Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

Actes des Apôtres 7


font
JERUSALEMGREEK BIBLE
1 Le grand prêtre demanda: "En est-il bien ainsi?"1 Ειπε δε ο αρχιερευς? Τωοντι ουτως εχουσι ταυτα;
2 Il répondit: "Frères et pères, écoutez. Le Dieu de la gloire apparut à notre père Abraham, encore enMésopotamie avant de s'établir à Harân,2 Ο δε ειπεν? Ανδρες αδελφοι και πατερες, ακουσατε. Ο Θεος της δοξης εφανη εις τον πατερα ημων Αβρααμ οτε ητο εν τη Μεσοποταμια, πριν κατοικηση εν Χαρραν,
3 et lui dit: Quitte ton pays et ta parenté, et va dans le pays que je te montrerai.3 και ειπε προς αυτον? Εξελθε εκ της γης σου και εκ της συγγενειας σου, και ελθε εις γην, την οποιαν θελω σοι δειξει.
4 Il quitta alors le pays des Chaldéens pour s'établir à Harân. C'est de là, après la mort de son père, queDieu le fit passer dans ce pays où vous habitez maintenant.4 Τοτε εξελθων εκ της γης των Χαλδαιων κατωκησεν εν Χαρραν? και εκειθεν μετα τον θανατον του πατρος αυτου μετωκισεν αυτον εις την γην ταυτην, εις την οποιαν σεις κατοικειτε τωρα?
5 Il ne lui donna aucune propriété dans ce pays, pas même de quoi poser le pied, mais il promit de lui endonner la possession, ainsi qu'à sa postérité après lui quoiqu'il n'eût pas d'enfant.5 και δεν εδωκεν εις αυτον κληρονομιαν εν αυτη ουδε βημα ποδος, υπεσχεθη δε οτι θελει δωσει αυτην κτημα εις αυτην και εις το σπερμα αυτου μετ' αυτον, ενω δεν ειχε τεκνον.
6 Et Dieu lui déclara que sa postérité séjournerait en terre étrangère, qu'on la réduirait en servitude etqu'on la maltraiterait durant 400 ans. --6 Ελαλησε δε προς αυτον ο Θεος ουτως, οτι το σπερμα αυτου θελει εισθαι παροικον εν γη ξενη, και θελουσι δουλωσει αυτο και καταθλιψει τετρακοσια ετη?
7 Mais la nation dont ils auront été les esclaves, je la jugerai, moi, dit Dieu. Après quoi, ils s'en iront etme rendront leur culte en ce lieu même.7 και το εθνος, εις το οποιον θελουσι δουλωθη, εγω θελω κρινει, ειπεν ο Θεος? και μετα ταυτα θελουσιν εξελθει και θελουσι με λατρευσει εν τω τοπω τουτω.
8 Il lui donna ensuite l'alliance de la circoncision; c'est ainsi qu'étant devenu père d'Isaac, Abraham lecirconcit le huitième jour. Et Isaac fit de même pour Jacob, et Jacob pour les douze patriarches.8 Και εδωκεν εις αυτον διαθηκην περιτομης? και ουτως εγεννησε τον Ισαακ και περιετεμεν αυτον τη ογδοη ημερα, και ο Ισαακ εγεννησε τον Ιακωβ, και ο Ιακωβ τους δωδεκα πατριαρχας.
9 "Les patriarches, jaloux de Joseph, le vendirent pour être emmené en Egypte. Mais Dieu était avec lui:9 Και οι πατριαρχαι, φθονησαντες τον Ιωσηφ, επωλησαν εις την Αιγυπτον. Ο Θεος ομως ητο μετ' αυτου,
10 il le tira de toutes ses tribulations et lui donna grâce et sagesse devant Pharaon, roi d'Egypte, quil'établit gouverneur de l'Egypte et de toute sa maison.10 και ηλευθερωσεν αυτον εκ πασων των θλιψεων αυτου και εδωκεν εις αυτον χαριν και σοφιαν ενωπιον Φαραω του βασιλεως της Αιγυπτου, οστις κατεστησεν αυτον κυβερνητην επι της Αιγυπτου και ολου του οικου αυτου.
11 Survinrent alors dans toute l'Egypte et en Canaan famine et grande détresse; nos pères ne trouvaientrien à manger.11 Ηλθε δε πεινα εφ' ολην την γην της Αιγυπτου και Χανααν και θλιψις μεγαλη, και δεν ευρισκον τροφας οι πατερες ημων.
12 Apprenant qu'il y avait des vivres en Egypte, Jacob y envoya nos pères une première fois;12 Ακουσας δε ο Ιακωβ οτι υπηρχε σιτος εν Αιγυπτω, εξαπεστειλε πρωτην φοραν τους πατερας ημων?
13 la deuxième fois, Joseph se fit reconnaître de ses frères, et son origine fut révélée à Pharaon.13 και εν τη δευτερα ανεγνωρισθη ο Ιωσηφ εις τους αδελφους αυτου, και εφανερωθη εις τον Φαραω το γενος του Ιωσηφ.
14 Joseph envoya chercher alors son père Jacob et toute sa parenté, qui comptait 75 personnes.14 Αποστειλας δε ο Ιωσηφ, εκαλεσε προς εαυτον τον πατερα αυτου Ιακωβ και πασαν την συγγενειαν αυτου εβδομηκοντα πεντε ψυχας.
15 Jacob descendit donc en Egypte, et il y mourut, ainsi que nos pères.15 Και κατεβη ο Ιακωβ εις Αιγυπτον και ετελευτησεν εκει αυτος και οι πατερες ημων,
16 Leurs corps furent transportés à Sichem et déposés dans le tombeau qu'Abraham avait acheté à prixd'argent aux fils d'Emmor, père de Sichem.16 και μετεκομισθησαν εις Συχεμ και ετεθησαν εν τω μνηματι, το οποιον ηγορασεν ο Αβρααμ με τιμην αργυριου παρα των υιων του Εμμωρ πατρος του Συχεμ.
17 "Comme approchait le temps où devait s'accomplir la promesse que Dieu avait faite solennellement àAbraham, le peuple s'accrut et se multiplia en Egypte,17 Καθως δε επλησιαζεν ο καιρος της επαγγελιας, την οποιαν ωμοσεν ο Θεος προς τον Αβρααμ, ηυξησεν ο λαος και επληθυνθη εν Αιγυπτω,
18 jusqu'à l'avènement d'un nouveau roi qui ne se souvint pas de Joseph.18 εωσου εσηκωθη βασιλευς αλλος, οστις δεν ηξευρε τον Ιωσηφ.
19 Usant d'astuce envers notre race, ce roi maltraita nos pères, jusqu'à leur faire exposer leurs nouveau-nés pour qu'ils ne puissent pas vivre.19 Ουτος δολιευθεις το γενος ημων, κατεθλιψε τους πατερας ημων, ωστε να καμη να ριπτωνται τα βρεφη αυτων, δια να μη ζωογονωνται?
20 C'est à ce moment que naquit Moïse, qui était beau devant Dieu. Il fut nourri trois mois dans lamaison de son père;20 εν τουτω τω καιρω εγεννηθη ο Μωυσης, και ειχε θειον καλλος? οστις ανετραφη τρεις μηνας εν τω οικω του πατρος αυτου.
21 puis, comme il avait été exposé, la fille de Pharaon le recueillit et l'éleva comme son propre fils.21 Αφου δε ερριφθη, ανελαβεν αυτον η θυγατηρ του Φαραω και ανεθρεψεν αυτον δια να ηναι υιος αυτης.
22 Ainsi Moïse fut-il instruit dans toute la sagesse des Egyptiens, et il était puissant en paroles et enoeuvres.22 Και εδιδαχθη ο Μωυσης πασαν την σοφιαν των Αιγυπτιων και ητο δυνατος εν λογοις και εν εργοις.
23 "Comme il atteignait la quarantaine, la pensée lui vint de visiter ses frères, les Israélites.23 Ενω δε ετελειονε το τεσσαρακοστον ετος της ηλικιας αυτου, ηλθεν εις την καρδιαν αυτου να επισκεφθη τους αδελφους αυτου, τους υιους Ισραηλ.
24 Voyant maltraiter l'un d'eux, il prit sa défense et vengea l'opprimé en tuant l'Egyptien.24 Και ιδων τινα αδικουμενον, υπερησπισθη αυτον και εκαμεν εκδικησιν υπερ του καταθλιβομενου, παταξας τον Αιγυπτιον.
25 Ses frères, supposait-il, comprendraient que c'était Dieu qui, par sa main, leur apportait le salut; maisils ne le comprirent pas.25 Ενομιζε δε οτι οι αδελφοι αυτου ηθελον νοησει οτι ο Θεος δια της χειρος αυτου διδει εις αυτους σωτηριαν? εκεινοι ομως δεν ενοησαν.
26 Le lendemain, il en aperçut qui se battaient, et il voulut les remettre d'accord. Mes amis, leur dit-il,vous êtes frères: pourquoi vous maltraiter l'un l'autre?26 Την δε ακολουθον ημεραν εφανη εις αυτους, ενω εμαχοντο, και παρεκινησεν αυτους εις ειρηνην, ειπων? Ανθρωποι, αδελφοι εισθε σεις? δια τι αδικειτε αλληλους;
27 Alors celui qui maltraitait son compagnon le repoussa en disant: Qui t'a établi chef et juge sur nous?27 Ο δε αδικων τον πλησιον απεσπρωξεν αυτον, ειπων? Τις σε κατεστησεν αρχοντα και δικαστην εφ' ημας;
28 Voudrais-tu me tuer comme hier tu as tué l'Egyptien?28 Μηπως θελεις συ να με φονευσης, καθ' ον τροπον εφονευσας χθες τον Αιγυπτιον;
29 A ces mots, Moïse s'enfuit et alla se réfugier au pays de Madian, où il eut deux fils.29 Τοτε ο Μωυσης εφυγε δια τον λογον τουτον και εγεινε παροικος εν γη Μαδιαμ, οπου εγεννησε δυο υιους.
30 "Au bout de 40 ans, un ange lui apparut au désert du mont Sinaï, dans la flamme d'un buisson en feu.30 Και αφου συνεπληρωθησαν τεσσαρακοντα ετη, εφανη εις αυτον αγγελος Κυριου εν τη ερημω του ορους Σινα εν μεσω φλογος καιομενης βατου.
31 Moïse était étonné à la vue de cette apparition. Comme il s'avançait pour mieux voir, la voix duSeigneur se fit entendre:31 Ο δε Μωυσης ιδων εθαυμασε δια το οραμα? και ενω επλησιαζε δια να παρατηρηση, ηλθε φωνη Κυριου προς αυτον?
32 Je suis le Dieu de tes pères, le Dieu d'Abraham, d'Isaac et de Jacob. Tout tremblant, Moïse n'osaitregarder.32 Εγω ειμαι ο Θεος των πατερων σου, ο Θεος του Αβρααμ και ο Θεος του Ισαακ και ο Θεος του Ιακωβ. Εντρομος δε γενομενος ο Μωυσης, δεν ετολμα να παρατηρηση.
33 Alors le Seigneur lui dit: Ote les sandales de tes pieds, car l'endroit où tu te tiens est une terre sainte.33 Και ειπε προς αυτον ο Κυριος? Λυσον το υποδημα των ποδων σου? διοτι ο τοπος, επι του οποιου ιστασαι, ειναι γη αγια.
34 Oui, j'ai vu l'affliction de mon peuple en Egypte, j'ai entendu son gémissement et je suis descendupour le délivrer. Viens donc, que je t'envoie en Egypte.34 Ειδον, ειδον την ταλαιπωριαν του λαου μου του εν Αιγυπτω και ηκουσα τον στεναγμον αυτων και κατεβην δια να ελευθερωσω αυτους? και τωρα ελθε, θελω σε αποστειλει εις Αιγυπτον.
35 "Ce Moïse qu'ils avaient renié en disant: Qui t'a établi chef et juge? Voici que Dieu le leur envoyaitcomme chef et rédempteur, par l'entremise de l'ange qui lui était apparu dans le buisson.35 Τουτον τον Μωυσην τον οποιον ηρνηθησαν ειποντες? Τις σε κατεστησεν αρχοντα και δικαστην; τουτον ο Θεος απεστειλεν αρχηγον και λυτρωτην δια χειρος του αγγελου του φανεντος εις αυτον εν τη βατω.
36 C'est lui qui les fit sortir, en opérant prodiges et signes au pays d'Egypte, à la mer Rouge et au désertpendant 40 ans.36 Ουτος εξηγαγεν αυτους, αφου εκαμε τερατα και σημεια εν γη Αιγυπτου και εν τη Ερυθρα θαλασση και εν τη ερημω τεσσαρακοντα ετη.
37 C'est lui, Moïse, qui dit aux Israélites: Dieu vous suscitera d'entre vos frères un prophète commemoi.37 Ουτος ειναι ο Μωυσης, οστις ειπε προς τους υιους του Ισραηλ? προφητην εκ των αδελφων σας θελει σας αναστησει Κυριος ο Θεος σας, ως εμε? αυτου θελετε ακουσει.
38 C'est lui qui, lors de l'assemblée au désert, était avec l'ange qui lui parlait sur le mont Sinaï, tout enrestant avec nos pères, lui qui reçut les paroles de vie pour nous les donner.38 Ουτος ειναι οστις εν τη εκκλησια εν τη ερημω εσταθη μετα του αγγελου του λαλουντος προς αυτον εν τω ορει Σινα και μετα των πατερων ημων, και παρελαβε λογια ζωοποια δια να δωση εις ημας.
39 Voilà celui à qui nos pères refusèrent d'obéir. Bien plus, ils le repoussèrent et, retournant de coeur enEgypte,39 Εις τον οποιον οι πατερες ημων δεν ηθελησαν να υπακουσωσιν, αλλ' απεβαλον και εστραφησαν εν ταις καρδιαις αυτων εις Αιγυπτον
40 ils dirent à Aaron: Fais-nous des dieux qui marchent devant nous; car ce Moïse qui nous a fait sortirdu pays d'Egypte, nous ne savons ce qui lui est arrivé40 ειποντες προς τον Ααρων? Καμε εις ημας θεους, οιτινες θελουσι προπορευεσθαι ημων? διοτι ουτος ο Μωυσης, οστις εξηγαγεν ημας εξ Αιγυπτου, δεν εξευρομεν τι συνεβη εις αυτον.
41 Il Fabriquèrent un veau en ces jours-là et offrirent un sacrifice à l'idole, et ils célébraientjoyeusement l'oeuvre de leurs mains.41 Και κατεσκευασαν μοσχον εν ταις ημεραις εκειναις και προσεφεραν θυσιαν εις το ειδωλον και ευφραινοντο εις τα εργα των χειρων αυτων.
42 Alors Dieu se détourna d'eux et les livra au culte de l'armée du ciel, ainsi qu'il est écrit au livre desProphètes: M'avez-vous donc offert victimes et sacrifices, pendant 40 ans au désert, maison d'Israël?42 Οθεν εστραφη ο Θεος και παρεδωκεν αυτους εις το να λατρευσωσι την στρατιαν του ουρανου, καθως ειναι γεγραμμενον εν τω βιβλιω των προφητων. Μηπως προσεφερατε εις εμε σφαγια και θυσιας τεσσαρακοντα ετη εν τη ερημω, οικος Ισραηλ;
43 Mais vous avez porté la tente de Moloch et l'étoile du dieu Rephân, les figures que vous aviez faitespour les adorer; aussi vous déporterai-je par-delà Babylone.43 Μαλιστα ανελαβετε την σκηνην του Μολοχ και το αστρον του Θεου σας Ρεμφαν, τους τυπους, τους οποιους εκαμετε δια να προσκυνητε αυτους? δια τουτο θελω σας μετοικισει επεκεινα της Βαβυλωνος.
44 "Nos pères au désert avaient la Tente du Témoignage, ainsi qu'en avait disposé Celui qui parlait àMoïse, lui enjoignant de la faire suivant le modèle qu'il avait vu.44 Η σκηνη του μαρτυριου ητο μετα των πατερων ημων εν τη ερημω, καθως διεταξεν εκεινος, οστις ελαλει προς τον Μωυσην, να κατασκευαση αυτην κατα τον τυπον τον οποιον ειχεν ιδει?
45 Après l'avoir reçue, nos pères l'introduisirent, sous la conduite de Josué, dans le pays conquis sur lesnations que Dieu chassa devant eux; ainsi en fut-il jusqu'aux jours de David.45 την οποιαν και παραλαβοντες οι πατερες ημων, εφεραν μετα του Ιησου εις την κατακτηθεισαν γην των εθνων, τα οποια ο Θεος εξωσεν απ' εμπροσθεν των πατερων ημων, εως των ημερων του Δαβιδ?
46 Celui-ci trouva grâce devant Dieu et sollicita la faveur de trouver une résidence pour la maison deJacob.46 οστις ευρε χαριν ενωπιον του Θεου και ηυχηθη να ευρη κατοικιαν δια τον Θεον του Ιακωβ.
47 Ce fut Salomon toutefois qui lui bâtit une maison.47 Ο Σολομων δε ωκοδομησεν εις αυτον οικον.
48 Mais le Très-Haut n'habite pas dans des demeures faites de main d'homme; ainsi le dit le prophète:48 Αλλ' ο Υψιστος δεν κατοικει εν χειροποιητοις ναοις, καθως ο προφητης λεγει?
49 Le ciel est mon trône et la terre l'escabeau de mes pieds: quelle maison me bâtirez-vous, dit leSeigneur, et quel sera le lieu de mon repos?49 Ο ουρανος ειναι θρονος μου, η δε γη υποποδιον των ποδων μου? ποιον οικον θελετε οικοδομησει δι' εμε, λεγει Κυριος, η ποιος ο τοπος της αναπαυσεως μου;
50 N'est-ce pas ma main qui a fait tout cela?50 Η χειρ μου δεν εκαμε ταυτα παντα;
51 "Nuques raides, oreilles et coeurs incirconcis, toujours vous résistez à l'Esprit Saint! Tels furent vospères, tels vous êtes!51 Σκληροτραχηλοι και απεριτμητοι την καρδιαν και τα ωτα, σεις παντοτε αντιφερεσθε κατα του Πνευματος του Αγιου? καθως οι πατερες σας, ουτω και σεις.
52 Lequel des prophètes vos pères n'ont-ils point persécuté? Ils ont tué ceux qui prédisaient la venue duJuste, celui-là même que maintenant vous venez de trahir et d'assassiner,52 Τινα των προφητων δεν εδιωξαν οι πατερες σας; μαλιστα εφονευσαν εκεινους, οιτινες προκατηγγειλαν περι της ελευσεως του δικαιου, του οποιου σεις εγεινατε τωρα προδοται και φονεις?
53 vous qui avez reçu la Loi par le ministère des anges et ne l'avez pas observée."53 οιτινες ελαβετε τον νομον εκ διαταγων αγγελων και δεν εφυλαξατε.
54 A ces mots, leurs coeurs frémissaient de rage, et ils grinçaient des dents contre Etienne.54 Ακουοντες δε ταυτα, κατεκοπτοντο τας καρδιας αυτων και ετριζον τους οδοντας κατ' αυτου.
55 Tout rempli de l'Esprit Saint, il fixa son regard vers le ciel; il vit alors la gloire de Dieu et Jésusdebout à la droite de Dieu.55 Ο δε Στεφανος, πληρης ων Πνευματος Αγιου, ατενισας εις τον ουρανον, ειδε την δοξαν του Θεου και τον Ιησουν ισταμενον εκ δεξιων του Θεου
56 "Ah! dit-il, je vois les cieux ouverts et le Fils de l'homme debout à la droite de Dieu."56 και ειπεν? Ιδου, θεωρω τους ουρανους ανεωγμενους και τον Υιον του ανθρωπου ισταμενον εκ δεξιων του Θεου.
57 Jetant alors de grands cris, ils se bouchèrent les oreilles et, comme un seul homme, se précipitèrentsur lui,57 Τοτε φωναξαντες μετα φωνης μεγαλης, εφραξαν τα ωτα αυτων και ωρμησαν ομοθυμαδον επ' αυτον,
58 le poussèrent hors de la ville et se mirent à le lapider. Les témoins avaient déposé leurs vêtementsaux pieds d'un jeune homme appelé Saul.58 και εκβαλοντες εξω της πολεως ελιθοβολουν. Και οι μαρτυρες απεθεσαν τα ιματια αυτων εις τους ποδας νεανιου τινος ονομαζομενου Σαυλου.
59 Et tandis qu'on le lapidait, Etienne faisait cette invocation: "Seigneur Jésus, reçois mon esprit."59 Και ελιθοβολουν τον Στεφανον, επικαλουμενον και λεγοντα? Κυριε Ιησου, δεξαι το πνευμα μου.
60 Puis il fléchit les genoux et dit, dans un grand cri: "Seigneur, ne leur impute pas ce péché." Et endisant cela, il s'endormit.60 Και γονατισας εφωναξε μετα φωνης μεγαλης? Κυριε, μη λογαριασης εις αυτους την αμαρτιαν ταυτην. Και τουτο ειπων εκοιμηθη.