Salmi 37
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
DIODATI | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Salmo di Davide NON crucciarti per cagion de’ maligni; Non portare invidia a quelli che operano perversamente; | 1 Ψαλμος του Δαβιδ.>> Μη αγανακτει δια τους πονηρευομενους, μηδε ζηλευε τους εργατας της ανομιας. |
2 Perciocchè saran di subito ricisi come fieno, E si appasseranno come erbetta verde. | 2 Διοτι ως χορτος ταχεως θελουσι κοπη, και ως χλωρα βοτανη θελουσι καταμαρανθη. |
3 Confidati nel Signore, e fa’ bene; Tu abiterai nella terra, e vi pasturerai in confidanza. | 3 Ελπιζε επι Κυριον και πραττε το αγαθον? κατοικει την γην και νεμου την αληθειαν? |
4 E prendi il tuo diletto nel Signore, Ed egli ti darà le domande del tuo cuore. | 4 και ευφραινου εν Κυριω, και θελει σοι δωσει τα ζητηματα της καρδιας σου. |
5 Rimetti la tua via nel Signore; E confidati in lui, ed egli farà ciò che bisogna; | 5 Αναθες εις τον Κυριον την οδον σου και ελπιζε επ' αυτον, και αυτος θελει ενεργησει? |
6 E produrrà fuori la tua giustizia, come la luce; E la tua dirittura, come il mezzodì | 6 και θελει εξαξει ως φως την δικαιοσυνην σου και την κρισιν σου ως μεσημβριαν. |
7 Attendi il Signore in silenzio; Non crucciarti per colui che prospera nella sua via, Per l’uomo che opera scelleratezza. | 7 Αναπαυου επι τον Κυριον και προσμενε αυτον? μη αγανακτει δια τον κατευοδουμενον εν τη οδω αυτου, δια ανθρωπον πραττοντα παρανομιας. |
8 Rimanti dell’ira, e lascia il cruccio; Non isdegnarti, sì veramente, che tu venga a far male. | 8 Παυσον απο θυμου και αφες την οργην? μηδολως αγανακτει ωστε να πραττης πονηρα. |
9 Perciocchè i maligni saranno sterminati; Ma coloro che sperano nel Signore possederanno la terra. | 9 Διοτι οι πονηρευομενοι θελουσιν εξολοθρευθη? οι δε προσμενοντες τον Κυριον, ουτοι θελουσι κληρονομησει την γην. |
10 Fra breve spazio l’empio non sarà più; E se tu poni mente al suo luogo, egli non vi sarà più. | 10 Διοτι ετι μικρον και ο ασεβης δεν θελει υπαρχει? και θελεις ζητησει τον τοπον αυτου, και δεν θελει ευρεθη? |
11 Ma i mansueti possederanno la terra, E gioiranno in gran pace. | 11 οι πραεις ομως θελουσι κληρονομησει την γην? και θελουσι κατατρυφα εν πολλη ειρηνη. |
12 L’empio fa delle macchinazioni contro al giusto, E digrigna i denti contro a lui. | 12 Ο ασεβης μηχαναται κατα του δικαιου, και τριζει κατ' αυτου τους οδοντας αυτου. |
13 Il Signore si riderà di lui; Perciocchè egli vede che il suo giorno viene. | 13 Ο Κυριος θελει γελασει επ' αυτω, επειδη βλεπει οτι ερχεται η ημερα αυτου. |
14 Gli empi hanno tratta la spada, Ed hanno teso il loro arco, Per abbattere il povero afflitto ed il bisognoso; Per ammazzar quelli che camminano dirittamente. | 14 Οι ασεβεις εξεσπασαν ρομφαιαν και ενετειναν το τοξον αυτων, δια να καταβαλωσι τον πτωχον και τον πενητα, δια να σφαξωσι τους περιπατουντας εν ευθυτητι. |
15 La loro spada entrerà loro nel cuore, E gli archi loro saranno rotti. | 15 Η ρομφαια αυτων θελει εμβη εις την καρδιαν αυτων, και τα τοξα αυτων θελουσι συντριφθη. |
16 Meglio vale il poco del giusto, Che l’abbondanza di molti empi. | 16 Καλλιον το ολιγον του δικαιου παρα ο πλουτος πολλων ασεβων. |
17 Perciocchè le braccia degli empi saranno rotte; Ma il Signore sostiene i giusti. | 17 Διοτι οι βραχιονες των ασεβων θελουσι συντριφθη? τους δε δικαιους υποστηριζει ο Κυριος. |
18 Il Signore conosce i giorni degli uomini intieri; E la loro eredità sarà in eterno. | 18 Γινωσκει ο Κυριος τας ημερας των αμεμπτων? και η κληρονομια αυτων θελει εισθαι εις τον αιωνα? |
19 Essi non saran confusi nel tempo dell’avversità; E saranno saziati nel tempo della fame. | 19 δεν θελουσι καταισχυνθη εν καιρω πονηρω? και εν ημεραις πεινης θελουσι χορτασθη. |
20 Ma gli empi periranno; Ed i nemici del Signore, come grasso d’agnelli, Saranno consumati, e andranno in fumo | 20 Οι δε ασεβεις θελουσιν εξολοθρευθη? και οι εχθροι του Κυριου, ως το παχος των αρνιων, θελουσιν αναλωθη? εις καπνον θελουσι διαλυθη. |
21 L’empio prende in prestanza, e non rende; Ma il giusto largisce, e dona. | 21 Δανειζεται ο ασεβης και δεν αποδιδει, ο δε δικαιος ελεει και διδει. |
22 Perciocchè i benedetti dal Signore erederanno la terra; Ma i maledetti da lui saranno sterminati. | 22 Διοτι οι ευλογημενοι αυτου θελουσι κληρονομησει την γην? οι δε κατηραμενοι αυτου θελουσιν εξολοθρευθη. |
23 I passi dell’uomo, la cui via il Signore gradisce, Son da lui addirizzati. | 23 Οταν υπο Κυριου κατευθυνωνται τα διαβηματα του ανθρωπου, η οδος αυτου ειναι αρεστη εις αυτον. |
24 Se cade, non è però atterrato; Perciocchè il Signore gli sostiene la mano. | 24 Εαν πεση, δεν θελει συντριφθη? διοτι ο Κυριος υποστηριζει την χειρα αυτου. |
25 Io sono stato fanciullo, e sono eziandio divenuto vecchio, E non ho veduto il giusto abbandonato, Nè la sua progenie accattare il pane. | 25 Νεος ημην και ηδη εγηρασα, και δεν ειδον δικαιον εγκαταλελειμμενον ουδε το σπερμα αυτου ζητουν αρτον. |
26 Egli tuttodì dona e presta; E la sua progenie è in benedizione. | 26 Ολην την ημεραν ελεει και δανειζει, και το σπερμα αυτου ειναι εις ευλογιαν. |
27 Ritratti dal male, e fa’ il bene; E tu sarai stanziato in eterno. | 27 Εκκλινον απο του κακου και πραττε το αγαθον, και θελεις διαμενει εις τον αιωνα. |
28 Perciocchè il Signore ama la dirittura, E non abbandonerà i suoi santi; Essi saranno conservati in eterno; Ma la progenie degli empi sarà sterminata. | 28 Διοτι ο Κυριος αγαπα κρισιν, και δεν εγκαταλειπει τους οσιους αυτου? εις τον αιωνα θελουσι διαφυλαχθη? το δε σπερμα των ασεβων θελει εξολοθρευθη. |
29 I giusti erederanno la terra; Ed abiteranno in perpetuo sopra essa. | 29 Οι δικαιοι θελουσι κληρονομησει την γην, και επ' αυτης θελουσι κατοικει εις τον αιωνα. |
30 La bocca del giusto risuona sapienza, E la sua lingua pronunzia dirittura. | 30 Το στομα του δικαιου μελετα σοφιαν, και η γλωσσα αυτου λαλει κρισιν. |
31 La Legge dell’Iddio suo è nel suo cuore; I suoi passi non vacilleranno. | 31 Ο νομος του Θεου αυτου ειναι εν τη καρδια αυτου? τα διαβηματα αυτου δεν θελουσιν ολισθησει. |
32 L’empio spia il giusto, E cerca di ucciderlo. | 32 Κατασκοπευει ο αμαρτωλος τον δικαιον και ζητει να θανατωση αυτον. |
33 Il Signore non glielo lascerà nelle mani, E non permetterà che sia condannato, quando sarà giudicato | 33 Ο Κυριος δεν θελει αφησει αυτον εις τας χειρας αυτου, ουδε θελει καταδικασει αυτον οταν κρινη αυτον. |
34 Aspetta il Signore, e guarda la sua via, Ed egli t’innalzerà, acciocchè tu eredi la terra; Quando gli empi saranno sterminati, tu lo vedrai. | 34 Προσμενε τον Κυριον και φυλαττε την οδον αυτου, και θελει σε υψωσει δια να κληρονομησης την γην? οταν εξολοθρευθωσιν οι ασεβεις, θελεις ιδει. |
35 Io ho veduto l’empio possente, E che si distendeva come un verde lauro; | 35 Ειδον τον ασεβη υπερυψουμενον και εξηπλωμενον ως την χλωραν δαφνην? |
36 Ma egli è passato via; ed ecco, egli non è più; Ed io l’ho cercato, e non si è ritrovato. | 36 αλλ' ηφανισθη? και ιδου, δεν υπηρχε? και εζητησα αυτον, και δεν ευρεθη. |
37 Guarda l’integrità, e riguarda alla dirittura; Perciocchè vi è mercede per l’uomo di pace. | 37 Παρατηρει τον ακακον και βλεπε τον ευθυν, οτι εις τον ειρηνικον ανθρωπον θελει εισθαι εγκαταλειμμα? |
38 Ma i trasgressori saranno distrutti tutti quanti; Ogni mercede è ricisa agli empi. | 38 οι δε παραβαται θελουσιν ολως εξολοθρευθη? των ασεβων το εγκαταλειμμα θελει αποκοπη. |
39 Ma la salute de’ giusti è dal Signore; Egli è la lor fortezza nel tempo dell’afflizione; | 39 Των δικαιων ομως η σωτηρια ειναι παρα Κυριου? αυτος ειναι η δυναμις αυτων εν καιρω θλιψεως. |
40 Ed il Signore li aiuta e li libera; Li libera dagli empi, e li salva; Perciocchè hanno sperato in lui | 40 Και θελει βοηθησει αυτους ο Κυριος, και ελευθερωσει αυτους? θελει ελευθερωσει αυτους απο ασεβων και σωσει αυτους? διοτι ηλπισαν επ' αυτον. |