Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΙΩΒ - Giobbe - Job 24


font
GREEK BIBLEJERUSALEM
1 Επειδη οι καιροι δεν ειναι κεκρυμμενοι απο του Παντοδυναμου, δια τι οι γνωριζοντες αυτον δεν βλεπουσι τας ημερας αυτου;1 Pourquoi Shaddaï n'a-t-il pas des temps en réserve, et ses fidèles ne voient-ils pas ses jours?
2 Μετακινουσιν ορια? αρπαζουσι ποιμνια και ποιμαινουσιν?2 Les méchants déplacent les bornes, ils enlèvent troupeau et berger.
3 αφαιρουσι την ονον των ορφανων? λαμβανουσι τον βουν της χηρας εις ενεχυρον?3 On emmène l'âne des orphelins, on prend en gage le boeuf de la veuve.
4 εξωθουσι τους ενδεεις απο της οδου? οι πτωχοι της γης ομου κρυπτονται.4 Les indigents s'écartent du chemin, les pauvres du pays se cachent tous de même.
5 Ιδου, ως αγριοι ονοι εν τη ερημω, εξερχονται εις τα εργα αυτων εγειρομενοι πρωι δια αρπαγην? η ερημος διδει τροφην δι' αυτους και δια τα τεκνα αυτων.5 Tels les onagres du désert, ils sortent à leur travail, cherchant dès l'aube une proie, et le soir, du painpour leurs petits.
6 Θεριζουσιν αγρον μη οντα εαυτων, και τρυγωσιν αμπελον αδικιας.6 Ils moissonnent dans le champ d'un vaurien, ils pillent la vigne d'un méchant.
7 Καμνουσι τους γυμνους να νυκτερευωσιν ανευ ιματιου, και δεν εχουσι σκεπασμα εις το ψυχος.7 Ils passent la nuit nus, sans vêtements, sans couverture contre le froid.
8 Υγραινονται εκ των βροχων των ορεων και εναγκαλιζονται τον βραχον, μη εχοντες καταφυγιον.8 L'averse des montagnes les transperce; faute d'abri, ils étreignent le rocher.
9 Εκεινοι αρπαζουσι τον ορφανον απο του μαστου, και λαμβανουσιν ενεχυρον παρα του πτωχου?9 On arrache l'orphelin à la mamelle, on prend en gage le nourrisson du pauvre.
10 καμνουσιν αυτον να υπαγη γυμνος ανευ ιματιου, και οι βασταζοντες τα χειροβολα μενουσι πεινωντες.10 Ils s'en vont nus, sans vêtements; affamés, ils portent les gerbes.
11 Οι εκπιεζοντες το ελαιον εντος των τοιχων αυτων και πατουντες τους ληνους αυτων, διψωσιν.11 En plein midi ils restent entre deux murettes, altérés, ils foulent les cuves.
12 Ανθρωποι στεναζουσιν εκ της πολεως, και η ψυχη των πεπληγωμενων βοα? αλλ' ο Θεος δεν επιθετει εις αυτους αφροσυνην.12 De la ville on entend gémir les mourants, les blessés, dans un souffle, crier à l'aide. Et Dieu restesourd à la prière!
13 Ουτοι ειναι εκ των ανθισταμενων εις το φως? δεν γνωριζουσι τας οδους αυτου, και δεν μενουσιν εν ταις τριβοις αυτου.13 D'autres sont de ceux qui repoussent la lumière: ils en méconnaissent les chemins, n'en fréquententpas les sentiers.
14 Ο φονευς εγειρομενος την αυγην φονευει τον πτωχον και τον ενδεη, την δε νυκτα γινεται ως κλεπτης.14 Il fait noir quand l'assassin se lève, pour tuer le pauvre et l'indigent. Durant la nuit rôde le voleur,
15 Ο οφθαλμος ομοιως του μοιχου παραφυλαττει το νυκτωμα, λεγων, Οφθαλμος δεν θελει με ιδει? και καλυπτει το προσωπον αυτου.15 L'oeil de l'adultère épie le crépuscule: "Personne ne me verra", dit-il, et il met un voile sur son visage.
16 Εν τω σκοτει διατρυπωσι τας οικιας, τας οποιας την ημεραν εσημειωσαν δι' εαυτους. Δεν γνωριζουσι φως?16 Dans les ténèbres, il perfore les maisons. Pendant le jour, ils se cachent, ceux qui ne veulent pasconnaître la lumière.
17 διοτι η αυγη ειναι εις παντας αυτους σκια θανατου? εαν τις γνωριση αυτους, ειναι τρομοι σκιας θανατου.17 Pour eux tous, le matin devient ténèbres, car ils en éprouvent alors les terreurs.
18 Ειναι ελαφροι επι το προσωπον των υδατων? η μερις αυτων ειναι κατηραμενη επι της γης? δεν βλεπουσι την οδον των αμπελων.18 Ce n'est plus qu'un fétu à la surface des eaux, son domaine est maudit dans le pays, nul ne prend lechemin de sa vigne.
19 Η ξηρασια και η θερμοτης αρπαζουσι τα υδατα της χιονος, ο δε ταφος τους αμαρτωλους.19 Comme une chaleur sèche fait disparaître la neige. Ainsi le shéol celui qui a péché.
20 Η μητρα θελει λησμονησει αυτους? ο σκωληξ θελει βοσκεσθαι επ' αυτους? δεν θελουσιν ελθει πλεον εις ενθυμησιν? και η αδικια θελει συντριφθη ως ξυλον.20 Le sein qui l'a formé l'oublie et son nom n'est plus mentionné. Ainsi est foudroyée comme un arbrel'iniquité.
21 Κακοποιουσι την στειραν την ατεκνον? και δεν αγαθοποιουσι την χηραν?21 Il a maltraité la femme stérile, privée d'enfants, il s'est montré dur pour la veuve.
22 και κατακρατουσι τους δυνατους δια της δυναμεως αυτων? εγειρονται, και δεν ειναι ουδεις ασφαλης εν τη ζωη αυτου.22 Mais Celui qui se saisit des tyrans avec force surgit et lui ôte l'assurance de la vie.
23 Εδωκε μεν ο Θεος εις αυτους ασφαλειαν και αναπαυονται? ομως οι οφθαλμοι αυτου ειναι επι τας οδους αυτων.23 Il le laissait s'appuyer sur une sécurité trompeuse, mais, des yeux, il surveillait ses démarches.
24 Υψονονται ολιγον καιρον και δεν υπαρχουσι, και καταβαλλονται ως παντες? σηκονονται εκ του μεσου και αποκοπτονται ως η κεφαλη των ασταχυων?24 Elevé pour un temps, il disparaît, il s'affaisse comme l'arroche qu'on cueille, il se fane comme la têtedes épis.
25 και εαν τωρα δεν ηναι ουτω, τις θελει με διαψευσει και εξουθενισει τους λογους μου;25 N'en est-il pas ainsi? Qui me convaincra de mensonge et réduira mes paroles à néant?