Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

Jeremiás könyve 32


font
KÁLDI-NEOVULGÁTAGREEK BIBLE
1 Az ige, amely elhangzott Jeremiáshoz az Úrtól, Cidkijának, Júda királyának tizedik esztendejében; ez az esztendő Nebukadnezárnak tizennyolcadik esztendeje volt.1 Ο λογος ο γενομενος προς τον Ιερεμιαν παρα Κυριου εν τω δεκατω ετει του Σεδεκιου βασιλεως του Ιουδα, το οποιον ητο το δεκατον ογδοον ετος του Ναβουχοδονοσορ.
2 Akkor Babilon királyának hadserege ostromolta Jeruzsálemet, Jeremiás próféta pedig be volt zárva az őrség udvarába, mely Júda királyának házában volt.2 Και τοτε το στρατευμα του βασιλεως της Βαβυλωνος επολιορκει την Ιερουσαλημ? και ο Ιερεμιας ο προφητης ητο κεκλεισμενος εν τη αυλη της φυλακης, της εν τω οικω του βασιλεως του Ιουδα.
3 Cidkija, Júda királya ugyanis bezáratta őt, mondván: »Miért prófétálsz e szavakkal: ‘Így szól az Úr: Íme, én ezt a várost Babilon királyának kezébe adom, hogy elfoglalja.3 Διοτι Σεδεκιας ο βασιλευς του Ιουδα ειχε κλεισει αυτον, λεγων, Δια τι συ προφητευεις λεγων, Ουτω λεγει Κυριος, Ιδου, εγω θελω παραδωσει την πολιν ταυτην εις την χειρα του βασιλεως της Βαβυλωνος και θελει κυριευσει αυτην?
4 Cidkija, Júda királya sem menekül meg a káldeaiak kezéből, hanem egész biztosan Babilon királyának kezébe kerül, személyesen beszél vele, és szemtől szemben fogja látni.4 και Σεδεκιας ο βασιλευς του Ιουδα δεν θελει εκφυγει εκ της χειρος των Χαλδαιων, αλλα θελει βεβαιως παραδοθη εις την χειρα του βασιλεως της Βαβυλωνος και θελει λαλησει μετ' αυτου στομα προς στομα και οι οφθαλμοι αυτου θελουσιν ιδει τους οφθαλμους αυτου?
5 Az pedig Babilonba viszi Cidkiját, aki ott lesz, míg meg nem látogatom – mondja az Úr. – Ha harcoltok a káldeaiak ellen, nem boldogultok!’«5 και θελει φερει τον Σεδεκιαν εις την Βαβυλωνα και εκει θελει εισθαι, εωσου επισκεφθω αυτον, λεγει Κυριος? και εαν πολεμησητε τους Χαλδαιους, δεν θελετε ευδοκιμησει.
6 Akkor Jeremiás ezt mondta: »Így hangzott hozzám az Úr igéje:6 Και ειπεν ο Ιερεμιας, Εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων,
7 Íme, Hananeél, Sellumnak, nagybátyádnak fia jön majd hozzád, és ezt mondja: ‘Vedd meg magadnak szántóföldemet, mely Anatótban van, mert tied a megváltás joga, hogy megvedd!’7 Ιδου, Αναμεηλ, ο υιος του Σαλλουμ του θειου σου, θελει ελθει προς σε, λεγων, Αγορασον εις σεαυτον τον αγρον μου τον εν Αναθωθ? διοτι εις σε ανηκει το δικαιωμα εξαγορας δια να αγορασης αυτον.
8 El is jött hozzám Hananeél, nagybátyám fia, az Úr igéje szerint az őrség udvarába, és ezt mondta nekem: ‘Vedd meg hát szántóföldemet, mely Anatótban, Benjamin földjén van, mert tied a birtoklás joga, és téged illet a megváltás; vedd meg magadnak!’ Felismertem, hogy az Úr szava az.8 Και ηλθε προς εμε Αναμεηλ, ο υιος του θειου μου, εις την αυλην της φυλακης, κατα τον λογον του Κυριου, και ειπε προς εμε, Αγορασον, παρακαλω, τον αγρον μου τον εν Αναθωθ, τον εν τη γη Βενιαμιν? διοτι εις σε ανηκει το δικαιωμα της κληρονομιας και εις σε η εξαγορα? αγορασον αυτον εις σεαυτον. Τοτε εγνωρισα οτι λογος Κυριου ητο ουτος.
9 Megvettem tehát Hananeéltől, nagybátyám fiától a szántóföldet, mely Anatótban van, és kimértem neki az ezüstöt: tizenhét ezüstsékelt.9 Και ηγορασα παρα του Αναμεηλ, υιου του θειου μου, τον αγρον τον εν Αναθωθ και εζυγισα προς αυτον τα χρηματα, δεκαεπτα σικλους αργυριου.
10 Megírtam a szerződést, lepecsételtem, és tanúkat állítottam, majd kimértem mérlegen az ezüstöt.10 Και εγραψα το συμφωνητικον και εσφραγισα και εβαλον μαρτυρας και εζυγισα τα χρηματα εν τη πλαστιγγι.
11 Azután fogtam az adásvételi szerződést, a lepecsételtet – a rendelkezéssel és a megállapodásokkal – meg a nyitottat,11 Και ελαβον το συμφωνητικον της αγορας, το εσφραγισμενον κατα τον νομον και την συνηθειαν και το ανοικτον?
12 és átadtam az adásvételi szerződést Báruknak, Néri fiának, aki Maaszja fia volt, nagybátyám fia, Hananeél szeme előtt és a tanúk szeme előtt, akik aláírták az adásvételi szerződést; mindazoknak a júdaiaknak szeme előtt, akik az őrség udvarában ültek.12 και εδωκα το συμφωνητικον της αγορας εις τον Βαρουχ τον υιον του Νηριου υιου του Μαασιου, εμπροσθεν του Αναμεηλ υιου του θειου μου και εμπροσθεν των μαρτυρων των υπογραψαντων το συμφωνητικον της αγορας, εμπροσθεν παντων των Ιουδαιων των καθημενων εν τη αυλη της φυλακης.
13 Ezt parancsoltam Báruknak, a szemük előtt:13 Και προσεταξα τον Βαρουχ εμπροσθεν αυτων, λεγων,
14 Így szól a Seregek Ura, Izrael Istene: Vedd ezeket az iratokat, ezt az adásvételi szerződést, a lepecsételtet is, meg ezt a nyitott szerződést is, és tedd őket cserépedénybe, hogy sok ideig megmaradjanak!14 Ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων, ο Θεος του Ισραηλ? Λαβε τα συμφωνητικα ταυτα, το συμφωνητικον τουτο της αγορας και το εσφραγισμενον και το συμφωνητικον τουτο το ανοικτον? και θες αυτα εις αγγειον πηλινον, δια να διαμενωσιν ημερας πολλας.
15 Mert így szól a Seregek Ura, Izrael Istene: Fognak még vásárolni házakat, szántóföldeket és szőlőket ebben az országban.15 Διοτι ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων, ο Θεος του Ισραηλ? Οικιαι και αγροι και αμπελοι θελουσιν αποκτηθη παλιν εν ταυτη τη γη.
16 Miután átadtam az adásvételi szerződést Báruknak, Néri fiának, így imádkoztam az Úrhoz:16 Αφου δε εδωκα το συμφωνητικον, της αγορας εις τον Βαρουχ τον υιον του Νηριου προσηυχηθην εις τον Κυριον, λεγων,
17 Ó, Uram, Isten! Íme, te alkottad az eget és a földet nagy hatalmaddal és kinyújtott karoddal; neked semmi sem lehetetlen.17 Ω Κυριε Θεε? ιδου, συ εκαμες τον ουρανον και την γην εν τη δυναμει σου τη μεγαλη και εν τω βραχιονι σου τω εξηπλωμενω? δεν ειναι ουδεν πραγμα δυσκολον εις σε.
18 Te kegyelmet gyakorolsz ezrekkel, de megfizetsz az atyák bűnéért őutánuk fiaik ölébe; nagy és erős Isten, akinek Seregek Ura a neve!18 Καμνεις ελεος εις χιλιαδας και ανταποδιδεις την ανομιαν των πατερων εις τον κολπον των τεκνων αυτων μετ' αυτους? ο Θεος ο μεγας, ο ισχυρος, Κυριος των δυναμεων το ονομα αυτου,
19 Nagy vagy a tervezésben, és hatalmas a cselekvésben. Szemed nyitva tartod az emberek fiainak minden útja fölött, hogy megfizess mindenkinek útjai szerint és cselekedeteinek gyümölcse szerint.19 μεγας εν βουλη και δυνατος εν εργοις? διοτι οι οφθαλμοι σου ειναι ανεωγμενοι επι πασας τας οδους των υιων των ανθρωπων, δια να δωσης εις εκαστον κατα τας οδους αυτου και κατα τον καρπον των εργων αυτου?
20 Te jeleket és csodákat tettél Egyiptom földjén mind a mai napig, és Izraelben is, az emberek között. Nevet szereztél magadnak, amint az ma is megvan.20 οστις εκαμες σημεια και τερατα εν τη γη της Αιγυπτου, γνωστα εως της ημερας ταυτης, και εν Ισραηλ και εν ανθρωποις? και εκαμες εις σεαυτον ονομα, ως την ημεραν ταυτην.
21 Kihoztad népedet, Izraelt Egyiptom földjéről, jelekkel és csodákkal, erős kézzel és kinyújtott karral, nagy félelem közepette.21 και εξηγαγες τον λαον σου τον Ισραηλ εκ γης Αιγυπτου με σημεια και με τερατα και με κραταιαν χειρα και με βραχιονα εξηπλωμενον και με τρομον μεγαν?
22 Nekik adtad ezt a földet, melyről megesküdtél atyáiknak, hogy nekik adod: a tejjel-mézzel folyó földet.22 και εδωκας εις αυτους την γην ταυτην, την οποιαν ωμοσας προς τους πατερας αυτων να δωσης εις αυτους, γην ρεουσαν γαλα και μελι?
23 Be is mentek, és birtokba vették, de nem hallgattak szavadra, és nem jártak törvényed szerint; mindazt, amit parancsoltál nekik, hogy megtegyék, nem tették meg. Ezért hoztad rájuk mindezt a bajt.23 και εισηλθον και εκληρονομησαν αυτην? αλλα δεν υπηκουσαν εις την φωνην σου ουδε περιεπατησαν εν τω νομω σου? δεν εκαμον ουδεν εκ παντων οσα προσεταξας εις αυτους να καμωσι? δια τουτο επεφερες επ' αυτους απαν τουτο το κακον.
24 Íme, az ostromsáncok elérték a várost, hogy elfoglalják, és a város az ellene harcoló káldeaiak kezébe adatott, a kard, az éhínség és a dögvész folytán. Amit mondtál, megtörtént: íme, magad is látod.24 Ιδου, τα χαρακωματα εφθασαν εις την πολιν, δια να κυριευσωσιν αυτην? και η πολις εδοθη εις την χειρα των Χαλδαιων των πολεμουντων κατ' αυτης, εξ αιτιας της μαχαιρας και της πεινης και του λοιμου? και ο, τι ελαλησας, εγεινε? και ιδου, βλεπεις?
25 Te mégis azt mondtad nekem, Uram Isten: Vedd meg magadnak a szántóföldet ezüstért, és állíts tanúkat! Pedig a város a káldeaiak kezébe adatott!«25 και συ ειπας προς εμε, Κυριε Θεε, Αγορασον εις σεαυτον τον αγρον δι' αργυριου και παραστησον μαρτυρας? και η πολις εδοθη εις την χειρα των Χαλδαιων.
26 Ekkor így hangzott az Úr igéje Jeremiáshoz:26 Και εγεινε λογος Κυριου προς τον Ιερεμιαν, λεγων,
27 »Íme, én vagyok az Úr, minden testnek Istene. Vajon lehetetlen-e nekem bármi is?27 Ιδου, εγω ειμαι Κυριος ο Θεος πασης σαρκος? ειναι τι πραγμα δυσκολον εις εμε;
28 Ezért így szól az Úr: Íme, én ezt a várost a káldeaiak kezébe adom, és Nebukadnezárnak, Babilon királyának kezébe, hogy elfoglalja.28 δια τουτο ουτω λεγει Κυριος? Ιδου, θελω παραδωσει την πολιν ταυτην εις την χειρα των Χαλδαιων και εις την χειρα του Ναβουχοδονοσορ βασιλεως της Βαβυλωνος, και θελει κυριευσει αυτην?
29 Bejönnek a káldeaiak, akik harcolnak e város ellen, felgyújtják és felégetik tűzzel ezt a várost; a házakat, melyeknek tetején Baálnak tömjéneztek, és más isteneknek öntöttek italáldozatot, hogy bosszantsanak engem.29 και οι Χαλδαιοι οι πολεμουντες κατα της πολεως ταυτης θελουσιν ελθει και βαλει πυρ εις την πολιν ταυτην και κατακαυσει αυτην και τας οικιας, επι τα δωματα των οποιων εθυμιαζον εις τον Βααλ και εκαμνον σπονδας εις αλλους θεους, δια να με παροργισωσι.
30 Mert Izrael fiai és Júda fiai mindig csak azt tették, ami rossz a szememben, ifjúságuktól fogva; bizony, Izrael fiai csak bosszantanak engem kezük alkotásával – mondja az Úr. –30 Διοτι οι υιοι Ισραηλ και οι υιοι Ιουδα κακον μονον εκαμνον ενωπιον μου εκ νεοτητος αυτων? διοτι οι υιοι Ισραηλ αλλο δεν εκαμνον, παρα να με παροργιζωσι δια των εργων των χειρων αυτων, λεγει Κυριος.
31 Mert haragot és bosszúságot okozott nekem ez a város, attól a naptól fogva, amelyen felépítették, mind a mai napig, ezért eltávolítom színem elől;31 Διοτι η πολις αυτη εσταθη εις εμε ερεθισμος της οργης μου και του θυμου μου, αφ' ης ημερας ωκοδομησαν αυτην εως της ημερας ταυτης, δια να απορριψω αυτην απ' εμπροσθεν μου,
32 Izrael fiainak és Júda fiainak minden gonoszsága miatt, amit bosszantásomra tettek ők, a királyaik, fejedelmeik, papjaik és prófétáik, Júda férfiai és Jeruzsálem lakói.32 ενεκεν πασης της κακιας των υιων Ισραηλ και των υιων Ιουδα, την οποιαν εκαμον δια να με παροργισωσιν, αυτοι, οι βασιλεις αυτων, οι αρχοντες αυτων, οι ιερεις αυτων και οι προφηται αυτων και οι ανδρες Ιουδα και οι κατοικοι της Ιερουσαλημ.
33 Hátukat fordították felém, és nem arcukat, pedig tanítottam őket, idejekorán tanítottam, de nem hallgatták meg, és nem fogadták meg az intelmet.33 Και εστρεψαν νωτα προς εμε και ουχι προσωπον? και εδιδασκον αυτους εγειρομενος πρωι και διδασκων, πλην δεν ηκουσαν, ωστε να λαβωσι παιδειαν?
34 Elhelyezték undokságaikat abban a házban, mely az én nevemet viseli, hogy tisztátalanná tegyék azt.34 αλλ' εθεσαν τα βδελυγματα αυτων εν τω οικω, εφ' ον εκληθη το ονομα μου, δια να μιανωσιν αυτον.
35 Felépítették Baál magaslatait a Ben-Hinnom völgyében, hogy tűzön küldjék át fiaikat és leányaikat Moloknak, amit nem parancsoltam nekik, és eszembe sem jutott, hogy megtegyék ezt az utálatosságot, és így bűnbe vigyék Júdát.«35 Και ωκοδομησαν τους υψηλους τοπους του Βααλ τους εν τη φαραγγι του υιου Εννομ, δια να διαπερασωσι τους υιους αυτων και τας θυγατερας αυτων δια του πυρος εις τον Μολοχ? το οποιον δεν προσεταξα εις αυτους ουδε ανεβη επι την καρδιαν μου, να πραξωσι το βδελυγμα τουτο, ωστε να καμωσι τον Ιουδαν να αμαρτανη.
36 Most mégis így szól az Úr, Izrael Istene ehhez a városhoz, melyről ti azt mondjátok, hogy Babilon királyának kezébe adatott, a kard, az éhínség és a dögvész által:36 Και τωρα δια ταυτα ουτω λεγει Κυριος, ο Θεος του Ισραηλ, περι της πολεως ταυτης, περι ης υμεις λεγετε, Θελει παραδοθη εις την χειρα του βασιλεως της Βαβυλωνος, δια μαχαιρας και δια πεινης και δια λοιμου?
37 »Íme, én összegyűjtöm őket minden országból, ahová elűztem őket haragomban és indulatomban, nagy bosszúsággal; visszahozom őket erre a helyre, és letelepítem biztonságban.37 ιδου, θελω συναξει αυτους εκ παντων των τοπων, οπου εδιωξα αυτους εν τη οργη μου και εν τω θυμω μου και εν τη μεγαλη αγανακτησει μου? και θελω επιστρεψει αυτους εις τον τοπον τουτον και θελω κατοικισει αυτους εν ασφαλεια?
38 Az én népem lesznek, én pedig az ő Istenük leszek.38 και θελουσιν εισθαι λαος μου και εγω θελω εισθαι Θεος αυτων?
39 Egy szívet és egy utat adok nekik, hogy féljenek engem minden időben, és jó dolguk legyen nekik és fiaiknak is utánuk.39 και θελω δωσει εις αυτους καρδιαν μιαν και οδον μιαν, δια να με φοβωνται πασας τας ημερας, δια το καλον αυτων και των τεκνων αυτων μετ' αυτους?
40 Örök szövetséget kötök velük: nem fordulok el tőlük, hogy jót tegyek velük. Szívükbe adom félelmemet, hogy ne távozzanak el tőlem.40 και θελω καμει διαθηκην αιωνιον προς αυτους, οτι δεν θελω αποστρεψει απ' οπισω αυτων, δια να αγαθοποιω αυτους? και θελω δωσει τον φοβον μου εις τας καρδιας αυτων, δια να μη αποστατησωσιν απ' εμου?
41 Örvendezni fogok miattuk, hogy jót teszek velük; és elültetem őket ebbe a földbe hűséggel, egész szívemmel és egész lelkemmel.41 και θελω ευφραινεσθαι επ' αυτους εις το να αγαθοποιω αυτους, και θελω φυτευσει αυτους εν τη γη ταυτη κατα αληθειαν, εξ ολης μου της καρδιας και εξ ολης μου της ψυχης.
42 Mert így szól az Úr: Ahogy elhoztam erre a népre mindezt a nagy bajt, úgy hozom el rájuk mindazt a jót, amit kimondok róluk.42 Διοτι ουτω λεγει Κυριος? Καθως επεφερα επι τουτον τον λαον παντα ταυτα τα μεγαλα κακα, ουτω θελω επιφερει επ' αυτους παντα τα αγαθα, τα οποια εγω ελαλησα περι αυτων.
43 Fognak még szántóföldet vásárolni ebben az országban, melyről ti azt mondjátok, hogy pusztaság az, ember és állat nélkül, amely a káldeaiak kezébe adatott.43 Και θελουσιν αποκτηθη αγροι εν τη γη ταυτη, περι της οποιας σεις λεγετε, Ειναι ερημος χωρις ανθρωπου η κτηνους? παρεδοθη εις την χειρα των Χαλδαιων.
44 Ezüstért vásárolnak majd szántóföldeket, megírják a szerződést, lepecsételik, és tanúkat állítanak Benjamin földjén és Jeruzsálem környékén, Júda városaiban és a hegyvidék városaiban, az alföld városaiban és a délvidék városaiban, mert jóra fordítom sorsukat« – mondja az Úr.44 Θελουσιν αγοραζει αγρους δι' αργυριου και υπογραφει συμφωνητικα και σφραγιζει και θελουσι παριστανει μαρτυρας, εν τη γη Βενιαμιν και εν τοις περιξ Ιερουσαλημ και εν ταις πολεσι του Ιουδα και εν ταις πολεσι της ορεινης και εν ταις πολεσι της πεδινης και εν ταις πολεσι του νοτου? διοτι θελω επιστρεψει την αιχμαλωσιαν αυτων, λεγει Κυριος.