Scrutatio

Sabato, 18 maggio 2024 - San Giovanni I papa ( Letture di oggi)

Primo libro dei Re 15


font
DIODATIGREEK BIBLE
1 OR l’anno diciottesimo del re Geroboamo, figliuolo di Nebat, Abiam cominciò a regnare sopra Giuda.1 Και εβασιλευσεν ο Αβιαμ επι τον Ιουδαν, κατα το δεκατον ογδοον ετος της βασιλειας του Ιεροβοαμ υιου του Ναβατ.
2 Egli regnò tre anni in Gerusalemme. E il nome di sua madre era Maaca, figliuola di Abisalom.2 Τρια ετη εβασιλευσεν εν Ιερουσαλημ. Και το ονομα της μητρος αυτου ητο Μααχα, θυγατηρ του Αβεσσαλωμ.
3 Ed egli camminò in tutti i peccati di suo padre, ch’egli avea commessi davanti a lui; e il cuor suo non fu intiero inverso il Signore Iddio suo, come era stato il cuore di Davide, suo padre.3 Και περιεπατησεν εις πασας τας αμαρτιας του πατρος αυτου, τας οποιας επραξε προ αυτου? και δεν ητο η καρδια αυτου τελεια μετα Κυριου του Θεου αυτου, καθως η καρδια Δαβιδ του πατρος αυτου.
4 Ma pure, per amor di Davide, il Signore Iddio suo gli diede una lampana in Gerusalemme, facendo sorgere il suo figliuolo dopo lui, e facendo sussistere Gerusalemme.4 Αλλ' ομως, χαριν του Δαβιδ, εδωκεν εις αυτον Κυριος ο Θεος αυτου λυχνον εν Ιερουσαλημ, αναστησας τον υιον αυτου μετ' αυτον, και στερεωσας την Ιερουσαλημ?
5 Perciocchè Davide avea fatto ciò che piace al Signore, e non si era, in tutto il tempo della vita sua, rivolto da qualunque cosa egli gli avea comandata, salvo nel fatto d’Uria Hitteo.5 διοτι ο Δαβιδ εκαμνε το ευθες ενωπιον Κυριου και δεν εξεκλινε πασας τας ημερας της ζωης αυτου απο παντων οσα προσεταξεν εις αυτον, εκτος της υποθεσεως Ουριου του Χετταιου.
6 Ora, come v’era stata guerra fra Roboamo e Geroboamo, tutto il tempo della vita di esso,6 Ητο δε πολεμος αναμεσον Ροβοαμ και Ιεροβοαμ πασας τας ημερας της ζωης αυτου.
7 così vi fu guerra fra Abiam e Geroboamo. Quant’è al rimanente de’ fatti di Abiam, e tutto ciò ch’egli fece; queste cose non sono elleno scritte nel Libro delle Croniche dei re di Giuda?7 Αι δε λοιπαι των πραξεων του Αβιαμ και παντα οσα επραξε, δεν ειναι γεγραμμενα εν τω βιβλιω των χρονικων των βασιλεων του Ιουδα; Και ητο πολεμος αναμεσον Αβιαμ και Ιεροβοαμ.
8 Ed Abiam giacque co’ suoi padri, e fu seppellito nella Città di Davide; ed Asa, suo figliuolo, regnò in luogo suo8 Και εκοιμηθη ο Αβιαμ μετα των πατερων αυτου, και εθαψαν αυτον εν τη πολει Δαβιδ? εβασιλευσε δε αντ' αυτου Ασα ο υιος αυτου.
9 OR Asa cominciò a regnare sopra Giuda l’anno ventesimo di Geroboamo, re d’Israele.9 Και εβασιλευσεν ο Ασα επι τον Ιουδαν, κατα το εικοστον ετος του Ιεροβοαμ βασιλεως του Ισραηλ.
10 E regnò in Gerusalemme quarantun anno. E il nome di sua madre era Maaca, figliuola di Abisalom.10 Και εβασιλευσεν εν Ιερουσαλημ ετη τεσσαρακοντα και εν. Το δε ονομα της μητρος αυτου ητο Μααχα, θυγατηρ του Αβεσσαλωμ.
11 Ed Asa fece ciò che piace al Signore, come Davide, suo padre;11 Και εκαμνεν ο Ασα το ευθες ενωπιον Κυριου, καθως Δαβιδ ο πατηρ αυτου.
12 e tolse via i cinedi dal paese; rimosse eziandio tutti gl’idoli, che i suoi padri aveano fatti;12 Και αφηρεσεν εκ της γης τους σοδομιτας και εσηκωσε παντα τα ειδωλα, τα οποια εκαμον οι πατερες αυτου.
13 rimosse ancora dal governo Maaca, sua madre; perciocchè ella avea fatto un idolo per un bosco. Ed Asa spezzò l’idolo di essa, e l’arse presso al torrente di Chidron.13 Ετι δε και την μητερα αυτου την Μααχα, και αυτην απεβαλε του να ηναι βασιλισσα, επειδη εκαμεν ειδωλον εις αλσος? και κατεκοψεν ο Ασα το ειδωλον αυτης και εκαυσεν αυτο πλησιον του χειμαρρου Κεδρων.
14 Tuttavolta gli alti luoghi non furono tolti via; ma pure il cuor d’Asa fu intiero inverso il Signore, tutto il tempo della vita sua.14 Οι υψηλοι ομως τοποι δεν αφηρεθησαν? πλην η καρδια του Ασα ητο τελεια μετα του Κυριου πασας τας ημερας αυτου.
15 Ed egli portò nella Casa del Signore le cose che suo padre avea consacrate, e quelle ancora ch’egli stesso avea consacrate: argento, ed oro, e vasellamenti.15 Και εφερεν εις τον οικον του Κυριου τα αφιερωματα του πατρος αυτου και τα εαυτου αφιερωματα, αργυρον και χρυσιον και σκευη.
16 Ora vi fu guerra fra Asa e Baasa, re d’Israele, tutto il tempo della vita loro.16 Ητο δε πολεμος αναμεσον Ασα και Βαασα βασιλεως του Ισραηλ πασας τας ημερας αυτων.
17 E Baasa, re d’Israele, salì contro a Giuda, ed edificò Rama, per non lasciare uscire, nè entrare alcuno ad Asa, re di Giuda.17 Και ανεβη Βαασα ο βασιλευς του Ισραηλ εναντιον του Ιουδα και ωκοδομησε την Ραμα, δια να μη αφινη μηδενα να εξερχηται μηδε να εισερχηται προς Ασα τον βασιλεα του Ιουδα.
18 Laonde Asa prese tutto l’argento, e l’oro, ch’era rimasto nel tesori della Casa del Signore; prese eziandio i tesori della casa del re, e li diede in mano a’ suoi servitori, e li mandò a Ben-hadad, figliuolo di Tabrimmon, figliuolo di Hesion, re di Siria, il quale abitava in Damasco, dicendo:18 Τοτε ελαβεν ο Ασα απαν το αργυριον και το χρυσιον το εναπολειφθεν εν τοις θησαυροις του οικου του Κυριου και εν τοις θησαυροις του οικου του βασιλεως, και παρεδωκεν αυτα εις τας χειρας των δουλων αυτου? και απεστειλεν αυτους ο βασιλευς Ασα προς τον Βεν-αδαδ, υιον του Ταβριμων, υιου του Εσιων, βασιλεα της Συριας, τον κατοικουντα εν Δαμασκω, λεγων,
19 Siavi lega fra me e te, come è stata fra mio padre e tuo padre; ecco, io ti mando un presente d’argento e d’oro; va’, rompi la lega che tu hai con Baasa, re d’Israele, acciocchè egli si ritragga da me.19 Ας γεινη συνθηκη αναμεσον εμου και σου, ως ητο αναμεσον του πατρος μου και του πατρος σου? ιδου, απεστειλα προς σε δωρον αργυριου και χρυσιου? υπαγε, διαλυσον την συνθηκην σου την προς τον Βαασα, βασιλεα του Ισραηλ, δια να αναχωρηση απ' εμου.
20 E Ben-hadad prestò le orecchie al re Asa, e mandò i capitani de’ suoi eserciti contro alle città d’Israele, e percosse Ion, e Dan, ed Abel-bet-maaca, e tutto Chinnerot, insieme con tutto il paese di Neftali.20 Και εισηκουσεν ο Βεν-αδαδ εις τον βασιλεα Ασα, και απεστειλε τους αρχηγους των δυναμεων αυτου εναντιον των πολεων του Ισραηλ, και επαταξε την Ιιων και την Δαν και την Αβελ-βαιθ-μααχα, και πασαν την Χιννερωθ, μετα πασης της γης Νεφθαλι.
21 E, quando Baasa ebbe ciò inteso, restò di edificare Rama, e dimorò in Tirsa.21 Και ως ηκουσεν ο Βαασα, επαυσε να οικοδομη την Ραμα και εκαθησεν εν Θερσα.
22 Allora il re Asa, con bando pubblico, adunò tutto Giuda, senza eccettuarne alcuno; ed essi portarono via le pietre, e il legname di Rama, la quale Baasa edificava; e con quelle cose il re Asa edificò Ghibea di Beniamino, e Mispa.22 Τοτε συνεκαλεσεν ο βασιλευς Ασα παντα τον Ιουδαν, χωρις τινος εξαιρεσεως? και εσηκωσαν τους λιθους της Ραμα και τα ξυλα αυτης, με τα οποια ο Βαασα εκαμε την οικοδομην? και ωκοδομησεν ο βασιλευς Ασα με ταυτα την Γεβα του Βενιαμιν και την Μισπα.
23 Ora, quant’è al rimanente di tutti i fatti d’Asa, e tutte le sue prodezze, e tutto ciò ch’egli fece, e le città ch’egli edificò; queste cose non son esse scritte nel Libro delle Croniche dei re di Giuda? Sol avvenne che nel tempo della sua vecchiezza egli infermò de’ piedi.23 Αι δε λοιπαι πασων των πραξεων του Ασα και παντα τα κατορθωματα αυτου και παντα οσα επραξε, και αι πολεις τας οποιας ωκοδομησε, δεν ειναι γεγραμμενα εν τω βιβλιω των χρονικων των βασιλεων του Ιουδα; Εν τω καιρω δε του γηρατος αυτου ηρρωστησε τους ποδας αυτου.
24 Ed Asa giacque co’ suoi padri, e fu seppellito con essi nella Città di Davide, suo padre; e Giosafat, suo figliuolo, regnò in luogo suo24 Και εκοιμηθη ο Ασα μετα των πατερων αυτου και εταφη μετα των πατερων αυτου εν τη πολει Δαβιδ του πατρος αυτου? εβασιλευσε δε αντ' αυτου Ιωσαφατ ο υιος αυτου.
25 OR Nadab, figliuolo di Geroboamo, cominciò a regnare sopra Israele l’anno secondo d’Asa, re di Giuda, e regnò sopra Israele due anni.25 Και εβασιλευσε Ναδαβ ο υιος του Ιεροβοαμ επι τον Ισραηλ, το δευτερον ετος του Ασα βασιλεως του Ιουδα, και εβασιλευσεν επι τον Ισραηλ δυο ετη.
26 E fece ciò che dispiace al Signore, e camminò nella via di suo padre, e nel suo peccato, col quale egli avea fatto peccare Israele.26 Και επραξε πονηρα ενωπιον του Κυριου και περιεπατησεν εις την οδον του πατρος αυτου και εις την αμαρτιαν αυτου, δια της οποιας εκαμε τον Ισραηλ να αμαρτηση.
27 E Baasa, figliuolo di Ahia, della casa d’Issacar, congiurò contro a lui, e lo percosse presso a Ghibbeton de’ Filistei, mentre Nadab, e tutti gl’Israeliti, assediavano Ghibbeton.27 Συνωμοσε δε κατ' αυτου Βαασα ο υιος του Αχια, εκ του οικου Ισσαχαρ? και επαταξεν αυτον ο Βαασα εν Γιββεθων, ητις ητο των Φιλισταιων? διοτι ο Ναδαβ και πας ο Ισραηλ επολιορκουν την Γιββεθων.
28 Baasa adunque l’uccise l’anno terzo d’Asa, re di Giuda, e regnò in luogo suo.28 Ο Βαασα λοιπον εθανατωσεν αυτον κατα το τριτον ετος του Ασα βασιλεως του Ιουδα, και εβασιλευσεν αντ' αυτου.
29 E, quando egli fu re, percosse tutta la casa di Geroboamo; egli non lasciò in vita alcuna anima vivente della casa di Geroboamo, finchè l’ebbe distrutta, secondo la parola del Signore, ch’egli avea pronunziata per Ahia Silonita, suo servitore;29 Και καθως εβασιλευσεν, επαταξεν ολον τον οικον του Ιεροβοαμ? δεν αφηκεν εις τον Ιεροβοαμ ουδεν ζων, εωσου εξωλοθρευσεν αυτον, κατα τον λογον του Κυριου, τον οποιον ελαλησε δια του δουλου αυτου Αχια του Σηλωνιτου,
30 per li peccati di Geroboamo, ch’egli avea commessi, e avea fatti commettere ad Israele, e per lo dispetto onde egli avea dispettato il Signore Iddio di Israele.30 δια τας αμαρτιας του Ιεροβοαμ, τας οποιας ημαρτησε, και δια των οποιων εκαμε τον Ισραηλ να αμαρτηση, και δια τον παροργισμον με τον οποιον παρωργισε Κυριον τον Θεον του Ισραηλ.
31 Ora, quant’è al rimanente de’ fatti di Nadab, e tutto ciò ch’egli fece; queste cose non son esse scritte nel Libro delle Croniche dei re d’Israele?31 Αι δε λοιπαι των πραξεων του Ναδαβ και παντα οσα επραξε, δεν ειναι γεγραμμενα εν τω βιβλιω των χρονικων των βασιλεων του Ισραηλ;
32 Or vi fu guerra fra Asa e Baasa re d’Israele, tutto il tempo della vita loro.32 Ητο δε πολεμος αναμεσον Ασα και Βαασα βασιλεως του Ισραηλ πασας τας ημερας αυτων.
33 L’anno terzo d’Asa, re di Giuda, Baasa, figliuolo d’Ahia, cominciò a regnare sopra tutto Israele, in Tirsa; e regnò ventiquattro anni.33 Κατα το τριτον ετος του Ασα βασιλεως του Ιουδα, εβασιλευσε Βαασα ο υιος του Αχια επι παντα τον Ισραηλ εν Θερσα? και εβασιλευσεν εικοσιτεσσαρα ετη.
34 E fece ciò che dispiace al Signore, e camminò nella via di Geroboamo, e nel peccato di esso, col quale egli avea fatto peccare Israele34 Και επραξε πονηρα ενωπιον του Κυριου, και περιεπατησεν εις την οδον του Ιεροβοαμ και εις την αμαρτιαν αυτου, δια της οποιας εκαμε τον Ισραηλ να αμαρτηση.