Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΙΕΡΕΜΙΑΣ - Geremia - Jeremiah 18


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 ο λογος ο γενομενος παρα κυριου προς ιερεμιαν λεγων1 Az ige, mely elhangzott Jeremiáshoz az Úrtól:
2 αναστηθι και καταβηθι εις οικον του κεραμεως και εκει ακουση τους λογους μου2 »Kelj fel, és menj le a fazekas házába! Ott majd tudtul adom neked igéimet.«
3 και κατεβην εις τον οικον του κεραμεως και ιδου αυτος εποιει εργον επι των λιθων3 Lementem tehát a fazekas házába, és íme, az éppen dolgozott a korongon.
4 και διεπεσεν το αγγειον ο αυτος εποιει εν ταις χερσιν αυτου και παλιν αυτος εποιησεν αυτο αγγειον ετερον καθως ηρεσεν ενωπιον αυτου του ποιησαι4 Ha rosszul sikerült a fazekas kezében az edény, melyet az agyagból készített, újból készített belőle egy másik edényt, ahogy a fazekas szemében helyesnek látszott, hogy elkészítse.
5 και εγενετο λογος κυριου προς με λεγων5 Akkor így hangzott az Úr igéje hozzám:
6 ει καθως ο κεραμευς ουτος ου δυνησομαι του ποιησαι υμας οικος ισραηλ ιδου ως ο πηλος του κεραμεως υμεις εστε εν ταις χερσιν μου6 »Vajon nem tehetek-e úgy veletek, Izrael háza, mint ez a fazekas? – mondja az Úr. – Íme, mint az agyag a fazekas kezében, olyanok vagytok ti az én kezemben, Izrael háza!
7 περας λαλησω επι εθνος η επι βασιλειαν του εξαραι αυτους και του απολλυειν7 Olykor kimondom egy nemzetről és egy királyságról, hogy kigyomlálom, kiirtom és elpusztítom.
8 και επιστραφη το εθνος εκεινο απο παντων των κακων αυτων και μετανοησω περι των κακων ων ελογισαμην του ποιησαι αυτοις8 De ha megtér gonoszságából az a nemzet, amely ellen szóltam, akkor megbánom a rosszat, melyet vele tenni szándékoztam.
9 και περας λαλησω επι εθνος και επι βασιλειαν του ανοικοδομεισθαι και του καταφυτευεσθαι9 Olykor pedig kimondom egy nemzetről és egy királyságról, hogy felépítem és elültetem.
10 και ποιησωσιν τα πονηρα εναντιον μου του μη ακουειν της φωνης μου και μετανοησω περι των αγαθων ων ελαλησα του ποιησαι αυτοις10 De ha azt teszi, ami rossz a szememben, hogy nem hallgat szavamra, akkor megbánom a jót, melyről azt mondtam, hogy megteszem neki.
11 και νυν ειπον προς ανδρας ιουδα και προς τους κατοικουντας ιερουσαλημ ιδου εγω πλασσω εφ' υμας κακα και λογιζομαι εφ' υμας λογισμον αποστραφητω δη εκαστος απο οδου αυτου της πονηρας και καλλιονα ποιησετε τα επιτηδευματα υμων11 Most tehát mondd meg Júda férfiainak és Jeruzsálem lakóinak: Így szól az Úr: Íme, én rosszat készítek ellenetek, és tervet szövök ellenetek! Térjetek hát meg, mindegyiktek a maga gonosz útjáról, és jobbítsátok meg útjaitokat és tetteiteket!«
12 και ειπαν ανδριουμεθα οτι οπισω των αποστροφων ημων πορευσομεθα και εκαστος τα αρεστα της καρδιας αυτου της πονηρας ποιησομεν12 De azt mondták: »Hiábavaló! Mert a magunk gondolatai után megyünk, és mindegyikünk saját gonosz szívének megátalkodottsága szerint cselekszik.«
13 δια τουτο ταδε λεγει κυριος ερωτησατε δη εν εθνεσιν τις ηκουσεν τοιαυτα φρικτα α εποιησεν σφοδρα παρθενος ισραηλ13 Ezért így szól az Úr: »Kérdezzétek csak meg a nemzeteket: ki hallott ilyeneket? Nagyon rettenetes dolgot művelt Izrael szűze.
14 μη εκλειψουσιν απο πετρας μαστοι η χιων απο του λιβανου μη εκκλινει υδωρ βιαιως ανεμω φερομενον14 Vajon eltűnik-e a mező sziklájáról a Libanon hava? Vagy kiapadnak-e a feltörő vizek, hideg vízfolyások?
15 οτι επελαθοντο μου ο λαος μου εις κενον εθυμιασαν και ασθενησουσιν εν ταις οδοις αυτων σχοινους αιωνιους του επιβηναι τριβους ουκ εχοντας οδον εις πορειαν15 Mégis elfelejtett engem az én népem, a semminek tömjéneznek; elbuktatták őket útjaikon, az ősi ösvényeken, hogy csapásokon járjanak, egyenetlen úton;
16 του ταξαι την γην αυτων εις αφανισμον και συριγμα αιωνιον παντες οι διαπορευομενοι δι' αυτης εκστησονται και κινησουσιν την κεφαλην αυτων16 hogy borzadállyá tegyék földjüket, örökös gúny tárgyává; aki csak keresztülmegy rajta, megborzad, és a fejét csóválja.
17 ως ανεμον καυσωνα διασπερω αυτους κατα προσωπον εχθρων αυτων δειξω αυτοις ημεραν απωλειας αυτων17 Mint a keleti szél, szétszórom őket az ellenség előtt; hátamat és nem arcomat mutatom nekik balsorsuk napján.«
18 και ειπαν δευτε λογισωμεθα επι ιερεμιαν λογισμον οτι ουκ απολειται νομος απο ιερεως και βουλη απο συνετου και λογος απο προφητου δευτε και παταξωμεν αυτον εν γλωσση και ακουσομεθα παντας τους λογους αυτου18 Ezt mondták: »Jöjjetek, szőjünk terveket Jeremiás ellen, mert nem veszhet el a törvény a paptól, sem a tanács a bölcstől, sem az ige a prófétától! Jöjjetek, verjük őt meg nyelvvel, és ne figyeljünk egyetlen szavára sem!«
19 εισακουσον μου κυριε και εισακουσον της φωνης του δικαιωματος μου19 Figyelj rám, Uram, és halld meg ellenfeleim hangját!
20 ει ανταποδιδοται αντι αγαθων κακα οτι συνελαλησαν ρηματα κατα της ψυχης μου και την κολασιν αυτων εκρυψαν μοι μνησθητι εστηκοτος μου κατα προσωπον σου του λαλησαι υπερ αυτων αγαθα του αποστρεψαι τον θυμον σου απ' αυτων20 Vajon rosszal szokás-e fizetni a jóért, hogy vermet ástak lelkemnek? Emlékezz rá, hogy színed előtt álltam, hogy javukra szóljak, hogy elfordítsam haragodat róluk!
21 δια τουτο δος τους υιους αυτων εις λιμον και αθροισον αυτους εις χειρας μαχαιρας γενεσθωσαν αι γυναικες αυτων ατεκνοι και χηραι και οι ανδρες αυτων γενεσθωσαν ανηρημενοι θανατω και οι νεανισκοι αυτων πεπτωκοτες μαχαιρα εν πολεμω21 Ezért juttasd fiaikat éhínségre, és add őket a kard hatalmába! Asszonyaik legyenek gyermektelenek és özvegyek, férfiaikat halál gyilkolja, ifjaikat kard sújtsa a harcban!
22 γενηθητω κραυγη εν ταις οικιαις αυτων επαξεις επ' αυτους ληστας αφνω οτι ενεχειρησαν λογον εις συλλημψιν μου και παγιδας εκρυψαν επ' εμε22 Hangozzék jajkiáltás házaikból, amikor hirtelen rablócsapatot hozol rájuk! Mert vermet ástak, hogy elfogjanak engem, és csapdákat rejtettek el lábam elé.
23 και συ κυριε εγνως απασαν την βουλην αυτων επ' εμε εις θανατον μη αθωωσης τας αδικιας αυτων και τας αμαρτιας αυτων απο προσωπου σου μη εξαλειψης γενεσθω η ασθενεια αυτων εναντιον σου εν καιρω θυμου σου ποιησον εν αυτοις23 De te, Uram, ismered minden ellenem szőtt halálos tervüket. Ne bocsásd meg bűnüket, és vétküket ne töröld el színed elől! Legyenek bukottak színed előtt, haragod idején bánj el velük!