Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Deuxième livre de Samuel 5


font
BIBLES DES PEUPLESGREEK BIBLE
1 Toutes les tribus d’Israël se rassemblèrent autour de David à Hébron et lui dirent: “Nous sommes de tes os et de ta chair.1 Και ηλθον πασαι αι φυλαι του Ισραηλ προς τον Δαβιδ εις Χεβρων και ειπον, λεγοντες, Ιδου, οστουν σου και σαρξ σου ειμεθα ημεις?
2 Déjà auparavant, lorsque Saül était notre roi, c’est toi qui conduisais Israël. Yahvé t’a bien dit: C’est toi qui seras le pasteur de mon peuple Israël, tu deviendras le chef d’Israël.”2 και προτερον ετι, οτε ο Σαουλ εβασιλευεν εφ' ημας, συ ησο ο εξαγων και εισαγων τον Ισραηλ? και προς σε ειπεν ο Κυριος, Συ θελεις ποιμανει τον λαον μου τον Ισραηλ, και συ θελεις εισθαι ηγεμων επι τον Ισραηλ.
3 Tous les anciens d’Israël vinrent trouver le roi à Hébron et le roi David conclut une alliance avec eux à Hébron en présence de Yahvé. Après quoi ils consacrèrent David comme roi d’Israël.3 Και ηλθον παντες οι πρεσβυτεροι του Ισραηλ προς τον βασιλεα εις Χεβρων? και εκαμεν ο βασιλευς Δαβιδ συνθηκην μετ' αυτων εις Χεβρων ενωπιον του Κυριου? και εχρισαν τον Δαβιδ βασιλεα επι τον Ισραηλ.
4 David avait 30 ans lorsqu’il devint roi, il régna 40 ans.4 Τριακοντα ετων ητο ο Δαβιδ οτε εγεινε βασιλευς, και εβασιλευσε τεσσαρακοντα ετη?
5 Il avait régné 7 ans et 6 mois à Hébron sur Juda, et il régna sur tout Israël et Juda durant 33 ans à Jérusalem.5 εν μεν Χεβρων εβασιλευσεν επι τον Ιουδαν επτα ετη και εξ μηνας? εν δε Ιερουσαλημ εβασιλευσε τριακοντα τρια ετη επι παντα τον Ισραηλ και Ιουδαν.
6 Le roi et ses hommes marchèrent sur Jérusalem pour attaquer les Jébusites qui habitaient alors la contrée. Ceux-ci dirent à David: “Tu n’entreras pas ici, même les aveugles et les boiteux te repousseraient.” Ce qui voulait dire: “David n’entrera pas ici.”6 Και υπηγεν ο βασιλευς και οι ανδρες αυτου εις Ιερουσαλημ, προς τους Ιεβουσαιους, τους κατοικουντας την γην? οιτινες ελαλησαν προς τον Δαβιδ, λεγοντες, Δεν θελεις εισελθει ενταυθα, εαν δεν εκβαλης τους τυφλους και χωλους? λεγοντες οτι ο Δαβιδ δεν ηθελε δυνηθη να εισελθη εκει.
7 Mais David s’empara de la forteresse de Sion: c’est la cité de David.7 Ο Δαβιδ ομως εκυριευσε το φρουριον Σιων? αυτη ειναι η πολις Δαβιδ.
8 Ce jour-là en effet, David avait dit: “Quiconque veut battre les Jébusites, qu’il y pénètre par le canal. Ces boiteux et ces aveugles, David les maudit!” C’est pour cela d’ailleurs que l’on dit: “Les aveugles et les boiteux n’entreront pas dans la Maison de Dieu.”8 Και ειπεν ο Δαβιδ την ημεραν εκεινην, Οστις φθαση εις τον οχετον και παταξη τους Ιεβουσαιους, και τους χωλους και τους τυφλους, τους μισουμενους υπο της ψυχης του Δαβιδ, θελει εισθαι αρχηγος. Δια τουτο λεγουσι, Τυφλος και χωλος δεν θελουσιν εισελθει εις τον οικον.
9 David s’installa dans la forteresse et l’appela cité de David, puis il construisit tout autour depuis le Millo vers l’intérieur.9 Και κατωκησεν ο Δαβιδ εν τινι φρουριω και ωνομασεν αυτο, Η πολις Δαβιδ. Και εκαμεν ο Δαβιδ οικοδομας κυκλω απο Μιλλω και εσω.
10 David allait sans cesse grandissant, et Yahvé Sabaot était avec lui.10 Και προεχωρει ο Δαβιδ και εμεγαλυνετο, και Κυριος ο Θεος των δυναμεων ητο μετ' αυτου.
11 Le roi de Tyr, Hiram, envoya une mission à David avec du bois de cèdre, des charpentiers et des tailleurs de pierre, et ils construisirent une maison pour David.11 Και απεστειλεν ο Χειραμ, βασιλευς της Τυρου, πρεσβεις προς τον Δαβιδ, και ξυλα κεδρινα και ξυλουργους και κτιστας, και ωκοδομησαν οικον εις τον Δαβιδ.
12 Alors David comprit que Yahvé l’avait confirmé comme roi sur Israël et qu’il allait rendre son règne glorieux à cause de son peuple Israël.12 Και εγνωρισεν ο Δαβιδ, οτι ο Κυριος κατεστησεν αυτον βασιλεα επι τον Ισραηλ, και οτι υψωσε την βασιλειαν αυτου δια τον λαον αυτου Ισραηλ.
13 Après que David fut arrivé d’Hébron, il se choisit encore à Jérusalem des concubines et des femmes; il en eut des fils et des filles.13 Και ελαβε προσετι ο Δαβιδ παλλακας και γυναικας εκ της Ιερουσαλημ, αφου ηλθεν εκ Χεβρων? και εγεννηθησαν ετι εις τον Δαβιδ υιοι και θυγατερες.
14 Voici les noms des enfants qu’il eut à Jérusalem: Chammoua, Chobab, Nathan, Salomon,14 ταυτα δε ειναι τα ονοματα των εις αυτον γεννηθεντων εν Ιερουσαλημ? Σαμμουα και Σωβαβ και Ναθαν και Σολομων,
15 Yibhar, Élichoua, Néfeg, Yafia,15 και Ιεβαρ και Ελισουα και Νεφεγ και Ιαφια,
16 Élichama, Baalyada et Élifélèt.16 και Ελισαμα και Ελιαδα και Ελιφαλετ.
17 Lorsque les Philistins apprirent que David avait été sacré roi de tout Israël, ils montèrent tous pour s’emparer de lui; David fut averti et il descendit au refuge.17 Οτε δε ηκουσαν οι Φιλισταιοι οτι εχρισαν τον Δαβιδ βασιλεα επι τον Ισραηλ, ανεβησαν παντες οι Φιλισταιοι να ζητησωσι τον Δαβιδ? και ο Δαβιδ ηκουσε περι τουτου και κατεβη εις το φρουριον.
18 Les Philistins vinrent se déployer dans le vallon des Réphaïm,18 Και ηλθον οι Φιλισταιοι και διεχυθησαν εις την κοιλαδα Ραφαειμ.
19 et David consulta Yahvé: “Dois-je attaquer les Philistins? Les livreras-tu entre mes mains?” Yahvé répondit à David: “Attaque-les, je livrerai les Philistins entre tes mains.”19 Και ερωτησεν ο Δαβιδ τον Κυριον, λεγων, Να αναβω προς τους Φιλισταιους; θελεις παραδωσει αυτους εις την χειρα μου; Και ειπεν ο Κυριος προς τον Δαβιδ, Αναβα? διοτι βεβαιως θελω παραδωσει τους Φιλισταιους εις την χειρα σου.
20 David avança sur Baal-Pérasim, et là, il les écrasa. “Yahvé, dit-il, a été comme un torrent: il m’a ouvert une brèche dans les lignes ennemies.” C’est pourquoi on appela cet endroit Baal-Pérasim (le Seigneur de la Brèche).20 Και ηλθεν ο Δαβιδ εις Βααλ-φερασειμ, και εκει επαταξεν αυτους ο Δαβιδ και ειπεν, Ο Κυριος διεκοψε τους εχθρους μου εμπροσθεν μου, καθως διακοπτονται τα υδατα. Δια τουτο εκαλεσθη το ονομα του τοπου εκεινου Βααλ-φερασειμ.
21 Les Philistins laissèrent là leurs idoles, David et ses hommes les emportèrent.21 Και εκει κατελιπον τα ειδωλα αυτων, και εσηκωσαν αυτα ο Δαβιδ και οι ανδρες αυτου.
22 Une fois de plus les Philistins montèrent et se déployèrent dans le vallon des Réphaïm,22 Και ανεβησαν παλιν οι Φιλισταιοι και διεχυθησαν εις την κοιλαδα Ραφαειμ.
23 David consulta Yahvé qui répondit: “Ne les attaque pas de front, prends-les par derrière, passe du côté du bois.23 Και οτε ηρωτησεν ο Δαβιδ τον Κυριον, ειπε, Μη αναβης? στρεψον οπισω αυτων και επιπεσον επ' αυτους απεναντι των συκαμινων.
24 Lorsque tu entendras un bruit de pas au sommet des arbres, dépêche-toi: c’est Yahvé qui sort devant toi pour écraser l’armée des Philistins.”24 και οταν ακουσης θορυβον διαβασεως επι των κορυφων των συκαμινων, τοτε θελεις σπευσει διοτι τοτε ο Κυριος θελει εξελθει εμπροσθεν σου, δια να παταξη το στρατοπεδον των Φιλισταιων.
25 David fit donc comme Yahvé le lui avait commandé, et il battit les Philistins depuis Gabaon jusqu’à l’entrée de Guézer.25 Και εκαμεν ο Δαβιδ, καθως προσεταξεν εις αυτον ο Κυριος? και επαταξε τους Φιλισταιους απο Γαβαα εως της εισοδου Γεζερ.