Salmi 41
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
BIBBIA TINTORI | GREEK BIBLE |
---|---|
1 (Per la fine. Salmo distruzione ai figli di Core). | 1 Εις τον πρωτον μουσικον. Ψαλμος του Δαβιδ.>> Μακαριος ο επιβλεπων εις τον πτωχον? εν ημερα θλιψεως θελει ελευθερωσει αυτον ο Κυριος. |
2 Come il cervo anela ai rivi dell'acqua, così l'anima mia anela a te, o mio Dio. | 2 Ο Κυριος θελει φυλαξει αυτον και διατηρησει την ζωην αυτου? μακαριος θελει εισθαι επι της γης? και δεν θελεις παραδωσει αυτον εις την επιθυμιαν των εχθρων αυτου. |
3 L'anima mia ha sete del Dio forte e vivente: quando potrò venire a presentarmi davanti a Dio? | 3 Ο Κυριος θελει ενδυναμονει αυτον επι της κλινης της ασθενειας? εν τη αρρωστια αυτου συ θελεις στρονει ολην την κλινην αυτου. |
4 Notte e giorno mi pasco di lacrime, sentendomi dire continuamente: « Dov'è il tuo Dio? » | 4 Εγω ειπα, Κυριε, ελεησον με? ιασαι την ψυχην μου, διοτι ημαρτον εις σε. |
5 Ci ripenso e mi sfogo coll'anima mia, perchè pellegrinavo un giorno al luogo del maraviglioso Tabernacolo, alla casa di Dio, tra i canti di gioia e di lode, tra la festa dei banchetti. | 5 Οι εχθροι μου λεγουσι κακα περι εμου, Ποτε θελει αποθανει, και θελει απολεσθη το ονομα αυτου; |
6 Ma tu perchè sei afflitta, anima mia? Perchè ti turbi? Spera in Dio, che mi sarà dato di lodarlo ancora, la mia salvezza, il mio Dio! | 6 Και εαν τις ερχηται να με ιδη, ομιλει ματαιοτητα? η καρδια αυτου συναγει εις εαυτην ανομιαν? εξελθων εξω, λαλει αυτην. |
7 Dentro mi si accascia l'anima, essendo costretto a ricordarti dalla terra del Giordano e dell'Ermon, dalla piccola collina. | 7 Κατ' εμου ψιθυριζουσιν ομου παντες οι μισουντες με? κατ' εμου διαλογιζονται κακα λεγοντες, |
8 Un abisso chiama l'altro nel fragor delle tue cateratte. Tutti i tuoi cavalloni e i tuoi flutti son passati sopra di me. | 8 Πραγμα κακον εκολληθη εις αυτον? και κατακοιτος ων δεν θελει πλεον σηκωθη. |
9 Nel giorno Dio manda la sua grazia, e nella notte ha il cantico di ringraziamento. La preghiera al Dio della mia vita: | 9 Και αυτος ο ανθρωπος, μετα του οποιου εζων ειρηνικως, επι τον οποιον ηλπισα, οστις ετρωγε τον αρτον μου, εσηκωσεν επ' εμε πτερναν. |
10 Dirò a Dio: « Tu sei mia difesa; perchè mi hai dimenticato? E perchè debbo andar triste mentre mi affligge il nemico? » | 10 Αλλα συ, Κυριε, ελεησον με και αναστησον με, και θελω ανταποδωσει εις αυτους. |
11 Mentre vanno in frantumi le mie ossa, i miei tormentatori, i miei nemici mi van dicendo tutti i giorni: « Dov'è il tuo Dio? » | 11 Εκ τουτου γνωριζω οτι συ με ευνοεις, επειδη δεν θριαμβευει κατ' εμου ο εχθρος μου. |
12 Ma tu perchè sei triste, anima mia? Perchè ti turbi? Spera in Dio, chè mi sarà dato di lodarlo ancora, la mia salvezza, il mio Dio! | 12 Εμε δε, συ με εστηριξας εις την ακεραιοτητα μου, και με εστερεωσας ενωπιον σου εις τον αιωνα. |
13 Ευλογητος Κυριος ο Θεος του Ισραηλ, απ' αιωνος και εως αιωνος. Αμην και αμην. |