A krónikák első könyve 19
1234567891011121314151617181920212223242526272829
Ter
Kiv
Lev
Szám
MTörv
Józs
Bír
Rút
1Sám
2Sám
1Kir
2Kir
1Krón
2Krón
Ezdr
Neh
Tób
Judit
Eszt
1Makk
2Makk
Jób
Zsolt
Péld
Préd
Én
Bölcs
Sir
Iz
Jer
Siralm
Bár
Ez
Dán
Óz
Jo
Ám
Abd
Jón
Mik
Náh
Hab
Szof
Agg
Zak
Mal
Mt
Mk
Lk
Jn
Csel
Róm
1Kor
2Kor
Gal
Ef
Fil
Kol
1Tessz
2Tessz
1Tim
2Tim
Tit
Filem
Zsid
Jak
1Pét
2Pét
1Ján
2Ján
3Ján
Júd
Jel
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
KÁLDI-NEOVULGÁTA | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Történt továbbá, hogy meghalt Naás, Ammon fiainak királya, és fia lett a király helyette. | 1 Μετα δε ταυτα απεθανεν ο Ναας βασιλευς των υιων Αμμων, και εβασιλευσεν αντ' αυτου ο υιος αυτου. |
2 Így szólt ekkor Dávid: »Irgalmasságot tanúsítok Hánon, Naás fia iránt, mert atyja kedvességet tanúsított irántam.« Követeket küldött tehát Dávid, hogy vigasztalják meg őt atyja halála miatt. Amikor ezek eljutottak Ammon fiainak földjére, hogy megvigasztalják Hánont, | 2 Και ειπεν ο Δαβιδ, Θελω καμει ελεος προς Ανουν τον υιον του Ναας, επειδη ο πατηρ αυτου εκαμεν ελεος προς εμε. Και απεστειλεν ο Δαβιδ πρεσβεις, δια να παρηγορηση αυτον περι του πατρος αυτου. Και ηλθον οι δουλοι του Δαβιδ εις την γην των υιων Αμμων προς τον Ανουν, δια να παρηγορησωσιν αυτον. |
3 Ammon fiainak fejedelmei azt mondák Hánonnak: »Te talán azt hiszed, hogy Dávid atyád iránt való tiszteletből küldte el vigasztalóidat, s nem veszed észre, hogy azért jöttek hozzád szolgái, hogy kikémleljék, kifürkésszék s kilessék földedet?« | 3 Και ειπον οι αρχοντες των υιων Αμμων προς τον Ανουν, Νομιζεις οτι ο Δαβιδ τιμων τον πατερα σου απεστειλε παρηγορητας προς σε; δεν ηλθον οι δουλοι αυτου προς σε δια να ερευνησωσι και να κατασκοπευσωσι και να καταστρεψωσι τον τοπον; |
4 Erre Hánon megkopasztotta és megborotváltatta Dávid szolgáit, és levágatta ruhájukat az alfelüktől egészen a lábukig, s elbocsátotta őket. | 4 Και επιασεν ο Ανουν τους δουλους του Δαβιδ και εξυρισεν αυτους και απεκοψε το ημισυ των ιματιων αυτων μεχρι των γλουτων, και απεπεμψεν αυτους. |
5 Amikor ezek elmentek és ezt megüzenték Dávidnak, ő eléjük küldött (minthogy nagy gyalázatot szenvedtek) és megparancsolta, hogy maradjanak Jerikóban, amíg meg nem nő a szakálluk, és csak akkor térjenek vissza. | 5 Υπηγαν δε και απηγγειλαν προς τον Δαβιδ περι των ανδρων. Και απεστειλεν εις συναντησιν αυτων? επειδη οι ανδρες ησαν ητιμασμενοι σφοδρα. Και ειπεν ο βασιλευς, Καθησατε εν Ιεριχω εωσου αυξηθωσιν οι πωγωνες σας, και επιστρεψατε. |
6 Amikor aztán Ammon fiai látták, hogy méltatlanságot követtek el Dáviddal, mind Hánon, mind a többi nép, elküldött ezer talentum ezüstöt, hogy Mezopotámiából, a szíriai Maákából és Szóbából harci szekereket és lovasokat fogadjanak maguknak. | 6 Βλεποντες δε οι υιοι Αμμων οτι ησαν βδελυκτοι εις τον Δαβιδ, επεμψαν ο Ανουν και οι υιοι Αμμων χιλια ταλαντα αργυριου, δια να μισθωσωσιν εις εαυτους αμαξας και ιππεας εκ της Μεσοποταμιας και εκ της Συριας-μααχα και εκ της Σωβα. |
7 Meg is fogadtak harminckétezer harci szekeret s Maáka királyát, népével együtt. Ezek, miután megérkeztek, Medebával szemben ütöttek tábort. Ammon fiai is egybegyűltek városaikból, és hadba vonultak. | 7 Και εμισθωσαν εις εαυτους τριακοντα δυο χιλιαδας αμαξας και τον βασιλεα της Μααχα μετα του λαου αυτου, οιτινες ηλθον και εστρατοπεδευσαν κατεναντι της Μεδεβα. Και συναχθεντες οι υιοι Αμμων εκ των πολεων αυτων, ηλθον να πολεμησωσι. |
8 Amikor ezt Dávid meghallotta, odaküldte Joábot és a vitézek egész seregét. | 8 Και οτε ηκουσε ταυτα ο Δαβιδ, απεστειλε τον Ιωαβ και απαν το στρατευμα των δυνατων. |
9 Erre kivonultak Ammon fiai és a város kapuja mellett álltak csatarendbe, azok a királyok pedig, akik a segítségükre jöttek, külön, a mezőn álltak fel. | 9 Και εξηλθον οι υιοι Αμμων και παρεταχθησαν εις πολεμον κατα την πυλην της πολεως? οι δε βασιλεις οι ελθοντες ησαν καθ' εαυτους εν τη πεδιαδι. |
10 Ezért, amikor Joáb észrevette, hogy elölről is, hátulról is harc készül ellene, kiválasztotta egész Izraelből a legvitézebb embereket, és a szírek ellen indult. | 10 Βλεπων δε ο Ιωαβ οτι η μαχη παρεταχθη εναντιον αυτου εμπροσθεν και οπισθεν, εξελεξεν εκ παντων των εκλεκτων του Ισραηλ και παρεταξεν αυτους εναντιον των Συριων. |
11 A nép többi részét pedig Abizájnak, fivérének keze alá adta és azok Ammon fiai ellen indultak, | 11 Το δε υπολοιπον του λαου εδωκεν εις την χειρα του Αβισαι αδελφου αυτου, και παρεταχθησαν εναντιον των υιων Αμμων. |
12 és azt mondta: »Ha fölém kerekednek a szírek, légy segítségemre, ha pedig föléd kerekednek Ammon fiai, én segítek neked. | 12 Και ειπεν, Εαν οι Συριοι υπερισχυσωσι κατ' εμου, τοτε συ θελεις με σωσει? εαν δε οι υιοι Αμμων υπερισχυσωσι κατα σου, τοτε εγω θελω σε σωσει? |
13 Légy erős és cselekedjünk férfiasan népünkért és Istenünk városaiért, és az Úr majd megteszi azt, ami jó az ő színe előtt.« | 13 ανδριζου, και ας κραταιωθωμεν υπερ του λαου ημων και υπερ των πολεων του Θεου ημων? ο δε Κυριος ας καμη το αρεστον εις τους οφθαλμους αυτου. |
14 Elindult tehát Joáb s a vele levő nép a szírek elleni harcra és megfutamította őket. | 14 Και προσηλθεν ο Ιωαβ και ο λαος ο μετ' αυτου εναντιον των Συριων εις μαχην? οι δε εφυγον απ' εμπροσθεν αυτου. |
15 Amikor aztán Ammon fiai látták, hogy a szírek megfutamodtak, ők is megfutamodtak fivére, Abizáj elől, és visszavonultak a városba. Erre Joáb visszatért Jeruzsálembe. | 15 Και οτε ειδον οι υιοι Αμμων οτι οι Συριοι εφυγον, εφυγον και αυτοι απ' εμπροσθεν του Αβισαι του αδελφου αυτου και εισηλθον εις την πολιν. Και ο Ιωαβ ηλθεν εις Ιερουσαλημ. |
16 Amikor azonban a szírek látták, hogy vereséget szenvedtek Izrael előtt, követeket küldtek és elhozatták azokat a szíreket, akik a folyón túl laktak. Sófák, Adarézer hadvezére volt a vezérük. | 16 Ιδοντες δε οι Συριοι οτι κατετροπωθησαν εμπροσθεν του Ισραηλ, απεστειλαν μηνυτας και εξηγαγον τους Συριους τους περαν του ποταμου? και Σωφακ, ο αρχιστρατηγος του Αδαρεζερ, επορευετο εμπροσθεν αυτων. |
17 Amikor ezt hírül vitték Dávidnak, ő egybegyűjtötte egész Izraelt, átkelt a Jordánon, és meglepte őket s csatarendbe állt ellenük. Erre azok megütköztek vele. | 17 Και οτε απηγγελθη προς τον Δαβιδ, συνηθροισε παντα τον Ισραηλ, και διεβη τον Ιορδανην και ηλθεν επ' αυτους και παρεταχθη εναντιον αυτων. Και οτε παρεταχθη ο Δαβιδ εις πολεμον εναντιον των Συριων, επολεμησαν με αυτον. |
18 Ám a szírek megfutamodtak Izrael elől és Dávid hétezer szekeret s negyvenezer gyalogost pusztított el a szírek közül, Sófákot, a hadvezérüket is megölte. | 18 Και εφυγον οι Συριοι απ' εμπροσθεν του Ισραηλ? και εξωλοθρευσεν ο Δαβιδ εκ των Συριων επτα χιλιαδας αμαξων και τεσσαρακοντα χιλιαδας πεζων? και Σωφαχ, τον αρχιστρατηγον, εθανατωσε. |
19 Amikor aztán Adarézer szolgái látták, hogy Izrael föléjük kerekedett, Dávidhoz pártoltak és szolgáivá lettek, és Szíria nem akart többé segítséget nyújtani Ammon fiainak. | 19 Και ιδοντες οι δουλοι του Αδαρεζερ οτι κατετροπωθησαν εμπροσθεν του Ισραηλ, εκαμον ειρηνην μετα του Δαβιδ και εγειναν δουλοι αυτου? και δεν ηθελον πλεον οι Συριοι να βοηθησωσι τους υιους Αμμων. |