A zsoltárok könyve 104
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Ter
Kiv
Lev
Szám
MTörv
Józs
Bír
Rút
1Sám
2Sám
1Kir
2Kir
1Krón
2Krón
Ezdr
Neh
Tób
Judit
Eszt
1Makk
2Makk
Jób
Zsolt
Péld
Préd
Én
Bölcs
Sir
Iz
Jer
Siralm
Bár
Ez
Dán
Óz
Jo
Ám
Abd
Jón
Mik
Náh
Hab
Szof
Agg
Zak
Mal
Mt
Mk
Lk
Jn
Csel
Róm
1Kor
2Kor
Gal
Ef
Fil
Kol
1Tessz
2Tessz
1Tim
2Tim
Tit
Filem
Zsid
Jak
1Pét
2Pét
1Ján
2Ján
3Ján
Júd
Jel
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
KÁLDI-NEOVULGÁTA | LXX |
---|---|
1 Áldjad, én lelkem, az Urat! Uram, én Istenem, te mindennél magasztosabb vagy! Fenségbe és ékességbe öltöztél, | 1 αλληλουια εξομολογεισθε τω κυριω και επικαλεισθε το ονομα αυτου απαγγειλατε εν τοις εθνεσιν τα εργα αυτου |
2 a fényességet, mint köntöst vetted magadra. Kifeszíted az égboltozatot, mint a sátorponyvát, | 2 ασατε αυτω και ψαλατε αυτω διηγησασθε παντα τα θαυμασια αυτου |
3 és az égi vizek fölé építed hajlékodat. Szekereddé teszed a fellegeket, a szelek szárnyain jársz. | 3 επαινεισθε εν τω ονοματι τω αγιω αυτου ευφρανθητω καρδια ζητουντων τον κυριον |
4 Követeiddé teszed a szeleket, szolgáiddá a perzselő tüzet. | 4 ζητησατε τον κυριον και κραταιωθητε ζητησατε το προσωπον αυτου δια παντος |
5 Biztos alapra állítottad a földet, hogy meg ne inogjon sohasem. | 5 μνησθητε των θαυμασιων αυτου ων εποιησεν τα τερατα αυτου και τα κριματα του στοματος αυτου |
6 Az örvénylő mélység mint ruha takarta, vizek borították a hegyeket. | 6 σπερμα αβρααμ δουλοι αυτου υιοι ιακωβ εκλεκτοι αυτου |
7 De a te fenyegetésedre megfutamodtak, szerteriadtak mennydörgésed szavától. | 7 αυτος κυριος ο θεος ημων εν παση τη γη τα κριματα αυτου |
8 A hegyek fölemelkedtek, a völgyek leereszkedtek arra a helyre, ahol alapjukat megvetetted. | 8 εμνησθη εις τον αιωνα διαθηκης αυτου λογου ου ενετειλατο εις χιλιας γενεας |
9 Határt szabtál a vizeknek, amelyet nem léphetnek át, hogy el ne borítsák ismét a földet. | 9 ον διεθετο τω αβρααμ και του ορκου αυτου τω ισαακ |
10 A forrásokat a völgyekbe ereszted, hogy folyjanak a hegyek között. | 10 και εστησεν αυτην τω ιακωβ εις προσταγμα και τω ισραηλ διαθηκην αιωνιον |
11 Belőlük iszik a mező minden vadja, s oltják szomjukat a vadszamarak. | 11 λεγων σοι δωσω την γην χανααν σχοινισμα κληρονομιας υμων |
12 Fölöttük tanyáznak az égi madarak, és az ágak közül hallatják hangjukat. | 12 εν τω ειναι αυτους αριθμω βραχεις ολιγοστους και παροικους εν αυτη |
13 Hajlékaidból megöntözöd a hegyeket, és műveid gyümölcséből táplálod a földet. | 13 και διηλθον εξ εθνους εις εθνος εκ βασιλειας εις λαον ετερον |
14 Füvet sarjasztasz az állatoknak, és növényeket az ember szolgálatára, kenyeret adsz a földből, | 14 ουκ αφηκεν ανθρωπον αδικησαι αυτους και ηλεγξεν υπερ αυτων βασιλεις |
15 és bort, hogy vidámítsa az ember szívét; Hogy ragyogjon arca az olajtól, és a kenyér erősítse az ember szívét. | 15 μη απτεσθε των χριστων μου και εν τοις προφηταις μου μη πονηρευεσθε |
16 Jóllaknak az Úr fái, s a Libanon cédrusai, amelyeket ő ültetett. | 16 και εκαλεσεν λιμον επι την γην παν στηριγμα αρτου συνετριψεν |
17 Fészket raknak rajtuk a verebek, és fölöttük tanyázik a gólya. | 17 απεστειλεν εμπροσθεν αυτων ανθρωπον εις δουλον επραθη ιωσηφ |
18 A magas hegyek a szarvasok, a szirtek a borzok menedéke. | 18 εταπεινωσαν εν πεδαις τους ποδας αυτου σιδηρον διηλθεν η ψυχη αυτου |
19 Megalkottad a holdat az idő mérésére, a napot, amely tudja, mikor kell lenyugodnia. | 19 μεχρι του ελθειν τον λογον αυτου το λογιον κυριου επυρωσεν αυτον |
20 Sötétséget rendelsz és leszáll az éjszaka: ebben mozognak az erdő vadjai, | 20 απεστειλεν βασιλευς και ελυσεν αυτον αρχων λαων και αφηκεν αυτον |
21 prédáért ordítanak az oroszlánkölykök, s eledelt kérnek maguknak Istentől. | 21 κατεστησεν αυτον κυριον του οικου αυτου και αρχοντα πασης της κτησεως αυτου |
22 Ha felkél a nap, összegyűlnek, nyugalomra térnek tanyájukon. | 22 του παιδευσαι τους αρχοντας αυτου ως εαυτον και τους πρεσβυτερους αυτου σοφισαι |
23 Az ember kimegy dolgozni, és munkáját végzi egészen estig. | 23 και εισηλθεν ισραηλ εις αιγυπτον και ιακωβ παρωκησεν εν γη χαμ |
24 Uram, milyen nagyok a te műveid! Bölcsességgel teremtetted valamennyit, és alkotásaid betöltötték a földet. | 24 και ηυξησεν τον λαον αυτου σφοδρα και εκραταιωσεν αυτον υπερ τους εχθρους αυτου |
25 Itt a tenger: nagy és tágas, nyüzsög benne a számtalan hüllő, apró és nagy állat egyaránt. | 25 μετεστρεψεν την καρδιαν αυτων του μισησαι τον λαον αυτου του δολιουσθαι εν τοις δουλοις αυτου |
26 Itt hajók szelik át, amott a Leviatán, amelyet arra alkottál, hogy játékát űzze benne. | 26 εξαπεστειλεν μωυσην τον δουλον αυτου ααρων ον εξελεξατο αυτον |
27 Mindezek tőled várják, hogy idejében megadd nekik eledelüket. | 27 εθετο εν αυτοις τους λογους των σημειων αυτου και των τερατων εν γη χαμ |
28 Ha adsz nekik, felszedik, ha megnyitod kezedet, jóllaknak javaiddal. | 28 εξαπεστειλεν σκοτος και εσκοτασεν και παρεπικραναν τους λογους αυτου |
29 De ha elfordítod arcodat, megrémülnek, ha lélegzetüket megvonod, elenyésznek, és porrá lesznek ismét. | 29 μετεστρεψεν τα υδατα αυτων εις αιμα και απεκτεινεν τους ιχθυας αυτων |
30 Kiárasztod lelkedet, s ők életre kelnek, és megújítod a föld színét. | 30 εξηρψεν η γη αυτων βατραχους εν τοις ταμιειοις των βασιλεων αυτων |
31 Dicsőség az Úrnak mindörökké, örvendezzen műveinek az Úr, | 31 ειπεν και ηλθεν κυνομυια και σκνιπες εν πασι τοις οριοις αυτων |
32 akinek a tekintetére megremeg a föld, s érintésére füstöt vetnek a hegyek. | 32 εθετο τας βροχας αυτων χαλαζαν πυρ καταφλεγον εν τη γη αυτων |
33 Énekelek az Úrnak, amíg élek, amíg leszek, zsoltárt zengek Istenemnek. | 33 και επαταξεν τας αμπελους αυτων και τας συκας αυτων και συνετριψεν παν ξυλον οριου αυτων |
34 Beszédem legyen kedves előtte, én pedig az Úrban leljem gyönyörűségem. | 34 ειπεν και ηλθεν ακρις και βρουχος ου ουκ ην αριθμος |
35 Vesszenek el a bűnösök a földről, és ne legyenek többé az istentelenek! Áldjad, én lelkem, az Urat! | 35 και κατεφαγεν παντα τον χορτον εν τη γη αυτων και κατεφαγεν τον καρπον της γης αυτων |
36 και επαταξεν παν πρωτοτοκον εν τη γη αυτων απαρχην παντος πονου αυτων | |
37 και εξηγαγεν αυτους εν αργυριω και χρυσιω και ουκ ην εν ταις φυλαις αυτων ασθενων | |
38 ευφρανθη αιγυπτος εν τη εξοδω αυτων οτι επεπεσεν ο φοβος αυτων επ' αυτους | |
39 διεπετασεν νεφελην εις σκεπην αυτοις και πυρ του φωτισαι αυτοις την νυκτα | |
40 ητησαν και ηλθεν ορτυγομητρα και αρτον ουρανου ενεπλησεν αυτους | |
41 διερρηξεν πετραν και ερρυησαν υδατα επορευθησαν εν ανυδροις ποταμοι | |
42 οτι εμνησθη του λογου του αγιου αυτου του προς αβρααμ τον δουλον αυτου | |
43 και εξηγαγεν τον λαον αυτου εν αγαλλιασει και τους εκλεκτους αυτου εν ευφροσυνη | |
44 και εδωκεν αυτοις χωρας εθνων και πονους λαων εκληρονομησαν | |
45 οπως αν φυλαξωσιν τα δικαιωματα αυτου και τον νομον αυτου εκζητησωσιν |