Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Γ´ - 1 Re - Kings III 8


font
GREEK BIBLELA SACRA BIBBIA
1 Τοτε συνηθροισεν ο βασιλευς Σολομων προς εαυτον εν Ιερουσαλημ τους πρεσβυτερους του Ισραηλ και παντας τους αρχηγους των φυλων, τους οικογεναρχας των υιων Ισραηλ, δια να αναβιβασωσι την κιβωτον της διαθηκης του Κυριου εκ της πολεως Δαβιδ, ητις ειναι η Σιων.1 Allora Salomone convocò gli anziani d'Israele a Gerusalemme per trasportare dalla Città di Davide, cioè da Sion, l'arca dell'alleanza del Signore.
2 Και συνηθροισθησαν παντες οι ανδρες Ισραηλ προς τον βασιλεα Σολομωντα εν τη εορτη κατα τον μηνα Εθανειμ, οστις ειναι ο εβδομος μην.2 Tutti gli uomini d'Israele si radunarono presso il re Salomone, per la festa della luna di Etanim, ch'è il settimo mese.
3 Και ηλθον παντες οι πρεσβυτεροι του Ισραηλ και εσηκωσαν οι ιερεις την κιβωτον.3 Venuti dunque tutti gli anziani d'Israele, i sacerdoti presero l'arca,
4 Και ανεβιβασαν την κιβωτον του Κυριου και την σκηνην του μαρτυριου και παντα τα σκευη τα αγια τα εν τη σκηνη? οι ιερεις και οι Λευιται ανεβιβασαν αυτα.4 la tenda del convegno e tutte le suppellettili del santuario che erano in essa.
5 Και ο βασιλευς Σολομων και πασα η συναγωγη του Ισραηλ, οι συναχθεντες προς αυτον, ησαν μετ' αυτου εμπροσθεν της κιβωτου, θυσιαζοντες προβατα και βοας, οσα δεν ητο δυνατον να λογαριασθωσι και να αριθμηθωσι δια το πληθος.5 Il re Salomone e tutta la comunità d'Israele, che s'era radunata presso di lui, sacrificavano davanti all'arca pecore e buoi in quantità incalcolabile.
6 Και εισηγαγον οι ιερεις την κιβωτον της διαθηκης του Κυριου εις τον τοπον αυτης, εις το χρηστηριον του οικου, εις τα αγια των αγιων, υποκατω των πτερυγων των χερουβειμ.6 I sacerdoti frattanto portarono l'arca dell'alleanza del Signore al suo posto, nella cella del tempio, cioè nel santo dei santi, sotto le ali dei cherubini.
7 Διοτι τα χερουβειμ ειχον εξηπλωμενας τας πτερυγας επι τον τοπον της κιβωτου, και τα χερουβειμ εκαλυπτον την κιβωτον και τους μοχλους αυτης ανωθεν.7 I cherubini infatti stendevano le ali sul luogo dell'arca e dall'alto ricoprivano l'arca con le sue stanghe.
8 Και εξειχον οι μοχλοι, και εφαινοντο τα ακρα των μοχλων εκ του αγιου τοπου εμπροσθεν του χρηστηριου, εξωθεν ομως δεν εφαινοντο? και ειναι εκει εως της σημερον.8 Queste erano così lunghe che le loro estremità si potevano vedere dall'aula antistante alla cella, non però di fuori. Lì sono rimaste fino ad oggi.
9 Δεν ησαν εν τη κιβωτω ειμη αι δυο λιθιναι πλακες, τας οποιας ο Μωυσης εθεσεν εκει εν Χωρηβ, οπου ο Κυριος εκαμε διαθηκην προς τους υιους Ισραηλ, οτε εξηλθον εκ γης Αιγυπτου.9 Nell'arca non c'era nulla, eccetto le due tavole di pietra che Mosè vi aveva depositato all'Oreb, cioè le tavole dell'alleanza che il Signore aveva sancito con i figli d'Israele nel loro esodo dal paese d'Egitto.
10 Και ως εξηλθον οι ιερεις εκ του αγιαστηριου, η νεφελη ενεπλησε τον οικον του Κυριου?10 Quando i sacerdoti stavano uscendo dal santuario, una nube riempì il tempio del Signore
11 και δεν ηδυναντο οι ιερεις να σταθωσι δια να λειτουργησωσιν, εξ αιτιας της νεφελης? διοτι η δοξα του Κυριου ενεπλησε τον οικον του Κυριου.11 e i sacerdoti non poterono rimanervi per compiere le loro funzioni a causa della nube, perché la gloria del Signore riempiva il suo tempio.
12 Τοτε ελαλησεν ο Σολομων, Ο Κυριος ειπεν οτι θελει κατοικει εν γνοφω?12 Allora Salomone disse: "Il Signore ha deciso di abitare nella densa nube;
13 ωκοδομησα εις σε οικον κατοικησεως, τοπον δια να κατοικης αιωνιως.13 perciò io ti ho edificato un'eccelsa dimora, un luogo dove tu risieda per sempre".
14 Και στρεψας ο βασιλευς το προσωπον αυτου, ευλογησε πασαν την συναγωγην του Ισραηλ? πασα δε η συναγωγη του Ισραηλ ιστατο.14 Poi il re si voltò e benedisse tutta l'assemblea d'Israele che se ne stava in piedi.
15 Και ειπεν, Ευλογητος Κυριος ο Θεος του Ισραηλ, οστις εξετελεσε δια της χειρος αυτου εκεινο το οποιον ελαλησε δια του στοματος αυτου προς Δαβιδ τον πατερα μου, λεγων,15 Disse: "Benedetto il Signore Dio d'Israele che ha promesso di sua bocca a Davide mio padre e ha compiuto di sua mano quanto aveva promesso:
16 Αφ' ης ημερας εξηγαγον τον λαον μου τον Ισραηλ εξ Αιγυπτου, δεν εξελεξα απο πασων των φυλων του Ισραηλ ουδεμιαν πολιν δια να οικοδομηθη οικος, ωστε να ηναι το ονομα μου εκει? αλλ' εξελεξα τον Δαβιδ, δια να ηναι επι τον λαον μου Ισραηλ.16 "Dal giorno in cui feci uscire il mio popolo Israele dall'Egitto non ho scelto nessuna città fra tutte le tribù d'Israele per edificare un tempio in cui risieda il mio nome, bensì ho scelto Davide perché guidi il mio popolo Israele".
17 Και ηλθεν εις την καρδιαν Δαβιδ του πατρος μου να οικοδομηση οικον εις το ονομα Κυριου του Θεου του Ισραηλ.17 Ora, Davide mio padre aveva intenzione di edificare un tempio al nome del Signore, Dio d'Israele;
18 Αλλ' ο Κυριος ειπε προς Δαβιδ τον πατερα μου, Επειδη ηλθεν εις την καρδιαν σου να οικοδομησης οικον εις το ονομα μου, καλως μεν εκαμες οτι συνελαβες τουτο εν τη καρδια σου?18 ma il Signore disse a Davide mio padre: "Tu hai deciso di costruire un tempio al mio nome, e hai fatto bene;
19 πλην συ δεν θελεις οικοδομησει τον οικον? αλλ' ο υιος σου, οστις θελει εξελθει εκ της οσφυος σου, ουτος θελει οικοδομησει τον οικον εις το ονομα μου.19 però a costruirlo non sarai tu bensì tuo figlio, uscito dai tuoi lombi; egli edificherà il tempio al mio nome".
20 Ο Κυριος λοιπον εξεπληρωσε τον λογον αυτου, τον οποιον ελαλησε? και εγω ανεστην αντι Δαβιδ του πατρος μου, και εκαθησα επι του θρονου του Ισραηλ, καθως ελαλησεν ο Κυριος, και ωκοδομησα τον οικον εις το ονομα Κυριου του Θεου του Ισραηλ.20 Il Signore ha dunque realizzato la promessa che aveva pronunciato: io sono succeduto a Davide mio padre, mi sono seduto sul trono d'Israele come il Signore aveva detto e ho edificato il tempio al nome del Signore, Dio d'Israele.
21 Και διωρισα εκει τοπον δια την κιβωτον, εν η κειται η διαθηκη του Κυριου, την οποιαν εκαμε προς τους πατερας ημων, οτε εξηγαγεν αυτους εκ γης Αιγυπτου.21 Là ho fissato un posto per l'arca nella quale si trova l'alleanza che il Signore ha concluso con i nostri padri quando li fece uscire dalla terra d'Egitto".
22 Και σταθεις ο Σολομων εμπροσθεν του θυσιαστηριου του Κυριου, ενωπιον πασης της συναγωγης του Ισραηλ, εξετεινε τας χειρας αυτου προς τον ουρανον,22 Poi Salomone si pose davanti all'altare del Signore, in presenza di tutta l'assemblea d'Israele, stese le mani verso il cielo
23 και ειπε, Κυριε Θεε του Ισραηλ, δεν ειναι Θεος ομοιος σου εκ τω ουρανω ανω και επι της γης κατω, οστις φυλαττεις την διαθηκην και το ελεος προς τους δουλους σου τους περιπατουντας ενωπιον σου εν ολη τη καρδια αυτων?23 e disse: "Signore, Dio d'Israele, non c'è alcun Dio simile a te né lassù nei cieli né quaggiù sulla terra! Tu che mantieni l'alleanza e la benevolenza verso i tuoi servi quando essi camminano con tutto il loro cuore alla tua presenza,
24 οστις εφυλαξας προς τον δουλον σου Δαβιδ τον πατερα μου οσα ελαλησας προς αυτον? και ελαλησας δια του στοματος σου και εξετελεσας δια της χειρος σου, καθως την ημεραν ταυτην.24 hai mantenuto la promessa fatta al tuo servo Davide mio padre e oggi hai compiuto con la tua mano ciò che avevi promesso con la tua bocca.
25 Και τωρα, Κυριε Θεε του Ισραηλ, φυλαξον προς τον δουλον σου Δαβιδ τον πατερα μου εκεινο το οποιον υπεσχεθης προς αυτον, λεγων, Δεν θελει εκλειψει εις σε ανηρ απ' εμπροσθεν μου καθημενος επι του θρονου του Ισραηλ, μονον εαν προσεχωσιν οι υιοι σου εις την οδον αυτων, δια να περιπατωσιν ενωπιον μου, καθως συ περιεπατησας ενωπιον μου.25 E ora Signore, Dio d'Israele, mantieni al tuo servo Davide mio padre ciò che gli hai promesso dicendo: "Non ti mancherà giammai un discendente che stia alla mia presenza, seduto sul trono d'Israele, purché i tuoi figli conservino la loro condotta e camminino alla mia presenza come hai fatto tu".
26 Τωρα λοιπον, Θεε του Ισραηλ, ας αληθευση, δεομαι, ο λογος σου, τον οποιον ελαλησας προς τον δουλον σου Δαβιδ τον πατερα μου.26 Orbene, Dio d'Israele, si realizzi la parola che hai detto al tuo servo Davide mio padre.
27 Αλλα θελει αληθως κατοικησει Θεος επι της γης; ιδου, ο ουρανος και ο ουρανος των ουρανων δεν ειναι ικανοι να σε χωρεσωσι? ποσον ολιγωτερον ο οικος ουτος, τον οποιον ωκοδομησα.27 Ma veramente Dio abita sulla terra? Ecco: i cieli e i cieli dei cieli non ti possono contenere; quanto meno lo potrà questo tempio che ho costruito!
28 Πλην επιβλεψον επι την προσευχην του δουλου σου και επι την δεησιν αυτου, Κυριε Θεε μου, ωστε να εισακουσης της κραυγης και της δεησεως, την οποιαν ο δουλος σου δεεται ενωπιον σου την σημερον.28 Tu però volgiti propizio alla preghiera e alla supplica del tuo servo, o Signore mio Dio, ascoltando il grido e la preghiera che il tuo servo innalza oggi dinanzi a te!
29 δια να ηναι οι οφθαλμοι σου ανεωγμενοι προς τον οικον τουτον νυκτα και ημεραν, προς τον τοπον περι του οποιου ειπας, Το ονομα μου θελει εισθαι εκει? δια να εισακουης της δεησεως, την οποιαν ο δουλος σου θελει δεεσθαι εν τω τοπω τουτω.29 Che i tuoi occhi siano aperti notte e giorno su questo tempio, su questo luogo di cui hai detto: "Lì sarà il mio nome"; ascolta la preghiera che il tuo servo ti innalza in questo luogo.
30 Και επακουε της δεησεως του δουλου σου και του λαου σου Ισραηλ, οταν προσευχωνται εν τω τοπω τουτω? και ακουε συ εκ του τοπου της κατοικησεως σου, εκ του ουρανου? και ακουων, γινου ιλεως.30 Ascolta dunque la supplica del tuo servo e del tuo popolo Israele, quando pregheranno in questo luogo, ascolta nel luogo della tua dimora, nel cielo, ascolta e perdona!
31 Εαν αμαρτηση τις ανθρωπος εις τον πλησιον αυτου και ζητηση ορκον παρ' αυτου δια να καμη αυτον να ορκισθη, και ο ορκος ελθη εμπροσθεν του θυσιαστηριου σου εν τω οικω τουτω,31 Se qualcuno avrà peccato contro il suo prossimo e, dopo che gli sarà imposto un giuramento imprecatorio, verrà a giurare dinanzi al tuo altare in questo tempio,
32 τοτε συ επακουσον εκ του ουρανου και ενεργησον και κρινον τους δουλους σου, καταδικαζων μεν τον ανομον, ωστε να στρεψης κατα της κεφαλης αυτου την πραξιν αυτου, δικαιονων δε τον δικαιον, ωστε να αποδωσης εις αυτον κατα την δικαιοσυνην αυτου.32 tu ascolta dal cielo e agisci, fa' giustizia con i tuoi servi condannando l'empio, con il far ricadere sul suo capo la sua condotta, e dichiarando giusto l'innocente col rendergli secondo la sua giustizia.
33 Οταν κτυπηθη ο λαος σου Ισραηλ εμπροσθεν του εχθρου, διοτι ημαρτησαν εις σε, και επιστρεψωσι προς σε και δοξασωσι το ονομα σου και προσευχηθωσι και δεηθωσιν ενωπιον σου εν τω οικω τουτω,33 Quando il tuo popolo Israele sarà battuto davanti al nemico perché ha peccato contro di te, se farà ritorno a te e darà lode al tuo nome, ti pregherà e supplicherà in questo tempio,
34 τοτε συ επακουσον εκ του ουρανου και συγχωρησον την αμαρτιαν του λαου σου Ισραηλ, και επαναγαγε αυτους εις την γην, την οποιαν εδωκας εις τους πατερας αυτων.34 tu ascolta dal cielo, perdona il peccato del tuo popolo Israele e riconducilo nel paese che hai donato ai suoi padri.
35 Οταν ο ουρανος κλεισθη, και δεν γινηται βροχη, διοτι ημαρτησαν εις σε, εαν προσευχηθωσι προς τον τοπον τουτον και δοξασωσι το ονομα σου και επιστρεψωσιν απο των αμαρτιων αυτων, αφου ταπεινωσης αυτους,35 Quando il cielo sarà chiuso e non ci sarà pioggia perché hanno peccato contro di te, se ti pregheranno in questo luogo, loderanno il tuo nome e si ritrarranno dal loro peccato perché li hai afflitti,
36 τοτε συ επακουσον εκ του ουρανου και συγχωρησον την αμαρτιαν των δουλων σου και του λαου σου Ισραηλ, διδαξας αυτους την οδον την αγαθην, εις την οποιαν πρεπει να περιπατωσι, και δος βροχην επι την γην σου, την οποιαν εδωκας εις τον λαον σου δια κληρονομιαν.36 tu ascolta dal cielo e perdona il peccato dei tuoi servi e del tuo popolo Israele, insegnando loro la buona via per cui dovranno camminare e invia la pioggia sulla terra donata in eredità al tuo popolo.
37 Πεινα εαν γεινη εν τη γη, θανατικον εαν γεινη, ανεμοφθορια, ερυσιβη, ακρις, βρουχος εαν γεινη, ο εχθρος αυτων εαν πολιορκηση αυτους εν τω τοπω της κατοικιας αυτων, οποιαδηποτε πληγη, οποιαδηποτε νοσος γεινη,37 Quando la carestia, la peste, il carbonchio e la ruggine colpiranno il paese, le locuste e i bruchi lo invaderanno, il nemico stringerà d'assedio una delle sue porte e scoppierà un flagello o un'epidemia qualsiasi,
38 πασαν προσευχην, πασαν δεησιν γινομενην υπο παντος ανθρωπου, υπο παντος του λαου σου Ισραηλ, οταν γνωριση εκαστος την πληγην της καρδιας αυτου και εκτεινη τας χειρας αυτου προς τον οικον τουτον,38 se qualcuno del tuo popolo Israele, avvertendo i rimorsi della propria coscienza, innalzerà una preghiera o una supplica e stenderà le mani verso questo tempio,
39 τοτε συ επακουσον εκ του ουρανου, του τοπου της κατοικησεως σου, και συγχωρησον και ενεργησον και δος εις εκαστον κατα πασας τας οδους αυτου, οπως γνωριζεις την καρδιαν αυτου, διοτι συ, μονος συ, γνωριζεις τας καρδιας παντων των υιων ανθρωπων.39 tu ascolta dal cielo, luogo della tua dimora, perdona e agisci rendendo a ciascuno secondo la sua condotta, perché tu conosci il suo cuore; tu solo infatti conosci il cuore di tutti i figli dell'uomo.
40 δια να σε φοβωνται πασας τας ημερας οσας ζωσιν επι προσωπου της γης, την οποιαν εδωκας εις τους πατερας ημων.40 Così essi ti temeranno per tutti i giorni che vivranno sulla terra che hai donato ai nostri padri.
41 Και τον ξενον ετι, οστις δεν ειναι εκ του λαου σου Ισραηλ, αλλ' ερχεται απο γης μακρας δια το ονομα σου,41 Persino lo straniero, che non appartiene al tuo popolo Israele, quando verrà da un paese lontano a causa del tuo nome --
42 διοτι θελουσιν ακουσει το ονομα σου το μεγα και την χειρα σου την κραταιαν και τον βραχιονα σου τον εξηπλωμενον, οταν ελθη και προσευχηθη προς τον οικον τουτον,42 giacché si udrà parlare del tuo grande nome e della tua mano potente e del tuo braccio teso --, verrà per pregare in questo tempio,
43 συ επακουσον εκ του ουρανου, του τοπου της κατοικησεως σου, και ενεργησον κατα παντα περι οσων ο ξενος σε επικαλεσθη? δια να γνωρισωσι παντες οι λαοι της γης το ονομα σου, να σε φοβωνται, καθως ο λαος σου Ισραηλ? και δια να γνωρισωσιν οτι το ονομα σου εκληθη επι τον οικον τουτον, τον οποιον ωκοδομησα.43 tu ascolta dal cielo, luogo della tua dimora, e concedi ciò che lo straniero ti domanda, affinché tutti i popoli della terra conoscano il tuo nome, ti temano come fa il tuo popolo Israele e sappiano che il tuo vero nome è stato invocato su questo tempio che io ho edificato.
44 Οταν ο λαος σου εξελθη εις πολεμον εναντιον των εχθρων αυτων, οπου αποστειλης αυτους, και προσευχηθωσιν εις τον Κυριον, προς την πολιν, την οποιαν εξελεξας, και τον οικον, τον οποιον ωκοδομησα εις το ονομα σου,44 Se il tuo popolo muoverà guerra contro i suoi nemici, seguendo le vie per cui l'hai mandato, e pregherà il Signore rivolto verso la città da te scelta e verso il tempio da me edificato al tuo nome,
45 τοτε επακουσον εκ του ουρανου της προσευχης αυτων και της δεησεως αυτων, και καμε το δικαιον αυτων.45 tu ascolta dal cielo la sua preghiera e la sua supplica e fa' giustizia.
46 Οταν αμαρτησωσιν εις σε, διοτι ουδεις ανθρωπος ειναι αναμαρτητος, και οργισθης εις αυτους και παραδωσης αυτους εις τον εχθρον, ωστε οι αιχμαλωτισται να φερωσιν αυτους αιχμαλωτους εις την γην του εχθρου, μακραν η πλησιον,46 Se peccheranno contro di te, poiché non c'è uomo che non pecchi, e tu, sdegnato contro di loro, li abbandonerai in balia del nemico e i loro deportatori li deporteranno nel paese del nemico, lontano o vicino;
47 και ελθωσιν εις εαυτους εν τη γη, οπου εφερθησαν αιχμαλωτοι, και επιστρεψωσι και δεηθωσι προς σε εν τη γη των αιχμαλωτισαντων αυτους, λεγοντες, Ημαρτομεν, ηνομησαμεν, ηδικησαμεν,47 se rientreranno in se stessi nella terra dove furono deportati, se si convertiranno e ti supplicheranno nella terra dei loro deportatori dicendo: "Abbiamo peccato e commesso iniquità, siamo colpevoli";
48 και επιστρεψωσι προς σε εξ ολης της καρδιας αυτων και εξ ολης της ψυχης αυτων, εν τη γη των εχθρων των αιχμαλωτισαντων αυτους, και προσευχηθωσι προς σε προς την γην αυτων την οποιαν εδωκας εις τους πατερας αυτων, την πολιν την οποιαν εξελεξας, και τον οικον τον οποιον ωκοδομησα εις το ονομα σου,48 se si convertiranno a te con tutto il loro cuore e con tutta la loro anima nella terra dei loro nemici che li hanno deportati e ti pregheranno rivolti verso la terra che donasti ai loro padri, verso la città da te scelta e verso il tempio da me edificato al tuo nome,
49 τοτε επακουσον εκ του ουρανου, του τοπου της κατοικησεως σου, της προσευχης αυτων και της δεησεως αυτων και καμε το δικαιον αυτων,49 tu ascolta dal cielo, luogo della tua dimora, la loro preghiera e la loro supplica; fa' loro giustizia,
50 και συγχωρησον εις τον λαον σου, τον αμαρτησαντα εις σε, και αφες πασας τας παραβασεις αυτων, δια των οποιων εγειναν παραβαται εναντιον σου, και κινησον εις οικτιρμον αυτων τους αιχμαλωτισαντας αυτους ωστε να οικτειρωσιν αυτους?50 perdona ai membri del tuo popolo, che hanno peccato contro di te, tutte le ribellioni che hanno commesso contro di te e fa' che trovino compassione presso i loro deportatori affinché questi usino loro clemenza,
51 διοτι λαος σου και κληρονομια σου ειναι, τον οποιον εξηγαγες εξ Αιγυπτου, εκ μεσου του σιδηρου χωνευτηριου.51 perché essi sono il tuo popolo e la tua eredità, coloro che hai tratto fuori dall'Egitto, di mezzo al crogiolo di ferro.
52 Ας ηναι λοιπον οι οφθαλμοι σου ανεωγμενοι εις την δεησιν του δουλου σου και εις την δεησιν του λαου σου Ισραηλ, δια να εισακουης αυτους περι οσων σε επικαλεσθωσι,52 I tuoi occhi siano aperti alla supplica del tuo servo e alla supplica del tuo popolo Israele per esaudirli in tutto quello che ti chiedono,
53 διοτι συ εξεχωρισας αυτους απο παντων των λαων της γης, δια να ηναι κληρονομια σου, καθως ελαλησας δια χειρος Μωυσεως του δουλου σου, οτε εξηγαγες τους πατερας ημων εξ Αιγυπτου, Δεσποτα Κυριε.53 poiché tu li hai separati quale tua eredità da tutti i popoli della terra, conforme a quel che dicesti per mezzo del tuo servo Mosè, quando facesti uscire dall'Egitto i nostri padri, o Signore Dio".
54 Και αφου ετελειωσεν ο Σολομων να καμνη ολην την προσευχην και την δεησιν ταυτην προς τον Κυριον, εσηκωθη απ' εμπροσθεν του θυσιαστηριου του Κυριου, οπου ητο γονυπετης με τας χειρας αυτου εξηπλωμενας προς τον ουρανον.54 Quando Salomone ebbe terminata questa preghiera e supplica al Signore, si alzò davanti all'altare del Signore: stava infatti inginocchiato, con le mani tese verso il cielo.
55 Και εσταθη και ευλογησε πασαν την συναξιν του Ισραηλ μετα φωνης μεγαλης, λεγων,55 Stando in piedi, benedisse ad alta voce tutta l'assemblea d'Israele:
56 Ευλογητος Κυριος, οστις εδωκεν αναπαυσιν εις τον λαον αυτου Ισραηλ, κατα παντα οσα υπεσχεθη? δεν επεσεν ουδε εις εκ παντων των λογων των αγαθων, τους οποιους ελαλησε δια χειρος Μωυσεως του δουλου αυτου.56 "Benedetto il Signore che ha concesso riposo al suo popolo Israele, secondo tutto quello che aveva detto. Neppure una di tutte le belle promesse fatte tramite il suo servo Mosè è andata a vuoto!
57 Γενοιτο Κυριος ο Θεος ημων μεθ' ημων, καθως ητο μετα των πατερων ημων να μη αφηση ημας, μηδε να εγκαταλειψη ημας?57 Il Signore nostro Dio sia con noi come lo fu con i nostri padri; non ci abbandoni né ci rigetti;
58 δια να επικλινη τας καρδιας ημων εις εαυτον ωστε να περιπατωμεν εις πασας τας οδους αυτου και να φυλαττωμεν τας εντολας αυτου και τα διαταγματα αυτου και τας κρισεις αυτου, τα οποια προσεταξεν εις τους πατερας ημων.58 ma inclini i nostri cuori verso di lui, affinché camminiamo in tutte le sue vie e osserviamo i suoi comandamenti, statuti e precetti che ha prescritto ai nostri padri.
59 Και ουτοι οι λογοι μου, τους οποιους εδεηθην ενωπιον του Κυριου, να ηναι ημεραν και νυκτα πλησιον Κυριου του Θεου ημων, δια να καμνη το δικαιον του δουλου αυτου και το δικαιον του λαου αυτου Ισραηλ, κατα την αναγκην εκαστης ημερας?59 Possano queste parole che ho pronunciato davanti al Signore rimanere presenti al Signore nostro Dio giorno e notte; egli ogni giorno renderà giustizia al suo servo e al suo popolo Israele.
60 δια να γνωρισωσι παντες οι λαοι της γης, οτι ο Κυριος, αυτος ειναι ο Θεος, ουδεις αλλος.60 Così tutti i popoli della terra sapranno che il Signore solo e nessun altro è Dio,
61 Ας ηναι λοιπον η καρδια σας τελεια προς Κυριον τον Θεον ημων, δια να περιπατητε εις τα διαταγματα αυτου και να φυλαττητε τας εντολας αυτου, καθως εν τη ημερα ταυτη.61 e il vostro cuore sarà tutto intero per il Signore nostro Dio, camminando secondo i suoi statuti e osservando i suoi comandamenti, come fate oggi".
62 Και ο βασιλευς και πας ο Ισραηλ μετ' αυτου, προσεφεραν θυσιαν ενωπιον του Κυριου.62 Il re e tutto Israele con lui offrirono sacrifici davanti al Signore.
63 Και εθυσιασεν Σολομων τας θυσιας τας ειρηνικας, τας οποιας προσεφερεν εις τον Κυριον, εικοσιδυο χιλιαδας βοων και εκατον εικοσι χιλιαδας προβατων? ουτως εγκαινιασαν τον οικον του Κυριου ο βασιλευς και παντες οι υιοι Ισραηλ.63 Come sacrifici di comunione offerti al Signore Salomone immolò ventiduemila buoi e centoventimila pecore. In tal modo il re e tutti i figli d'Israele dedicarono il tempio del Signore.
64 Την αυτην ημεραν καθιερωσεν ο βασιλευς το μεσον της αυλης της κατα προσωπον του οικου του Κυριου? διοτι εκει προσεφερε τα ολοκαυτωματα και την εξ αλφιτων προσφοραν και το στεαρ των ειρηνικων προσφορων? επειδη το θυσιαστηριον το χαλκινον, το κατ' εμπροσθεν του Κυριου, ητο μικρον ωστε να χωρεση τα ολοκαυτωματα και την εξ αλφιτων προσφοραν και το στεαρ των ειρηνικων προσφορων.64 In quel giorno il re consacrò il centro del cortile che sta di fronte al tempio del Signore; lì infatti offrì l'olocausto, l'oblazione e le parti grasse dei sacrifici di comunione, poiché l'altare di bronzo che è davanti al Signore era insufficiente a contenere l'olocausto, l'oblazione e le parti grasse dei sacrifici di comunione.
65 Και κατ' εκεινον τον καιρον εκαμεν Σολομων την εορτην, και πας ο Ισραηλ μετ' αυτου, συναξις μεγαλη, απο της εισοδου Αιμαθ μεχρι του ποταμου Αιγυπτου, ενωπιον Κυριου του Θεου ημων, επτα ημερας και επτα ημερας, δεκατεσσαρας ημερας.65 In quell'occasione Salomone celebrò la festa; a lui si unì davanti al Signore, nostro Dio, per sette giorni, tutto Israele, un'assemblea grandiosa proveniente dall'ingresso di Camat fino al torrente d'Egitto.
66 την ογδοην ημεραν απελυσε τον λαον? και ευλογησαν τον βασιλεα και ανεχωρησαν εις τας σκηνας αυτων, χαιροντες και ευφραινομενοι εκ καρδιας, δια παντα τα αγαθα οσα ο Κυριος εκαμε προς Δαβιδ τον δουλον αυτου και προς Ισραηλ τον λαον αυτου.66 Nel giorno ottavo congedò il popolo ed essi benedirono il re e ritornarono alle loro dimore, allegri e con il cuore contento per tutto il bene che il Signore aveva fatto a Davide suo servo e al suo popolo Israele.