Teremtés könyve 6
1234567891011121314151617181920212223242526272829303132333435363738394041424344454647484950
Ter
Kiv
Lev
Szám
MTörv
Józs
Bír
Rút
1Sám
2Sám
1Kir
2Kir
1Krón
2Krón
Ezdr
Neh
Tób
Judit
Eszt
1Makk
2Makk
Jób
Zsolt
Péld
Préd
Én
Bölcs
Sir
Iz
Jer
Siralm
Bár
Ez
Dán
Óz
Jo
Ám
Abd
Jón
Mik
Náh
Hab
Szof
Agg
Zak
Mal
Mt
Mk
Lk
Jn
Csel
Róm
1Kor
2Kor
Gal
Ef
Fil
Kol
1Tessz
2Tessz
1Tim
2Tim
Tit
Filem
Zsid
Jak
1Pét
2Pét
1Ján
2Ján
3Ján
Júd
Jel
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
KÁLDI-NEOVULGÁTA | LXX |
---|---|
1 Amikor azután az emberek sokasodni kezdtek a földön, és leányokat nemzettek, | 1 και εγενετο ηνικα ηρξαντο οι ανθρωποι πολλοι γινεσθαι επι της γης και θυγατερες εγενηθησαν αυτοις |
2 látták az Isten fiai, hogy az emberek leányai szépek, és feleségül vették közülük mindazokat, akiket kiszemeltek. | 2 ιδοντες δε οι υιοι του θεου τας θυγατερας των ανθρωπων οτι καλαι εισιν ελαβον εαυτοις γυναικας απο πασων ων εξελεξαντο |
3 Isten ekkor így szólt: »Ne maradjon lelkem örökké az emberben, mivel test: százhúsz esztendő maradjon meg napjaiból!« | 3 και ειπεν κυριος ο θεος ου μη καταμεινη το πνευμα μου εν τοις ανθρωποις τουτοις εις τον αιωνα δια το ειναι αυτους σαρκας εσονται δε αι ημεραι αυτων εκατον εικοσι ετη |
4 Óriások voltak a földön azokban a napokban – azután, hogy az Isten fiai bementek az emberek leányaihoz, és azok szültek –, ezek az ősidők erős, híres férfiai. | 4 οι δε γιγαντες ησαν επι της γης εν ταις ημεραις εκειναις και μετ' εκεινο ως αν εισεπορευοντο οι υιοι του θεου προς τας θυγατερας των ανθρωπων και εγεννωσαν εαυτοις εκεινοι ησαν οι γιγαντες οι απ' αιωνος οι ανθρωποι οι ονομαστοι |
5 Amikor azonban az Úr látta, hogy nagy az ember gonoszsága a földön, és hogy szíve minden gondolata folyton gonoszra irányul, | 5 ιδων δε κυριος ο θεος οτι επληθυνθησαν αι κακιαι των ανθρωπων επι της γης και πας τις διανοειται εν τη καρδια αυτου επιμελως επι τα πονηρα πασας τας ημερας |
6 megbánta az Úr, hogy embert alkotott a földön, és mélyen bánkódva szívében | 6 και ενεθυμηθη ο θεος οτι εποιησεν τον ανθρωπον επι της γης και διενοηθη |
7 így szólt: »Eltörlöm a föld színéről az embert, akit teremtettem, az embert és a jószágot, a csúszómászót és az égi madarat, mert bánom, hogy alkottam őket!« | 7 και ειπεν ο θεος απαλειψω τον ανθρωπον ον εποιησα απο προσωπου της γης απο ανθρωπου εως κτηνους και απο ερπετων εως των πετεινων του ουρανου οτι εθυμωθην οτι εποιησα αυτους |
8 Noé azonban kegyelmet talált az Úr előtt. | 8 νωε δε ευρεν χαριν εναντιον κυριου του θεου |
9 Noé nemzetségének története a következő. Noé igaz és tökéletes ember volt nemzedékében: Istennel járt. | 9 αυται δε αι γενεσεις νωε νωε ανθρωπος δικαιος τελειος ων εν τη γενεα αυτου τω θεω ευηρεστησεν νωε |
10 Három fiút nemzett: Szemet, Kámot és Jáfetet. | 10 εγεννησεν δε νωε τρεις υιους τον σημ τον χαμ τον ιαφεθ |
11 A föld azonban megromlott Isten előtt, és telve volt gonoszsággal. | 11 εφθαρη δε η γη εναντιον του θεου και επλησθη η γη αδικιας |
12 Amikor aztán látta Isten, hogy a föld megromlott – mert romlott útra tért minden test a földön –, | 12 και ειδεν κυριος ο θεος την γην και ην κατεφθαρμενη οτι κατεφθειρεν πασα σαρξ την οδον αυτου επι της γης |
13 azt mondta Noénak: »Elérkezett a vége minden testnek előttem: megtelt a föld gonoszsággal általuk, s én elpusztítom őket a földről. | 13 και ειπεν ο θεος προς νωε καιρος παντος ανθρωπου ηκει εναντιον μου οτι επλησθη η γη αδικιας απ' αυτων και ιδου εγω καταφθειρω αυτους και την γην |
14 Készíts magadnak bárkát cédrusfából – kamrákat készíts a bárkában –, és kend be szurokkal belülről, kívülről. | 14 ποιησον ουν σεαυτω κιβωτον εκ ξυλων τετραγωνων νοσσιας ποιησεις την κιβωτον και ασφαλτωσεις αυτην εσωθεν και εξωθεν τη ασφαλτω |
15 Így készítsd el: háromszáz könyök legyen a bárka hossza, ötven könyök a szélessége, és harminc könyök a magassága. | 15 και ουτως ποιησεις την κιβωτον τριακοσιων πηχεων το μηκος της κιβωτου και πεντηκοντα πηχεων το πλατος και τριακοντα πηχεων το υψος αυτης |
16 Készíts ablakot a bárkára, s attól egykönyöknyire legyen a teteje; a bárka ajtaját pedig oldalt helyezd el; alsó, középső és felső fedélzetet készíts benne. | 16 επισυναγων ποιησεις την κιβωτον και εις πηχυν συντελεσεις αυτην ανωθεν την δε θυραν της κιβωτου ποιησεις εκ πλαγιων καταγαια διωροφα και τριωροφα ποιησεις αυτην |
17 Mert íme, én az özön vizeit hozom majd a földre, hogy megöljek minden testet, amelyben az élet lehelete van az ég alatt; minden, ami a földön van, elvész. | 17 εγω δε ιδου επαγω τον κατακλυσμον υδωρ επι την γην καταφθειραι πασαν σαρκα εν η εστιν πνευμα ζωης υποκατω του ουρανου και οσα εαν η επι της γης τελευτησει |
18 Veled azonban szövetséget kötök: menj be majd a bárkába, te, és veled a fiaid, a feleséged és a fiaid feleségei. | 18 και στησω την διαθηκην μου προς σε εισελευση δε εις την κιβωτον συ και οι υιοι σου και η γυνη σου και αι γυναικες των υιων σου μετα σου |
19 Vigyél be a bárkába minden állatból, minden testből kettőt-kettőt, hímet és nőstényt, hogy életben maradjanak veled. | 19 και απο παντων των κτηνων και απο παντων των ερπετων και απο παντων των θηριων και απο πασης σαρκος δυο δυο απο παντων εισαξεις εις την κιβωτον ινα τρεφης μετα σεαυτου αρσεν και θηλυ εσονται |
20 A madárból, faja szerint, a lábasjószágból, faja szerint, s a föld minden csúszómászójából, faja szerint. Mindenből kettő-kettő menjen be majd veled, hogy életben maradjon. | 20 απο παντων των ορνεων των πετεινων κατα γενος και απο παντων των κτηνων κατα γενος και απο παντων των ερπετων των ερποντων επι της γης κατα γενος αυτων δυο δυο απο παντων εισελευσονται προς σε τρεφεσθαι μετα σου αρσεν και θηλυ |
21 Végy magaddal minden eledelből is, ami ennivaló, s hordd be magadhoz, hogy eleségül legyen neked és nekik.« | 21 συ δε λημψη σεαυτω απο παντων των βρωματων α εδεσθε και συναξεις προς σεαυτον και εσται σοι και εκεινοις φαγειν |
22 Meg is tette ezt Noé. Mindent megtett úgy, ahogy Isten megparancsolta neki. | 22 και εποιησεν νωε παντα οσα ενετειλατο αυτω κυριος ο θεος ουτως εποιησεν |