Scrutatio

Giovedi, 16 maggio 2024 - San Simone Stock ( Letture di oggi)

Sámuel első könyve 12


font
KÁLDI-NEOVULGÁTALXX
1 Azt mondta erre Sámuel egész Izraelnek: »Íme, meghallgattam szavatokat mindabban, amit mondtatok nekem, s királyt rendeltem fölétek,1 και ειπεν σαμουηλ προς παντα ανδρα ισραηλ ιδου ηκουσα φωνης υμων εις παντα οσα ειπατε μοι και εβασιλευσα εφ' υμας βασιλεα
2 s a király immár előttetek jár. Én azonban megöregedtem, s megőszültem, fiaim is közöttetek vannak. Íme, előttetek jártam ifjúságomtól kezdve mind a mai napig, itt vagyok,2 και νυν ιδου ο βασιλευς διαπορευεται ενωπιον υμων καγω γεγηρακα και καθησομαι και οι υιοι μου ιδου εν υμιν καγω ιδου διεληλυθα ενωπιον υμων εκ νεοτητος μου και εως της ημερας ταυτης
3 nyilatkozzatok rólam az Úr előtt és felkentje előtt, elvettem-e valakinek a szamarát? Ha erőszakoskodtam valakivel vagy elnyomtam valakit, ha bárki kezéből ajándékot fogadtam el, hogy ügyében szemet hunyjak: visszaadom nektek.«3 ιδου εγω αποκριθητε κατ' εμου ενωπιον κυριου και ενωπιον χριστου αυτου μοσχον τινος ειληφα η ονον τινος ειληφα η τινα κατεδυναστευσα υμων η τινα εξεπιεσα η εκ χειρος τινος ειληφα εξιλασμα και υποδημα αποκριθητε κατ' εμου και αποδωσω υμιν
4 Ők erre azt mondták: »Nem erőszakoskodtál rajtunk, nem nyomtál el minket, s nem fogadtál el senki kezéből semmit sem.«4 και ειπαν προς σαμουηλ ουκ ηδικησας ημας και ου κατεδυναστευσας και ουκ εθλασας ημας και ουκ ειληφας εκ χειρος ουδενος ουδεν
5 Erre ő azt mondta nekik: »Tanúm tehát az Úr veletek szemben és tanúm az ő felkentje ezen a napon, hogy semmit sem találtatok kezemben!« Ők azt mondták rá: »Tanúd!«5 και ειπεν σαμουηλ προς τον λαον μαρτυς κυριος εν υμιν και μαρτυς χριστος αυτου σημερον εν ταυτη τη ημερα οτι ουχ ευρηκατε εν χειρι μου ουθεν και ειπαν μαρτυς
6 Majd azt mondta Sámuel a népnek: »Az Úr tehát a tanúm, aki Mózest és Áront rendelte és aki kihozta atyáinkat Egyiptom földjéről.6 και ειπεν σαμουηλ προς τον λαον λεγων μαρτυς κυριος ο ποιησας τον μωυσην και τον ααρων ο αναγαγων τους πατερας ημων εξ αιγυπτου
7 Nos tehát álljatok elő, hadd szálljak perbe veletek az Úr előtt, az Úr mindazon irgalmassága ügyében, amelyet veletek s atyáitokkal cselekedett.7 και νυν καταστητε και δικασω υμας ενωπιον κυριου και απαγγελω υμιν την πασαν δικαιοσυνην κυριου α εποιησεν εν υμιν και εν τοις πατρασιν υμων
8 Tudjátok miként ment be Jákob Egyiptomba, s miként kiáltottak az Úrhoz atyáitok. Akkor az Úr elküldte Mózest és Áront, s kihozta atyáitokat Egyiptomból és letelepítette őket ezen a helyen.8 ως εισηλθεν ιακωβ και οι υιοι αυτου εις αιγυπτον και εταπεινωσεν αυτους αιγυπτος και εβοησαν οι πατερες ημων προς κυριον και απεστειλεν κυριος τον μωυσην και τον ααρων και εξηγαγεν τους πατερας ημων εξ αιγυπτου και κατωκισεν αυτους εν τω τοπω τουτω
9 Ám ők megfeledkeztek az Úrról, Istenükről, s azért ő kiszolgáltatta őket Siserának, a hácori hadvezérnek a kezébe, a filiszteusoknak a kezébe, valamint Moáb királyának a kezébe, s azok hadakoztak ellenük.9 και επελαθοντο κυριου του θεου αυτων και απεδοτο αυτους εις χειρας σισαρα αρχιστρατηγου ιαβιν βασιλεως ασωρ και εις χειρας αλλοφυλων και εις χειρας βασιλεως μωαβ και επολεμησαν εν αυτοις
10 Akkor aztán az Úrhoz kiáltottak, s azt mondták: Vétkeztünk, mert elhagytuk az Urat és a Baáloknak, s az Astartéknek szolgáltunk; most azonban szabadíts meg minket ellenségeink kezéből és szolgálunk neked.10 και εβοησαν προς κυριον και ελεγον ημαρτομεν οτι εγκατελιπομεν τον κυριον και εδουλευσαμεν τοις βααλιμ και τοις αλσεσιν και νυν εξελου ημας εκ χειρος εχθρων ημων και δουλευσομεν σοι
11 El is küldte az Úr Jerobaált, Bádánt, Jeftét és Sámuelt, s kiszabadított titeket körös-körül ellenségeitek kezéből, s biztonságban laktatok.11 και απεστειλεν κυριος τον ιεροβααλ και τον βαρακ και τον ιεφθαε και τον σαμουηλ και εξειλατο υμας εκ χειρος εχθρων υμων των κυκλοθεν και κατωκειτε πεποιθοτες
12 Mindazonáltal, amikor láttátok, hogy Naás, Ammon fiainak királya ellenetek vonult, azt mondtátok nekem: ‘Nem! Király uralkodjék rajtunk’ – holott az Úr, a ti Istenetek uralkodott rajtatok.12 και ειδετε οτι ναας βασιλευς υιων αμμων ηλθεν εφ' υμας και ειπατε ουχι αλλ' η οτι βασιλευς βασιλευσει εφ' ημων και κυριος ο θεος ημων βασιλευς ημων
13 Most tehát itt van királyotok, akit választottatok és kértetek, íme, az Úr királyt adott nektek!13 και νυν ιδου ο βασιλευς ον εξελεξασθε και ιδου δεδωκεν κυριος εφ' υμας βασιλεα
14 Ha félitek az Urat, s szolgáltok neki, s hallgattok szavára, s nem szegültök ellen az Úr parancsának, akkor ti is, meg királyotok is, aki uralkodik rajtatok, követni fogjátok az Urat, a ti Isteneteket.14 εαν φοβηθητε τον κυριον και δουλευσητε αυτω και ακουσητε της φωνης αυτου και μη ερισητε τω στοματι κυριου και ητε και υμεις και ο βασιλευς ο βασιλευων εφ' υμων οπισω κυριου πορευομενοι
15 Ha azonban nem hallgattok az Úr szavára, hanem ellenszegültök szavának, akkor éppúgy rajtatok lesz az Úr keze, mint atyáitokon.15 εαν δε μη ακουσητε της φωνης κυριου και ερισητε τω στοματι κυριου και εσται χειρ κυριου επι υμας και επι τον βασιλεα υμων
16 Most azonban csak álljatok meg és lássátok azt a nagy dolgot, amelyet az Úr szemetek láttára művelni fog.16 και νυν καταστητε και ιδετε το ρημα το μεγα τουτο ο ο κυριος ποιησει εν οφθαλμοις υμων
17 Nemde, ma búzaaratás van? Segítségül fogom hívni az Urat, és ő mennydörgést és esőt támaszt, s így megtudjátok és meglátjátok, hogy nagy gonoszságot követtetek el az Úr színe előtt, amikor királyt kértetek magatoknak.«17 ουχι θερισμος πυρων σημερον επικαλεσομαι κυριον και δωσει φωνας και υετον και γνωτε και ιδετε οτι η κακια υμων μεγαλη ην εποιησατε ενωπιον κυριου αιτησαντες εαυτοις βασιλεα
18 Erre Sámuel az Úrhoz kiáltott és az Úr mennydörgést és esőt támasztott azon a napon.18 και επεκαλεσατο σαμουηλ τον κυριον και εδωκεν κυριος φωνας και υετον εν τη ημερα εκεινη και εφοβηθησαν πας ο λαος τον κυριον σφοδρα και τον σαμουηλ
19 Nagyon nagy félelem szállta meg erre az egész népet az Úr előtt és Sámuel előtt, és az egész nép azt mondta Sámuelnek: »Imádkozz szolgáidért az Úrhoz, a te Istenedhez, hogy meg ne haljunk, mert oly sok bűnünket azzal a gonoszsággal is tetéztük, hogy királyt kértünk magunknak.«19 και ειπαν πας ο λαος προς σαμουηλ προσευξαι υπερ των δουλων σου προς κυριον θεον σου και ου μη αποθανωμεν οτι προστεθεικαμεν προς πασας τας αμαρτιας ημων κακιαν αιτησαντες εαυτοις βασιλεα
20 Azt mondta erre Sámuel a népnek: »Ne féljetek! Elkövettétek ugyan mindezt a gonoszságot, csak ne távozzatok az Úr nyomából, hanem szolgáljatok az Úrnak egész szívetekből,20 και ειπεν σαμουηλ προς τον λαον μη φοβεισθε υμεις πεποιηκατε την πασαν κακιαν ταυτην πλην μη εκκλινητε απο οπισθεν κυριου και δουλευσατε τω κυριω εν ολη καρδια υμων
21 s ne forduljatok a hiábavalóságok felé, amelyek nem használnak nektek, s nem szabadítanak meg titeket, mert hiábavalóságok.21 και μη παραβητε οπισω των μηθεν οντων οι ου περανουσιν ουθεν και οι ουκ εξελουνται οτι ουθεν εισιν
22 Akkor az Úr, tekintettel az ő nagy nevére, nem hagyja el népét, hiszen megesküdött az Úr, hogy népévé tesz titeket.22 οτι ουκ απωσεται κυριος τον λαον αυτου δια το ονομα αυτου το μεγα οτι επιεικεως κυριος προσελαβετο υμας αυτω εις λαον
23 Tőlem pedig távol legyen az a vétek az Úr ellen, hogy megszűnjek imádkozni értetek: sőt tanítani foglak titeket a jó és helyes útra.23 και εμοι μηδαμως του αμαρτειν τω κυριω ανιεναι του προσευχεσθαι περι υμων και δουλευσω τω κυριω και δειξω υμιν την οδον την αγαθην και την ευθειαν
24 Féljétek tehát az Urat, s szolgáljatok neki hűségesen egész szívetekből, hisz láttátok azokat a nagyszerű dolgokat, amelyeket közöttetek művelt.24 πλην φοβεισθε τον κυριον και δουλευσατε αυτω εν αληθεια και εν ολη καρδια υμων οτι ειδετε α εμεγαλυνεν μεθ' υμων
25 Ha azonban a gonoszságban tartotok ki, akkor ti is és a királyotok is egyaránt elvesztek.«25 και εαν κακια κακοποιησητε και υμεις και ο βασιλευς υμων προστεθησεσθε