Scrutatio

Giovedi, 16 maggio 2024 - San Simone Stock ( Letture di oggi)

Livre d'Isaïe 41


font
BIBLES DES PEUPLESGREEK BIBLE
1 Îles, taisez-vous, écoutez-moi, tous les peuples, venez, approchez-vous! Et puis vous viendrez prendre la parole, car nous avons à plaider ensemble.1 Σιωπατε ενωπιον μου, νησοι? οι λαοι ας ανανεωσωσι δυναμιν? και ας πλησιασωσι και τοτε ας λαλησωσιν? ας προσελθωμεν ομου εις κρισιν.
2 Qui a fait venir de l’orient, celui qui a rendez-vous avec la victoire? Qui lui soumet les nations et les rois? Son épée les réduit en poussière son arc, en paille qu’emporte le vent.2 Τις ηγειρε τον δικαιον απο της ανατολης, προσεκαλεσεν αυτον κατα ποδας αυτου, παρεδωκεν εις αυτον τα εθνη και κατεστησεν αυτον κυριον επι τους βασιλεις; τις παρεδωκεν αυτους εις την μαχαιραν αυτου ως χωμα, και εις το τοξον αυτου ως αχυρον ωθουμενον απο ανεμου;
3 Il les poursuit sans risques sur des chemins qu’il ne fait qu’effleurer.3 Κατεδιωξεν αυτους και διηλθεν ασφαλως δια της οδου, την οποιαν δεν ειχε περιπατησει με τους ποδας αυτου.
4 Qui a fait cela, qui en est l’auteur? Moi qui, depuis l’origine, fais monter les générations. Moi, Yahvé, je suis le premier, et je serai encore avec les derniers.4 Τις ενηργησε και εκαμε τουτο, καλων τας γενεας απ' αρχης; Εγω ο Κυριος, ο πρωτος και ο μετα των εσχατων? εγω αυτος.
5 Les îles l’ont vu et elles se sont effrayées, les extrémités de la terre en ont tremblé.5 Αι νησοι ειδον και εφοβηθησαν? τα περατα της γης ετρομαξαν, επλησιασαν και ηλθον.
6 (Chacun aide son compagnon et lui dit: “Courage!”6 Εβοηθησαν εκαστος τον πλησιον αυτου? και ειπε προς τον αδελφον αυτου, Ισχυε.
7 L’artisan encourage l’orfèvre, celui qui finit au marteau encourage celui qui tape sur l’enclume. Il dit de la soudure: “Elle est bonne”, et il la renforce avec des clous pour que rien ne bouge.)7 Και ο ξυλουργος ενισχυε τον χρυσοχοον και ο λεπτυνων με την σφυραν, τον σφυροκοπουντα επι τον ακμονα, λεγων, Καλον ειναι δια την συγκολλησιν? και στερεονει αυτο με καρφια, δια να μη κινηται.
8 Mais toi, Israël, mon serviteur, Jacob que j’ai choisi, race d’Abraham mon ami,8 Αλλα συ, Ισραηλ, δουλε μου, Ιακωβ, εκλεκτε μου, το σπερμα Αβρααμ του αγαπητου μου,
9 je t’ai saisi aux extrémités de la terre. Je t’ai appelé d’une région lointaine et je t’ai dit: “Tu es mon serviteur que j’ai choisi avant tout autre.”9 συ, τον οποιον ελαβον εκ των ακρων της γης και σε εκαλεσα εκ των εσχατων αυτης και σοι ειπα, Συ εισαι ο δουλος μου? εγω σε εξελεξα και δεν θελω σε απορριψει?
10 Ne crains rien car je suis avec toi, n’aie pas peur car je suis ton Dieu. Je t’ai donné la force, et puis je t’ai aidé, et je t’ai soutenu de ma main victorieuse.10 μη φοβου? διοτι εγω ειμαι μετα σου? μη τρομαζε? διοτι εγω ειμαι ο Θεος σου? σε ενισχυσα? μαλιστα σε εβοηθησα? μαλιστα σε υπερησπισθην δια της δεξιας της δικαιοσυνης μου.
11 Ceux qui crient après toi s’en iront déçus, confus; tes adversaires seront réduits à rien et périront.11 Ιδου, παντες οι ωργισμενοι κατα σου θελουσι καταισχυνθη και εντραπη? θελουσιν εισθαι ως μηδεν? και οι αντιδικοι σου θελουσιν αφανισθη.
12 Tu chercheras les opposants et tu ne les trouveras plus, ceux qui te font la guerre seront réduits à rien, anéantis.12 Θελεις ζητησει αυτους και δεν θελεις ευρει αυτους, τους εναντιουμενους εις σε? οι πολεμουντες κατα σου θελουσι γεινει μηδεν και ως εξουθενημα.
13 Car moi, Yahvé, je suis ton Dieu. Je t’ai saisi par la main droite et je te dis: “Ne crains pas, je suis ton secours.”13 Διοτι εγω Κυριος ο Θεος σου ειμαι ο κρατων την δεξιαν σου, λεγων προς σε, Μη φοβου? εγω θελω σε βοηθησει.
14 Ne crains pas, pauvre Jacob, toi Israël, si fragile! C’est moi ton secours - parole de Yahvé. Le Saint d’Israël s’est fait ton rédempteur.14 Μη φοβου, σκωληξ Ιακωβ, θνητοι του Ισραηλ? εγω θελω σε βοηθει, λεγει ο Κυριος? και λυτρωτης σου ειναι ο Αγιος του Ισραηλ.
15 Je veux faire de toi une herse, un traîneau tout neuf à doubles dents. Tu écraseras les montagnes, tu les mettras en pièces et tu rendras les collines semblables à la paille.15 Ιδου, εγω θελω σε καμει νεον κοπτερον αλωνιστηριον οργανον οδοντωτον? θελεις αλωνισει τα ορη και λεπτυνει αυτα, και θελεις καμει τους λοφους ως λεπτον αχυρον.
16 Tu les vanneras et le vent les emportera, l’ouragan les dispersera, et toi, tu seras tout fier de Yahvé; le Saint d’Israël sera ta gloire.16 Θελεις ανεμισει αυτα και ο ανεμος θελει σηκωσει αυτα και ο ανεμοστροβιλος θελει διασκορπισει αυτα? συ δε θελεις ευφρανθη εις τον Κυριον και θελεις δοξασθη εν τω Αγιω του Ισραηλ.
17 Les pauvres cherchent de l’eau, et rien; leur langue est desséchée par la soif. Mais moi, Yahvé, je réponds à leur appel; moi, le Dieu d’Israël, je ne les abandonnerai pas.17 Οταν οι πτωχοι και ενδεεις ζητησωσιν υδωρ και δεν υπαρχη, η γλωσσα δε αυτων ξηραινηται υπο διψης, εγω ο Κυριος θελω εισακουσει αυτους, ο Θεος του Ισραηλ δεν θελω εγκαταλειψει αυτους.
18 Je ferai jaillir des torrents sur les montagnes déboisées, des sources au milieu des vallées. Je ferai du désert un étang, et sur la terre aride couleront des fontaines.18 Θελω ανοιξει ποταμους εν υψηλοις τοποις και πηγας εν μεσω των κοιλαδων? θελω καμει την ερημον λιμνας υδατων και την ξηραν γην πηγας υδατων.
19 Dans le désert je planterai le cèdre, l’acacia, le chêne et l’olivier; dans la steppe je mettrai côte à côte le cyprès, le platane et le buis.19 Εν τη ερημω θελω εμφυτευσει την κεδρον, το δενδρον της σιττης και τον μυρτον και την ελαιαν? εν τη ακατοικητω γη θελω βαλει την ελατον, την πευκην και τον πυξον ομου?
20 Alors on verra et on saura, on réfléchira et comprendra tout à la fois, que c’est la main de Yahvé qui a fait ces choses, c’est le Saint d’Israël qui les a créées.20 δια να ιδωσι και να γνωρισωσι και να στοχασθωσι και να εννοησωσιν ομου, οτι η χειρ του Κυριου εκαμε τουτο και ο Αγιος του Ισραηλ εδημιουργησεν αυτο.
21 Venez défendre votre cause, dit Yahvé, donnez vos arguments, dit le roi de Jacob.21 Παραστησατε την δικην σας, λεγει Κυριος? προφερετε τα ισχυρα σας επιχειρηματα, λεγει ο βασιλευς του Ιακωβ.
22 Qu’ils s’approchent, et qu’ils nous parlent des événements à venir. Vos prédictions passées, quelles étaient-elles? Nous y ferons très attention pour en connaître la suite. Ou bien parlez-nous des événements à venir,22 Ας πλησιασωσι και ας δειξωσιν εις ημας τι θελει συμβη? ας αναγγειλωσι τα προτερα, τι ησαν, δια να στοχασθωμεν αυτα και να γνωρισωμεν τα εσχατα αυτων? η ας αναγγειλωσι προς ημας τα μελλοντα.
23 annoncez-nous ce qui doit arriver, et nous saurons que vous êtes des dieux. Au moins faites quelque chose, bien ou mal, nous le verrons et nous vous craindrons.23 Αναγγειλατε τα συμβησομενα εις το μετεπειτα, δια να γνωρισωμεν οτι εισθε θεοι? καμετε ετι καλον η καμετε κακον, δια να θαυμασωμεν και να ιδωμεν ομου.
24 Mais non, vous n’êtes rien, et vos œuvres sont moins que rien: comment peut-on vous choisir?24 Ιδου, σεις εισθε ολιγωτερον παρα το μηδεν, και το εργον σας χειροτερον παρα το μηδεν? οστις σας εκλεγει, ειναι βδελυγμα.
25 (Dieu dit:) Du nord je l’ai appelé, et il est venu, depuis l’orient il a été appelé par son nom. Il piétine les gouverneurs comme de la boue, comme le potier quand il prépare son argile.25 Ηγειρα ενα εκ βορρα και θελει ελθει? απ' ανατολων ηλιου θελει επικαλεισθαι το ονομα μου? και θελει πατησει επι τους ηγεμονας ως επι πηλον και ως ο κεραμευς καταπατει τον αργιλον.
26 Mais qui l’avait annoncé depuis le début, pour que nous le sachions? Il fallait le dire à l’avance, et nous pourrions dire: C’est exact! Mais nul ne l’a annoncé, nul ne l’a fait savoir; personne n’a entendu vos paroles.26 Τις ανηγγειλε ταυτα απ' αρχης, δια να γνωρισωμεν; και προ του καιρου, δια να ειπωμεν, αυτος ειναι ο δικαιος; Αλλ' ουδεις ο αναγγελλων? αλλ' ουδεις ο διακηρυττων? αλλ' ουδεις ο ακουων τους λογους σας.
27 Moi le premier j’ai dit à Sion: Les voilà! j’ai dit à Jérusalem: Je t’envoie de bonnes nouvelles!27 Εγω ο πρωτος θελω ειπει προς την Σιων, Ιδου, ιδου, ταυτα? και θελω δωσει εις την Ιερουσαλημ τον ευαγγελιζομενον.
28 J’ai regardé: il n’y avait personne chez eux pour donner un avis, pas un que je puisse interroger pour avoir une réponse.28 Διοτι εθεωρησα και δεν ητο ουδεις, ναι, μεταξυ αυτων, αλλα δεν υπηρχε συμβουλος δυναμενος να αποκριθη λογον, οτε ηρωτησα αυτους.
29 Tous ensemble ne sont rien, leurs œuvres, moins que rien, et leurs statues, du vent et du vide.29 Ιδου, παντες ειναι ματαιοτης, τα εργα αυτων μηδεν? τα χωνευτα αυτων ανεμος και ματαιοτης.