Scrutatio

Giovedi, 9 maggio 2024 - Beata Maria Teresa di Gesù (Carolina Gerhardinger) ( Letture di oggi)

Évangile selon Luc 20


font
BIBLES DES PEUPLESGREEK BIBLE
1 Un certain jour, tandis qu’il enseignait le peuple dans le Temple et lui donnait la Bonne Nouvelle, les grands prêtres et les maîtres de la Loi se présentèrent avec les Anciens du peuple.1 Και εν μια των ημερων εκεινων, ενω αυτος εδιδασκε τον λαον εν τω ιερω, και ευηγγελιζετο, ηλθον εξαιφνης οι αρχιερεις και οι γραμματεις μετα των πρεσβυτερων
2 Ils lui demandèrent: "Dis-nous: de quelle autorité fais-tu tout cela? Qui t’a chargé de le faire?”2 και ειπον προς αυτον, λεγοντες? Ειπε προς ημας εν ποια εξουσια πραττεις ταυτα, η τις ειναι οστις σοι εδωκε την εξουσιαν ταυτην;
3 Il leur répondit: "Moi aussi je vais vous poser une question et vous me répondrez.3 Αποκριθεις δε ειπε προς αυτους? Θελω σας ερωτησει και εγω ενα λογον, και ειπατε μοι?
4 Quand Jean s’est mis à baptiser, était-ce une initiative du Ciel, ou simplement humaine?”4 το βαπτισμα του Ιωαννου εξ ουρανου ητο η εξ ανθρωπων;
5 Ils firent entre eux ces réflexions: "Si nous disons que c’était chose du Ciel, il dira: Pourquoi n’avez-vous pas cru en lui?5 Οι δε εσυλλογισθησαν καθ' εαυτους λεγοντες, οτι Εαν ειπωμεν, Εξ ουρανου, θελει ειπει, Δια τι λοιπον δεν επιστευσατε εις αυτον;
6 Et si nous disons que c’était une affaire humaine, tout le peuple va nous lapider, car ils sont convaincus que Jean était un prophète.”6 Εαν δε ειπωμεν, Εξ ανθρωπων, πας ο λαος θελει μας λιθοβολησει? επειδη ειναι πεπεισμενοι οτι ο Ιωαννης ειναι προφητης.
7 Aussi répondirent-ils qu’ils ne savaient pas.7 Και απεκριθησαν οτι δεν εξευρουσι ποθεν ητο.
8 Et Jésus leur dit: "Je ne vous dirai pas non plus de quelle autorité je fais tout cela.”8 Και ο Ιησους ειπε προς αυτους? Ουδε εγω σας λεγω εν ποια εξουσια πραττω ταυτα.
9 Jésus se mit à raconter au peuple cette parabole: "Un homme avait planté une vigne et l’avait louée à des fermiers, puis il était parti pour un long séjour à l’étranger.9 Ηρχισε δε να λεγη προς τον λαον την παραβολην ταυτην? Ανθρωπος τις εφυτευσεν αμπελωνα, και εμισθωσεν αυτον εις γεωργους, και απεδημησε πολυν καιρον.
10 “Le moment venu il envoie un serviteur auprès des fermiers pour qu’ils lui remettent une part du produit de la vigne. Mais les vignerons le battent et le renvoient les mains vides.10 Και εν τω καιρω των καρπων απεστειλε προς τους γεωργους δουλον δια να δωσωσιν εις αυτον απο του καρπου του αμπελωνος? οι γεωργοι ομως δειραντες αυτον εξαπεστειλαν κενον?
11 De nouveau, il envoie un autre serviteur; les vignerons le battent, se moquent de lui et le renvoient les mains vides.11 Και παλιν επεμψεν αλλον δουλον. Πλην αυτοι δειραντες και εκεινον και ατιμασαντες εξαπεστειλαν κενον.
12 Lui recommence: il envoie un troisième serviteur; mais on le met à mal et on le jette dehors.12 Και παλιν επεμψε τριτον. Αλλ' εκεινοι και τουτον πληγωσαντες απεδιωξαν.
13 “Le seigneur de la vigne se dit: ‘Que puis-je faire? Je vais envoyer mon fils que j’aime, lui au moins ils le respecteront.’13 Ειπε δε ο κυριος του αμπελωνος? Τι να καμω; ας πεμψω τον υιον μου τον αγαπητον? ισως ιδοντες τουτον θελουσιν εντραπει.
14 “Mais en le voyant, les fermiers font ce calcul: ‘C’est lui l’héritier; tuons-le, et l’héritage sera à nous.’14 Πλην ιδοντες αυτον οι γεωργοι, διελογιζοντο καθ' εαυτους λεγοντες? Ουτος ειναι ο κληρονομος? ελθετε ας φονευσωμεν αυτον, δια να γεινη ημων η κληρονομια.
15 Ils le jettent donc hors de la vigne et le tuent. “Comment le seigneur de la vigne va-t-il agir avec eux?15 Και εκβαλοντες αυτον εξω του αμπελωνος, εφονευσαν? Τι λοιπον θελει καμει εις αυτους ο κυριος του αμπελωνος;
16 Il viendra, il fera périr ces fermiers et donnera la vigne à d’autres.” En entendant cela ils dirent: "Ne parlons pas de malheur!”16 Θελει ελθει και απολεσει τους γεωργους τουτους, και θελει δωσει τον αμπελωνα εις αλλους. Ακουσαντες δε ειπον? Μη γενοιτο.
17 Alors, les yeux dans les yeux, Jésus leur dit: "Que signifie cette Écriture: La pierre rejetée par les bâtisseurs est devenue la pierre d’angle?17 Ο δε εμβλεψας εις αυτους ειπε? Τι λοιπον ειναι τουτο το γεγραμμενον, Ο λιθος, τον οποιον απεδοκιμασαν οι οικοδομουντες, ουτος εγεινε κεφαλη γωνιας;
18 Quiconque tombera sur cette pierre se brisera, et si elle tombe sur quelqu’un, elle le réduira en poussière.”18 Πας οστις πεση επι τον λιθον εκεινον θελει συντριφθη? εις οντινα δε επιπεση, θελει κατασυντριψει αυτον.
19 Les maîtres de la Loi et les grands prêtres avaient grande envie de mettre la main sur lui, mais ils craignaient le peuple; ils avaient bien compris que cette parabole de Jésus était pour eux.19 Και εζητησαν οι αρχιερεις και οι γραμματεις να βαλωσιν επ' αυτον τας χειρας εν αυτη τη ωρα, πλην εφοβηθησαν τον λαον? διοτι ηνοησαν οτι προς αυτους ειπε την παραβολην ταυτην.
20 C’est ainsi qu’ils préparent un piège: ils envoient des mouchards qui jouent les gens bien intentionnés, afin de le prendre en défaut dans ses paroles et de pouvoir ainsi le remettre aux mains du gouverneur et à son tribunal.20 Και παραφυλαξαντες απεστειλαν ενεδρευτας, υποκρινομενους οτι ειναι δικαιοι, επι σκοπω να πιασωσιν αυτον απο λογου, δια να παραδωσωσιν αυτον εις την αρχην και εις την εξουσιαν του ηγεμονος.
21 Ils lui posent cette question: "Maître, nous savons que tu es droit dans tout ce que tu dis et enseignes. Tu ne cherches pas à te faire bien voir des gens, mais tu enseignes selon la vérité le chemin de Dieu.21 Και ηρωτησαν αυτον λεγοντες? Διδασκαλε, εξευρομεν οτι ορθως ομιλεις και διδασκεις και δεν βλεπεις εις προσωπον, αλλ' επ' αληθειας την οδον του Θεου διδασκεις?
22 Nous est-il permis de verser l’impôt à César, ou non?22 ειναι συγκεχωρημενον εις ημας να δωσωμεν φορον εις τον Καισαρα η ουχι;
23 Jésus a compris leur astuce; il leur dit:23 Εννοησας δε την πανουργιαν αυτων, ειπε προς αυτους? Τι με πειραζετε;
24 -“Montrez-moi un denier. De qui sont l’image et l’inscription?” Ils répondent: "De César.”24 δειξατε μοι δηναριον? τινος εικονα εχει και επιγραφην; Και αποκριθεντες ειπον? Του Καισαρος.
25 Et lui leur dit: "Rendez donc à César ce qui est de César et à Dieu ce qui est de Dieu!”25 Ο δε ειπε προς αυτους? Αποδοτε λοιπον τα του Καισαρος εις τον Καισαρα και τα του Θεου εις τον Θεον.
26 Avec cela il leur fut impossible de prendre en défaut ses paroles devant le peuple. Ils furent très surpris de sa réponse et gardèrent le silence.26 Και δεν ηδυνηθησαν να πιασωσιν αυτον απο λογου εμπροσθεν του λαου, και θαυμασαντες δια την αποκρισιν αυτου εσιωπησαν.
27 Alors s’approchèrent quelques Saducéens - ces gens-là nient qu’il y ait une résurrection -27 Προσελθοντες δε τινες των Σαδδουκαιων, οιτινες αρνουνται οτι ειναι αναστασις, ηρωτησαν αυτον,
28 et ils lui posèrent cette question: "Maître, Moïse nous a mis ceci dans l’Écriture: Si un homme marié meurt sans enfants, son frère doit prendre la veuve et donner ainsi une descendance à celui qui est mort.28 λεγοντες? Διδασκαλε, ο Μωυσης μας εγραψεν? Εαν τινος ο αδελφος αποθανη εχων γυναικα, και ουτος αποθανη ατεκνος, να λαβη ο αδελφος αυτου την γυναικα και να εξαναστηση σπερμα εις τον αδελφον αυτου.
29 Or il y avait sept frères. Le premier s’est marié et il est mort sans enfants.29 Ησαν λοιπον επτα αδελφοι? και ο πρωτος λαβων γυναικα, απεθανεν ατεκνος?
30 Le deuxième,30 και ελαβεν ο δευτερος την γυναικα, και ουτος απεθανεν ατεκνος?
31 puis le troisième ont pris la veuve, et de même les autres jusqu’au septième: ils sont tous morts sans laisser d’enfant.31 και ο τριτος ελαβεν αυτην? ωσαυτως δε και οι επτα? και δεν αφηκαν τεκνα, και απεθανον.
32 Ensuite la femme est morte.32 Υστερον δε παντων απεθανε και η γυνη.
33 S’il y a résurrection, duquel d’entre eux sera-t-elle la femme, puisqu’elle l’a été des sept?”33 Εν τη αναστασει λοιπον τινος αυτων γινεται γυνη; διοτι και οι επτα ελαβον αυτην γυναικα.
34 Jésus leur dit: "Les enfants de ce monde prennent mari ou femme;34 Και ο Ιησους αποκριθεις ειπε προς αυτους? οι υιοι του αιωνος τουτου νυμφευουσι και νυμφευονται?
35 mais ceux qu’on a trouvés dignes d’avoir part à l’autre monde et à la résurrection des morts, ne prennent pas mari ou femme.35 οι δε καταξιωθεντες να απολαυσωσιν εκεινον τον αιωνα και την εκ νεκρων αναστασιν ουτε νυμφευουσιν ουτε νυμφευονται?
36 Par ailleurs ils ne peuvent plus mourir, mais ils sont comme des anges. Eux aussi sont fils de Dieu, puisqu’ils sont nés de la résurrection.36 διοτι ουτε να αποθανωσι πλεον δυνανται? επειδη ειναι ισαγγελοι και ειναι υιοι του Θεου, οντες υιοι της αναστασεως.
37 “Quant au fait que les morts ressuscitent, Moïse lui-même l’a insinué dans le passage du Buisson Ardent, là où il appelle le Seigneur: Dieu d’Abraham, Dieu d’Isaac et Dieu de Jacob.37 Οτι δε εγειρονται οι νεκροι, και ο Μωυσης εφανερωσεν επι της βατου, οτε λεγει Κυριον τον Θεον του Αβρααμ και τον Θεον του Ισαακ και τον Θεον του Ιακωβ.
38 Il n’est pas un Dieu des morts, mais bien des vivants: tous vivent pour lui.”38 Ο δε Θεος δεν ειναι νεκρων, αλλα ζωντων? διοτι παντες ζωσι εν αυτω.
39 À ce moment quelques maîtres de la Loi prirent la parole et dirent: "Maître, tu as bien parlé.”39 Αποκριθεντες δε τινες των γραμματεων ειπον? Διδασκαλε, καλως ειπας.
40 Mais après cette réplique, plus personne n’osait l’interroger.40 Και δεν ετολμων πλεον να ερωτωσιν αυτον ουδεν.
41 À son tour Jésus leur demanda: "Comment peut-on dire que le Messie est fils de David?41 Ειπε δε προς αυτους? Πως λεγουσι τον Χριστον οτι ειναι υιος του Δαβιδ;
42 David lui-même dit, au livre des Psaumes: Le Seigneur a dit à mon Seigneur: Siège à ma droite42 Και αυτος ο Δαβιδ λεγει εν τη βιβλω των ψαλμων? Ειπεν ο Κυριος προς τον Κυριον μου, καθου εκ δεξιων μου,
43 et vois comment je fais de tes ennemis ton marchepied.43 εωσου θεσω τους εχθρους σου υποποδιον των ποδων σου.
44 David l’appelle ‘Seigneur’, et on voudrait qu’il soit son fils?”44 Ο Δαβιδ λοιπον ονομαζει αυτον Κυριον? και πως ειναι υιος αυτου;
45 Il dit à ses disciples, quand tout le peuple écoutait:45 Και ενω ηκουε πας ο λαος, ειπε προς τους μαθητας αυτου?
46 "Méfiez-vous des maîtres de la Loi qui se plaisent à circuler en longues robes, qui aiment les salutations sur les places publiques, les premiers fauteuils dans les synagogues et les premières places dans les festins.46 Προσεχετε απο των γραμματεων, οιτινες θελουσι να περιπατωσιν εστολισμενοι και αγαπωσιν ασπασμους εν ταις αγοραις και πρωτοκαθεδριας εν ταις συναγωγαις και τους πρωτους τοπους εν τοις δειπνοις,
47 Ils s’introduisent avec leurs longues prières, et ensuite ils dévorent les maisons des veuves. Leur condamnation sera terrible.”47 οιτινες κατατρωγουσι τας οικιας των χηρων, και τουτο επι προφασει οτι καμνουσι μακρας προσευχας? ουτοι θελουσι λαβει μεγαλητεραν καταδικην.