτι ησαν πολλοι εν τη συναξει, οι μη αγιασθεντες? δια τουτο ελαβον οι Λευιται το φορτιον να σφαξωσι τα αρνια του πασχα δια παντα τον μη καθαρον, δια να αγιασωσιν αυτους εις τον Κυριον.
18 La plus grande partie du peuple, beaucoup de gens d’Éphraïm, de Manassé et de Zabulon, ne s’étaient pas purifiés: ils avaient mangé la Pâque sans se conformer à ce qui est écrit. Ézékias pria donc pour eux: “Que Yahvé qui est bon, pardonne18 Επειδη μεγα μερος εκ του λαου, πολλοι εκ του Εφραιμ και Μανασση, Ισσαχαρ και Ζαβουλων δεν ειχον καθαρισθη, αλλ' ετρωγον το πασχα ουχι κατα το γεγραμμενον? ο Εζεκιας ομως εδεηθη υπερ αυτων, λεγων, Ο αγαθος Κυριος ας γεινη ιλεως εις παντα,
19 à tous ceux qui s’appliquent à rechercher Yahvé, le Dieu de leurs pères, même s’ils n’ont pas la pureté nécessaire pour les rites sacrés.”19 οστις κατευθυνει την καρδιαν αυτου εις το να εκζητη τον Θεον, Κυριον τον Θεον των πατερων αυτου, και αν δεν εκαθαρισθη κατα τον καθαρισμον του αγιαστηριου.
20 Yahvé écouta Ézékias et il épargna le peuple.20 Και επηκουσεν ο Κυριος του Εζεκιου και συνεχωρησε τον λαον.
21 Les Israélites qui étaient à Jérusalem, célébrèrent donc la fête des Azymes durant sept jours, au milieu de la joie générale. Jour après jour les lévites et les prêtres louaient Yahvé au son puissant des instruments sacrés.21 Και εκαμον οι υιοι Ισραηλ οι ευρεθεντες εν Ιερουσαλημ την εορτην των αζυμων επτα ημερας εν ευφροσυνη μεγαλη? και υμνουν οι Λευιται και οι ιερεις τον Κυριον καθ' εκαστην ημεραν, τον Κυριον, με οργανα δυνατα.
22 Ézékias sut parler au cœur de tous les lévites qui se montraient si zélés pour le culte de Yahvé. On termina la semaine de célébration en offrant des sacrifices de communion, rendant grâces à Yahvé, le Dieu des pères.22 Και ελαλησεν ο Εζεκιας κατα την καρδιαν παντων των Λευιτων των εχοντων συνεσιν αγαθην περι του Κυριου? και ετρωγον εν τη εορτη επτα ημερας, θυσιαζοντες θυσιας ειρηνικας και δοξολογουντες Κυριον τον Θεον των πατερων αυτων.
23 Alors toute l’assemblée décida d’un commun accord de célébrer encore sept autres jours: on les fêta dans la joie,23 Και συνεβουλευθη πασα η συναξις να καμωσιν αλλας επτα ημερας? και εκαμον αλλας επτα ημερας ευφροσυνην.
24 car Ézékias, roi de Juda, avait prélevé pour l’assemblée 1 000 taureaux et 7 000 moutons; de leur côté les chefs avaient prélevé 1 000 taureaux et 10 000 moutons. Cette fois les prêtres s’étaient purifiés en grand nombre.24 Διοτι προσεφερεν Εζεκιας, ο βασιλευς του Ιουδα, εις την συναξιν χιλιους βοας και επτα χιλιαδας προβατων? και οι αρχοντες προσεφεραν εις την συναξιν χιλιους βοας και δεκα χιλιαδας προβατων? και ηγιασθησαν πολλοι ιερεις.
25 Toute l’assemblée de Juda était dans la joie, et avec elle les prêtres et les lévites, et de même l’assemblée venue d’Israël, aussi bien ceux qui étaient venus d’Israël pour quelques jours, que ceux qui habitaient en Juda.25 Και ευφρανθησαν πασα η συναξις του Ιουδα και οι ιερεις και οι Λευιται και πασα η συναξις η συνελθουσα εκ του Ισραηλ και οι ξενοι οι ελθοντες εκ της γης του Ισραηλ και οι κατοικουντες εν Ιουδα.
26 La joie était grande à Jérusalem car, depuis les jours de Salomon fils de David, roi d’Israël, on n’avait rien vu de semblable.26 Και εγεινεν ευφροσυνη μεγαλη εν Ιερουσαλημ? διοτι απο των ημερων του Σολομωντος υιου του Δαβιδ βασιλεως του Ισραηλ, δεν εγεινε τοιουτον πραγμα εν Ιερουσαλημ.
27 Les prêtres-lévites se levèrent et bénirent le peuple; on entendait leurs voix, leurs prières qui montaient jusqu’aux cieux, là où habite Sa Sainteté.27 Μετα ταυτα σηκωθεντες οι ιερεις οι Λευιται ηυλογησαν τον λαον? και επηκουσθη η φωνη αυτων, και ηλθεν η προσευχη αυτων εις τον ουρανον, το αγιον κατοικητηριον του Κυριου.