Scrutatio

Sabato, 11 maggio 2024 - San Fabio e compagni ( Letture di oggi)

ΚΡΙΤΑΙ - Giudici - Judges 7


font
GREEK BIBLEVULGATA
1 Τοτε ο Ιεροβααλ, οστις ειναι ο Γεδεων, εξηγερθη πρωι, και πας ο λαος ο μετ' αυτου, και εστρατοπεδευσαν πλησιον της πηγης Αρωδ? το δε στρατοπεδον των Μαδιανιτων ητο κατα το βορειον αυτων, προς τον λοφον Μορεχ εν τη κοιλαδι.1 Igitur Jerobaal qui et Gedeon, de nocte consurgens, et omnis populus cum eo, venit ad fontem qui vocatur Harad. Erant autem castra Madian in valle ad septentrionalem plagam collis excelsi.
2 Και ειπε Κυριος προς τον Γεδεων, Πολυς ειναι ο λαος ο μετα σου ωστε να παραδωσω τους Μαδιανιτας εις την χειρα αυτου, μηπως ο Ισραηλ καυχηθη εναντιον μου, λεγων, Η χειρ μου με εσωσε?2 Dixitque Dominus ad Gedeon : Multus tecum est populus, nec tradetur Madian in manus ejus : ne glorietur contra me Israël, et dicat : Meis viribus liberatus sum.
3 τωρα λοιπον κηρυξον εις επηκοον του λαου, λεγων, Οστις ειναι δειλος και φοβουμενος, ας στρεψη και ας σπευση απο του ορους Γαλααδ. Και εστρεψαν εκ του λαου εικοσιδυο χιλιαδες? και εμειναν δεκα χιλιαδες.3 Loquere ad populum, et cunctis audientibus prædica : Qui formidolosus et timidus est, revertatur. Recesseruntque de monte Galaad, et reversi sunt de populo viginti duo millia virorum, et tantum decem millia remanserunt.
4 Και ειπε Κυριος προς τον Γεδεων, Ο λαος ειναι ετι πολυς? καταβιβασον αυτους εις το υδωρ, και εκει θελω εκκαθαρισει αυτους εις σε? και περι ουτινος σοι ειπω, Ουτος θελει ελθει μετα σου, αυτος θελει ελθει μετα σου? και περι ουτινος σοι ειπω, Ουτος δεν θελει ελθει μετα σου, αυτος δεν θελει ελθει.4 Dixitque Dominus ad Gedeon : Adhuc populus multus est : duc eos ad aquas et ibi probabo illos : et de quo dixero tibi ut tecum vadat, ipse pergat ; quem ire prohibuero, revertatur.
5 Και κατεβιβασε τον λαον εις το υδωρ? και ειπεν ο Κυριος προς τον Γεδεων, Πας οστις λαψη με την γλωσσαν αυτου απο του υδατος, καθως λαπτει ο σκυλος, τουτον θελεις στησει χωριστα? και πας οστις καμψη τα γονατα αυτου δια να πιη.5 Cumque descendisset populus ad aquas, dixit Dominus ad Gedeon : Qui lingua lambuerint aquas, sicut solent canes lambere, separabis eos seorsum : qui autem curvatis genibus biberint, in altera parte erunt.
6 Και ο αριθμος των λαπτοντων με την χειρα αυτων προς το στομα αυτων ητο τριακοσιοι ανδρες? απαν δε το επιλοιπον του λαου εκαμψε τα γονατα αυτων δια να πιωσιν υδωρ.6 Fuit itaque numerus eorum qui manu ad os projiciente lambuerunt aquas, trecenti viri : omnis autem reliqua multitudo flexo poplite biberat.
7 Και ειπεν ο Κυριος προς τον Γεδεων, Δια των τριακοσιων ανδρων, οιτινες ελαψαν, θελω σωσει υμας, και θελω παραδωσει τους Μαδιανιτας εις την χειρα σου? απαν δε το επιλοιπον του λαου ας υπαγωσιν εκαστος εις τον τοπον αυτου.7 Et ait Dominus ad Gedeon : In trecentis viris qui lambuerunt aquas, liberabo vos, et tradam in manu tua Madian : omnis autem reliqua multitudo revertatur in locum suum.
8 Ελαβε λοιπον ο λαος τας τροφας εις τας χειρας αυτων και τας σαλπιγγας αυτων? και απεπεμψεν απαν το επιλοιπον του Ισραηλ, εκαστον εις την σκηνην αυτου, και εκρατησε τους τριακοσιους ανδρας. Και το στρατοπεδον του Μαδιαμ ητο υποκατω αυτων εν τη κοιλαδι.8 Sumptis itaque pro numero cibariis et tubis, omnem reliquam multitudinem abire præcepit ad tabernacula sua : et ipse cum trecentis viris se certamini dedit. Castra autem Madian erant subter in valle.
9 Και την αυτην νυκτα ειπε προς αυτον ο Κυριος, Σηκωθητι, καταβα εις το στρατοπεδον? διοτι παρεδωκα αυτο εις την χειρα σου?9 Eadem nocte dixit Dominus ad eum : Surge, et descende in castra : quia tradidi eos in manu tua.
10 αλλ' εαν φοβησαι να καταβης, καταβα συ και ο Φουρα ο δουλος σου εις το στρατοπεδον?10 Sin autem solus ire formidas, descendat tecum Phara puer tuus.
11 και θελεις ακουσει τι λεγουσι? και μετα ταυτα αι χειρες σου θελουσιν ενδυναμωθη, και θελεις καταβη εις το στρατοπεδον. Και κατεβη αυτος μετα του Φουρα του δουλου αυτου εως της προφυλακης του στρατοπεδου.11 Et cum audieris quid loquantur, tunc confortabuntur manus tuæ, et securior ad hostium castra descendes. Descendit ergo ipse et Phara puer ejus in partem castrorum, ubi erant armatorum vigiliæ.
12 Ο δε Μαδιαμ και ο Αμαληκ και παντες οι κατοικοι της ανατολης ησαν εξηπλωμενοι εν τη κοιλαδι ως ακριδες κατα το πληθος? και αι καμηλοι αυτων αναριθμητοι ως η αμμος παρα το χειλος της θαλασσης κατα το πληθος.12 Madian autem et Amalec, et omnes orientales populi, fusi jacebant in valle, ut locustarum multitudo : cameli quoque innumerabiles erant, sicut arena quæ jacet in littore maris.
13 Και οτε ηλθεν ο Γεδεων, ιδου, ανθρωπος τις διηγειτο προς τον πλησιον αυτου ονειρον και ελεγεν, Ιδου, ωνειρευθην ονειρον και ιδου, ψωμιον κριθινον κυλιομενον εν τω στρατοπεδω του Μαδιαμ ηλθεν εις τας σκηνας και εκτυπησεν αυτας, και επεσον? και ανετρεψεν αυτας, και επεσον αι σκηναι.13 Cumque venisset Gedeon, narrabat aliquis somnium proximo suo : et in hunc modum referebat quod viderat : Vidi somnium, et videbatur mihi quasi subcinericius panis ex hordeo volvi, et in castra Madian descendere : cumque pervenisset ad tabernaculum, percussit illud, atque subvertit, et terræ funditus coæquavit.
14 Και απεκριθη ο πλησιον αυτου και ειπε, Τουτο δεν ειναι, ειμη η ρομφαια του Γεδεων, υιου του Ιωας, ανδρος Ισραηλιτου? ο Θεος παρεδωκεν εις την χειρα αυτου τον Μαδιαμ και απαν το στρατοπεδον.14 Respondit is, cui loquebatur : Non est hoc aliud, nisi gladius Gedeonis filii Joas viri Israëlitæ : tradidit enim Dominus in manus ejus Madian, et omnia castra ejus.
15 Και ως ηκουσεν ο Γεδεων την διηγησιν του ονειρου και την εξηγησιν αυτου, προσεκυνησε και επεστρεψεν εις το στρατοπεδον του Ισραηλ και ειπε, Σηκωθητε? διοτι ο Κυριος παρεδωκεν εις την χειρα σας το στρατοπεδον του Μαδιαμ.15 Cumque audisset Gedeon somnium, et interpretationem ejus, adoravit : et reversus est ad castra Israël, et ait : Surgite, tradidit enim Dominus in manus nostras castra Madian.
16 Και διηρεσε τους τριακοσιους ανδρας εις τρια σωματα, και εδωκε σαλπιγγας εις τας χειρας παντων τουτων και υδριας κενας και λαμπαδας εν ταις υδριαις.16 Divisitque trecentos viros in tres partes, et dedit tubas in manibus eorum, lagenasque vacuas, ac lampades in medio lagenarum.
17 Και ειπε προς αυτους, Βλεπετε προς εμε και καμετε παρομοιως? και ιδου, οταν εγω φθασω εις το ακρον του στρατοπεδου, καθως εγω καμω, ουτω θελετε καμει?17 Et dixit ad eos : Quod me facere videritis, hoc facite : ingrediar partem castrorum, et quod fecero, sectamini.
18 οταν σαλπισω δια της σαλπιγγος, εγω και παντες οι μετ' εμου, τοτε θελετε σαλπισει και σεις δια των σαλπιγγων κυκλω παντος του στρατοπεδου και θελετε ειπει, Ρομφαια του Κυριου και του Γεδεων.18 Quando personuerit tuba in manu mea, vos quoque per castrorum circuitum clangite, et conclamate : Domino et Gedeoni.
19 Ο Γεδεων λοιπον και οι εκατον ανδρες οι μετ' αυτου ηλθον εις το ακρον του στρατοπεδου περι τας αρχας της μεσης φυλακης? μολις ειχον καταστησει τους φυλακας? και εσαλπισαν δια των σαλπιγγων και συνετριψαν τας υδριας τας εις τας χειρας αυτων.19 Ingressusque est Gedeon, et trecenti viri qui erant cum eo, in partem castrorum, incipientibus vigiliis noctis mediæ : et custodibus suscitatis, cœperunt buccinis clangere, et complodere inter se lagenas.
20 Και τα τρια σωματα εσαλπισαν δια των σαλπιγγων και συνετριψαν τας υδριας και εκρατουν τας λαμπαδας εις τας αριστερας αυτων χειρας και τας σαλπιγγας εις τας δεξιας αυτων χειρας δια να σαλπιζωσι? και ανεκραζον, Ρομφαια του Κυριου και του Γεδεων.20 Cumque per gyrum castrorum in tribus personarent locis, et hydrias confregissent, tenuerunt sinistris manibus lampades, et dextris sonantes tubas, clamaveruntque : Gladius Domini et Gedeonis :
21 Και εσταθη εκαστος εν τω τοπω αυτου κυκλω του στρατοπεδου? και απαν το στρατευμα διετρεχε και εφωναζε και εφευγε.21 stantes singuli in loco suo per circuitum castrorum hostilium. Omnia itaque castra turbata sunt, et vociferantes ululantesque fugerunt :
22 Και οι τριακοσιοι εσαλπισαν δια των σαλπιγγων? και εστρεψεν ο Κυριος καθ' ολον το στρατοπεδον την ρομφαιαν εκαστου εναντιον του πλησιον αυτου? και το στρατευμα εφυγεν εις Βαιθ-ασεττα προς Ζερεραθ, εως του χειλους του Αβελ-μεολα προς Ταβαθ.22 et nihilominus insistebant trecenti viri buccinis personantes. Immisitque Dominus gladium omnibus castris, et mutua se cæde truncabant,
23 Και συνηχθησαν οι ανδρες Ισραηλ απο Νεφθαλι και απο Ασηρ και απο παντος του Μανασση, και κατεδιωξαν οπισω του Μαδιαμ.23 fugientes usque ad Bethsetta, et crepidinem Abelmehula in Tebbath. Conclamantes autem viri Israël de Nephthali, et Aser, et omni Manasse, persequebantur Madian.
24 Και απεστειλεν ο Γεδεων μηνυτας προς απαν το ορος Εφραιμ, λεγων, Καταβητε δια να συναντησητε τον Μαδιαμ, και προκαταλαβετε προ αυτων τα υδατα εως Βαιθ-βαρα και τον Ιορδανην. Τοτε συνηχθησαν παντες οι ανδρες Εφραιμ και προκατελαβον τα υδατα εως Βαιθ-βαρα και τον Ιορδανην.24 Misitque Gedeon nuntios in omnem montem Ephraim, dicens : Descendite in occursum Madian, et occupate aquas usque Bethbera atque Jordanem. Clamavitque omnis Ephraim, et præoccupavit aquas atque Jordanem usque Bethbera.
25 Και συνελαβον δυο αρχηγους του Μαδιαμ, τον Ωρηβ και τον Ζηβ? και εθανατωσαν τον Ωρηβ επι του βραχου Ωρηβ, τον δε Ζηβ εθανατωσαν επι του ληνου Ζηβ? και κατεδιωξαν τον Μαδιαμ και εφεραν την κεφαλην του Ωρηβ και του Ζηβ προς τον Γεδεων εκ του περαν του Ιορδανου.25 Apprehensosque duos viros Madian, Oreb et Zeb, interfecit Oreb in petra Oreb, Zeb vero in torculari Zeb. Et persecuti sunt Madian, capita Oreb et Zeb portantes ad Gedeon trans fluenta Jordanis.