Scrutatio

Domenica, 12 maggio 2024 - Santi Nereo e Achilleo ( Letture di oggi)

Prima lettera a Timoteo (מכתב ראשון לטימותי) 10


font
STUTTGARTENSIA-DELITZSCHGREEK BIBLE
1 וַאֲנִי פוֹלוֹס הִנְנִי מַזְהִיר אֶתְכֶם בְּעַנְוַת הַמָּשִׁיחַ וְחֶמְלָתוֹ אֲשֶׁר פָּנִים בְּפָנִים שָׁפֵל אֲנִי בְּתוֹכֲכֶם וּבְרָחֳקִי תַּקִּיף עִמָּכֶם1 Αυτος δε εγω ο Παυλος σας παρακαλω δια της πραοτητος και επιεικειας του Χριστου, οστις παρων μεν ειμαι ταπεινος μεταξυ σας, απων δε λαμβανω θαρρος προς εσας?
2 וְאֶתְחַנְּנָה שֶׁלֹּא אֶצְטָרֵךְ בְּבֹאִי לִהְיוֹת תַּקִּיף בַּבִּטָּחוֹן הַהוּא אֲשֶׁר אֶחֱשֹׁב לְהִתְגַּבֶּר־בּוֹ נֶגֶד הָאֲנָשִׁים הַחשְׁבִים אֹתָנוּ כְּמִתְהַלְּכִים לְפִי הַבָּשָׂר2 σας παρακαλω δε οταν ελθω, να μη λαβω θαρρος με την πεποιθησιν εκεινην, με την οποιαν στοχαζομαι να τολμησω εναντιον τινων, οιτινες θεωρουσιν ημας ως κατα σαρκα περιπατουντας.
3 כִּי בְּלֶכְתֵּנוּ בַבָּשָׂר לֹא נִלָּחֵם לְפִי הַבָּשָׂר3 Διοτι αν και περιπατωμεν εν σαρκι, δεν πολεμουμεν ομως κατα σαρκα?
4 כִּי־כְלֵי מִלְחַמְתֵּנוּ אֵינָם שֶׁל־הַבָּשָׂר כִּי אִם־חֲזָקִים הֵם לֵאלֹהִים לַהֲרֹס מִבְצָרִים4 διοτι τα οπλα του πολεμου ημων δεν ειναι σαρκικα, αλλα δυνατα συν Θεω προς καθαιρεσιν οχυρωματων?
5 בַּאֲשֶׁר הֹרְסִים אֲנַחְנוּ תַּחְבֻּלוֹת וְכָל־מָרוֹם הַמִּתְנַשֵּׂא נֶגֶד דַּעַת הָאֱלֹהִים וְשׁוֹבִים כָּל־מְזִמָּה לְמִשְׁמַעַת הַמָּשִׁיחַ5 επειδη καθαιρουμεν λογισμους και παν υψωμα επαιρομενον εναντιον της γνωσεως του Θεου, και αιχμαλωτιζομεν παν νοημα εις την υπακοην του Χριστου,
6 וּנְכוֹנִים לִנְקֹם נְקָמָה מֵאֵת כָּל־מֶרִי אִם־תִּשְׁלַם מִשְׁמַעְתְּכֶם6 και ειμεθα ετοιμοι να εκδικησωμεν πασαν παρακοην, οταν γεινη πληρης η υπακοη σας.
7 הֲתִשְׁפְּטוּ לְמַרְאֵה פָנִים אִישׁ כִּי יִבְטַח לִהְיוֹת לַמָּשִׁיחַ יָשׁוּב וְיָדִין בְּלִבּוֹ כִּי־כַאֲשֶׁר הוּא לַמָּשִׁיחַ כֵּן לַמָּשִׁיחַ גַּם־אֲנָחְנוּ7 Τα κατα προσωπον βλεπετε. Εαν τις εχη πεποιθησιν εις εαυτον οτι ειναι του Χριστου, ας συλλογιζηται τουτο παλιν αφ' εαυτου, οτι καθως αυτος ειναι του Χριστου, ουτω και ημεις ειμεθα του Χριστου.
8 וְגַם כִּי־אֶתְהַלֵּל מְעַט יוֹתֵר עַל־דְּבַר הָרְשׁוּת אֲשֶׁר נָתַן־לָנוּ הָאָדוֹן לִבְנוֹתְכֶם וְלֹא לְשַׁחֶתְכֶם לֹא אֵבוֹשׁ8 Διοτι εαν και περισσοτερον τι καυχηθω δια την εξουσιαν ημων, την οποιαν εδωκεν εις ημας ο Κυριος εις οικοδομην και ουχι εις καθαιρεσιν σας, δεν θελω αισχυνθη,
9 לְמַעַן לֹא אֵרָאֶה כִּמְאַיֵּם אֶתְכֶם עַל־יְדֵי הָאִגְּרוֹת9 δια να μη φανω οτι θελω να σας εκφοβιζω δια των επιστολων.
10 כְּאָמְרָם הֵן הָאִגְּרוֹת קָשׁוֹת הֵנָּה וַחֲזָקוֹת אֲבָל הַגּוּף בִּהְיוֹתוֹ לְנֶגְדֵּנוּ חָלוּשׁ הוּא וְנִיבוֹ נִבְזֶה10 Διοτι αι μεν επιστολαι, λεγει τις, ειναι βαρειαι και ισχυραι, η δε παρουσια του σωματος ασθενης και ο λογος εξουθενημενος.
11 יֵדַע־נָא הָאֹמֵר כָּזֹאת כִּי־כְמוֹ שֶׁאֲנַחְנוּ בְדִבּוּר עַל־יְדֵי אִגְּרוֹת בִּהְיוֹתֵנוּ רְחוֹקִים כֵּן גַּם־בְּפֹעַל אֲנַחְנוּ בִּהְיוֹתֵנוּ קְרוֹבִים11 Τουτο ας παρατηρη ο τοιουτος, οτι οποιοι ειμεθα εις τον λογον δια των επιστολων αποντες, τοιουτοι και παροντες εις το εργον.
12 כִּי אַל־נָעֵז פָּנֵינוּ לִכְלֹל אֹתָנוּ עִם־הָאֲנָשִׁים הַמְשַׁבְּחִים נַפְשָׁם אוֹ לַעֲרֹךְ אֹתָנוּ לָאֵלֶּה אָכֵן נִבְעֲרוּ מִדַּעַת הַמֹּדְדִים אֶת־נַפְשָׁם בְּנַפְשָׁם וְעֹרְכִים אֶת־נַפְשָׁם לְנַפְשָׁם12 Διοτι δεν τολμωμεν να συναριθμησωμεν η να συγκρινωμεν εαυτους προς τινας εκ των συνιστωντων εαυτους? αλλ' αυτοι καθ' εαυτους μετρουντες εαυτους και προς εαυτους συγκρινοντες εαυτους ανοηταινουσιν.
13 וַאֲנַחְנוּ לֹא נִתְגַּדֵּל לִבְלִי־מִדָּה כִּי אִם־כְּפִי מִדַּת הַגְּבוּל אֲשֶׁר חָלַק לָנוּ הָאֱלֹהִים לְחֹק לְהַגִּיעַ גַּם־עָדֵיכֶם13 Αλλ' ημεις δεν θελομεν καυχηθη εις τα αμετρα, αλλα κατα το μετρον του κανονος, το οποιον εμοιρασεν εις ημας ο Θεος, μετρον ωστε να φθασωμεν εως και εις εσας.
14 כִּי לוּלֵא הִגַּעְנוּ עָדֵיכֶם לֹא נִשְׂתָּרֵעַ לְמַעְלָה מֵעֶרְכֵּנוּ הֲלֹא כְבָר קִדַּמְנוּ גַּם־אֶתְכֶם בִּבְשׂוֹרַת הַמָּשִׁיחַ14 Διοτι δεν υπερεκτεινομεν εαυτους ως μη φθασαντες εις εσας. επειδη εως και εις εσας εφθασαμεν δια του ευαγγελιου του Χριστου,
15 לֹא נִתְגַּדֵּל לִבְלִי־מִדָּה בִּיגִיעַת אֲחֵרִים אֲבָל יֶשׁ־לָנוּ הַתִּקְוָה כִּי־בִרְבוֹת אֱמוּנַתְכֶם נְכֻבַּד בָּכֶם כְּפִי גְבוּלֵנוּ עַד־לְמַעְלָה15 και δεν καυχωμεθα εις τα αμετρα εις ξενους κοπους, αλλ' εχομεν ελπιδα, οτι αυξανομενης της πιστεως σας, θελομεν μεγαλυνθη εις εσας εκ περισσου κατα τον κανονα ημων,
16 כְּדֵי־לְבַשֵּׂר הַבְּשׂוֹרָה גַּם־לְהָלְאָה מִכֶּם וְלֹא לְהִתְהַלֵּל בְּמַה־שֶּׁמּוּכָן כְּבָר בִּגְבוּל אֲחֵרִים16 ωστε να κηρυξωμεν το ευαγγελιον και εις τους επεκεινα υμων τοπους, ουχι να καυχηθωμεν εις τα εν αλλοτριω κανονι ετοιμα.
17 וְהַמִּתְהַלֵּל יִתְהַלֵּל בַּיהוֹה17 Αλλ' οστις καυχαται, εν Κυριω ας καυχαται?
18 כִּי לֹא הַמְשַׁבֵּחַ נַפְשׁוֹ מְשֻׁבָּח הוּא כִּי אִם־אֲשֶׁר יְשַׁבְּחֶנּוּ יְהוָֹה18 διοτι δεν ειναι δοκιμος οστις συνιστα αυτος εαυτον, αλλ' εκεινος τον οποιον ο Κυριος συνιστα.