SCRUTATIO

Lunedi, 13 ottobre 2025 - Beata Alessandrina Maria da Costa ( Letture di oggi)

Йова 30


font
БібліяGREEK BIBLE
1 «А тепер глузують з мене менші віком від мене, | яких батьками я нехтував занадто, | щоб їх поставити нарівні з псами в моїй кошарі.1 Αλλα τωρα οι νεωτεροι μου την ηλικιαν με περιγελωσι, των οποιων τους πατερας δεν ηθελον καταδεχθη να βαλω μετα των κυνων του ποιμνιου μου.
2 Ба й сила рук їхніх навіщо була б мені здалася? | Міць їхня ж цілковито заниділа.2 Και εις τι τωοντι ηδυνατο να με ωφεληση η δυναμις των χειρων αυτων, εις τους οποιους η ισχυς εξελιπε;
3 З-за браку страви та страшного голоду | вони гризли у степу коріння; | їхня мати — пустка та пустиня.3 Δι' ενδειαν και πειναν ησαν απομεμονωμενοι? εφευγον εις γην ανυδρον, σκοτεινην, ηφανισμενην και ερημον?
4 Вони мальвію й листя на кущах збирали, | коріння з дроку — це хліб їхній.4 εκοπτον μολοχην πλησιον των θαμνων και την ριζαν των αρκευθων δια τροφην αυτων.
5 Їх із громади проганяли, | на них гукали, наче на злодіїв.5 Ησαν εκ μεσου δεδιωγμενοι? εφωναζον επ' αυτους ως κλεπτας.
6 Вони жили у байраках при потоках, | у земних печерах та по скелях.6 Κατωκουν εν τοις κρημνοις των χειμαρρων, ταις τρυπαις της γης και τοις βροχοις.
7 Вони ревіли поміж кущами, | під будяками тулилися в купу.7 Μεταξυ των θαμνων ωγκωντο? υποκατω των ακανθων συνηγοντο?
8 Рід упосліджених, нащадки безіменних, | вигнані з землі!8 αφρονες και δυσφημοι, εκδεδιωγμενοι εκ της γης.
9 І нині я став їхньою піснею, | зробився байкою їхньою!9 Και τωρα εγω ειμαι το τραγωδιον αυτων, ειμαι και η παροιμια αυτων.
10 Με βδελυττονται, απομακρυνονται απ' εμου, και δεν συστελλονται να πτυωσιν εις το προσωπον μου.
11 Επειδη ο Θεος διελυσε την υπεροχην μου και με εθλιψεν, απερριψαν και αυτοι τον χαλινον εμπροσθεν μου.
12 Праворуч від мене підводиться ота наволоч, | у петлю спрямовує мої ноги | і вимощує путь свою згубну проти мене.12 Εκ δεξιων ανιστανται οι νεοι? απωθουσι τους ποδας μου, και ετοιμαζουσι κατ' εμου τας ολεθριους οδους αυτων.
13 Вони зіпсували мені стежку на мою погибель; | вони деруться догори, ніхто їх не спиняє.13 Ανατρεπουσι την οδον μου, επαυξανουσι την συμφοραν μου, χωρις να εχωσι βοηθον.
14 Мов крізь пролом широкий, прибувають, | викочуються з-під руїн.14 Εφορμωσιν ως σφοδρα πλημμυρα, επι της ερημωσεως μου περικυλιονται.
15 Великий страх напав на мене, | вітром розвіялася моя гідність, | і щастя моє зникло, немов хмара.15 Τρομοι εστραφησαν επ' εμε? καταδιωκουσι την ψυχην μου ως ανεμος? και η σωτηρια μου παρερχεται ως νεφος.
16 І душа моя нині ниє в мені, | дні смутку мене посіли.16 Και τωρα η ψυχη μου εξεχυθη εντος μου? ημεραι θλιψεως με κατελαβον.
17 Уночі крутить мені у костях, | жили мої не дають мені спочити.17 Την νυκτα τα οστα μου διεπερασθησαν εν εμοι, και τα νευρα μου δεν αναπαυονται.
18 Він потужно схопив мене за одежу, | мов би коміром кереї моєї зашморгнув мене,18 Υπο της σφοδρας δυναμεως ηλλοιωθη το ενδυμα μου? με περισφιγγει ως το περιλαιμιον του χιτωνος μου.
19 кинув мене в болото, | і я взявся попелом та пилом.19 Με ερριψεν εις τον πηλον, και ωμοιωθην με χωμα και κονιν.
20 Кричу до тебе, та ти мені не відповідаєш; | встаю — та ти до мене уваги не прихиляєш.20 Κραζω προς σε, και δεν μοι αποκρινεσαι? ισταμαι, και με παραβλεπεις.
21 Став єси до мене жорстоким, | твоєю сильною рукою мене бичуєш.21 Εγεινες ανελεημων προς εμε? δια της κραταιας χειρος σου με μαστιγονεις.
22 Здіймаєш мене вітром летіти, | в бурі спускаєш мене вниз водою.22 Με εσηκωσας επι τον ανεμον? με επεβιβασας και διελυσας την ουσιαν μου.
23 Знаю, що ти ведеш мене до смерти, | дому, де збираються всі живучі.23 Εξευρω μεν οτι θελεις με φερει εις θανατον και τον οικον τον προσδιωρισμενον εις παντα ζωντα.
24 Але я не здіймав руки на сіромаху, | як він кричав до мене у своєму горі.24 Αλλα δεν θελει εκτεινει χειρα εις τον ταφον, εαν κραζωσι προς αυτον οταν αφανιζη.
25 Чи ж я не плакав над тим, кому живеться тяжко? | Чи ж моє серце до бідного не мало жалю?25 Δεν εκλαυσα εγω δια τον οντα εν ημεραις σκληραις, και ελυπηθη η ψυχη μου δια τον πτωχον;
26 Я сподівався щастя — і прийшло лихо; | я чекав світла — і наступила пітьма!26 Ενω περιεμενον το καλον, τοτε ηλθε το κακον? και ενω ανεμενον το φως, τοτε ηλθε το σκοτος.
27 Нутро моє кипить, не угаває: | дні смутку надійшли на мене.27 Τα εντοσθια μου ανεβρασαν και δεν ανεπαυθησαν? ημεραι θλιψεως με προεφθασαν.
28 Ввесь ходжу почорнілий, без сонця; | встаю, кричу серед громади.28 Περιεπατησα μελαγχροινος ουχι υπο ηλιου? εσηκωθην, εβοησα εν συναξει.
29 Братом зробився я шакалам, | і приятелем струсям.29 Εγεινα αδελφος των δρακοντων και συντροφος των στρουθοκαμηλων.
30 Шкіра на мені почорніла, | кості мої горять від жару.30 Το δερμα μου εμαυρισεν επ' εμε, και τα οστα μου κατεκαυθησαν υπο της φλογωσεως.
31 Цитра моя голосить, | сопілка моя плаче.»31 Η δε κιθαρα μου μετεβληθη εις πενθος και το οργανον μου εις φωνην κλαιοντων.