Scrutatio

Domenica, 12 maggio 2024 - Santi Nereo e Achilleo ( Letture di oggi)

ΙΟΥΔΙΘ - Giuditta - Judith 4


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 και ηκουσαν οι υιοι ισραηλ οι κατοικουντες εν τη ιουδαια παντα οσα εποιησεν ολοφερνης τοις εθνεσιν ο αρχιστρατηγος ναβουχοδονοσορ βασιλεως ασσυριων και ον τροπον εσκυλευσεν παντα τα ιερα αυτων και εδωκεν αυτα εις αφανισμον1 Meghallották a Júdeában lakó Izrael fiai mindazt, amit Holofernész Nebukadnezárnak, az asszírok királyának fővezére művelt a nemzetekkel, hogyan fosztotta ki szentélyeiket és semmisítette meg őket.
2 και εφοβηθησαν σφοδρα σφοδρα απο προσωπου αυτου και περι ιερουσαλημ και του ναου κυριου θεου αυτων εταραχθησαν2 Nagy rémület vett erőt rajtuk színe előtt és rettegtek Jeruzsálemért és az Úrnak, Istenüknek templomáért,
3 οτι προσφατως ησαν αναβεβηκοτες εκ της αιχμαλωσιας και νεωστι πας ο λαος συνελελεκτο της ιουδαιας και τα σκευη και το θυσιαστηριον και ο οικος εκ της βεβηλωσεως ηγιασμενα ην3 mert nemrég tértek vissza a fogságból és Júda népe még alighogy egybegyűlt, a szent edények, az oltár, az Isten háza nemrég lett felszentelve a meggyalázás után.
4 και απεστειλαν εις παν οριον σαμαρειας και κωνα και βαιθωρων και βελμαιν και ιεριχω και εις χωβα και αισωρα και τον αυλωνα σαλημ4 Hírvivőket küldtek egész Szamariába, a falvakba, Béthoronba, Ábelmaimba, Jerikóba, Kobába, Ajszorába és Szálem völgyébe.
5 και προκατελαβοντο πασας τας κορυφας των ορεων των υψηλων και ετειχισαν τας εν αυτοις κωμας και παρεθεντο εις επισιτισμον εις παρασκευην πολεμου οτι προσφατως ην τα πεδια αυτων τεθερισμενα5 Megszállták a magas hegyek csúcsait, a falvakat lakosaik fallal megerősítették, háború esetére ellátták élelemmel, mert földjeiket éppen akkor aratták le.
6 και εγραψεν ιωακιμ ο ιερευς ο μεγας ος ην εν ταις ημεραις εν ιερουσαλημ τοις κατοικουσι βαιτυλουα και βαιτομεσθαιμ η εστιν απεναντι εσδρηλων κατα προσωπον του πεδιου του πλησιον δωθαιμ6 Joakim, aki ezekben a napokban főpap volt Jeruzsálemben, írt Betúlia és Bét-Omesztajim lakóinak, amely Ezdrelonnal szemben a Dótain melletti mezővel szemben fekszik,
7 λεγων διακατασχειν τας αναβασεις της ορεινης οτι δι' αυτων ην η εισοδος εις την ιουδαιαν και ην ευχερως διακωλυσαι αυτους προσβαινοντας στενης της προσβασεως ουσης επ' ανδρας τους παντας δυο7 hogy szállják meg a hegyek hágóit, mert ezeken át lehetett eljutni Júdába és könnyen megakadályozhatták az átkelést, mert a hágó olyan keskeny volt, hogy nem több, mint két ember fért el benne.
8 και εποιησαν οι υιοι ισραηλ καθα συνεταξεν αυτοις ιωακιμ ο ιερευς ο μεγας και η γερουσια παντος δημου ισραηλ οι εκαθηντο εν ιερουσαλημ8 Izrael fiai úgy cselekedtek, amint Joakim főpap és a nép vezetőinek Jeruzsálemben levő tanácsa elrendelte.
9 και ανεβοησαν πας ανηρ ισραηλ προς τον θεον εν εκτενεια μεγαλη και εταπεινωσαν τας ψυχας αυτων εν εκτενεια μεγαλη9 Minden férfi Izraelben az Úrhoz kiáltott nagy állhatatossággal, megalázkodtak és böjtöt tartottak,
10 αυτοι και αι γυναικες αυτων και τα νηπια αυτων και τα κτηνη αυτων και πας παροικος και μισθωτος και αργυρωνητος αυτων επεθεντο σακκους επι τας οσφυας αυτων10 ők maguk, asszonyaik és gyermekeik, állataik és minden jövevény, béres és rabszolga szőrzsákkal övezték csípőjüket.
11 και πας ανηρ ισραηλ και γυνη και τα παιδια οι κατοικουντες εν ιερουσαλημ επεσον κατα προσωπον του ναου και εσποδωσαντο τας κεφαλας αυτων και εξετειναν τους σακκους αυτων κατα προσωπον κυριου11 Izrael emberei, az asszonyok és gyermekek, akik Jeruzsálemben laktak, leborultak a szentély előtt, hamut hintettek fejükre, és kitárták szőrruhájukat az Úr temploma előtt.
12 και το θυσιαστηριον σακκω περιεβαλον και εβοησαν προς τον θεον ισραηλ ομοθυμαδον εκτενως του μη δουναι εις διαρπαγην τα νηπια αυτων και τας γυναικας εις προνομην και τας πολεις της κληρονομιας αυτων εις αφανισμον και τα αγια εις βεβηλωσιν και ονειδισμον επιχαρμα τοις εθνεσιν12 Az oltárt is szőrzsákkal fedték be, s egy szívvel buzgón kiáltottak Izrael Urához, ne engedje, hogy elrabolják gyermekeiket, zsákmányul vigyék asszonyaikat, örökrészük városait lerombolják, a szentélyt megszentségtelenítsék és gyalázattal illessék a pogányok.
13 και εισηκουσεν κυριος της φωνης αυτων και εισειδεν την θλιψιν αυτων και ην ο λαος νηστευων ημερας πλειους εν παση τη ιουδαια και ιερουσαλημ κατα προσωπον των αγιων κυριου παντοκρατορος13 Az Úr meghallgatta szavukat és rátekintett szorongattatásukra. A nép sok napon át böjtölt egész Júdeában és Jeruzsálemben a mindenható Úr szentélye előtt.
14 και ιωακιμ ο ιερευς ο μεγας και παντες οι παρεστηκοτες ενωπιον κυριου ιερεις και οι λειτουργουντες κυριω σακκους περιεζωσμενοι τας οσφυας αυτων προσεφερον την ολοκαυτωσιν του ενδελεχισμου και τας ευχας και τα εκουσια δοματα του λαου14 Joakim főpap és mindazok, akik az Úr színe előtt álltak, a papok és az Úr szolgái, mind szőrzsákkal övezték csípőjüket, bemutatták az állandó áldozatot, a nép fogadalmi és önkéntes áldozatát.
15 και ην σποδος επι τας κιδαρεις αυτων και εβοων προς κυριον εκ πασης δυναμεως εις αγαθον επισκεψασθαι παν οικον ισραηλ15 Hamu volt a turbánjukon, s minden erejükből az Úrhoz kiáltottak, hogy látogassa meg irgalmában Izrael egész házát.