Scrutatio

Sabato, 4 maggio 2024 - San Ciriaco ( Letture di oggi)

Luke 7


font
NEW AMERICAN BIBLEGREEK BIBLE
1 When he had finished all his words to the people, he entered Capernaum.1 Αφου δε ετελειωσε παντας τους λογους αυτου εις τας ακοας του λαου, εισηλθεν εις Καπερναουμ.
2 A centurion there had a slave who was ill and about to die, and he was valuable to him.2 Εκατονταρχου δε τινος δουλος, οστις ητο πολυτιμος εις αυτον, κακως εχων εμελλε να αποθανη.
3 When he heard about Jesus, he sent elders of the Jews to him, asking him to come and save the life of his slave.3 Και ακουσας περι του Ιησου, απεστειλε προς αυτον πρεσβυτερους των Ιουδαιων, παρακαλων αυτον να ελθη να διασωση τον δουλον αυτου.
4 They approached Jesus and strongly urged him to come, saying, "He deserves to have you do this for him,4 Οι δε ελθοντες προς τον Ιησουν, παρεκαλουν αυτον επιμονως, λεγοντες οτι ειναι αξιος εκεινος, εις τον οποιον θελεις καμει τουτο?
5 for he loves our nation and he built the synagogue for us."5 διοτι αγαπα το εθνος υμων, και την συναγωγην αυτος ωκοδομησεν εις ημας.
6 And Jesus went with them, but when he was only a short distance from the house, the centurion sent friends to tell him, "Lord, do not trouble yourself, for I am not worthy to have you enter under my roof.6 Ο δε Ιησους επορευετο μετ' αυτων. Ενω δε απειχεν ηδη ου μακραν απο της οικιας, επεμψε προς αυτον ο εκατονταρχος φιλους, λεγων προς αυτον? Κυριε, μη ενοχλεισαι? διοτι δεν ειμαι αξιος να εισελθης υπο την στεγην μου?
7 Therefore, I did not consider myself worthy to come to you; but say the word and let my servant be healed.7 οθεν ουδε εμαυτον εκρινα αξιον να ελθω προς σε? αλλα ειπε λογον, και θελει ιατρευθη ο δουλος μου.
8 For I too am a person subject to authority, with soldiers subject to me. And I say to one, 'Go,' and he goes; and to another, 'Come here,' and he comes; and to my slave, 'Do this,' and he does it."8 Διοτι και εγω ειμαι ανθρωπος υποκειμενος εις εξουσιαν, εχων υπ' εμαυτον στρατιωτας, και λεγω προς τουτον, Υπαγε, και υπαγει; και προς αλλον, Ερχου, και ερχεται, και προς τον δουλον μου, Καμε τουτο, και καμνει.
9 When Jesus heard this he was amazed at him and, turning, said to the crowd following him, "I tell you, not even in Israel have I found such faith."9 Ακουσας δε ταυτα ο Ιησους εθαυμασεν αυτον, και στραφεις προς τον οχλον τον ακολουθουντα αυτον, ειπε? Σας λεγω, Ουδε εν τω Ισραηλ ευρον τοσαυτην πιστιν.
10 When the messengers returned to the house, they found the slave in good health.10 Και υποστρεψαντες οι απεσταλμενοι εις τον οικον, ευρον τον ασθενη δουλον υγιαινοντα.
11 Soon afterward he journeyed to a city called Nain, and his disciples and a large crowd accompanied him.11 Την δε ακολουθον ημεραν επορευετο ο Ιησους εις πολιν ονομαζομενην Ναιν? και συνεπορευοντο μετ' αυτου ικανοι εκ των μαθητων αυτου και οχλος πολυς.
12 As he drew near to the gate of the city, a man who had died was being carried out, the only son of his mother, and she was a widow. A large crowd from the city was with her.12 Ως δε επλησιασεν εις την πυλην της πολεως, ιδου, εφερετο εξω νεκρος υιος μονογενης της μητρος αυτου, και αυτη ητο χηρα, και οχλος πολυς της πολεως ητο μετ' αυτης.
13 When the Lord saw her, he was moved with pity for her and said to her, "Do not weep."13 Και ιδων αυτην ο Κυριος, εσπλαγχνισθη δι' αυτην και ειπε προς αυτην? Μη κλαιε?
14 He stepped forward and touched the coffin; at this the bearers halted, and he said, "Young man, I tell you, arise!"14 και πλησιασας ηγγισε το νεκροκραββατον, οι δε βασταζοντες εσταθησαν, και ειπε? Νεανισκε, προς σε λεγω, σηκωθητι.
15 The dead man sat up and began to speak, and Jesus gave him to his mother.15 Και ανεκαθησεν ο νεκρος και ηρχισε να λαλη, και εδωκεν αυτον εις την μητερα αυτου.
16 Fear seized them all, and they glorified God, exclaiming, "A great prophet has arisen in our midst," and "God has visited his people."16 Κατελαβε δε απαντας φοβος και εδοξαζον τον Θεον, λεγοντες οτι προφητης μεγας ηγερθη εν ημιν, και οτι επεσκεφθη ο Θεος τον λαον αυτου.
17 This report about him spread through the whole of Judea and in all the surrounding region.17 Και εξηλθεν ο λογος ουτος περι αυτου εν ολη τη Ιουδαια και εν πασι τοις περιχωροις.
18 The disciples of John told him about all these things. John summoned two of his disciples18 Και απηγγειλαν προς τον Ιωαννην οι μαθηται αυτου περι παντων τουτων.
19 and sent them to the Lord to ask, "Are you the one who is to come, or should we look for another?"19 Και προσκαλεσας ο Ιωαννης δυο τινας των μαθητων αυτου, επεμψε προς τον Ιησουν, λεγων? Συ εισαι ο ερχομενος, η αλλον προσδοκωμεν;
20 When the men came to him, they said, "John the Baptist has sent us to you to ask, 'Are you the one who is to come, or should we look for another?'"20 Και ελθοντες προς αυτον οι ανθρωποι, ειπον? Ιωαννης ο Βαπτιστης απεστειλεν ημας προς σε, λεγων? Συ εισαι ο ερχομενος, η αλλον προσδοκωμεν;
21 At that time he cured many of their diseases, sufferings, and evil spirits; he also granted sight to many who were blind.21 Εν αυτη δε τη ωρα εθεραπευσε πολλους απο νοσων και μαστιγων και πνευματων πονηρων, και εις τυφλους πολλους εχαρισε το βλεπειν.
22 And he said to them in reply, "Go and tell John what you have seen and heard: the blind regain their sight, the lame walk, lepers are cleansed, the deaf hear, the dead are raised, the poor have the good news proclaimed to them.22 Και αποκριθεις ο Ιησους, ειπε προς αυτους? Υπαγετε και απαγγειλατε προς τον Ιωαννην οσα ειδετε και ηκουσατε? οτι τυφλοι αναβλεπουσι, χωλοι περιπατουσι, λεπροι καθαριζονται, κωφοι ακουουσι, νεκροι εγειρονται, πτωχοι ευαγγελιζονται?
23 And blessed is the one who takes no offense at me."23 και μακαριος ειναι οστις δεν σκανδαλισθη εν εμοι.
24 When the messengers of John had left, Jesus began to speak to the crowds about John. "What did you go out to the desert to see--a reed swayed by the wind?24 Αφου δε ανεχωρησαν οι απεσταλμενοι του Ιωαννου, ηρχισε να λεγη προς τους οχλους περι του Ιωαννου? Τι εξηλθετε εις την ερημον να ιδητε; καλαμον υπο ανεμου σαλευομενον;
25 Then what did you go out to see? Someone dressed in fine garments? Those who dress luxuriously and live sumptuously are found in royal palaces.25 Αλλα τι εξηλθετε να ιδητε; ανθρωπον ενδεδυμενον μαλακα ιματια; ιδου, οι λαμπρως ενδεδυμενοι και τρυφωντες ευρισκονται εν τοις βασιλικοις παλατιοις.
26 Then what did you go out to see? A prophet? Yes, I tell you, and more than a prophet.26 Αλλα τι εξηλθετε να ιδητε; προφητην; Ναι, σας λεγω, και περισσοτερον προφητου.
27 This is the one about whom scripture says: 'Behold, I am sending my messenger ahead of you, he will prepare your way before you.'27 Ουτος ειναι, περι του οποιου ειναι γεγραμμενον, Ιδου, εγω αποστελλω τον αγγελον μου προ προσωπου σου, Οστις θελει κατασκευασει την οδον σου εμπροσθεν σου.
28 I tell you, among those born of women, no one is greater than John; yet the least in the kingdom of God is greater than he."28 Διοτι σας λεγω, μεταξυ των γεννηθεντων εκ γυναικων ουδεις προφητης ειναι μεγαλητερος Ιωαννου του βαπτιστου? πλην ο μικροτερος εν τη βασιλεια του Θεου ειναι μεγαλητερος αυτου.
29 (All the people who listened, including the tax collectors, and who were baptized with the baptism of John, acknowledged the righteousness of God;29 Και πας ο λαος ακουσας και οι τελωναι εδικαιωσαν τον Θεον, βαπτισθεντες το βαπτισμα του Ιωαννου.
30 but the Pharisees and scholars of the law, who were not baptized by him, rejected the plan of God for themselves.)30 Οι δε Φαρισαιοι και οι νομικοι ηθετησαν εις εαυτους την βουλην του Θεου, μη βαπτισθεντες υπ' αυτου.
31 "Then to what shall I compare the people of this generation? What are they like?31 Και ειπεν ο Κυριος? Με τι λοιπον να ομοιωσω τους ανθρωπους της γενεας ταυτης; και με τι ειναι ομοιοι;
32 They are like children who sit in the marketplace and call to one another, 'We played the flute for you, but you did not dance. We sang a dirge, but you did not weep.'32 Ειναι ομοιοι με παιδια καθημενα εν τη αγορα και φωναζοντα προς αλληλα και λεγοντα? Αυλον σας επαιξαμεν, και δεν εχορευσατε? σας εθρηνωδησαμεν, και δεν εκλαυσατε.
33 For John the Baptist came neither eating food nor drinking wine, and you said, 'He is possessed by a demon.'33 Διοτι ηλθεν Ιωαννης ο Βαπτιστης μητε αρτον τρωγων μητε οινον πινων, και λεγετε? Δαιμονιον εχει.
34 The Son of Man came eating and drinking and you said, 'Look, he is a glutton and a drunkard, a friend of tax collectors and sinners.'34 Ηλθεν ο Υιος του ανθρωπου τρωγων και πινων, και λεγετε? Ιδου ανθρωπος φαγος και οινοποτης, φιλος τελωνων και αμαρτωλων.
35 But wisdom is vindicated by all her children."35 Και εδικαιωθη η σοφια απο παντων των τεκνων αυτης.
36 A Pharisee invited him to dine with him, and he entered the Pharisee's house and reclined at table.36 Παρεκαλει δε αυτον εις εκ των Φαρισαιων να φαγη μετ' αυτου? και εισελθων εις την οικιαν του Φαρισαιου, εκαθησεν εις την τραπεζαν.
37 Now there was a sinful woman in the city who learned that he was at table in the house of the Pharisee. Bringing an alabaster flask of ointment,37 Και ιδου, γυνη τις εν τη πολει, ητις ητο αμαρτωλη, μαθουσα οτι καθηται εις την τραπεζαν εν τη οικια του Φαρισαιου, εφερεν αλαβαστρον μυρου
38 she stood behind him at his feet weeping and began to bathe his feet with her tears. Then she wiped them with her hair, kissed them, and anointed them with the ointment.38 και σταθεισα πλησιον των ποδων αυτου οπισω κλαιουσα, ηρχισε να βρεχη τους ποδας αυτου με τα δακρυα και εσπογγιζε με τας τριχας της κεφαλης αυτης και κατεφιλει τους ποδας αυτου και ηλειφε με το μυρον.
39 When the Pharisee who had invited him saw this he said to himself, "If this man were a prophet, he would know who and what sort of woman this is who is touching him, that she is a sinner."39 Ιδων δε ο Φαρισαιος ο καλεσας αυτον, ειπε καθ' εαυτον λεγων? Ουτος, εαν ητο προφητης, ηθελε γνωριζει τις και οποια ειναι η γυνη, ητις εγγιζει αυτον, οτι ειναι αμαρτωλη.
40 Jesus said to him in reply, "Simon, I have something to say to you." "Tell me, teacher," he said.40 Και αποκριθεις ο Ιησους, ειπε προς αυτον? Σιμων, εχω να σοι ειπω τι. Ο δε λεγει? Διδασκαλε, ειπε.
41 "Two people were in debt to a certain creditor; one owed five hundred days' wages and the other owed fifty.41 Ειχε τις δανειστας δυο χρεωφειλετας? ο εις εχρεωστει δηναρια πεντακοσια, ο δε αλλος πεντηκοντα.
42 Since they were unable to repay the debt, he forgave it for both. Which of them will love him more?"42 Και επειδη δεν ειχον να αποδωσωσιν, εχαρισεν αυτα εις αμφοτερους. Τις λοιπον εξ αυτων, ειπε, θελει αγαπησει αυτον περισσοτερον;
43 Simon said in reply, "The one, I suppose, whose larger debt was forgiven." He said to him, "You have judged rightly."43 Αποκριθεις δε ο Σιμων, ειπε? Νομιζω οτι εκεινος, εις τον οποιον εχαρισε το περισσοτερον. Ο δε ειπε προς αυτον? Ορθως εκρινας.
44 Then he turned to the woman and said to Simon, "Do you see this woman? When I entered your house, you did not give me water for my feet, but she has bathed them with her tears and wiped them with her hair.44 Και στραφεις προς την γυναικα, ειπε προς τον Σιμωνα? Βλεπεις ταυτην την γυναικα; Εισηλθον εις την οικιαν σου, υδωρ δια τους ποδας μου δεν εδωκας? αυτη δε με τα δακρυα εβρεξε τους ποδας μου και με τας τριχας της κεφαλης αυτης εσπογγισε.
45 You did not give me a kiss, but she has not ceased kissing my feet since the time I entered.45 Φιλημα δεν μοι εδωκας? αυτη δε, αφ' ης εισηλθον, δεν επαυσε καταφιλουσα τους ποδας μου.
46 You did not anoint my head with oil, but she anointed my feet with ointment.46 Με ελαιον την κεφαλην μου δεν ηλειψας? αυτη δε με μυρον ηλειψε τους ποδας μου.
47 So I tell you, her many sins have been forgiven; hence, she has shown great love. But the one to whom little is forgiven, loves little."47 Δια τουτο σοι λεγω, συγκεχωρημεναι ειναι αι αμαρτιαι αυτης αι πολλαι, διοτι ηγαπησε πολυ? εις οντινα δε συγχωρειται ολιγον, ολιγον αγαπα.
48 He said to her, "Your sins are forgiven."48 Και ειπε προς αυτην? Συγκεχωρημεναι ειναι αι αμαρτιαι σου.
49 The others at table said to themselves, "Who is this who even forgives sins?"49 Και ηρχισαν οι συγκαθημενοι εις την τραπεζαν να λεγωσι καθ' εαυτους? Τις ειναι ουτος, οστις και αμαρτιας συγχωρει;
50 But he said to the woman, "Your faith has saved you; go in peace."50 Ειπε δε προς την γυναικα? Η πιστις σου σε εσωσεν? υπαγε εις ειρηνην.