Scrutatio

Venerdi, 10 maggio 2024 - San Giobbe ( Letture di oggi)

Evangélium Máté szerint 27


font
KÁLDI-NEOVULGÁTAGREEK BIBLE
1 Amikor megvirradt, a főpapok mindnyájan, és a nép vénei, döntést hoztak Jézus ellen, hogy halálra adják őt.1 Οτε δε εγεινε πρωι, συνεβουλευθησαν παντες οι αρχιερεις και οι πρεσβυτεροι του λαου κατα του Ιησου δια να θανατωσωσιν αυτον?
2 Megkötözték, elvezették és átadták Pilátus helytartónak.2 και δεσαντες αυτον, εφεραν και παρεδωκαν αυτον εις τον Ποντιον Πιλατον τον ηγεμονα.
3 Amikor Júdás, aki elárulta őt, látta, hogy elítélték, megbánta tettét, és visszavitte a harminc ezüstpénzt a főpapoknak és véneknek.3 Τοτε ιδων Ιουδας ο παραδοσας αυτον οτι κατεδικασθη, μεταμεληθεις επεστρεψε τα τριακοντα αργυρια εις τους πρεσβυτερους,
4 Azt mondta: »Vétkeztem, elárultam az igaz vért.« Azok azt felelték: »Mi közünk hozzá? A te dolgod!«4 λεγων? Ημαρτον παραδοσας αιμα αθωον. Οι δε ειπον? Τι προς ημας; συ οψει.
5 Erre beszórta az ezüstöket a templomba, aztán eltávozott, elment és fölakasztotta magát.5 Και ριψας τα αργυρια εν τω ναω, ανεχωρησε και απελθων εκρεμασθη.
6 A főpapok pedig fölszedték az ezüstöket és azt mondták: »Nem szabad ezeket betenni a kincstárba, mert vér díja.«6 Οι δε αρχιερεις, λαβοντες τα αργυρια, ειπον? Δεν ειναι συγκεχωρημενον να βαλωμεν αυτα εις το θησαυροφυλακιον, διοτι ειναι τιμη αιματος.
7 Miután tanácsot tartottak, megvásárolták rajta a fazekas földjét az idegenek számára temetőnek.7 Και συμβουλευθεντες ηγορασαν με αυτα τον αγρον του κεραμεως, δια να ενταφιαζωνται εκει οι ξενοι.
8 Ezért hívják azt a földet Vérmezőnek mind a mai napig.8 Δια τουτο ωνομασθη ο αγρος εκεινος Αγρος αιματος εως της σημερον.
9 Akkor beteljesedett, amit Jeremiás próféta mondott: »Fogták a harminc ezüstöt – ez volt az ára, ennyire becsülték őt Izrael fiai –,9 Τοτε επληρωθη το ρηθεν δια Ιερεμιου του προφητου, λεγοντος? Και ελαβον τα τριακοντα αργυρια, την τιμην του εκτιμηθεντος, τον οποιον εξετιμησαν απο των υιων Ισραηλ,
10 és odaadták a fazekas földjéért, amint az Úr megparancsolta nekem« .10 και εδωκαν αυτα εις τον αγρον του κεραμεως, καθως μοι παρηγγειλεν ο Κυριος.
11 Jézus pedig ott állt a helytartó előtt. A helytartó megkérdezte tőle: »Te vagy a zsidók királya?« Jézus azt felelte: »Te mondod.«11 Ο δε Ιησους εσταθη εμπροσθεν του ηγεμονος? και ηρωτησεν αυτον ο ηγεμων, λεγων? Συ εισαι ο βασιλευς των Ιουδαιων; Ο δε Ιησους ειπε προς αυτον? Συ λεγεις.
12 Amikor a főpapok és vének vádolták, semmit sem válaszolt.12 Και ενω εκατηγορειτο υπο των αρχιερεων και των πρεσβυτερων, ουδεν απεκριθη.
13 Akkor Pilátus azt mondta neki: »Nem hallod, mi mindent tanúsítanak ellened?«13 Τοτε λεγει προς αυτον ο Πιλατος? Δεν ακουεις ποσα σου καταμαρτυρουσι;
14 Ő azonban nem válaszolt neki egyetlen szóval sem, a helytartó pedig nagyon csodálkozott ezen.14 Και δεν απεκριθη προς αυτον ουδε προς ενα λογον, ωστε ο ηγεμων εθαυμαζε πολυ.
15 Ünnep alkalmával szokásban volt, hogy a helytartó elbocsát a népnek egy foglyot, akit kérnek.15 Κατα δε την εορτην εσυνειθιζεν ο ηγεμων να απολυη εις τον οχλον ενα δεσμιον, οντινα ηθελον.
16 Volt akkor egy híres foglyuk, akit Barabásnak hívtak.16 Και ειχον τοτε δεσμιον περιβοητον λεγομενον Βαραββαν.
17 Pilátus összehívta őket és megkérdezte tőlük: »Kit akartok, hogy elbocsássak nektek, Barabást vagy Jézust, akit Krisztusnak mondanak?«17 Ενω λοιπον ησαν συνηγμενοι, ειπε προς αυτους ο Πιλατος? Τινα θελετε να σας απολυσω; τον Βαραββαν η τον Ιησουν τον λεγομενον Χριστον;
18 Tudta ugyanis, hogy irigységből adták őt a kezébe.18 Επειδη ηξευρεν οτι δια φθονον παρεδωκαν αυτον.
19 Miközben az ítélőszéken ült, a felesége üzenetet küldött neki: »Semmi dolgod se legyen azzal az igazzal, mert sokat szenvedtem ma álmomban miatta.«19 Ενω δε εκαθητο επι του βηματος, απεστειλε προς αυτον η γυνη αυτου, λεγουσα? Απεχε του δικαιου εκεινου? διοτι πολλα επαθον σημερον κατ' οναρ δι' αυτον.
20 De a főpapok és vének rávették a tömeget, hogy Barabást kérjék, Jézust pedig veszítsék el.20 Οι δε αρχιερεις και οι πρεσβυτεροι επεισαν τους οχλους να ζητησωσι τον Βαραββαν, τον δε Ιησουν να απολεσωσι.
21 A helytartó tehát megkérdezte tőlük: »Melyiket akarjátok, hogy a kettő közül elbocsássam nektek?« Azok azt felelték: »Barabást!«21 Και αποκριθεις ο ηγεμων ειπε προς αυτους? Τινα θελετε απο των δυο να σας απολυσω; οι δε ειπον? Τον Βαραββαν.
22 Pilátus erre azt kérdezte: »És mit tegyek Jézussal, akit Krisztusnak mondanak?«22 Λεγει προς αυτους ο Πιλατος? Τι λοιπον να καμω τον Ιησουν τον λεγομενον Χριστον; Λεγουσι προς αυτον παντες? Σταυρωθητω.
23 Azok mindnyájan ezt felelték: »Keresztre vele!« Ő újra megkérdezte: »De hát mi rosszat tett?« Azok erre még hangosabban kiáltoztak: »Keresztre vele!«23 Ο δε ηγεμων ειπε? Και τι κακον επραξεν; Οι δε περισσοτερον εκραζον, λεγοντες? Σταυρωθητω.
24 Pilátus, látva, hogy semmire sem megy, sőt inkább zavargás támad, vizet hozatott, megmosta a kezét a tömeg előtt és így szólt: »Én ártatlan vagyok ennek a vérétől. Ti lássátok!«24 Και ιδων ο Πιλατος οτι ουδεν ωφελει, αλλα μαλλον θορυβος γινεται, λαβων υδωρ ενιψε τας χειρας αυτου εμπροσθεν του οχλου, λεγων? Αθωος ειμαι απο του αιματος του δικαιου τουτου? υμεις οψεσθε.
25 Az egész nép azt felelte: »Az ő vére rajtunk és gyermekeinken!«25 Και αποκριθεις πας ο λαος ειπε? Το αιμα αυτου ας ηναι εφ' ημας και επι τα τεκνα ημων.
26 Erre elbocsátotta nekik Barabást, Jézust pedig megostoroztatta és átadta nekik, hogy feszítsék keresztre.26 Τοτε απελυσεν εις αυτους τον Βαραββαν, τον δε Ιησουν μαστιγωσας παρεδωκε δια να σταυρωθη.
27 Ekkor a helytartó katonái bevitték Jézust a helytartóságra, és összegyűjtötték köréje az egész csapatot.27 Τοτε οι στρατιωται του ηγεμονος, παραλαβοντες τον Ιησουν εις το πραιτωριον, συνηθροισαν επ' αυτον ολον το ταγμα των στρατιωτων?
28 Levetkőztették, vörös katonaköpenyt adtak rá,28 και εκδυσαντες αυτον ενεδυσαν αυτον χλαμυδα κοκκινην,
29 tövisekből koronát fontak, rátették a fejére, egy nádszálat pedig a jobb kezébe, aztán térdet hajtva előtte így gúnyolták: »Üdvözlégy, zsidók királya!«29 και πλεξαντες στεφανον εξ ακανθων, εθεσαν επι την κεφαλην αυτου και καλαμον εις την δεξιαν αυτου, και γονυπετησαντες εμπροσθεν αυτου, ενεπαιζον αυτον, λεγοντες? Χαιρε, ο βασιλευς των Ιουδαιων?
30 Leköpdösték, elvették a nádat és a fejét verték.30 και εμπτυσαντες εις αυτον ελαβον τον καλαμον και ετυπτον εις την κεφαλην αυτου.
31 Miután így gúnyt űztek belőle, levették róla a katonaköpenyt, ráadták saját ruháit, és elvezették, hogy keresztre feszítsék.31 Και αφου ενεπαιξαν αυτον, εξεδυσαν αυτον την χλαμυδα και ενεδυσαν αυτον τα ιματια αυτου, και εφεραν αυτον δια να σταυρωσωσιν.
32 Miközben kifelé mentek, találtak egy cirenei embert, név szerint Simont. Ezt kényszerítették, hogy vigye a keresztjét.32 Ενω δε εξηρχοντο, ευρον ανθρωπον Κυρηναιον, ονομαζομενον Σιμωνα? τουτον ηγγαρευσαν δια να σηκωση τον σταυρον αυτου.
33 Amikor elérkeztek arra a helyre, amelyet Golgotának neveznek, ami Koponyahelyet jelent,33 Και οτε ηλθον εις τοπον λεγομενον Γολγοθα, οστις λεγεται Κρανιου τοπος,
34 epével kevert bort adtak neki inni . Amikor megízlelte, nem akart belőle inni.34 εδωκαν εις αυτον να πιη οξος μεμιγμενον μετα χολης? και γευθεις δεν ηθελε να πιη.
35 Miután felfeszítették, sorsot vetve megosztoztak a ruháin .35 Αφου δε εσταυρωσαν αυτον διεμερισθησαν τα ιματια αυτου, βαλλοντες κληρον, δια να πληρωθη το ρηθεν υπο του προφητου, Διεμερισθησαν τα ιματια μου εις εαυτους και επι τον ιματισμον μου εβαλον κληρον.
36 Azután leültek és ott őrizték őt.36 Και καθημενοι εφυλαττον αυτον εκει.
37 A feje fölé föltették elítélésének okát. Ez volt ráírva: »Ez Jézus, a Zsidók Királya«.37 Και εθεσαν επανωθεν της κεφαλης αυτου την κατηγοριαν αυτου γεγραμμενην? Ουτος εστιν Ιησους ο βασιλευς των Ιουδαιων.
38 Két rablót is megfeszítettek vele együtt, az egyiket jobbról, a másikat balról.38 Τοτε εσταυρωθησαν μετ' αυτου δυο λησται, εις εκ δεξιων και εις εξ αριστερων.
39 Az arra járók pedig a fejüket csóválva káromolták ,39 οι δε διαβαινοντες εβλασφημουν αυτον, κινουντες τας κεφαλας αυτων
40 és ezt mondták: »Te, aki lebontod a templomot és három nap alatt fölépíted, mentsd meg magadat! Ha Isten Fia vagy, szállj le a keresztről!«40 και λεγοντες? Ο χαλων τον ναον και δια τριων ημερων οικοδομων, σωσον σεαυτον? αν ησαι Υιος του Θεου, καταβα απο του σταυρου.
41 Ugyanígy a főpapok is csúfolódva mondogatták az írástudókkal és a vénekkel együtt:41 Ομοιως δε και οι αρχιερεις εμπαιζοντες μετα των γραμματεων και πρεσβυτερων, ελεγον.
42 »Másokat megmentett, magát meg nem tudja megmenteni. Izrael királya ő, szálljon le most a keresztről, és hiszünk neki!42 Αλλους εσωσεν, εαυτον δεν δυναται να σωση? αν ηναι βασιλευς του Ισραηλ, ας καταβη τωρα απο του σταυρου και θελομεν πιστευσει εις αυτον?
43 Az Istenben bízott, szabadítsa hát meg most, ha akarja! Hiszen azt mondta: ‘Az Isten Fia vagyok.’«43 πεποιθεν επι τον Θεον, ας σωση τωρα αυτον, εαν θελη αυτον? επειδη ειπεν οτι Θεου Υιος ειμαι.
44 Így gyalázták őt a rablók is, akiket vele együtt feszítettek keresztre.44 Το αυτο δε και οι λησται οι συσταυρωθεντες μετ' αυτου ωνειδιζον εις αυτον.
45 A hatodik órától sötétség lett az egész földön a kilencedik óráig.45 Απο δε εκτης ωρας σκοτος εγεινεν εφ' ολην την γην εως ωρας εννατης?
46 A kilencedik óra körül Jézus hangosan felkiáltott: »Élí, Élí, lemá szabaktáni?«, azaz: »Istenem, Istenem, miért hagytál el engem?«46 περι δε την εννατην ωραν ανεβοησεν ο Ιησους μετα φωνης μεγαλης, λεγων? Ηλι, Ηλι, λαμα σαβαχθανι; τουτεστι, Θεε μου, Θεε μου, δια τι με εγκατελιπες;
47 Ennek hallatára egyesek az ott állók közül így szóltak: »Ez Illést hívja.«47 Και τινες των εκει εστωτων ακουσαντες, ελεγον οτι τον Ηλιαν φωναζει ουτος.
48 Az egyikük mindjárt elszaladt, hozott egy szivacsot, ecetbe mártotta, és nádszálra tűzve inni adott neki .48 Και ευθυς εδραμεν εις εξ αυτων και λαβων σπογγον και γεμισας οξους και περιθεσας εις καλαμον εποτιζεν αυτον.
49 A többiek pedig így szóltak: »Hagyd csak, lássuk, eljön-e Illés, hogy megszabadítsa?«49 Οι δε λοιποι ελεγον? Αφες, ας ιδωμεν αν ερχηται ο Ηλιας να σωση αυτον.
50 Ekkor Jézus ismét hangosan felkiáltott és kiadta a lelkét.50 Ο δε Ιησους παλιν κραξας μετα φωνης μεγαλης, αφηκε το πνευμα.
51 És íme, a templom függönye kettészakadt felülről az aljáig, a föld megrendült, a sziklák megrepedtek,51 Και ιδου, το καταπετασμα του ναου εσχισθη εις δυο απο ανωθεν εως κατω, και η γη εσεισθη και αι πετραι εσχισθησαν,
52 a sírok megnyíltak, és sok elhunyt szentnek föltámadt a teste.52 και τα μνημεια ηνοιχθησαν και πολλα σωματα των κεκοιμημενων αγιων ανεστησαν,
53 Föltámadása után előjöttek a sírokból, bementek a szent városba, és sokaknak megjelentek.53 και εξελθοντες εκ των μνημειων μετα την αναστασιν αυτου εισηλθον εις την αγιαν πολιν και ενεφανισθησαν εις πολλους.
54 A százados pedig, és akik vele együtt őrizték Jézust, a földrengés és a történtek láttán nagyon megrémültek és azt mondták: »Ez valóban Isten Fia volt.«54 Ο δε εκατονταρχος και οι μετ' αυτου φυλαττοντες τον Ιησουν, ιδοντες τον σεισμον και τα γενομενα, εφοβηθησαν σφοδρα, λεγοντες? Αληθως Θεου Υιος ητο ουτος.
55 Volt ott sok asszony is, akik messziről figyelték, azok, akik Galileából követték Jézust, és szolgáltak neki.55 Ησαν δε εκει γυναικες πολλαι απο μακροθεν θεωρουσαι, αιτινες ηκολουθησαν τον Ιησουν απο της Γαλιλαιας υπηρετουσαι αυτον?
56 Köztük volt Mária Magdolna, Mária, Jakab és József anyja, és Zebedeus fiainak anyja.56 μεταξυ των οποιων ητο Μαρια η Μαγδαληνη, και Μαρια η μητηρ του Ιακωβου και Ιωση, και η μητηρ των υιων Ζεβεδαιου.
57 Mikor beesteledett, jött egy Arimateából való gazdag ember, név szerint József, aki maga is tanítványa volt Jézusnak.57 Οτε δε εγεινεν εσπερα, ηλθεν ανθρωπος πλουσιος απο Αριμαθαιας, το ονομα Ιωσηφ, οστις και αυτος εμαθητευσεν εις τον Ιησουν?
58 Odament Pilátushoz, és elkérte Jézus testét. Akkor Pilátus megparancsolta, hogy adják ki neki.58 ουτος ελθων προς τον Πιλατον, εζητησε το σωμα του Ιησου. Τοτε ο Πιλατος προσεταξε να αποδοθη το σωμα.
59 József fogta a testet, begöngyölte tiszta gyolcsvászonba,59 Και λαβων το σωμα ο Ιωσηφ, ετυλιξεν αυτο με σινδονα καθαραν,
60 és betette sziklába vágott, saját, új sírboltjába. A sír bejáratához egy nagy követ hengerített és elment.60 και εθεσεν αυτο εν τω νεω αυτου μνημειω, το οποιον ελατομησεν εν τη πετρα, και προσκυλισας λιθον μεγαν εις την θυραν του μνημειου ανεχωρησεν.
61 Mária Magdolna és a másik Mária ott voltak, és ültek a sírral szemben.61 Ητο δε εκει Μαρια η Μαγδαληνη και η αλλη Μαρια, καθημεναι απεναντι του ταφου.
62 Másnap pedig, azaz a készületnap után, Pilátusnál összegyűltek a főpapok és a farizeusok62 Και τη επαυριον, ητις ειναι μετα την παρασκευην, συνηχθησαν οι αρχιερεις και οι Φαρισαιοι προς τον Πιλατον
63 és azt mondták: »Uram! Emlékszünk, hogy ez a csaló még életében azt mondta: ‘Három nap múlva föltámadok.’63 λεγοντες? Κυριε, ενεθυμηθημεν οτι εκεινος ο πλανος ειπεν ετι ζων, Μετα τρεις ημερας θελω αναστηθη.
64 Parancsold meg tehát, hogy őrizzék a sírt a harmadik napig, nehogy odamenjenek a tanítványai, ellopják, és azt mondják a népnek: ‘Feltámadt a halálból’. Ez az utóbbi csalás rosszabb lenne az előzőnél!«64 Προσταξον λοιπον να ασφαλισθη ο ταφος εως της τριτης ημερας, μηποτε οι μαθηται αυτου ελθοντες δια νυκτος κλεψωσιν αυτον και ειπωσι προς τον λαον, Ανεστη εκ των νεκρων? και θελει εισθαι η εσχατη πλανη χειροτερα της πρωτης.
65 Pilátus azt felelte nekik: »Van őrségtek, menjetek és biztosítsátok magatoknak, ahogy tudjátok.«65 Ειπε δε προς αυτους ο Πιλατος? Εχετε φυλακας? υπαγετε, ασφαλισατε καθως εξευρετε.
66 Azok pedig elmentek, lepecsételték a követ, és őrséggel biztosították maguknak a sírt.66 Οι δε υπηγον και ησφαλισαν τον ταφον, σφραγισαντες τον λιθον και επιστησαντες τους φυλακας.