Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

Izajás könyve 40


font
KÁLDI-NEOVULGÁTALXX
1 Vigasztaljátok, vigasztaljátok népemet! – mondja a ti Istenetek.1 παρακαλειτε παρακαλειτε τον λαον μου λεγει ο θεος
2 Szóljatok Jeruzsálem szívéhez, és kiáltsátok neki, hogy letelt szolgálata, letörlesztette bűnét, hiszen kétszeresen meglakolt az Úr kezétől minden vétkéért!2 ιερεις λαλησατε εις την καρδιαν ιερουσαλημ παρακαλεσατε αυτην οτι επλησθη η ταπεινωσις αυτης λελυται αυτης η αμαρτια οτι εδεξατο εκ χειρος κυριου διπλα τα αμαρτηματα αυτης
3 Egy hang kiált: »Készítsétek a pusztában az Úr útját, egyengessetek ösvényt a sivatagban Istenünknek!3 φωνη βοωντος εν τη ερημω ετοιμασατε την οδον κυριου ευθειας ποιειτε τας τριβους του θεου ημων
4 Minden völgy emelkedjék fel, minden hegy és halom süllyedjen alá; a göröngyös legyen egyenessé, és a hegyláncok síksággá!4 πασα φαραγξ πληρωθησεται και παν ορος και βουνος ταπεινωθησεται και εσται παντα τα σκολια εις ευθειαν και η τραχεια εις πεδια
5 Akkor kinyilvánul az Úr dicsősége, és meglátja minden test Isten üdvösségét. Bizony, az Úr szája szólt.«5 και οφθησεται η δοξα κυριου και οψεται πασα σαρξ το σωτηριον του θεου οτι κυριος ελαλησεν
6 Egy hang szól: »Kiálts!« És mondtam: »Mit kiáltsak?« Minden test csak fű, és az ember minden dicsősége olyan, mint a fű virága.6 φωνη λεγοντος βοησον και ειπα τι βοησω πασα σαρξ χορτος και πασα δοξα ανθρωπου ως ανθος χορτου
7 Elszárad a fű, elhervad a virág, ha az Úr lehelete ráfúj. Valóban csak fű a nép.7 εξηρανθη ο χορτος και το ανθος εξεπεσεν
8 Elszárad a fű, elhervad a virág, de Istenünk szava megmarad örökre.8 το δε ρημα του θεου ημων μενει εις τον αιωνα
9 Magas hegyre menj föl, te, aki jó hírt viszel Sionnak! Emeld fel erősen hangodat, aki jó hírt viszel Jeruzsálemnek! Emeld fel, ne félj! Mondd Júda városainak: »Íme, a ti Istenetek!9 επ' ορος υψηλον αναβηθι ο ευαγγελιζομενος σιων υψωσον τη ισχυι την φωνην σου ο ευαγγελιζομενος ιερουσαλημ υψωσατε μη φοβεισθε ειπον ταις πολεσιν ιουδα ιδου ο θεος υμων
10 Íme, az Úristen hatalommal jön, és karja uralkodik; íme, fizetsége vele van, és szerzeménye a színe előtt.10 ιδου κυριος μετα ισχυος ερχεται και ο βραχιων μετα κυριειας ιδου ο μισθος αυτου μετ' αυτου και το εργον εναντιον αυτου
11 Mint pásztor, legelteti nyáját, karjával összegyűjti a bárányokat, és ölébe veszi, az anyajuhokat gondosan vezeti.«11 ως ποιμην ποιμανει το ποιμνιον αυτου και τω βραχιονι αυτου συναξει αρνας και εν γαστρι εχουσας παρακαλεσει
12 Ki mérte meg markával a vizet, és az eget arasszal ki mérte fel? Ki mérte meg vékával a föld porát, ki mérte le mérlegen a hegyeket, és a dombokat mérlegserpenyőben?12 τις εμετρησεν τη χειρι το υδωρ και τον ουρανον σπιθαμη και πασαν την γην δρακι τις εστησεν τα ορη σταθμω και τας ναπας ζυγω
13 Ki irányította az Úr lelkét, vagy ki volt tanácsadója, aki oktatta őt?13 τις εγνω νουν κυριου και τις αυτου συμβουλος εγενετο ος συμβιβα αυτον
14 Kivel tanácskozott, ki világosította fel, és ki tanította őt az igazság ösvényére? Ki tanította tudományra, és az okosság útjára ki oktatta?14 η προς τινα συνεβουλευσατο και συνεβιβασεν αυτον η τις εδειξεν αυτω κρισιν η οδον συνεσεως τις εδειξεν αυτω
15 Íme, a nemzetek olyanok, mint vízcsepp a vödrön, és mint porszem a mérlegserpenyőn, annyit érnek; íme, a szigetek, mint a por, annyit nyomnak.15 ει παντα τα εθνη ως σταγων απο καδου και ως ροπη ζυγου ελογισθησαν και ως σιελος λογισθησονται
16 A Libanon nem elég a tűzgyújtásra, és vadállata nem elég az égőáldozathoz.16 ο δε λιβανος ουχ ικανος εις καυσιν και παντα τα τετραποδα ουχ ικανα εις ολοκαρπωσιν
17 A nemzetek mind, mint a semmi, olyanok előtte, üres semmiségnek számítanak neki.17 και παντα τα εθνη ως ουδεν εισι και εις ουθεν ελογισθησαν
18 Kihez hasonlíthatnátok Istent, vagy milyen képmást készíthetnétek róla?18 τινι ωμοιωσατε κυριον και τινι ομοιωματι ωμοιωσατε αυτον
19 A bálványszobrot mesterember önti, ötvös vonja be arannyal, és olvaszt rá ezüstláncokat.19 μη εικονα εποιησεν τεκτων η χρυσοχοος χωνευσας χρυσιον περιεχρυσωσεν αυτον ομοιωμα κατεσκευασεν αυτον
20 Aki túl szegény az adományhoz, nem korhadó fát választ, és hozzáértő mestert keres magának, hogy bálványszobrot készítsen, amely nem inog meg.20 ξυλον γαρ ασηπτον εκλεγεται τεκτων και σοφως ζητει πως στησει αυτου εικονα και ινα μη σαλευηται
21 Vajon nem tudjátok, nem halljátok? Nem hirdették kezdettől fogva nektek? Nem értettétek meg a föld alapjait?21 ου γνωσεσθε ουκ ακουσεσθε ουκ ανηγγελη εξ αρχης υμιν ουκ εγνωτε τα θεμελια της γης
22 Az, aki a földkorong felett trónol, melynek lakói olyanok, mint a sáskák; aki kiteríti, mint a fátylat, az eget, és kifeszíti, mint a sátrat lakóhelyül;22 ο κατεχων τον γυρον της γης και οι ενοικουντες εν αυτη ως ακριδες ο στησας ως καμαραν τον ουρανον και διατεινας ως σκηνην κατοικειν
23 aki a fejedelmeket megsemmisíti, a föld bíráit a semmivel teszi egyenlővé;23 ο διδους αρχοντας εις ουδεν αρχειν την δε γην ως ουδεν εποιησεν
24 amikor még el sem ültették, el sem vetették őket, és még gyökeret sem vert törzsük a földben, máris rájuk fúj, és kiszáradnak, és a szélvész, mint a pelyvát, elsodorja őket.24 ου γαρ μη σπειρωσιν ουδε μη φυτευσωσιν ουδε μη ριζωθη εις την γην η ριζα αυτων επνευσεν επ' αυτους και εξηρανθησαν και καταιγις ως φρυγανα αναλημψεται αυτους
25 »Kihez hasonlíthatnátok engem, hogy egyenlő volnék vele?« – mondja a Szent.25 νυν ουν τινι με ωμοιωσατε και υψωθησομαι ειπεν ο αγιος
26 Emeljétek a magasba szemeteket, és nézzétek: ki teremtette ezeket? Aki előhozza szám szerint seregüket, és mindnyájukat nevén szólítja; nagy ereje és erős hatalma miatt egyikük sem marad el.26 αναβλεψατε εις υψος τους οφθαλμους υμων και ιδετε τις κατεδειξεν παντα ταυτα ο εκφερων κατα αριθμον τον κοσμον αυτου παντας επ' ονοματι καλεσει απο πολλης δοξης και εν κρατει ισχυος ουδεν σε ελαθεν
27 Miért mondod, Jákob, és miért szólsz így, Izrael: »Rejtve van utam az Úr előtt, és Istenem figyelmét igazságom elkerüli«?27 μη γαρ ειπης ιακωβ και τι ελαλησας ισραηλ απεκρυβη η οδος μου απο του θεου και ο θεος μου την κρισιν αφειλεν και απεστη
28 Vajon nem tudod? Vagy nem hallottad? Örökkévaló Isten az Úr, aki a föld határait teremtette. Nem fárad el, és nem lankad el, bölcsessége kifürkészhetetlen.28 και νυν ουκ εγνως ει μη ηκουσας θεος αιωνιος ο θεος ο κατασκευασας τα ακρα της γης ου πεινασει ουδε κοπιασει ουδε εστιν εξευρεσις της φρονησεως αυτου
29 Erőt ad a fáradtnak, és az erőtlennek megsokasítja erejét.29 διδους τοις πεινωσιν ισχυν και τοις μη οδυνωμενοις λυπην
30 Elfáradhatnak a fiatalok, és ellankadhatnak, s az ifjak is megbotolva eleshetnek;30 πεινασουσιν γαρ νεωτεροι και κοπιασουσιν νεανισκοι και εκλεκτοι ανισχυες εσονται
31 de akik az Úrban bíznak, új erőre kapnak, szárnyra kelnek, mint a sasok, futnak, és nem lankadnak el, járnak, és nem fáradnak el.31 οι δε υπομενοντες τον θεον αλλαξουσιν ισχυν πτεροφυησουσιν ως αετοι δραμουνται και ου κοπιασουσιν βαδιουνται και ου πεινασουσιν