Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Sámuel első könyve 10


font
KÁLDI-NEOVULGÁTAGREEK BIBLE
1 Aztán vette Sámuel az olajos korsót, s ráöntötte Saul fejére, majd megcsókolta őt és azt mondta: »Íme, az Úr felkent téged fejedelemmé népe, Izrael felett. Te fogsz uralkodni fölötte, s te fogod megszabadítani őket ellenségeik kezéből, akik körülöttük vannak. Ez lesz a jele annak, hogy fölkent téged fejedelemmé öröksége felett:1 Τοτε ελαβεν ο Σαμουηλ την φιαλην του ελαιου, και εχυσεν επι την κεφαλην αυτου, και εφιλησεν αυτον και ειπε, Δεν σε εχρισε Κυριος αρχοντα επι της κληρονομιας αυτου;
2 amikor ma eltávozol tőlem, Ráhel sírja mellett, Benjamin határán, délen két emberrel fogsz találkozni, s ezek azt fogják mondani neked: ‘Megkerültek a szamarak, amelyeket elmentél megkeresni. Apád a szamarakról már le is tett, értetek aggódik, s azt mondja: Mit tegyek fiamért?’2 Αφου αναχωρησης απ' εμου σημερον, θελεις ευρει δυο ανθρωπους πλησιον του ταφου της Ραχηλ, κατα το οριον του Βενιαμιν εν Σελσα? και θελουσιν ειπει προς σε, Ευρεθησαν αι ονοι, τας οποιας υπηγες να ζητησης? και ιδου, ο πατηρ σου, αφησας την φροντιδα των ονων, υπερλυπειται δια σας, λεγων, Τι να καμω περι του υιου μου;
3 Amikor aztán onnan elindulsz és továbbmégy, s a Tábor tölgyéhez jutsz, ott három emberrel fogsz találkozni, akik Istenhez mennek fel Bételbe; az egyik három gödölyét visz, a másik három cipó kenyeret, a harmadik egy korsó bort visz.3 Και προχωρησας εκειθεν, θελεις ελθει εως της δρυος του Θαβωρ, και εκει θελουσι σε ευρει τρεις ανθρωποι αναβαινοντες προς τον Θεον εις Βαιθηλ, ο εις φερων τρια εριφια, και ο αλλος φερων τρεις αρτους, και ο αλλος φερων ασκον οινου?
4 Ezek üdvözölni fognak téged és két kenyeret adnak neked, fogadd is el tőlük.4 και θελουσι σε χαιρετησει και σοι δωσει δυο αρτους, τους οποιους θελεις δεχθη εκ των χειρων αυτων.
5 Aztán eljutsz az Isten halmához, ahol a filiszteusok előőrse van. Amikor ott bemégy a városba, egy sereg prófétával fogsz találkozni, akik éppen a magaslatról jönnek le; előttük hárfa, dob, fuvola és lant lesz, ők maguk pedig prófétálni fognak.5 Μετα ταυτα θελεις υπαγει εις το βουνον του Θεου, οπου ειναι η φρουρα των Φιλισταιων? και οταν υπαγης εκει εις την πολιν, θελεις απαντησει αθροισμα προφητων καταβαινοντων απο του υψηλου τοπου εν ψαλτηριω και τυμπανω και αυλω και κιθαρα εμπροσθεν αυτων, και προφητευοντων.
6 Ekkor téged is megszáll az Úr lelke és prófétálni fogsz velük, s más emberré változol.6 Και θελει επελθει επι σε πνευμα Κυριου, και θελεις προφητευσει μετ' αυτων και θελεις μεταβληθη εις αλλον ανθρωπον.
7 Éppen azért, amikor teljesednek rajtad mindezek a jelek, tedd meg mindazt, ami a kezed alá kerül, mert az Úr veled van.7 Και οταν τα σημεια ταυτα ελθωσιν επι σε, καμνε ο, τι δυνασαι διοτι ο Θεος ειναι μετα σου.
8 Te lemégy előttem Gilgálba. Én majd oda megyek le hozzád, hogy egészen elégő áldozatokat és békeáldozatokat mutassak be. Hét napig várj rám, amíg hozzád nem megyek, és meg nem mutatom néked, mit cselekedj.«8 Και θελεις καταβη προ εμου εις Γαλγαλα? και ιδου, εγω θελω καταβη προς σε, δια να προσφερω ολοκαυτωματα, να θυσιασω θυσιας ειρηνικας? προσμενε επτα ημερας, εωσου ελθω προς σε και σοι αναγγειλω τι εχεις να καμης.
9 Amikor aztán Saul hátat fordított, hogy eltávozzon Sámueltől, Isten megváltoztatta szívét, s még aznap teljesedtek mindezek a jelek.9 Και οτε εστρεψε τα νωτα αυτου δια να αναχωρηση απο του Σαμουηλ, ο Θεος εδωκεν εις αυτον αλλην καρδιαν? και ηλθον παντα εκεινα τα σημεια εν τη ημερα εκεινη.
10 Eljutottak a fent említett halomhoz is, és ott, íme, egy sereg próféta jött vele szembe, és őt megszállta Isten lelke, s prófétált közöttük.10 Και οτε ηλθον εκει εις το βουνον, ιδου, αθροισμα προφητων συνηντησεν αυτον? και επηλθεν επ' αυτον Πνευμα Θεου, και επροφητευσε μεταξυ αυτων.
11 Amikor azok, akik őt tegnap is, tegnapelőtt is ismerték, látták, hogy ő a próféták közt van és prófétál, azt mondták egymásnak: »Mi történt Kís fiával? Hát Saul is a próféták közt van?«11 Και ως ειδον οι γνωριζοντες αυτον προτερον, και ιδου, προεφητευε μετα των προφητων, τοτε ελεγεν ο λαος, εκαστος προς τον πλησιον αυτου, Τι ειναι τουτο, το οποιον εγεινεν εις τον υιον του Κεις; και Σαουλ εν προφηταις;
12 De aztán azt kérdezte az egyik a másiktól: »Hát azoknak ki az apjuk?« Ezért lett közmondássá: »Hát Saul is a próféták közt van?«12 Εις δε εκ των εκει απεκριθη και ειπεν, Και τις ειναι ο πατηρ αυτων; Δια τουτο εγεινε παροιμια, Και Σαουλ εν προφηταις;
13 Majd felhagyott a prófétálással és elment a magaslatra.13 Και αφου ετελειωσε προφητευων, ηλθεν εις τον υψηλον τοπον.
14 Ekkor Saul nagybátyja megkérdezte tőle és legényétől: »Hova mentetek?« Ők ezt felelték: »A szamarakat keresni, s amikor nem találtuk őket, Sámuelhez mentünk.«14 Και ειπεν ο θειος του Σαουλ προς αυτον και προς τον υπηρετην αυτου, Που υπηγετε; Και ειπε, να ζητησωμεν τας ονους. και οτε ειδομεν οτι δεν ησαν, ηλθομεν προς τον Σαμουηλ.
15 Azt mondta erre neki nagybátyja: »Mondd meg nekem, mit mondott neked Sámuel?«15 Και ειπεν ο θειος του Σαουλ, Αναγγειλον μοι, σε παρακαλω, τι σας ειπεν ο Σαμουηλ.
16 Azt mondta erre Saul a nagybátyjának: »Megmondta, hogy megkerültek a szamarak.« Sámuelnek a királyság ügyében hozzá intézett beszédét azonban nem mondta el neki.16 Και ειπεν ο Σαουλ προς τον θειον αυτου, Μας ειπε μετα βεβαιοτητος οτι ευρεθησαν αι ονοι? τον λογον ομως περι της βασιλειας, τον οποιον ο Σαμουηλ ειπε, δεν εφανερωσεν εις αυτον.
17 Erre Sámuel összehívta a népet az Úrhoz Micpába17 Και συνηγαγεν ο Σαμουηλ τον λαον προς τον Κυριον εις Μισπα?
18 és azt mondta Izrael fiainak: »Ezt üzeni az Úr, Izrael Istene: Én kihoztam Izraelt Egyiptomból, kiszabadítottalak titeket az egyiptomiak kezéből s mindazoknak a királyoknak a kezéből, akik sanyargattak titeket.18 και ειπε προς τους υιους Ισραηλ, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος του Ισραηλ? Εγω ανεβιβασα τον Ισραηλ εξ Αιγυπτου, και σας ηλευθερωσα εκ χειρος των Αιγυπτιων και εκ χειρος πασων των βασιλειων, αιτινες σας κατεθλιβον?
19 Ti azonban ma elvetettétek Isteneteket, aki egyedül szabadított meg titeket minden bajotokból és nyomorúságtokból, és azt mondtátok: ‘Nem! Királyt rendelj fölénk.’ Nos tehát álljatok az Úr elé törzseitek s nemzetségeitek szerint.«19 και σεις την ημεραν ταυτην απεβαλετε τον Θεον σας, οστις σας εσωσεν απο παντων των κακων σας και των θλιψεων σας, και ειπετε προς αυτον, Ουχι, αλλα καταστησον βασιλεα εφ' ημας. Τωρα λοιπον παρουσιασθητε ενωπιον του Κυριου, κατα τας φυλας σας και κατα τας χιλιαδας σας.
20 Erre Sámuel odaállította Izrael minden törzsét, s a sors Benjamin törzsére esett.20 Και οτε εκαμεν ο Σαμουηλ πασας τας φυλας του Ισραηλ να πλησιασωσιν, επιασθη η φυλη του Βενιαμιν.
21 Erre odaállította Benjamin törzsét és nemzetségeit és a sors Metri nemzetségére esett, és benne Saulra, Kís fiára jutott. Keresték tehát őt, de nem találták.21 Και αφου εκαμε την φυλην του Βενιαμιν να πλησιαση κατα τας οικογενειας αυτων, επιασθη η οικογενεια του Ματρει, και επιασθη ο Σαουλ ο υιος του Κεις? εζητησαν δε αυτον και δεν ευρεθη.
22 Ekkor aztán megkérdezték az Urat, vajon eljön-e oda? Így felelt erre az Úr: »Íme, otthon elrejtőzött.«22 Οθεν εζητησαν ετι παρα του Κυριου, αν ο ανθρωπος ερχηται ετι εκει. Και ειπε Κυριος, Ιδου, αυτος ειναι κεκρυμμενος μεταξυ της αποσκευης.
23 Elfutottak tehát és elhozták onnan: és ő megállt a nép között, s vállal magasabb volt az egész népnél.23 Τοτε εδραμον και ελαβον αυτον εκειθεν? και οτε εσταθη μεταξυ του λαου, εξειχεν υπερ παντα τον λαον, απο τους ωμους αυτου και επανω.
24 Azt mondta erre Sámuel az egész népnek: »Bizonyára látjátok azt, akit az Úr kiválasztott, mert nincs hozzá hasonló az egész népben.« Erre az egész nép felkiáltott és azt mondta: »Éljen a király!«24 Και ειπεν ο Σαμουηλ προς παντα τον λαον, Βλεπετε εκεινον, τον οποιον εξελεξεν ο Κυριος, οτι δεν ειναι ομοιος αυτου μεταξυ παντος του λαου; Και πας ο λαος ηλαλαξε και ειπε, Ζητω ο βασιλευς.
25 Sámuel aztán elmondta a népnek a királyság törvényét, s azt leírta egy könyvbe és odatette az Úr elé. Aztán Sámuel elbocsátotta a népet, mindenkit a maga házába.25 Και ειπεν ο Σαμουηλ προς τον λαον τον τροπον της βασιλειας, και εγραψεν αυτον εν βιβλιω και εθεσεν εμπροσθεν του Κυριου. Και απελυσεν ο Σαμουηλ παντα τον λαον, εκαστον εις τον οικον αυτου.
26 Saul maga is elment házába, Gibeába és vele ment a seregnek az a része, amelynek szívét Isten megillette.26 Και ο Σαουλ ομοιως ανεχωρησεν εις τον οικον αυτου εις Γαβαα? και υπηγε μετ' αυτου εκει ταγμα πολεμιστων, των οποιων τας καρδιας ειχε διαθεσει ο Θεος.
27 Béliál fiai azonban azt mondták: »Hogyan tudna ez majd megszabadítani minket?« És megvetették őt, s nem vittek ajándékot neki. Ő azonban úgy tett, mintha nem hallotta volna.27 Ανθρωποι ομως κακοι ειπον, Πως θελει σωσει ημας ουτος; Και κατεφρονησαν αυτον και δεν προσεφεραν προς αυτον δωρα? εκεινος ομως εκαμνε τον κωφον.