A zsoltárok könyve 110
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Ter
Kiv
Lev
Szám
MTörv
Józs
Bír
Rút
1Sám
2Sám
1Kir
2Kir
1Krón
2Krón
Ezdr
Neh
Tób
Judit
Eszt
1Makk
2Makk
Jób
Zsolt
Péld
Préd
Én
Bölcs
Sir
Iz
Jer
Siralm
Bár
Ez
Dán
Óz
Jo
Ám
Abd
Jón
Mik
Náh
Hab
Szof
Agg
Zak
Mal
Mt
Mk
Lk
Jn
Csel
Róm
1Kor
2Kor
Gal
Ef
Fil
Kol
1Tessz
2Tessz
1Tim
2Tim
Tit
Filem
Zsid
Jak
1Pét
2Pét
1Ján
2Ján
3Ján
Júd
Jel
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
KÁLDI-NEOVULGÁTA | LXX |
---|---|
1 Dávid zsoltára. Szólt az Úr az én Uramnak: »Ülj az én jobbomra, amíg ellenségeidet lábad zsámolyává teszem.« | 1 αλληλουια εξομολογησομαι σοι κυριε εν ολη καρδια μου εν βουλη ευθειων και συναγωγη |
2 Hatalmas jogarodat kinyújtja az Úr Sionból: uralkodj ellenségeid között! | 2 μεγαλα τα εργα κυριου εξεζητημενα εις παντα τα θεληματα αυτου |
3 Tied lesz az uralom hatalmadnak napján a szentek fényességében; A hajnalcsillag előtt, mint harmatot, nemzettelek téged. | 3 εξομολογησις και μεγαλοπρεπεια το εργον αυτου και η δικαιοσυνη αυτου μενει εις τον αιωνα του αιωνος |
4 Megesküdött az Úr és nem bánja meg: »Pap vagy te mindörökké Melkizedek rendje szerint.« | 4 μνειαν εποιησατο των θαυμασιων αυτου ελεημων και οικτιρμων ο κυριος |
5 Jobbod felől az Úr áll, királyokat tipor össze haragjának napján. | 5 τροφην εδωκεν τοις φοβουμενοις αυτον μνησθησεται εις τον αιωνα διαθηκης αυτου |
6 Ítéletet tart a nemzetek között: halomba rakja a halottakat, fejeket zúz össze a széles földön. | 6 ισχυν εργων αυτου ανηγγειλεν τω λαω αυτου του δουναι αυτοις κληρονομιαν εθνων |
7 Patakból iszik útközben, azért emeli magasra fejét. | 7 εργα χειρων αυτου αληθεια και κρισις πισται πασαι αι εντολαι αυτου |
8 εστηριγμεναι εις τον αιωνα του αιωνος πεποιημεναι εν αληθεια και ευθυτητι | |
9 λυτρωσιν απεστειλεν τω λαω αυτου ενετειλατο εις τον αιωνα διαθηκην αυτου αγιον και φοβερον το ονομα αυτου | |
10 αρχη σοφιας φοβος κυριου συνεσις αγαθη πασι τοις ποιουσιν αυτην η αινεσις αυτου μενει εις τον αιωνα του αιωνος |