Scrutatio

Domenica, 5 maggio 2024 - Beato Nunzio Sulprizio ( Letture di oggi)

I Livro dos Macabeus 9


font
SAGRADA BIBLIALXX
1 Soube logo Demétrio do fim de Nicanor e da aniquilação de seu exército e resolveu enviar pela segunda vez Báquides e Alcimo à terra de Judá, com a ala direita de suas tropas.1 και ηκουσεν δημητριος οτι επεσεν νικανωρ και η δυναμις αυτου εν πολεμω και προσεθετο τον βακχιδην και τον αλκιμον εκ δευτερου αποστειλαι εις γην ιουδα και το δεξιον κερας μετ' αυτων
2 Estes tomaram o caminho que leva a Gálgala, e acamparam em frente de Mezalot, no distrito de Arbelas; apoderaram-se da cidade e mataram um grande número de habitantes.2 και επορευθησαν οδον την εις γαλγαλα και παρενεβαλον επι μαισαλωθ την εν αρβηλοις και προκατελαβοντο αυτην και απωλεσαν ψυχας ανθρωπων πολλας
3 No primeiro mês do ano cento e cinqüenta e dois colocaram cerco diante de Jerusalém,3 και του μηνος του πρωτου ετους του δευτερου και πεντηκοστου και εκατοστου παρενεβαλον επι ιερουσαλημ
4 depois eles se apartaram e foram a Berzet com cento e vinte mil homens e dois mil cavaleiros.4 και απηραν και επορευθησαν εις βερεαν εν εικοσι χιλιασιν ανδρων και δισχιλια ιππω
5 Judas estava acampado em Elasa, e três mil homens de escol estavam com ele.5 και ιουδας ην παρεμβεβληκως εν ελασα και τρισχιλιοι ανδρες μετ' αυτου εκλεκτοι
6 Todavia, ante o número considerável de seus adversários, ficaram tomados de pânico; muitos se retiraram do acampamento e, por fim, ali ficaram não mais que oitocentos homens.6 και ειδον το πληθος των δυναμεων οτι πολλοι εισιν και εφοβηθησαν σφοδρα και εξερρυησαν πολλοι απο της παρεμβολης ου κατελειφθησαν εξ αυτων αλλ' η οκτακοσιοι ανδρες
7 Verificando Judas a dispersão de seu exército e a iminência do combate, sentiu seu coração angustiado, porque já não tinha tempo de reunir os fugitivos.7 και ειδεν ιουδας οτι απερρυη η παρεμβολη αυτου και ο πολεμος εθλιβεν αυτον και συνετριβη τη καρδια οτι ουκ ειχεν καιρον συναγαγειν αυτους
8 Consternado, disse aos que tinham ficado: Vamos, e ataquemos o inimigo, talvez possamos combatê-lo!8 και εξελυθη και ειπεν τοις καταλειφθεισιν αναστωμεν και αναβωμεν επι τους υπεναντιους ημων εαν αρα δυνωμεθα πολεμησαι προς αυτους
9 Mas eles o desviavam disso, dizendo: Nós não poderemos. Salvemos antes nossas vidas agora; voltaremos depois com nossos irmãos e travaremos a batalha; mas neste momento somos muito poucos.9 και απεστρεφον αυτον λεγοντες ου μη δυνωμεθα αλλ' η σωζωμεν τας εαυτων ψυχας το νυν επιστρεψωμεν και οι αδελφοι ημων και πολεμησωμεν προς αυτους ημεις δε ολιγοι
10 Livre-nos Deus, disse Judas, que proceda desse modo e que eu me salve diante deles. Se chegou a nossa hora, morramos corajosamente por nossos irmãos e não deixemos uma nódoa sequer em nossa memória.10 και ειπεν ιουδας μη γενοιτο ποιησαι το πραγμα τουτο φυγειν απ' αυτων και ει ηγγικεν ο καιρος ημων και αποθανωμεν εν ανδρεια χαριν των αδελφων ημων και μη καταλιπωμεν αιτιαν τη δοξη ημων
11 O exército do inimigo saiu do acampamento e tomou posição diante deles: a cavalaria se dividiu em dois batalhões, os fundibulários e os flecheiros se colocaram à frente e todos os mais valentes postaram-se na primeira fileira.11 και απηρεν η δυναμις απο της παρεμβολης και εστησαν εις συναντησιν αυτοις και εμερισθη η ιππος εις δυο μερη και οι σφενδονηται και οι τοξοται προεπορευοντο της δυναμεως και οι πρωταγωνισται παντες οι δυνατοι βακχιδης δε ην εν τω δεξιω κερατι
12 Báquides achava-se na ala direita e, ao som das trombetas, a falange avançou dos dois lados.12 και ηγγισεν η φαλαγξ εκ των δυο μερων και εφωνουν ταις σαλπιγξιν και εσαλπισαν οι παρα ιουδου και αυτοι ταις σαλπιγξιν
13 Os soldados de Judas tocaram também as trombetas e a terra foi abalada pelo tumulto das armas. O combate se prolongou desde a manhã até à tarde.13 και εσαλευθη η γη απο της φωνης των παρεμβολων και εγενετο ο πολεμος συνημμενος απο πρωιθεν εως εσπερας
14 Viu Judas que Báquides se encontrava à direita com a mais forte porção de seu exército, e cercado dos mais corajosos dos seus.14 και ειδεν ιουδας οτι βακχιδης και το στερεωμα της παρεμβολης εν τοις δεξιοις και συνηλθον αυτω παντες οι ευψυχοι τη καρδια
15 Rompeu ele essa ala direita e a perseguiu até o sopé da montanha.15 και συνετριβη το δεξιον μερος απ' αυτων και εδιωκεν οπισω αυτων εως αζωτου ορους
16 Mas a ala esquerda, vendo derrotada a direita, lançou-se atrás nas pegadas de Judas e dos seus soldados.16 και οι εις το αριστερον κερας ειδον οτι συνετριβη το δεξιον κερας και επεστρεψαν κατα ποδας ιουδου και των μετ' αυτου εκ των οπισθεν
17 O combate tornou-se mais encarniçado, e, tanto de um como de outro lado, caíram muitos feridos.17 και εβαρυνθη ο πολεμος και επεσον τραυματιαι πολλοι εκ τουτων και εκ τουτων
18 Judas mesmo caiu morto, e então todos os outros fugiram.18 και ιουδας επεσεν και οι λοιποι εφυγον
19 Jônatas e Simão levaram Judas, seu irmão, e enterraram-no no sepulcro de seus pais em Modin.19 και ηρεν ιωναθαν και σιμων ιουδαν τον αδελφον αυτων και εθαψαν αυτον εν τω ταφω των πατερων αυτου εν μωδειν
20 Todo o povo de Israel caiu na desolação e o chorou longamente, guardando o luto por vários dias, dizendo:20 και εκλαυσαν αυτον και εκοψαντο αυτον πας ισραηλ κοπετον μεγαν και επενθουν ημερας πολλας και ειπον
21 Como sucumbiu o valente salvador de Israel?21 πως επεσεν δυνατος σωζων τον ισραηλ
22 O resto das façanha de Judas, de seus combates, de seus feitos heróicos e atos gloriosos não foram escritos: eles são, com efeito, por demais numerosos.22 και τα περισσα των λογων ιουδου και των πολεμων και των ανδραγαθιων ων εποιησεν και της μεγαλωσυνης αυτου ου κατεγραφη πολλα γαρ ην σφοδρα
23 Ora, após a morte de Judas, aconteceu que os perversos reapareceram em todas as fronteiras de Israel e todos os que praticavam o mal deram-se a conhecer.23 και εγενετο μετα την τελευτην ιουδου εξεκυψαν οι ανομοι εν πασιν τοις οριοις ισραηλ και ανετειλαν παντες οι εργαζομενοι την αδικιαν
24 Naqueles dias dominou também uma grande fome, e todo o país passou para o inimigo com eles.24 εν ταις ημεραις εκειναις εγενηθη λιμος μεγας σφοδρα και αυτομολησεν η χωρα μετ' αυτων
25 Báquides escolheu homens ímpios, para colocá-los nos postos de comando.25 και εξελεξεν βακχιδης τους ασεβεις ανδρας και κατεστησεν αυτους κυριους της χωρας
26 Estes procuravam com empenho os amigos de Judas e os conduziam a Báquides, que se vingava deles e os escarnecia.26 και εξεζητουν και ηρευνων τους φιλους ιουδου και ηγον αυτους προς βακχιδην και εξεδικα αυτους και ενεπαιζεν αυτοις
27 A opressão que caiu sobre Israel foi tal, que não houve igual desde o dia em que tinham desaparecido os profetas.27 και εγενετο θλιψις μεγαλη εν τω ισραηλ ητις ουκ εγενετο αφ' ης ημερας ουκ ωφθη προφητης αυτοις
28 Reuniram-se todos os amigos de Judas e disseram a Jônatas:28 και ηθροισθησαν παντες οι φιλοι ιουδου και ειπον τω ιωναθαν
29 Após a morte de Judas, teu irmão, não há mais ninguém como ele, para opor-se a nossos inimigos, a Báquides e aos que odeiam nossa raça.29 αφ' ου ο αδελφος σου ιουδας τετελευτηκεν και ανηρ ομοιος αυτω ουκ εστιν εξελθειν και εισελθειν προς τους εχθρους και βακχιδην και εν τοις εχθραινουσιν του εθνους ημων
30 Por isso, nós te escolhemos hoje por chefe, para nos conduzires ao combate.30 νυν ουν σε ηρετισαμεθα σημερον του ειναι αντ' αυτου ημιν εις αρχοντα και ηγουμενον του πολεμησαι τον πολεμον ημων
31 A partir dessa hora, Jônatas tomou o comando e assumiu o lugar de seu irmão Judas.31 και επεδεξατο ιωναθαν εν τω καιρω εκεινω την ηγησιν και ανεστη αντι ιουδου του αδελφου αυτου
32 Tendo Báquides conhecimento disso, procurava matá-lo,32 και εγνω βακχιδης και εζητει αυτον αποκτειναι
33 mas, advertidos, Jônatas, seu irmão Simão e todos os seus companheiros fugiram ao deserto de Técua, onde acamparam junto às águas da cisterna de Asfar.33 και εγνω ιωναθαν και σιμων ο αδελφος αυτου και παντες οι μετ' αυτου και εφυγον εις την ερημον θεκωε και παρενεβαλον επι το υδωρ λακκου ασφαρ
34 Soube-o Báquides no dia de sábado e atravessou o Jordão com todo o seu exército.34 και εγνω βακχιδης τη ημερα των σαββατων και ηλθεν αυτος και παν το στρατευμα αυτου περαν του ιορδανου
35 Nesse ínterim, Jônatas havia enviado seu irmão, chefe do povo, aos nabateus, seus amigos, rogando-lhes se podiam guardar as suas bagagens, que eram numerosas.35 και απεστειλεν τον αδελφον αυτου ηγουμενον του οχλου και παρεκαλεσεν τους ναβαταιους φιλους αυτου του παραθεσθαι αυτοις την αποσκευην αυτων την πολλην
36 Mas os filhos de Jambri saíram de Medaba, apoderaram-se de João e de tudo o que ele tinha e o levaram.36 και εξηλθον οι υιοι ιαμβρι οι εκ μηδαβα και συνελαβον ιωαννην και παντα οσα ειχεν και απηλθον εχοντες
37 Logo em seguida disseram a Jônatas e a seu irmão Simão que os filhos de Jambri celebravam um grande casamento, e traziam de Nadabá, com grande pompa, a jovem esposa, filha de um dos maiores príncipes de Canaã.37 μετα τους λογους τουτους απηγγειλαν ιωναθαν και σιμωνι τω αδελφω αυτου οτι υιοι ιαμβρι ποιουσιν γαμον μεγαν και αγουσιν την νυμφην απο ναδαβαθ θυγατερα ενος των μεγαλων μεγιστανων χανααν μετα παραπομπης μεγαλης
38 Lembraram-se do sangue de seu irmão João, e retiraram-se para a montanha, onde se ocultaram.38 και εμνησθησαν του αιματος ιωαννου του αδελφου αυτων και ανεβησαν και εκρυβησαν υπο την σκεπην του ορους
39 Erguendo os olhos, eles se puseram de espreita, e eis que em grande tumulto e com grande aparato, o esposo saía com seus amigos e seus irmãos na direção dessa, com tambores, instrumentos de música e uma considerável equipagem.39 και ηραν τους οφθαλμους αυτων και ειδον και ιδου θρους και αποσκευη πολλη και ο νυμφιος εξηλθεν και οι φιλοι αυτου και οι αδελφοι αυτου εις συναντησιν αυτων μετα τυμπανων και μουσικων και οπλων πολλων
40 Os companheiros de Jônatas saíram então de seu esconderijo, e lançaram-se sobre eles, para massacrá-los. Muitos caíram aos seus golpes e os restantes fugiram para a montanha, enquanto os agressores apoderavam-se de seus despojos.40 και εξανεστησαν επ' αυτους απο του ενεδρου και απεκτειναν αυτους και επεσον τραυματιαι πολλοι και οι επιλοιποι εφυγον εις το ορος και ελαβον παντα τα σκυλα αυτων
41 Assim a boda transformou-se em luto e os sons de música, em lamentações.41 και μετεστραφη ο γαμος εις πενθος και φωνη μουσικων αυτων εις θρηνον
42 Dessa maneira os judeus vingaram-se do sangue de seu irmão, e voltaram à margem do Jordão.42 και εξεδικησαν την εκδικησιν αιματος αδελφου αυτων και απεστρεψαν εις το ελος του ιορδανου
43 Soube-o Báquides e, no dia de sábado, avançou com um poderoso exército até a margem do Jordão.43 και ηκουσεν βακχιδης και ηλθεν τη ημερα των σαββατων εως των κρηπιδων του ιορδανου εν δυναμει πολλη
44 Dirigindo-se então a seus companheiros, disse-lhes Jônatas: Vamos, pelejemos agora por nossa vida, porque hoje não é como ontem e anteontem.44 και ειπεν ιωναθαν τοις παρ' αυτου αναστωμεν δη και πολεμησωμεν περι των ψυχων ημων ου γαρ εστιν σημερον ως εχθες και τριτην ημεραν
45 Eis a batalha diante e atrás de nós; de um lado e de outro do rio Jordão, um pântano, um bosque: não há meio de escapar.45 ιδου γαρ ο πολεμος εξ εναντιας και εξοπισθεν ημων το δε υδωρ του ιορδανου ενθεν και ενθεν και ελος και δρυμος ουκ εστιν τοπος του εκκλιναι
46 Clamai, pois, agora ao céu, para nos livrar de nossos inimigos. E travou-se o combate.46 νυν ουν κεκραξατε εις τον ουρανον οπως διασωθητε εκ χειρος των εχθρων ημων
47 Jônatas estendeu a mão para ferir Báquides, mas este se afastou e o evitou.47 και συνηψεν ο πολεμος και εξετεινεν ιωναθαν την χειρα αυτου παταξαι τον βακχιδην και εξεκλινεν απ' αυτου εις τα οπισω
48 Então Jônatas e seus companheiros atiraram-se ao Jordão e passaram, a nado, para a outra margem, sem que o inimigo atravessasse atrás dele.48 και ενεπηδησεν ιωναθαν και οι μετ' αυτου εις τον ιορδανην και διεκολυμβησαν εις το περαν και ου διεβησαν επ' αυτους τον ιορδανην
49 Naquele dia caíram cerca de mil homens da parte de Báquides. Este voltou a Jerusalém;49 επεσον δε παρα βακχιδου τη ημερα εκεινη εις χιλιους ανδρας
50 edificou fortalezas na Judéia, e consolidou com densos muros, portas e fechaduras, as fortificações de Jericó, Emaús, Betoron, Betel, Tanata, Faraton, e de Tefon.50 και επεστρεψεν εις ιερουσαλημ και ωκοδομησαν πολεις οχυρας εν τη ιουδαια το οχυρωμα το εν ιεριχω και την αμμαους και την βαιθωρων και την βαιθηλ και την θαμναθα φαραθων και την τεφων εν τειχεσιν υψηλοις και πυλαις και μοχλοις
51 E colocou nelas guarnições para importunar Israel.51 και εθετο φρουραν εν αυτοις του εχθραινειν τω ισραηλ
52 Fortificou igualmente Betsur, Gasara e a cidadela, onde ele deixou tropas e depósitos de víveres.52 και ωχυρωσεν την πολιν την βαιθσουραν και γαζαρα και την ακραν και εθετο εν αυταις δυναμεις και παραθεσεις βρωματων
53 Tomou como reféns os filhos dos importantes do país, e os mandou guardar na cidadela de Jerusalém.53 και ελαβεν τους υιους των ηγουμενων της χωρας ομηρα και εθετο αυτους εν τη ακρα εν ιερουσαλημ εν φυλακη
54 No segundo mês do ano cento e cinqüenta e três, ordenou Alcimo a destruição do muro do pátio interior do santuário e, deitando a mão sobre a obra dos profetas, começou por destruí-la.54 και εν ετει τριτω και πεντηκοστω και εκατοστω τω μηνι τω δευτερω επεταξεν αλκιμος καθαιρειν το τειχος της αυλης των αγιων της εσωτερας και καθειλεν τα εργα των προφητων και ενηρξατο του καθαιρειν
55 Neste instante, porém, Alcimo foi ferido por Deus e seu plano foi suspenso. Ficou ele com a boca fechada pela paralisia e não pôde mais dizer uma palavra, nem dar ordens relativamente à sua casa;55 εν τω καιρω εκεινω επληγη αλκιμος και ενεποδισθη τα εργα αυτου και απεφραγη το στομα αυτου και παρελυθη και ουκ ηδυνατο ετι λαλησαι λογον και εντειλασθαι περι του οικου αυτου
56 morreu depois atormentado por grandes sofrimentos.56 και απεθανεν αλκιμος εν τω καιρω εκεινω μετα βασανου μεγαλης
57 Vendo Báquides essa morte, retirou-se para perto do rei, e a terra de Judá permaneceu em paz durante dois anos.57 και ειδεν βακχιδης οτι απεθανεν αλκιμος και επεστρεψεν προς τον βασιλεα και ησυχασεν η γη ιουδα ετη δυο
58 Mas, entre os judeus, os maus conspiravam, dizendo: Eis que Jônatas e os seus vivem em paz e descuidados aproveitemos para chamar Báquides, que os exterminará numa só noite.58 και εβουλευσαντο παντες οι ανομοι λεγοντες ιδου ιωναθαν και οι παρ' αυτου εν ησυχια κατοικουσιν πεποιθοτες νυν ουν αναξομεν τον βακχιδην και συλλημψεται αυτους παντας εν νυκτι μια
59 Foram eles, pois, aconselhá-lo59 και πορευθεντες συνεβουλευσαντο αυτω
60 e ele se pôs a caminho com um grande exército. Secretamente enviou mensageiros aos partidários que ele possuía junto aos judeus, para que eles lançassem mão sobre Jônatas e seus companheiros; mas eles não conseguiram, porque seu plano tinha sido descoberto.60 και απηρεν του ελθειν μετα δυναμεως πολλης και απεστειλεν λαθρα επιστολας πασιν τοις συμμαχοις αυτου τοις εν τη ιουδαια οπως συλλαβωσιν τον ιωναθαν και τους μετ' αυτου και ουκ ηδυναντο οτι εγνωσθη η βουλη αυτων
61 Pelo contrário, cinqüenta dos principais cabeças da conjuração foram presos e mortos.61 και συνελαβον απο των ανδρων της χωρας των αρχηγων της κακιας εις πεντηκοντα ανδρας και απεκτειναν αυτους
62 Quanto a Jônatas, fugiu com Simão e seus partidários até Betbasi, no deserto, ergueram as suas ruínas, e fortificaram-se nelas.62 και εξεχωρησεν ιωναθαν και σιμων και οι μετ' αυτου εις βαιθβασι την εν τη ερημω και ωκοδομησεν τα καθηρημενα αυτης και εστερεωσαν αυτην
63 Logo que Báquides o soube, reuniu todo o seu exército e foi avisar seus amigos da Judéia.63 και εγνω βακχιδης και συνηγαγεν παν το πληθος αυτου και τοις εκ της ιουδαιας παρηγγειλεν
64 Veio acampar defronte a Betbasi, que ele sitiou por muito tempo, construindo máquinas.64 και ελθων παρενεβαλεν επι βαιθβασι και επολεμησεν αυτην ημερας πολλας και εποιησεν μηχανας
65 Jônatas, deixando na cidade seu irmão Simão, ganhou o campo com um pequeno número de homens.65 και απελιπεν ιωναθαν σιμωνα τον αδελφον αυτου εν τη πολει και εξηλθεν εις την χωραν και ηλθεν εν αριθμω
66 Matou Odomera e seus irmãos na sua própria tenda, bem como os filhos de Fasiron, e começou a dar combates e aumentar em número.66 και επαταξεν οδομηρα και τους αδελφους αυτου και τους υιους φασιρων εν τω σκηνωματι αυτων και ηρξαντο τυπτειν και ανεβαινον εν ταις δυναμεσιν
67 Do outro lado, Si67 και σιμων και οι μετ' αυτου εξηλθον εκ της πολεως και ενεπυρισαν τας μηχανας
68 Travaram combate com Báquides que foi derrotado por eles e ficou muito entristecido pela presunção e insucesso de sua tentativa.68 και επολεμησαν προς τον βακχιδην και συνετριβη υπ' αυτων και εθλιβον αυτον σφοδρα οτι ην η βουλη αυτου και η εφοδος αυτου κενη
69 Por isso mostrou-se irritadíssimo contra os maus judeus que o haviam aconselhado a vir à sua terra; mandou matar a muitos e decidiu voltar a seu país.69 και ωργισθη εν θυμω τοις ανδρασιν τοις ανομοις τοις συμβουλευσασιν αυτω ελθειν εις την χωραν και απεκτεινεν εξ αυτων πολλους και εβουλευσατο του απελθειν εις την γην αυτου
70 Sabendo disso, enviou-lhe Jônatas mensageiros para propor-lhe a paz e a devolução dos prisioneiros.70 και επεγνω ιωναθαν και απεστειλεν προς αυτον πρεσβεις του συνθεσθαι προς αυτον ειρηνην και αποδουναι αυτοις την αιχμαλωσιαν
71 Ele os recebeu, aceitou a proposta e jurou nunca mais tentar nada de mal contra eles, por todos os dias de sua vida.71 και επεδεξατο και εποιησεν κατα τους λογους αυτου και ωμοσεν αυτω μη εκζητησαι αυτω κακον πασας τας ημερας της ζωης αυτου
72 Restituiu os prisioneiros que havia feito anteriormente na Judéia e voltou a seu país, para nunca mais tentar reaparecer junto aos judeus.72 και απεδωκεν αυτω την αιχμαλωσιαν ην ηχμαλωτευσεν το προτερον εκ γης ιουδα και αποστρεψας απηλθεν εις την γην αυτου και ου προσεθετο ετι ελθειν εις τα ορια αυτων
73 A espada repousou em Israel e Jônatas fixou residência em Macmas; ali começou a julgar o povo e exterminou os ímpios de Israel.73 και κατεπαυσεν ρομφαια εξ ισραηλ και ωκησεν ιωναθαν εν μαχμας και ηρξατο ιωναθαν κρινειν τον λαον και ηφανισεν τους ασεβεις εξ ισραηλ