Scrutatio

Domenica, 2 giugno 2024 - Santi Marcellino e Pietro ( Letture di oggi)

ΕΞΟΔΟΣ - Esodo - Exodus 18


font
GREEK BIBLEBIBBIA VOLGARE
1 Ηκουσε δε ο Ιοθορ, ο ιερευς της Μαδιαμ, ο πενθερος του Μωυσεως, παντα οσα εκαμεν ο Θεος εις τον Μωυσην και εις τον Ισραηλ τον λαον αυτου, οτι εξηγαγεν ο Κυριος τον Ισραηλ εξ Αιγυπτου.1 E quando ebbe udito Ietro prete di Madian, cognato di Moise, ogni cosa che avea fatta lo Signore a Moisè e ad Israel suo popolo, però ch' egli avea tratto Israel d'Egitto;
2 Και ελαβεν ο Ιοθορ, ο πενθερος του Μωυσεως, Σεπφωραν την γυναικα του Μωυσεως, την οποιαν ειχε πεμψει οπισω,2 tolse Sefora moglie di Moisè, la quale avea rimandato,
3 και τους δυο αυτης υιους, εκ των οποιων του ενος το ονομα ητο Γηρσωμ, Διοτι παροικος, ειπεν, εσταθην εν ξενη γη?3 e due suoi figliuoli, de' quali l'uno si chiamava Gersam, dicendo lo padre: FORESTIERE FUI NELLA TERRA ALTRUI,
4 του δε αλλου το ονομα Ελιεζερ, Διοτι ο Θεος, ειπε, του πατρος μου εσταθη βοηθος μου και με εσωσεν εκ της μαχαιρας του Φαραω?4 e l'altro era chiamato Eliezer; disse in verità: IDDIO DEL PADRE MIO AIUTÒ ME, E SCAMPÒ ME DAL COLTELLO DI FARAONE.
5 και ηλθεν ο Ιοθορ ο πενθερος του Μωυσεως προς τον Μωυσην μετα των υιων αυτου και μετα της γυναικος αυτου εις την ερημον, οπου ητο εστρατοπεδευμενος εις το ορος του Θεου?5 Venne adunque Ietro, cognato di Moisè, e li figliuoli suoi e la moglie sua a Moisè nel deserto, dove s'era incastellato appresso lo monte di Dio.
6 και ανηγγειλε προς τον Μωυσην, Εγω Ιοθορ ο πενθερος σου ερχομαι προς σε και η γυνη σου και οι δυο υιοι αυτης μετ' αυτης.6 E mandò a Moisè dicendo: io, cognato tuo Ietro, vengo a te, e la moglie tua, e due tuoi figliuoli con lei.
7 Και εξηλθεν ο Μωυσης εις συναντησιν του πενθερου αυτου και προσεκυνησεν αυτον και εφιλησεν αυτον? και ηρωτησαν ο εις τον αλλον περι της υγειας αυτων, και εισηλθον εις την σκηνην.7 Il quale venuto incontro al cognato suo, adorollo e basciò lui; e salutaronsi insieme con parole pacifiche. E quando entroe nel tabernacolo,
8 Και διηγηθη ο Μωυσης προς τον πενθερον αυτου παντα οσα ο Κυριος εκαμεν εις τον Φαραω και εις τους Αιγυπτιους υπερ του Ισραηλ, παντας τους μοχθους οιτινες συνεβησαν εις αυτους καθ' οδον, και ηλευθερωσεν αυτους ο Κυριος.8 narrò Moisè al cognato suo tutte quelle cose, che fece lo Signore (a Moisè, ed) a Faraone e a quegli d'Egitto per Israel, e tutta la fatica ch' era incontrata loro nello andare, e come liberò loro lo Signore.
9 Υπερεχαρη δε ο Ιοθορ δια παντα τα αγαθα οσα ο Κυριος εκαμεν εις τον Ισραηλ, τον οποιον ηλευθερωσεν εκ χειρος των Αιγυπτιων.9 E rallegrossi Ietro sopra tutti li beni li quali avea fatti lo Signore ad Israel; perciò che avea iscampato lui lo Signore della mano di quelli di Egitto (e della mano di Faraone).
10 Και ειπεν ο Ιοθορ, Ευλογητος Κυριος, οστις σας ηλευθερωσεν εκ χειρος των Αιγυπτιων και εκ χειρος του Φαραω? οστις ηλευθερωσε τον λαον υποκατωθεν της χειρος των Αιγυπτιων?10 E disse: benedetto lo Signore, che liberò voi della mano di quelli d'Egitto e della mano di Faraone; il quale iscampò lo popolo suo della mano di quelli d'Egitto.
11 τωρα γνωριζω οτι ο Κυριος ειναι μεγας υπερ παντας τους θεους? διοτι εις το πραγμα, εις το οποιον υπερηφανευθησαν, εσταθη ανωτερος αυτων.11 Ora io conosco che grande è lo Signore sopra tutti gli dii, perciò che magnamente ha fatto contra coloro di Egitto (per prego di Moisè).
12 Ελαβεν επειτα ο Ιοθορ, ο πενθερος του Μωυσεως, ολοκαυτωματα και θυσιας δια να προσφερη εις τον Θεον? και ηλθεν ο Ααρων, και παντες οι πρεσβυτεροι του Ισραηλ, να φαγωσιν αρτον μετα του πενθερου του Μωυσεως, εμπροσθεν του Θεου.12 Offerse adunque letro, cognato di Moisè, li sacrificii e l'ostie a Dio; e vennero (Moisè ed) Aaron e tutti li più vecchi d'Israel, acciò che mangiassero del pane con lui innanzi al Signore.
13 Και την επαυριον εκαθισεν ο Μωυσης δια να κρινη τον λαον. και παριστατο ο λαος εμπροσθεν του Μωυσεως απο πρωιας εως εσπερας.13 Ma l'altro dì sedè Moisè, acciò che giudi casse al popolo, il quale istava presente a Moisè dalla mattina insino al vespro.
14 Και ιδων ο πενθερος του Μωυσεως παντα οσα εκαμνεν εις τον λαον, ειπε, Τι ειναι τουτο το πραγμα, το οποιον καμνεις εις τον λαον; δια τι συ καθησαι μονος, απας δε ο λαος παρισταται εμπροσθεν σου απο πρωιας εως εσπερας;14 La quale cosa quando vidde letro suo cognato, tutte le cose cioè che facea nel popolo, disse: che è questo che tu fai nel popolo? perchè solo siedi, e tutto lo popolo t'aspetta dalla mattina insino al vespro?
15 Και ειπεν ο Μωυσης προς τον πενθερον αυτου, διοτι ο λαος ερχεται προς εμε δια να ερωτηση τον Θεον?15 Al quale rispose Moisè; venne a me lo popolo, addomandando la sentenza di Dio.
16 οταν εχωσιν υποθεσιν τινα, ερχονται προς εμε και εγω κρινω μεταξυ του ενος και του αλλου? και δεικνυω εις αυτους τα προσταγματα του Θεου και τους νομους αυτου.16 E quando incontra loro alcuna (discordia, ovver discettazione), vengono a me, acciò ch' io giudichi intra loro, e mostri li comandamenti di Dio e le leggi sue.
17 Και ειπεν ο πενθερος του Μωυσεως προς αυτον, Δεν ειναι καλον το πραγμα, το οποιον καμνεις?17 E quelli disse: tu non fai buona cosa.
18 βεβαιως και συ θελεις αποκαμει και ο λαος ουτος ο μετα σου? διοτι το πραγμα ειναι πολυ βαρυ δια σε? δεν δυνασαι μονος να καμνης τουτο.18 Conciosia cosa che per fatica ti consumerai tu, e questo popolo il quale è teco; oltre le forze tue è questa cosa; solo non potresti sostenere.
19 Ακουσον λοιπον την φωνην μου? θελω σε συμβουλευσει και ο Θεος θελει εισθαι μετα σου? συ μεν εσο ενωπιον του Θεου υπερ του λαου, δια να αναφερης τας υποθεσεις προς τον Θεον?19 Ma odi le parole mie e li consigli, e sarae lo Signore teco: fa che tu sia sopra il popolo in quelle cose che al Signore s'appartengono, acciò che tu rapporti quelle cose che sono dette da Dio;
20 και διδασκε αυτους τα προσταγματα και τους νομους και δεικνυε προς αυτους την οδον εις την οποιαν πρεπει να περιπατωσι, και τα εργα τα οποια πρεπει να πραττωσι?20 e mostri al popolo le cerimonie e lo rito (cioè modo) di adorare, e la via per la quale andare debbano, e le opere che debbano fare.
21 πλην εκλεξον εκ παντος του λαου ανδρας αξιους, φοβουμενους τον Θεον, ανδρας φιλαληθεις, μισουντας την φιλαργυριαν? και καταστησον αυτους επ' αυτων χιλιαρχους, εκατονταρχους, πεντηκονταρχους και δεκαρχους?21 Ma provedi di ogni schiatta uomini potenti e tementi Iddio, nelli quali sia verità, e che abbiano in odio l'avarizia; e ordina di loro li tribuni, li centurioni e li quinquagenarii e li decani;
22 και ας κρινωσι τον λαον παντοτε? και πασαν μεν μεγαλην υποθεσιν ας αναφερωσι προς σε? πασαν δε μικραν υποθεσιν ας κρινωσιν αυτοι? ουτω θελεις ανακουφισθη, και θελουσι βασταζει το βαρος μετα σου.22 li quali giudichino lo popolo in ogni tempo; e qualunque cosa sarà maggiore, riportinla a te; e loro le cose minori giudichin solamente: più lieve sarà a te, partito lo carico in altri.
23 εαν καμης τουτο το πραγμα και ο Θεος σε προσταζη ουτω, τοτε θελεις δυνηθη να ανθεξης, και προσετι πας ο λαος ουτος θελει φθασει εις τον τοπον αυτου εν ειρηνη.23 Se questo farai, tu empirai ogni comandamento di Dio; e li comandamenti di Dio potrai sostenere; e tutto questo popolo sì ritornerà ai luoghi suoi con pace.
24 Και ηκουσεν ο Μωυσης την φωνην του πενθερου αυτου και εκαμε παντα οσα ειπε.24 Le quali cose udite, Moisè fece ogni cosa che colui gli avea detto.
25 Και εκλεξεν ο Μωυσης εκ παντος του Ισραηλ ανδρας αξιους και κατεστησεν αυτους αρχηγους επι του λαου, χιλιαρχους, εκατονταρχους, πεντηκονταρχους και δεκαρχους?25 Ed eletti gli uomini più savii e migliori di tutto Israel, fece loro principi del popolo, tribuni e centurioni e quinquagenarii e decani.
26 και εκρινον τον λαον εν παντι καιρω? τας μεν υποθεσεις τας δυσκολους ανεφερον προς τον Μωυσην, πασαν δε μικραν υποθεσιν εκρινον αυτοι.26 Li quali giudicassero lo popolo in ogni tempo; ma qualunque cosa era più grave, sì la porgevano a lui; solamente le cose più agevoli giudicavano.
27 Επειτα προεπεμψεν ο Μωυσης τον πενθερον αυτου και απηλθεν εις την γην αυτου.27 E lasciò lo cognato suo; il quale, ritornato, andò nella terra sua.