ΙΩΒ - Giobbe - Job 5
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
GREEK BIBLE | NOVA VULGATA |
---|---|
1 Καλεσον τωρα, εαν τις σοι αποκριθη; και προς τινα των αγιων θελεις αποβλεψει; | 1 Voca ergo, si est qui tibi re spondeat! Ad quem sanctorum converteris? |
2 Διοτι η οργη φονευει τον αφρονα, και η αγανακτησις θανατονει τον μωρον. | 2 Vere stultum interficit iracundia, et fatuum occidit invidia. |
3 Εγω ειδον τον αφρονα ριζουμενον? αλλ' ευθυς προειπα κατηραμενην την κατοικιαν αυτου. | 3 Ego vidi stultum firma radice et maledixi sedi eius statim. |
4 Οι υιοι αυτου ειναι μακραν απο της σωτηριας, και καταπιεζονται εμπροσθεν της πυλης, και ουδεις ο ελευθερων? | 4 Longe fient filii eius a salute et conterentur in porta, et non erit qui eruat. |
5 των οποιων τον θερισμον κατατρωγει ο πεινων, και αρπαζει αυτον εκ των ακανθων και την περιουσιαν αυτων καταπινει ο διψων. | 5 Cuius messem famelicus comedet, et ipsum rapiet armatus, et bibent sitientes divitias eius. |
6 Διοτι εκ του χωματος δεν εξερχεται η θλιψις, ουδε η λυπη βλαστανει εκ της γης? | 6 Quia non egreditur ex pulvere nequitia, et de humo non oritur dolor. |
7 αλλ' ο ανθρωπος γενναται δια την λυπην, και οι νεοσσοι των αετων δια να πετωσιν υψηλα. | 7 Sed homo generat laborem, et aves elevant volatum. |
8 Αλλ' εγω τον Θεον θελω επικαλεσθη, και εν τω Θεω θελω εναποθεσει την υποθεσιν μου? | 8 Quam ob rem ego deprecabor Dominum et ad Deum ponam eloquium meum, |
9 οστις καμνει μεγαλεια ανεξιχνιαστα, θαυμασια αναριθμητα? | 9 qui facit magna et inscrutabilia et mirabilia absque numero; |
10 οστις διδει βροχην επι το προσωπον της γης, και πεμπει υδατα επι το προσωπον των αγρων? | 10 qui dat pluviam super faciem terrae et irrigat aquis rura; |
11 οστις υψονει τους ταπεινους, και ανεγειρει εις σωτηριαν τους τεθλιμμενους? | 11 qui ponit humiles in sublime et maerentes erigit sospitate; |
12 οστις διασκεδαζει τας βουλας των πανουργων, και δεν δυνανται αι χειρες αυτων να εκτελεσωσι την επιχειρησιν αυτων? | 12 qui dissipat cogitationes malignorum, ne possint implere manus eorum, quod coeperant; |
13 οστις συλλαμβανει τους σοφους εν τη πανουργια αυτων? και η βουλη των δολιων ανατρεπεται? | 13 qui apprehendit sapientes in astutia eorum et consilium pravorum dissipat. |
14 την ημεραν απαντωσι σκοτος, και εν μεσημβρια ψηλαφωσι καθως εν νυκτι. | 14 Per diem incurrent tenebras et, quasi in nocte, sic palpabunt in meridie. |
15 Τον πτωχον ομως λυτρονει εκ της ρομφαιας, εκ του στοματος αυτων και εκ της χειρος του ισχυρου. | 15 Porro salvum faciet egenum a gladio oris eorum et de manu violenti pauperem; |
16 Και ο πτωχος εχει ελπιδα, της δε ανομιας το στομα εμφραττεται. | 16 et erit egeno spes, iniquitas autem contrahet os suum. |
17 Ιδου, μακαριος ο ανθρωπος, τον οποιον ελεγχει ο Θεος? δια τουτο μη καταφρονει την παιδειαν του Παντοδυναμου? | 17 Beatus homo, qui corripitur a Deo; increpationem ergo Omnipotentis ne reprobes. |
18 διοτι αυτος πληγονει και επιδενει? κτυπα, και αι χειρες αυτου ιατρευουσιν. | 18 Quia ipse vulnerat et medetur, percutit, et manus eius sanabunt. |
19 Εν εξ θλιψεσι θελει σε ελευθερωσει? και εν τη εβδομη δεν θελει σε εγγισει κακον. | 19 In sex tribulationibus liberabit te, et in septem non tanget te malum. |
20 Εν τη πεινη θελει σε λυτρωσει εκ θανατου? και εν πολεμω εκ χειρος ρομφαιας. | 20 In fame eruet te de morte et in bello de manu gladii. |
21 Απο μαστιγος γλωσσης θελεις εισθαι πεφυλαγμενος? και δεν θελεις φοβηθη απο του επερχομενου ολεθρου. | 21 A flagello linguae absconderis et non timebis vastationem, cum venerit. |
22 Τον ολεθρον και την πειναν θελεις καταγελα? και δεν θελεις φοβηθη απο των θηριων της γης. | 22 In vastitate et fame ridebis et bestias terrae non formidabis. |
23 Διοτι θελεις εχει συμμαχιαν μετα των λιθων της πεδιαδος? και τα θηρια του αγρου θελουσιν ειρηνευει μετα σου. | 23 Sed cum lapidibus campi pactum tuum, et bestiae terrae pacificae erunt tibi. |
24 Και θελεις γνωρισει οτι ειρηνη ειναι εν τη σκηνη σου, και θελεις επισκεφθη την κατοικιαν σου, και δεν θελει σοι λειπει ουδεν. | 24 Et scies quod pacem habeattabernaculum tuum, et visitans habitationem tuam non falleris. |
25 Και θελεις γνωρισει οτι ειναι πολυ το σπερμα σου, και οι εκγονοι σου ως η βοτανη της γης. | 25 Scies quoque quoniam multiplex erit semen tuum, et progenies tua quasi herba terrae. |
26 Θελεις ελθει εις τον ταφον εν βαθει γηρατι, καθως συσσωρευεται η θημωνια του σιτου εν τω καιρω αυτης. | 26 Ingredieris in abundantia sepulcrum, sicut infertur acervus tritici in tempore suo. |
27 Ιδου, τουτο εξιχνιασαμεν, ουτως εχει? ακουσον αυτο και γνωρισον εν σεαυτω. | 27 Ecce hoc, ut investigavimus, ita est; oboedi illi et tu sapias tibi ”. |