Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Livre d'Amos 8


font
BIBLES DES PEUPLESGREEK BIBLE
1 Voici ce que le Seigneur Yahvé me fit voir: une corbeille de fruits mûrs.1 Ουτως εδειξεν εις εμε Κυριος ο Θεος? και ιδου, κανιστρον καρπου θερινου.
2 Il me dit: “Amos, que vois-tu?” Je répondis: “Une corbeille de fruits mûrs.” Yahvé me dit: “Mon peuple Israël est mûr, sa fin est arrivée; désormais je ne lui pardonnerai plus.2 Και ειπε, Τι βλεπεις συ, Αμως; Και ειπα, Κανιστρον καρπου θερινου. Τοτε ειπε Κυριος προς εμε, Ηλθε το τελος επι τον λαον μου Ισραηλ? δεν θελω πλεον παρατρεξει αυτον του λοιπου.
3 En ce jour-là, les chants de ses palais se changeront en cris de douleur - parole du Seigneur Yahvé. Les cadavres seront nombreux, on les jettera dans tous les coins.”3 Και τα ασματα του ναου θελουσιν εισθαι ολολυγμοι εν τη ημερα εκεινη, λεγει Κυριος ο Θεος? πολλα πτωματα θελουσιν εισθαι εν παντι τοπω? θελουσιν εκριψει αυτα εν σιωπη.
4 Écoutez ceci, vous qui écrasez le pauvre et qui faites disparaître les petits du pays.4 Ακουσατε τουτο, οι ροφουντες τους πενητας και οι αφανιζοντες τους πτωχους του τοπου,
5 Vous dites: “Vite! Que passe la fête de la nouvelle lune, et nous pourrons vendre nos graines; que passe le sabbat et nous écoulerons notre blé, nous vendrons jusqu’aux déchets. Nous diminuerons la mesure, nous augmenterons les prix et nous fausserons les balances.5 λεγοντες, Ποτε θελει παρελθει ο μην, δια να πωλησωμεν γεννηματα; και το σαββατον, δια να ανοιξωμεν σιτον, σμικρυνοντες το εφα και μεγαλυνοντες τον σικλον και νοθευοντες τα ζυγια της απατης;
6 Nous achèterons les pauvres avec un peu d’argent, et les petits pour une paire de sandales.”6 δια να αγορασωμεν τους πτωχους με αργυριον και τον πενητα δια ζευγος υποδηματων, και να πωλησωμεν τα σκυβαλα του σιτου;
7 Mais Yahvé l’a juré par la Gloire de Jacob: “Jamais je n’oublierai ce qu’ils ont fait!”7 Ο Κυριος ωμοσεν εις την δοξαν του Ιακωβ, λεγων, Βεβαιως δεν θελω λησμονησει ποτε ουδεν εκ των εργων αυτων.
8 C’est à cause de cela que la terre a tremblé et ses habitants sont en deuil; la terre monte et puis retombe, comme le Nil d’Égypte.8 Η γη δεν θελει ταραχθη δια τουτο και πενθησει πας ο κατοικων εν αυτη; και δεν θελει υπερεκχειλισει ολη ως ποταμος και δεν θελει απορριφθη και καταποντισθη ως υπο του ποταμου της Αιγυπτου;
9 En ce jour-là - parole du Seigneur Yahvé - je ferai coucher le soleil en plein midi, les ténèbres s’étendront sur la terre au milieu du jour.9 Και εν τη ημερα εκεινη, λεγει Κυριος ο Θεος, θελω καμει τον ηλιον να δυση εν καιρω μεσημβριας και θελω συσκοτασει την γην εν φωτεινη ημερα.
10 Je changerai vos fêtes en deuil et tous vos chants en lamentations; sur tous les reins je mettrai le sac, et je rendrai chauves les têtes. Le pays portera le deuil comme on fait pour un fils unique, et l’avenir ne sera pas moins amer.10 Και θελω μεταστρεψει τας εορτας σας εις πενθος και παντα τα ασματα σας εις θρηνον, και θελω αναβιβασει σακκον επι πασαν οσφυν και φαλακρωμα επι πασαν κεφαλην, και θελω καταστησει αυτον ως τον πενθουντα υιον μονογενη και το τελος αυτου θελει εισθαι ως ημερα πικριας.
11 Voici venir des jours, parole de Yahvé, où j’enverrai dans le pays la faim, non pas faim de pain ou soif d’eau, mais la soif d’entendre la parole de Yahvé.11 Ιδου, ερχονται ημεραι, λεγει Κυριος ο Θεος, και θελω εξαποστειλει πειναν επι την γην? ουχι πειναν αρτου ουδε διψαν υδατος, αλλ' ακροασεως των λογων του Κυριου.
12 Alors on courra d’une mer à l’autre, on ira du nord jusqu’au levant pour chercher la parole de Yahvé, mais on ne la trouvera pas.12 Και θελουσι περιπλανασθαι απο θαλασσης εως θαλασσης, και απο βορρα εως ανατολης θελουσι περιτρεχει, ζητουντες τον λογον του Κυριου, και δεν θελουσιν ευρει.
13 En ce jour-là, les belles filles tomberont de soif et les jeunes gens de même,13 Εν τη ημερα εκεινη θελουσι λιποθυμησει αι ωραιαι παρθενοι και οι νεανισκοι υπο διψης,
14 eux qui juraient par le péché de Samarie et disaient: “Vive ton Dieu, Dan! Vive ton Dieu-chéri, Bersabée!” Oui, ils tomberont et ne se relèveront pas.14 οι ομνυοντες εις την αμαρτιαν της Σαμαρειας και οι λεγοντες, Ζη ο Θεος σου, Δαν, και, Ζη η οδος της Βηρσαβεε, και θελουσι πεσει και δεν θελουσι σηκωθη πλεον.