ΨΑΛΜΟΙ - Salmi - Psalms 91
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150151
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
LXX | VULGATA |
---|---|
1 ψαλμος ωδης εις την ημεραν του σαββατου | 1 Psalmus cantici, in die sabbati. |
2 αγαθον το εξομολογεισθαι τω κυριω και ψαλλειν τω ονοματι σου υψιστε | 2 Bonum est confiteri Domino, et psallere nomini tuo, Altissime : |
3 του αναγγελλειν το πρωι το ελεος σου και την αληθειαν σου κατα νυκτα | 3 ad annuntiandum mane misericordiam tuam, et veritatem tuam per noctem, |
4 εν δεκαχορδω ψαλτηριω μετ' ωδης εν κιθαρα | 4 in decachordo, psalterio ; cum cantico, in cithara. |
5 οτι ευφρανας με κυριε εν τω ποιηματι σου και εν τοις εργοις των χειρων σου αγαλλιασομαι | 5 Quia delectasti me, Domine, in factura tua ; et in operibus manuum tuarum exsultabo. |
6 ως εμεγαλυνθη τα εργα σου κυριε σφοδρα εβαθυνθησαν οι διαλογισμοι σου | 6 Quam magnificata sunt opera tua, Domine ! nimis profundæ factæ sunt cogitationes tuæ. |
7 ανηρ αφρων ου γνωσεται και ασυνετος ου συνησει ταυτα | 7 Vir insipiens non cognoscet, et stultus non intelliget hæc. |
8 εν τω ανατειλαι τους αμαρτωλους ως χορτον και διεκυψαν παντες οι εργαζομενοι την ανομιαν οπως αν εξολεθρευθωσιν εις τον αιωνα του αιωνος | 8 Cum exorti fuerint peccatores sicut f?num, et apparuerint omnes qui operantur iniquitatem, ut intereant in sæculum sæculi : |
9 συ δε υψιστος εις τον αιωνα κυριε | 9 tu autem Altissimus in æternum, Domine. |
10 οτι ιδου οι εχθροι σου απολουνται και διασκορπισθησονται παντες οι εργαζομενοι την ανομιαν | 10 Quoniam ecce inimici tui, Domine, quoniam ecce inimici tui peribunt ; et dispergentur omnes qui operantur iniquitatem. |
11 και υψωθησεται ως μονοκερωτος το κερας μου και το γηρας μου εν ελαιω πιονι | 11 Et exaltabitur sicut unicornis cornu meum, et senectus mea in misericordia uberi. |
12 και επειδεν ο οφθαλμος μου εν τοις εχθροις μου και εν τοις επανιστανομενοις επ' εμε πονηρευομενοις ακουσεται το ους μου | 12 Et despexit oculus meus inimicos meos, et in insurgentibus in me malignantibus audiet auris mea. |
13 δικαιος ως φοινιξ ανθησει ωσει κεδρος η εν τω λιβανω πληθυνθησεται | 13 Justus ut palma florebit ; sicut cedrus Libani multiplicabitur. |
14 πεφυτευμενοι εν τω οικω κυριου εν ταις αυλαις του θεου ημων εξανθησουσιν | 14 Plantati in domo Domini, in atriis domus Dei nostri florebunt. |
15 ετι πληθυνθησονται εν γηρει πιονι και ευπαθουντες εσονται | 15 Adhuc multiplicabuntur in senecta uberi, et bene patientes erunt : |
16 του αναγγειλαι οτι ευθης κυριος ο θεος μου και ουκ εστιν αδικια εν αυτω | 16 ut annuntient quoniam rectus Dominus Deus noster, et non est iniquitas in eo. |