Scrutatio

Sabato, 11 maggio 2024 - San Fabio e compagni ( Letture di oggi)

Premier livre de Samuel 13


font
BIBLES DES PEUPLESGREEK BIBLE
1 Saül était roi et il gouvernait Israël.1 Ο Σαουλ ητο βασιλευς ενος ετους? αφου δε εβασιλευσε δυο ετη επι τον Ισραηλ,
2 Il se choisit 3 000 hommes parmi les Israélites; 2 000 étaient avec lui à Mikmas ainsi que dans la montagne de Béthel, et il confia les 1 000 qui restaient à Jonathan, à Guibéa de Benjamin. Quant aux autres, Saül les renvoya chacun sous sa tente.2 εξελεξεν ο Σαουλ εις εαυτον τρεις χιλιαδας εκ του Ισραηλ? και ησαν μετα του Σαουλ δυο χιλιαδες εν Μιχμας και εν τω ορει Βαιθηλ, και χιλιοι ησαν μετα του Ιωναθαν εν Γαβαα του Βενιαμιν? το δε υπολοιπον του λαου εξαπεστειλεν εκαστον εις την σκηνην αυτου.
3 Jonathan tua le chef des Philistins qui se trouvait à Guibéa et les Philistins apprirent la nouvelle. Saül fit alors sonner du cor dans tout le pays pour dire: “Que les Hébreux le sachent!”3 Και επαταξεν ο Ιωναθαν την φρουραν των Φιλισταιων την εν τω βουνω? και ηκουσαν οι Φιλισταιοι. Και εσαλπισεν ο Σαουλ δια της σαλπιγγος εν παση τη γη, λεγων, Ας ακουσωσιν οι Εβραιοι.
4 Et tout Israël sut la nouvelle: “Saül a tué le chef des Philistins, Israël s’est rendu odieux aux Philistins.” Le peuple aussitôt se rassembla derrière Saül à Guilgal.4 Και πας ο Ισραηλ ηκουσε να λεγωσιν, Επαταξεν ο Σαουλ την φρουραν των Φιλισταιων, και μαλιστα ο Ισραηλ μισειται υπο των Φιλισταιων. Και συνηχθη ο λαος κατοπιν του Σαουλ εν Γαλγαλοις.
5 Les Philistins se regroupèrent pour combattre Israël. Ils avaient 3 000 chars et 6 000 cavaliers, leur peuple était nombreux comme le sable sur le rivage de la mer. Il montèrent camper à Mikmas, à l’est de Beth-Aven.5 Οι δε Φιλισταιοι συνηθροισθησαν δια να πολεμησωσι μετα του Ισραηλ, τριακοντα χιλιαδες αμαξων και εξ χιλιαδες ιππεων και λαος ως η αμμος η επι του χειλους της θαλασσης κατα το πληθος? και ανεβησαν και εστρατοπεδευσαν εν Μιχμας, προς ανατολας της Βαιθ-αυεν.
6 Les Israélites se virent en péril à mesure qu’ils étaient refoulés; ils se cachèrent dans les cavernes, les broussailles, les rochers, les grottes et les citernes.6 Οτε οι ανδρες του Ισραηλ ειδον οτι ησαν εν αμηχανια, διοτι ο λαος εμικροψυχει, τοτε εκρυπτετο ο λαος εις τα σπηλαια και εις τα πυκνοφυτα και εις τους βραχους και εις τα οχυρα μερη και εις τους λακκους.
7 Certains Hébreux traversèrent le Jourdain vers Gad et le pays de Galaad. Saül attendait encore à Guilgal, mais tout le peuple tremblait derrière lui.7 Και τινες εκ των Εβραιων διεβησαν τον Ιορδανην προς την γην Γαδ και Γαλααδ. Ο δε Σαουλ αυτος ητο ακομη εν Γαλγαλοις? και πας ο λαος τρεμων κατοπιν αυτου.
8 Saül attendit sept jours selon le temps fixé par Samuel, Samuel ne venait toujours pas à Guilgal et les gens commençaient à se disperser.8 Και περιεμεινεν επτα ημερας, κατα τον διωρισμενον καιρον υπο του Σαμουηλ? αλλ' ο Σαμουηλ δεν ηρχετο εις Γαλγαλα? και ο λαος διεσκορπιζετο απο πλησιον αυτου.
9 Alors Saül dit: “Amenez-moi l’holocauste et les sacrifices de communion.” Et il offrit l’holocauste.9 Και ειπεν ο Σαουλ, Φερετε εδω προς εμε το ολοκαυτωμα, και τας ειρηνικας προσφορας. Και προσεφερε το ολοκαυτωμα.
10 Il achevait à peine d’offrir l’holocauste lorsque Samuel arriva. Saül vint à sa rencontre pour le saluer.10 Και ως ετελειωσε προσφερων το ολοκαυτωμα, ιδου, ηλθεν ο Σαμουηλ? και εξηλθεν ο Σαουλ εις συναντησιν αυτου, δια να χαιρετηση αυτον.
11 Samuel lui dit: “Qu’as-tu fait?” Et Saül lui répondit: “J’ai vu que les gens commençaient à se disperser car tu n’arrivais pas à la date prévue, et déjà les Philistins se rassemblaient à Mikmas.11 Και ειπεν ο Σαμουηλ, Τι εκαμες; Και απεκριθη ο Σαουλ, Επειδη ειδον οτι ο λαος διεσκορπιζετο απ' εμου, και συ δεν ηλθες την διωρισμενην ημεραν, οι δε Φιλισταιοι συνηθροιζοντο εις Μιχμας,
12 Alors je me suis dit: Les Philistins vont descendre sur moi à Guilgal sans que j’aie même eu le temps d’implorer Yahvé. C’est pourquoi j’ai pris sur moi d’offrir l’holocauste.”12 δια τουτο ειπα, Τωρα θελουσι καταβη οι Φιλισταιοι εναντιον μου εις Γαλγαλα, και εγω δεν εκαμα δεησιν προς τον Κυριον? ετολμησα λοιπον, και προσεφερα το ολοκαυτωμα.
13 Samuel dit à Saül: “Tu t’es comporté comme un insensé: si tu avais observé le commandement que Yahvé ton Dieu t’avait donné, il aurait assuré ta royauté sur Israël pour toujours.13 Και ειπεν ο Σαμουηλ προς τον Σαουλ, Συ επραξας αφρονως? δεν εφυλαξας το προσταγμα Κυριου του Θεου σου, το οποιον προσεταξεν εις σε? διοτι τωρα ο Κυριος ηθελε στερεωσει την βασιλειαν σου επι τον Ισραηλ εως του αιωνος?
14 Maintenant ta royauté ne tiendra pas: Yahvé a déjà cherché un homme selon son cœur pour l’établir comme chef sur son peuple, parce que tu n’as pas observé les commandements de Yahvé.”14 αλλα τωρα η βασιλεια σου δεν θελει στηριχθη? ο Κυριος εζητησεν εις εαυτον ανθρωπον κατα την καρδιαν αυτου, και διωρισεν ο Κυριος αυτον να ηναι αρχων επι τον λαον αυτου, επειδη δεν εφυλαξας εκεινο το οποιον προσεταξεν εις σε ο Κυριος.
15 Samuel s’en alla donc, il quitta Guilgal et alla son chemin. Le reste du peuple monta derrière Saül à la rencontre des ennemis. De Guilgal il monta à Guibéa de Benjamin où Saül passa en revue les gens qui se trouvaient avec lui, ils étaient environ 600.15 Και εσηκωθη ο Σαμουηλ και ανεβη απο Γαλγαλων εις Γαβαα του Βενιαμιν. Ο δε Σαουλ ηριθμησε τον λαον τον ευρεθεντα μετ' αυτου, περιπου εξακοσιους ανδρας.
16 Saül, son fils Jonathan et les gens qui étaient avec eux, restèrent à Guibéa de Benjamin tandis que les Philistins campaient à Mikmas.16 Και ο Σαουλ και Ιωναθαν ο υιος αυτου και ο λαος ο ευρεθεις μετ' αυτων, εκαθηντο εν Γαβαα του Βενιαμιν? οι δε Φιλισταιοι ησαν εστρατοπεδευμενοι εν Μιχμας.
17 Une troupe sortit du camp des Philistins, divisée en trois corps. Un corps se dirigea sur la route d’Ofra, au pays de Choual,17 Και εξηλθον λεηλαται εκ του στρατοπεδου των Φιλισταιων εις τρια σωματα? το εν σωμα εστραφη εις την οδον Οφρα, προς την γην Σωγαλ?
18 un autre corps prit la direction de Beth-Horon et le troisième la direction de la colline qui domine la vallée des Hyènes, vers le désert.18 και το αλλο σωμα εστραφη εις την οδον Βαιθ-ωρων? και το αλλο σωμα εστραφη εις την οδον του οριου, το οποιον βλεπει προς την κοιλαδα Σεβωειμ, κατα την ερημον.
19 En ce temps-là il n’y avait pas de forgeron dans tout le pays d’Israël, car les Philistins s’étaient dit: “Il ne faut pas que les Hébreux se fabriquent des épées ou des lances.”19 Και σιδηρουργος δεν ευρισκετο εν παση τη γη Ισραηλ? διοτι οι Φιλισταιοι ειπον, Μηποτε οι Εβραιοι κατασκευασωσι ρομφαιας η λογχας?
20 C’est pour cela que tous les Israélites descendaient chez les Philistins pour affûter leur soc, leur hache, leur faux ou leur binette.20 αλλα κατεβαινον παντες οι Ισραηλιται προς τους Φιλισταιους, δια να ακονωσιν εκαστος το υνιον αυτου και την δικελλαν αυτου και την αξινην αυτου, και την σκαπανην αυτου,
21 Pour aiguiser les socs et les lames, on payait deux tiers de sicle; pour affûter les haches ou redresser les aiguillons, on payait un tiers de sicle.21 οσακις ηθελον αμβλυνθη αι σκαπαναι και αι δικελλαι και τα τρικρανα και αι αξιναι αυτων? και δια να οξυνωσι τα βουκεντρα αυτων.
22 C’est ainsi qu’au jour du combat aucun des hommes qui étaient avec Saül et Jonathan n’avait en main lance ou épée. Seuls Saül et Jonathan avaient des armes.22 Δια τουτο εν τη ημερα της μαχης, δεν ευρισκετο ουτε μαχαιρα ουτε λογχη εις την χειρα τινος εκ του λαου του οντος μετα του Σαουλ και Ιωναθαν? εις τον Σαουλ ομως και εις τον Ιωναθαν τον υιον αυτου ευρεθησαν.
23 Un poste de Philistins était parti pour la passe de Mikmas.23 Η δε φρουρα των Φιλισταιων εξηλθε προς το περασμα Μιχμας.