Scrutatio

Domenica, 12 maggio 2024 - Santi Nereo e Achilleo ( Letture di oggi)

Kivonulás könyve 15


font
KÁLDI-NEOVULGÁTAGREEK BIBLE
1 Akkor Mózes és Izrael fiai ezt az éneket énekelték az Úrnak: »Énekeljünk az Úrnak, mert fenségeset művelt, lovat és lovast a tengerbe vetett!1 Τοτε εψαλεν ο Μωυσης και οι υιοι Ισραηλ την ωδην ταυτην προς τον Κυριον, και ειπον λεγοντες, Ας ψαλλω προς τον Κυριον? διοτι εδοξασθη ενδοξως? τον ιππον και τον αναβατην αυτου ερριψεν εις την θαλασσαν.
2 Az Úré az én erőm és dicsérő énekem, mert ő lett az én szabadulásom. Ő az én Istenem, hadd dicsőítsem, Atyámnak Istene, hadd magasztaljam!2 Ο Κυριος ειναι η δυναμις μου και το ασμα μου, και εσταθη η σωτηρια μου? αυτος ειναι Θεος μου και θελω δοξασει αυτον? Θεος του πατρος μου, και θελω υψωσει αυτον.
3 Olyan az Úr, mint hős harcos: Mindenható az ő neve,3 Ο Κυριος ειναι δυνατος πολεμιστης? Κυριος το ονομα αυτου.
4 a fáraó szekereit és seregét a tengerbe vetette, válogatott vezérei elmerültek a Vörös-tengerben.4 Του Φαραω τας αμαξας και το στρατευμα αυτου ερριψεν εις την θαλασσαν? και εκλεκτοι πολεμαρχοι αυτου κατεποντισθησαν εν τη Ερυθρα θαλασση.
5 Hullámok borították el őket, miként a kő, a mélységbe süllyedtek.5 Αι αβυσσοι εσκεπασαν αυτους? ως πετρα κατεβυθισθησαν εις τα βαθη.
6 Jobbodat, Uram, megdicsőíti ereje, jobbod, Uram, az ellenséget megverte.6 Η δεξια σου, Κυριε, εδοξασθη εις δυναμιν? η δεξια σου, Κυριε, συνετριψε τον εχθρον.
7 Dicsőséged nagyságában elgáncsoltad ellenfeleidet, elengedted haragodat, s az mint tarlót, megemésztette őket.7 Και με το μεγεθος της υπεροχης σου εξωλοθρευσας τους υπεναντιους σου? εξαπεστειλας την οργην σου και κατεφαγεν αυτους ως καλαμην.
8 Haragod kiáradt, s a vizek feltorlódtak, a hömpölygő hullámok falként megálltak, s a tenger közepén a mélységek megdermedtek.8 Και με την πνοην του θυμου σου τα υδατα επεσωρευθησαν ομου? τα κυματα εσταθησαν ως σωρος, αι αβυσσοι επηξαν εν τω μεσω της θαλασσης.
9 Szólt az ellenség: ‘Üldözöm és elérem, zsákmányt osztok, és megelégszik a lelkem, kirántom kardomat, s megöli őket a kezem.’9 Ο εχθρος ειπε, Θελω καταδιωξει, θελω καταφθασει, θελω διαμοιρασθη τα λαφυρα? η ψυχη μου θελει χορτασθη επ' αυτους? θελω συρει την μαχαιραν μου, η χειρ μου θελει αφανισει αυτους.
10 De leheleted ráfújtad, és tenger borította el őket, a hatalmas vizekben, mint ólom, elmerültek.10 Εφυσησας με τον ανεμον σου και η θαλασσα εσκεπασεν αυτους? κατεβυθισθησαν ως μολυβδος εις τα φοβερα υδατα.
11 Ki olyan, mint Te, Uram, az istenek között, ki olyan, mint Te, szentségben dicső, félelmetes, dicsérendő és csodatevő?11 Τις ομοιος σου Κυριε, μεταξυ των θεων; Τις ομοιος σου, ενδοξος εις αγιοτητα, θαυμαστος εις υμνους, ενεργων τεραστια;
12 Kinyújtottad jobbodat, s a föld elnyelte őket.12 Εξετεινας την δεξιαν σου, και η γη κατεπιεν αυτους.
13 A népet, melyet megváltottál, irgalmasan vezetted, szent lakóhelyedre hatalmaddal elvitted.13 Με το ελεος σου ωδηγησας τον λαον τουτον, τον οποιον ελυτρωσας? ωδηγησας αυτον με την δυναμιν σου προς την κατοικιαν της αγιοτητος σου.
14 A népek felkeltek és haragra gerjedtek: Filisztea lakóit gyötrelem szállta meg,14 Οι λαοι θελουσιν ακουσει και φριξει? πονοι θελουσι κατακυριευσει τους κατοικους της Παλαιστινης.
15 Edom fejedelmei megrökönyödtek, Moáb erőseit remegés szállta meg, Kánaán minden lakója megdermedt.15 Τοτε θελουσιν εκπλαγη οι ηγεμονες Εδωμ? τρομος θελει καταλαβει τους αρχοντας του Μωαβ? παντες οι κατοικοι της Χανααν θελουσιν αναλυθη.
16 Szakadjon is rájuk félelem és rettegés, karod erejétől kővé meredjenek, míg átvonul közöttük, Uram, a te néped, míg átvonul néped, melyet a sajátoddá tettél!16 Φοβος και τρομος θελει επιπεσει επ' αυτους? απο του μεγεθους του βραχιονος σου θελουσιν απολιθωθη, εωσου περαση ο λαος σου, Κυριε, εωσου περαση ο λαος ουτος, τον οποιον απεκτησας.
17 Vidd be és ültesd őket örökséged hegyére, erős lakóhelyedre, melyet, Uram, te készítettél, szent helyedre, melyet kezed erősített meg,17 Θελεις εισαγαγει αυτους και φυτευσει αυτους εις το ορος της κληρονομιας σου, τον τοπον, Κυριε, τον οποιον ητοιμασας δια κατοικιαν σου, το αγιαστηριον, Κυριε, το οποιον αι χειρες σου εστησαν.
18 s uralkodjék az Úr mindenkor, örökre!«18 Ο Κυριος θελει βασιλευει εις τους αιωνας των αιωνων.
19 Bement ugyanis a fáraó lovassága, szekereivel és lovasaival együtt a tengerbe, az Úr pedig visszabocsátotta rájuk a tenger vizeit, míg Izrael fiai szárazon keltek át a tenger közepén.19 Διοτι εισηλθον οι ιπποι του Φαραω εις την θαλασσαν μετα των αμαξων αυτου και μετα των ιππεων αυτου, και ο Κυριος εστρεψεν επ' αυτους τα υδατα της θαλασσης? οι δε υιοι Ισραηλ επερασαν δια ξηρας εν τω μεσω της θαλασσης.
20 Ekkor Mirjám próféta asszony, Áron nővére a dobot kezébe vette, kiment utána az összes asszony dobokkal, táncoló karokban,20 Μαριαμ δε η προφητις, η αδελφη του Ααρων ελαβε το τυμπανον εν τη χειρι αυτης και πασαι αι γυναικες εξηλθον κατοπιν αυτης μετα τυμπανων και χορων.
21 és ő így énekelt előttük: »Énekeljünk az Úrnak, mert fenségeset művelt, lovat és lovast a tengerbe vetett!«21 Και η Μαριαμ ανταπεκρινετο προς αυτους, λεγουσα, Ψαλλετε εις τον Κυριον? διοτι εδοξασθη ενδοξως? τον ιππον και τον αναβατην αυτου ερριψεν εις θαλασσαν.
22 Mózes ezután elindította Izraelt a Vörös-tengertől. Kimentek a Súr pusztába, és három napig jártak a pusztában anélkül, hogy vízre akadtak volna.22 Τοτε εσηκωσεν ο Μωυσης τους Ισραηλιτας απο της Ερυθρας θαλασσης, και εξηλθον εις την ερημον Σουρ? και περιεπατουν τρεις ημερας εν τη ερημω και δεν ευρισκον υδωρ.
23 Így jutottak el Márába, de Mára vizét sem ihatták, mert keserű volt. Ezért nevezték el azt a helyet Márának (azaz Keserűségnek).23 Και εκειθεν ηλθον εις Μερραν? δεν ηδυναντο ομως να πιωσιν εκ των υδατων της Μερρας, διοτι ησαν πικρα? δια τουτο και επωνομασθη Μερρα.
24 Ekkor a nép zúgolódni kezdett Mózes ellen. Azt kérdezték: »Mit igyunk?«24 Και εγογγυζεν ο λαος κατα του Μωυσεως, λεγων, Τι θελομεν πιει;
25 Erre ő az Úrhoz kiáltott, és az Úr egy fadarabot mutatott neki. Amikor ő beledobta azt a vízbe, az édessé változott. Az Úr ott adott nekik parancsokat és rendeleteket, és ott tette őket próbára.25 Ο δε Μωυσης εβοησε προς τον Κυριον? και εδειξεν εις αυτον ο Κυριος ξυλον, το οποιον οτε ερριψεν εις τα υδατα, τα υδατα εγλυκανθησαν. Εκει εδωκεν εις αυτους παραγγελιαν και διαταγμα, και εκει εδοκιμασεν αυτους?
26 Azt mondta: »Ha hallgatsz az Úr, a te Istened szavára, ha azt cselekszed, ami helyes a szemében, ha engedelmeskedsz parancsainak, és megtartod minden rendeletét: azon betegségek közül, amelyeket Egyiptomra bocsátottam, egyet sem bocsátok rád: mert én, az Úr vagyok a te gyógyítód!«26 και ειπεν, Εαν ακουσης επιμελως την φωνην Κυριου του Θεου σου και πραττης το αρεστον εις τους οφθαλμους αυτου και δωσης ακροασιν εις τας εντολας αυτου και φυλαξης παντα τα προσταγματα αυτου, δεν θελω φερει επι σε ουδεμιαν εκ των νοσων, τας οποιας εφερα κατα των Αιγυπτιων? διοτι εγω ειμαι ο Κυριος ο θεραπευων σε.
27 Izrael fiai ezután Elimbe jutottak, ahol tizenkét forrás és hetven pálmafa volt, és tábort ütöttek a vizek mellett.27 Επειτα ηλθον εις Αιλειμ, οπου ησαν δωδεκα πηγαι υδατων και εβδομηκοντα δενδρα φοινικων? και εκει εστρατοπεδευσαν πλησιον των υδατων.