Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΚΡΙΤΑΙ - Giudici - Judges 11


font
GREEK BIBLEKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 Και ο Ιεφθαε ο Γαλααδιτης ητο δυνατος εν ισχυι? και ητο υιος γυναικος πορνης, και εγεννησεν ο Γαλααδ τον Ιεφθαε.1 Volt abban az időben egy Jefte nevű gileádi, aki igen vitéz és harcias férfi volt; egy parázna nőszemélynek volt a fia és Gileádtól származott.
2 Και εγεννησεν η γυνη του Γαλααδ εις αυτον υιους? και ηυξηθησαν οι υιοι της γυναικος και απεβαλον τον Ιεφθαε, λεγοντες προς αυτον, Δεν θελεις κληρονομησει εν τω οικω του πατρος ημων? διοτι εισαι υιος γυναικος ξενης.2 Gileádnak azonban felesége volt, s attól fiai lettek; amikor ezek megnőttek, elűzték Jeftét, és ezt mondták: »Te nem örökölhetsz apánk házában, mert más anyától születtél.«
3 Και εφυγεν ο Ιεφθαε απο προσωπου των αδελφων αυτου και κατωκησεν εν τη γη Τωβ? και συνηχθησαν εις τον Ιεφθαε ανθρωποι ποταποι και εξηρχοντο μετ' αυτου.3 Erre ő elfutott és eltávozott előlük és Tób földjén telepedett meg. Ott a szűkölködő és rablásból élő emberek köréje gyűltek és fejedelmükként követték.
4 Και μετα καιρον οι υιοι Αμμων επολεμησαν εναντιον του Ισραηλ.4 Azokban a napokban Ammon fiai hadba szálltak Izrael ellen.
5 Και οτε επολεμησαν οι υιοι Αμμων εναντιον του Ισραηλ, οι πρεσβυτεροι της Γαλααδ υπηγαν να παραλαβωσι τον Ιεφθαε εκ της γης Τωβ.5 Mivel már nagyon szorongatták őket, Gileád fejedelmei elmentek, hogy segítségül hozzák Jeftét Tób földjéről.
6 Και ειπον προς τον Ιεφθαε, Ελθε και γινου αρχηγος ημων, δια να πολεμησωμεν τους υιους Αμμων.6 Azt mondták neki: »Gyere, légy vezérünk, s hadakozz Ammon fiai ellen.«
7 Και ειπεν ο Ιεφθαε προς τους πρεσβυτερους της Γαλααδ, Σεις δεν με εμισησατε και με απεβαλετε εκ του οικου του πατρος μου; δια τι λοιπον ηλθετε τωρα προς εμε, οτε ευρισκεσθε εις αμηχανιαν;7 Ő ezt felelte nekik: »Nemde ti vagytok azok, akik gyűlöltetek engem, s elűztetek apám házából? Most hozzám jöttök, mert kényszerít a szükség.«
8 Και ειπαν οι πρεσβυτεροι της Γαλααδ προς τον Ιεφθαε, Δια τουτο επεστρεψαμεν τωρα προς σε? δια να ελθης μεθ' ημων και να πολεμησης τους υιους Αμμων και να ησαι αρχων εφ' ημων, επι παντων των κατοικων της Γαλααδ.8 Azt mondták erre Gileád fejedelmei Jeftének: »Igenis, azért jöttünk most hozzád, hogy gyere velünk és hadakozz Ammon fiai ellen. Akkor te leszel a feje mindazoknak, akik Gileádot lakják.«
9 Και ειπεν ο Ιεφθαε προς τους πρεσβυτερους της Γαλααδ, Εαν σεις με επαναφερητε δια να πολεμησω τους υιους Αμμων, και ο Κυριος παραδωση αυτους εις εμε, εγω θελω εισθαι αρχων εφ' υμων;9 Azt mondta erre nekik Jefte: »Igazán azért jöttetek hozzám, hogy hadakozzam értetek Ammon fiaival, s hogyha kezembe adja őket az Úr, én legyek a fejedelmetek?«
10 Και ειπαν οι πρεσβυτεροι της Γαλααδ προς τον Ιεφθαε, Ο Κυριος ας ηναι μαρτυς μεταξυ ημων, εαν δεν καμωμεν κατα τον λογον σου.10 Azok ezt felelték neki: »Az Úr, aki hallja ezt, maga legyen közvetítőnk és tanúnk, hogy teljesítjük ígéretünket.«
11 Τοτε υπηγεν ο Ιεφθαε μετα των πρεσβυτερων της Γαλααδ, και κατεστησεν αυτον ο λαος εφ' εαυτου κεφαλην και αρχοντα? και ελαλησεν ο Ιεφθαε παντας τους λογους αυτου ενωπιον του Κυριου εν Μισπα.11 Erre Jefte elment Gileád fejedelmeivel, s az egész nép a fejévé tette, Jefte pedig megismételte minden szavát az Úr előtt Micpában.
12 Και απεστειλεν ο Ιεφθαε πρεσβεις προς τον βασιλεα των υιων Αμμων, λεγων, Τι εχεις να καμης μετ' εμου και ηλθες εναντιον μου να πολεμησης εν τη γη μου;12 Aztán követeket küldött Ammon fiainak királyához, hogy mondják a nevében: »Mi van közöttünk, hogy ellenem jöttél elpusztítani földemet?«
13 Και απεκριθη ο βασιλευς των υιων Αμμων προς τους πρεσβεις του Ιεφθαε, Διοτι ο Ισραηλ ελαβε την γην μου, οτε ανεβαινεν εξ Αιγυπτου, απο Αρνων εως Ιαβοκ και εως του Ιορδανου? τωρα λοιπον επιστρεψον αυτα εν ειρηνη.13 Az így felelt nekik: »Az, hogy Izrael elvette földemet, amikor feljött Egyiptomból, az Arnon szélétől egészen a Jabbokig, s a Jordánig: add tehát vissza most nekem békességgel!«
14 Και απεστειλε παλιν ο Ιεφθαε πρεσβεις προς τον βασιλεα των υιων Αμμων?14 Erre újra üzent általuk Jefte, s azt parancsolta, hogy ezt mondják Ammon királyának:
15 και ειπε προς αυτον, Ουτω λεγει ο Ιεφθαε? Ο Ισραηλ δεν ελαβε την γην του Μωαβ ουδε την γην των υιων Αμμων?15 »Ezt üzeni Jefte: Izrael nem vette el sem Moáb földjét, sem Ammon fiainak földjét.
16 αλλ' αφου ανεβη ο Ισραηλ εξ Αιγυπτου και επορευθη δια της ερημου εις την Ερυθραν θαλασσαν και ηλθεν εις Καδης,16 Amikor ugyanis feljött Egyiptomból, s átvonult a pusztán a Vörös-tengerig és Kádesbe jutott,
17 τοτε ο Ισραηλ απεστειλε πρεσβεις προς τον βασιλεα του Εδωμ, λεγων, Ας περασω, παρακαλω, δια της γης σου? πλην ο βασιλευς του Εδωμ δεν εισηκουσεν. Ετι δε και προς τον βασιλεα του Μωαβ απεστειλε? πλην και αυτος δεν συγκατενευσε? και εκαθισεν ο Ισραηλ εν Καδης.17 követeket küldött Edom királyához, s azt üzente: ‘Engedd meg nekem, hogy átvonuljak földeden.’ Az nem járult hozzá kéréséhez. Moáb királyához is elküldött, s az is megtagadta az átvonulás megengedését. Kádesben maradt tehát,
18 Τοτε υπηγε δια της ερημου και περιηλθε την γην του Εδωμ και την γην του Μωαβ και ηλθεν απο ανατολων της γης του Μωαβ και εστρατοπεδευσε περαν του Αρνων, και δεν εισηλθεν εις τα ορια του Μωαβ? διοτι ο Αρνων ητο οριον του Μωαβ.18 majd oldalról megkerülte Edom földjét s Moáb földjét, s eljutott a Moáb földjétől keletre eső vidékre, s az Arnonon túl ütött tábort. Moáb területére nem is akart bemenni, hiszen az Arnon Moáb földjének a határa.
19 Και απεστειλεν ο Ισραηλ πρεσβεις προς τον Σηων βασιλεα των Αμορραιων, βασιλεα της Εσεβων? και ειπε προς αυτον ο Ισραηλ, Ας περασωμεν, παρακαλουμεν, δια της γης σου εως του τοπου μου.19 Aztán követeket küldött Izrael Szihonhoz, az amoriták azon királyához, aki Hesbonban lakott és ezt üzente neki: ‘Engedd meg, hogy átvonuljak földeden a folyóig.’
20 Αλλ' ο Σηων δεν ενεπιστευθη εις τον Ισραηλ να περαση δια του οριου αυτου? οθεν εσυναξεν ο Σηων παντα τον λαον αυτου, και εστρατοπεδευσεν εν Ιαασα και επολεμησε τον Ισραηλ.20 De az is megvetette Izrael szavait, s nem engedte meg, hogy átvonuljon területén, sőt egybegyűjtötte mérhetetlen seregét, s kivonult ellene Jászába, s erősen ellenállt.
21 Και παρεδωκε Κυριος ο Θεος του Ισραηλ τον Σηων και παντα τον λαον αυτου εις την χειρα του Ισραηλ, και επαταξεν αυτους? και ο Ισραηλ εκληρονομησε πασαν την γην των Αμορραιων, των κατοικων της γης εκεινης.21 De az Úr Izrael kezébe adta egész seregével együtt, úgyhogy az megverte őt és elfoglalta az amoritáknak, azon vidék lakóinak egész földjét,
22 Και εκληρονομησαν παντα τα ορια των Αμορραιων, απο Αρνων εως Ιαβοκ και απο της ερημου εως του Ιορδανου.22 s egész területét az Arnontól a Jabbokig, s a pusztától a Jordánig.
23 Και τωρα, αφου Κυριος ο Θεος του Ισραηλ εξεδιωξε τους Αμορραιους απ' εμπροσθεν του λαου αυτου Ισραηλ, συ θελεις κληρονομησει αυτους;23 Az Úr, Izrael Istene tette tönkre az amoritákat, Ő hadakozott ellenük népéért, Izraelért, s te most el akarnád foglalni földjét?
24 συ δεν κληρονομεις ο, τι εκληροδοτησεν εις σε Χεμως ο Θεος σου; και ημεις, παντα οσα εκληροδοτησεν εις ημας Κυριος ο Θεος ημων, ταυτα θελομεν κληρονομησει.24 Nemde az, amit Kámos, a te istened elfoglal, az joggal megillet téged? Az tehát, amit az Úr, a mi Istenünk mint győztes elfoglalt, nekünk jár birtokul.
25 Και τωρα μηπως συ εισαι τι καλητερος του Βαλακ υιου του Σεπφωρ βασιλεως του Μωαβ; διεφιλονεικησεν εκεινος διολου προς τον Ισραηλ η επολεμησε ποτε εναντιον αυτου,25 Avagy talán különb vagy Báláknál, Szefor fiánál, Moáb királyánál? Be tudod-e bizonyítani, hogy az perbe szállt Izraellel, s hadakozott ellene?
26 αφου ο Ισραηλ κατωκησεν εις Εσεβων και εις τας κωμας αυτης, και εις Αροηρ και εις τας κωμας αυτης, και εις πασας τας πολεις τας πλησιον του Αρνων, τριακοσια ετη; δια τι λοιπον εν τω διαστηματι τουτω δεν ηλευθερωσατε αυτα;26 Izrael meg Hesbonban és leányvárosaiban, Ároerben s leányvárosaiban meg mindazon városokban, amelyek a Jordán mellett vannak, háromszáz esztendő óta lakik! Miért nem kíséreltetek meg semmit sem annyi időn át e követelés dolgában?
27 Εγω λοιπον δεν επταισα εις σε? αλλα συ πραττεις αδικα εις εμε, πολεμων εναντιον μου. Ο Κυριος ο Κριτης ας κρινη σημερον αναμεσον των υιων Ισραηλ και των υιων Αμμων.27 Nem én vétek tehát ellened, hanem te cselekszel velem gonoszul, amikor igaztalan harcot indítasz ellenem. Az Úr, e napnak bírája, tegyen igazságot Izrael és Ammon fiai között.«
28 Αλλα δεν εισηκουσεν ο βασιλευς των υιων Αμμων εις τους λογους του Ιεφθαε, τους οποιους εστειλε προς αυτον.28 De Ammon fiainak királya nem hallgatott Jefte szavaira, amelyeket a követek által üzent.
29 Τοτε επηλθεν επι τον Ιεφθαε πνευμα Κυριου, και αυτος επερασε δια της Γαλααδ και του Μανασση, και επερασε δια της Μισπα της Γαλααδ, και απο Μισπα της Γαλααδ επερασεν επι τους υιους Αμμων.29 Ekkor Jeftét megszállta az Úr lelke, mire ő bejárta Gileádot és Manasszét és elment Gileád-Micpába. Amikor aztán onnan átment Ammon fiai elé,
30 Και ευχηθη ο Ιεφθαε ευχην προς τον Κυριον, και ειπεν, Εαν τωοντι παραδωσης τους υιους Αμμων εις την χειρα μου,30 fogadalmat tett az Úrnak, ezekkel a szavakkal: »Ha kezembe adod Ammon fiait:
31 τοτε ο, τι εξελθη εκ των θυρων του οικου μου εις συναντησιν μου, οταν επιστρεφω εν ειρηνη απο των υιων Αμμων, θελει εισθαι του Κυριου, και θελω προσφερει αυτο εις ολοκαυτωμα.31 bárki lép ki elsőnek házam ajtaján, hogy elém jöjjön, amikor békességgel visszatérek Ammon fiaitól, bemutatom őt egészen elégő áldozatul az Úrnak.«
32 Τοτε διεβη ο Ιεφθαε προς τους υιους Αμμων δια να πολεμηση αυτους? και παρεδωκεν αυτους ο Κυριος εις την χειρα αυτου.32 Átment tehát Jefte Ammon fiai elé, hogy hadakozzon ellenük, s az Úr a kezébe is adta őket.
33 Και επαταξεν αυτους, απο Αροηρ εως της εισοδου Μινιθ, εικοσι πολεις, και εως της πεδιαδος των αμπελωνων, εν σφαγη μεγαλη σφοδρα. Και εταπεινωθησαν οι υιοι Αμμων εμπροσθεν των υιων Ισραηλ.33 Így ő igen súlyos vereséget mért rájuk és verte őket Ároertől kezdve egészen addig, ahol Mennítbe jutni, húsz városon keresztül és egészen a szőlőhegyeknél fekvő Ábelig. Így Izrael fiai megalázták Ammon fiait.
34 Και ηλθεν ο Ιεφθαε εις Μισπα προς τον οικον αυτου? και ιδου, η θυγατηρ αυτου εξηρχετο εις συναντησιν αυτου μετα τυμπανων και χορων? και αυτη ητο μονογενης? εκτος αυτης δεν ειχεν ουτε υιον ουτε θυγατερα.34 Amikor aztán Jefte hazatért Micpába, elé jött egyetlen lánya, dobokkal és táncoló karokkal; más gyermeke nem is volt neki.
35 Και ως ειδεν αυτην, διεσχισε τα ιματια αυτου και ειπεν, Οιμοι θυγατηρ μου? ολως κατελυπησας με, και συ εισαι εκ των καταθλιβοντων με? διοτι εγω ηνοιξα το στομα μου προς τον Κυριον, και δεν δυναμαι να λαβω οπισω τον λογον μου.35 Amint ő azt meglátta, megszaggatta ruháját és azt mondta: »Jaj nekem, lányom, csalódást szereztél nekem és csalódást szereztél magadnak is: szavamat adtam ugyanis az Úrnak, s azt meg nem másíthatom.«
36 Εκεινη δε ειπε προς αυτον, Πατερ μου, εαν ηνοιξας το στομα σου προς τον Κυριον, καμε εις εμε κατ' εκεινο το οποιον εξηλθεν εκ του στοματος σου? αφου ο Κυριος εκαμεν εκδικησιν εις σε απο των εχθρων σου, απο των υιων Αμμων.36 Az ezt felelte neki: »Apám, ha szavadat adtad az Úrnak, hajtsd végre rajtam, amit fogadtál, hiszen megkaptad a bosszúállást s a győzelmet ellenségeid felett.«
37 Και ειπε προς τον πατερα αυτης, Ας γεινη εις εμε το πραγμα τουτο? αφες με δυο μηνας, δια να υπαγω να περιελθω τα ορη και να κλαυσω την παρθενιαν μου, εγω και αι συντροφοι μου.37 Majd azt mondta apjának: »Csak azt az egyet tedd meg nekem, amit kérek: engedj el engem, hadd menjek két hónapra a hegyekbe, s hadd sírjak szüzességemen barátnőimmel.«
38 Ο δε ειπεν, Υπαγε? και απεστειλεν αυτην δια δυο μηνας, και υπηγεν αυτη μετα των συντροφων αυτης και εκλαυσε την παρθενιαν αυτης επι τα ορη.38 Az ezt felelte neki: »Menj!« – és elengedte őt két hónapra. Ő el is ment társ- és barátnőivel és sírt szüzességén a hegyekben.
39 Και εις το τελος των δυο μηνων επεστρεψε προς τον πατερα αυτης? και εκαμεν εις αυτην κατα την ευχην αυτου την οποιαν ευχηθη? και αυτη δεν εγνωρισεν ανδρα. Και εγεινεν εθος εις τον Ισραηλ,39 Amikor aztán eltelt a két hónap, visszatért apjához, s az úgy cselekedett vele, amint megfogadta, s ő nem ismert meg férfit. Ebből támadt az a szokás és maradt fenn az a gyakorlat Izraelben,
40 να υπαγωσιν αι θυγατερες του Ισραηλ απο χρονου εις χρονον, να θρηνωσι την θυγατερα του Ιεφθαε του Γαλααδιτου, τεσσαρας ημερας κατ' ετος.40 hogy esztendőnként összegyűlnek Izrael lányai, s négy napon át siratják a gileádi Jefte lányát.