Scrutatio

Giovedi, 9 maggio 2024 - Beata Maria Teresa di Gesù (Carolina Gerhardinger) ( Letture di oggi)

ΚΡΙΤΑΙ - Giudici - Judges 14


font
GREEK BIBLEBIBLES DES PEUPLES
1 Και κατεβη ο Σαμψων εις Θαμναθ, και ειδε γυναικα εν Θαμναθ εκ των θυγατερων των Φιλισταιων.1 Samson descendit à Timna et il se trouva une femme parmi les filles des Philistins de Timna.
2 Και ανεβη και ανηγγειλε προς τον πατερα αυτου και προς την μητερα αυτου, λεγων, Ειδον γυναικα εν Θαμναθ εκ των θυγατερων των Φιλισταιων? και τωρα λαβετε αυτην εις εμε δια γυναικα.2 Il remonta pour en informer son père et sa mère: “J’ai vu une femme à Timna, leur dit-il, une fille des Philistins. Prenez-la-moi comme épouse!”
3 Ειπον δε προς αυτον ο πατηρ αυτου και η μητηρ αυτου, Μηπως δεν υπαρχει μεταξυ των θυγατερων των αδελφων σου και μεταξυ παντος του λαου μου γυνη, και υπαγεις συ να λαβης γυναικα εκ των Φιλισταιων των απεριτμητων; Ο δε Σαμψων ειπε προς τον πατερα αυτου, Ταυτην λαβε εις εμε? διοτι αυτη ειναι αρεστη εις τους οφθαλμους μου.3 Son père et sa mère lui dirent: “Est-ce qu’il n’y a pas assez de filles dans notre clan et dans tout notre peuple, pour que tu ailles en prendre une chez les incirconcis, chez les Philistins?” Mais Samson répondit à son père: “Prends-la-moi, car celle-là me plaît.”
4 Αλλ' ο πατηρ αυτου και η μητηρ αυτου δεν εγνωρισαν οτι παρα Κυριου ητο τουτο, οτι αυτος εζητει αφορμην εναντιον των Φιλισταιων? διοτι κατ' εκεινον τον καιρον οι Φιλισταιοι εδεσποζον επι τον Ισραηλ.4 Son père et sa mère ne savaient pas que cela venait de Yahvé, qui voulait créer des problèmes aux Philistins (en ce temps-là, Israël était soumis aux Philistins).
5 Τοτε κατεβη ο Σαμψων μετα του πατρος αυτου και μετα της μητρος αυτου εις Θαμναθ, και ηλθον εως των αμπελωνων της Θαμναθ? και ιδου, σκυμνος λεοντος ωρυομενος συναπηντησεν αυτον.5 Samson descendit donc vers Timna avec son père et sa mère. Comme il était allé aux vignobles de Timna, un jeune lion vint en rugissant à sa rencontre.
6 Και επηλθεν επ' αυτον το πνευμα του Κυριου, και διεσπαραξεν αυτον ως εαν ηθελε διασπαραξει εριφιον, μη εχων μηδεν εν ταις χερσιν αυτου? πλην δεν ανηγγειλε προς τον πατερα αυτου η προς την μητερα αυτου τι ειχε καμει.6 Au même moment l’esprit de Yahvé s’empara de lui, il déchira le lionceau comme on déchire un chevreau, alors qu’il n’avait rien dans les mains. Il ne raconta rien de son exploit à son père ni à sa mère.
7 Και κατεβη και ελαλησε προς την γυναικα? και ηρεσεν εις τους οφθαλμους του Σαμψων.7 Ensuite il descendit et parla à la femme, qui lui plut.
8 Και επεστρεψε μεθ' ημερας να λαβη αυτην? και εξεκλινεν εκ της οδου δια να ιδη το πτωμα του λεοντος? και ιδου, σμηνος μελισσων εν τω πτωματι του λεοντος, και μελι.8 Au bout de quelque temps il retourna à Timna pour la prendre. Il fit un détour pour voir le cadavre du lion: il y avait dans le corps du lion un essaim d’abeilles avec du miel.
9 Και ελαβεν εκ τουτου εις τας χειρας αυτου και επροχωρει τρωγων, και ηλθε προς τον πατερα αυτου και προς την μητερα αυτου και εδωκεν εις αυτους και εφαγον? πλην δεν ειπε προς αυτους οτι εκ του πτωματος του λεοντος ελαβε το μελι.9 Il en prit dans ses mains et en mangea tout en marchant. Lorsqu’il arriva chez son père et sa mère, il leur en donna et ils en mangèrent, mais il ne leur dit pas qu’il avait trouvé ce miel dans le corps du lion.
10 Και κατεβη ο πατηρ αυτου προς την γυναικα? και εκαμεν εκει ο Σαμψων συμποσιον? διοτι ουτως εσυνειθιζον οι νεοι.10 Quand le père de Samson descendit chez la femme, Samson donna un grand repas selon la coutume des jeunes gens.
11 Και οτε ειδον αυτον, ελαβον τριακοντα συντροφους δια να ηναι μετ' αυτου.11 Comme on avait peur de lui, on lui trouva 30 compagnons pour rester avec lui.
12 Και ειπεν ο Σαμψων προς αυτους, Τωρα θελω σας προβαλει αινιγμα? εαν δυνηθητε να λυσητε αυτο εις εμε εν ταις επτα ημεραις του συμποσιου και να ευρητε αυτο, τοτε εγω θελω δωσει εις εσας τριακοντα χιτωνας λινους και τριακοντα στολας φορεματων?12 Samson leur dit: “Je vais vous proposer une devinette. Je vous donne les sept jours du festin pour trouver et, si vous la devinez, je vous donnerai 30 tuniques et 30 vêtements de rechange.
13 αλλ' εαν δεν δυνηθητε να λυσητε αυτο εις εμε, τοτε σεις θελετε δωσει εις εμε τριακοντα χιτωνας λινους και τριακοντα στολας φορεματων. Και ειπον προς αυτον, Προβαλε το αινιγμα σου, δια να ακουσωμεν αυτο.13 Mais si vous ne me dites pas la solution, c’est vous qui me donnerez 30 tuniques et 30 vêtements de rechange.” Ils lui répondirent: “Dis-nous ta devinette, que nous l’entendions.”
14 Και ειπε προς αυτους, Εκ του τρωγοντος εξηλθε τροφη, και εκ του ισχυρου εξηλθε γλυκυτης. Και αυτοι δεν ηδυναντο να λυσωσι το αινιγμα δια τρεις ημερας.14 Samson leur dit: “De celui qui mange est sorti ce qui se mange, et du plus fort est sorti le doux.” Durant trois jours ils furent incapables de résoudre cette devinette.
15 Και την εβδομην ημεραν ειπαν προς την γυναικα του Σαμψων, Κολακευσον τον ανδρα σου, και ας μας φανερωση το αινιγμα, δια να μη κατακαυσωμεν σε και τον οικον του πατρος σου εν πυρι? δια να γυμνωσητε ημας προσεκαλεσατε ημας; δεν ειναι ουτω;15 Alors, le quatrième jour, ils dirent à la femme de Samson: “Fais du charme à ton mari pour qu’il t’explique la devinette, ou sinon nous te brûlerons, toi et la maison de ton père. Vous ne nous avez tout de même pas invités pour nous dépouiller!”
16 Και εκλαυσεν γυνη του Σαμψων εμπροσθεν αυτου και ειπε, Βεβαιως με μισεις και δεν με αγαπας? επροβαλες αινιγμα προς τους υιους του λαου μου, και εις εμε δεν εφανερωσας αυτο. Ο δε ειπε προς αυτην, Ιδου, προς τον πατερα μου και προς την μητερα μου δεν εφανερωσα αυτο? και εις σε θελω φανερωσει;16 La femme de Samson se mit à pleurer à ses côtés: “Tu n’as pour moi que de la haine, lui disait-elle, tu ne m’aimes pas. Tu ne m’as même pas expliqué cette devinette que tu as proposée aux fils de mon peuple!” Il lui répondit: “Je ne l’ai expliquée ni à mon père ni à ma mère, et tu voudrais que je te l’explique?”
17 Αλλ' αυτη εκλαιεν εμπροσθεν αυτου τας επτα ημερας, καθ' ας ητο το συμποσιον αυτων? την δε εβδομην ημεραν εφανερωσεν αυτο προς αυτην, διοτι παρηνοχλησεν αυτον? η δε εφανερωσε το αινιγμα προς τους υιους του λαου αυτης.17 Elle pleura ainsi pendant les sept jours que dura le festin, et le septième jour, comme il en était fatigué, il lui donna la solution. Mais elle, aussitôt, la donna à ceux de son peuple,
18 Τοτε ειπον προς αυτον οι ανδρες της πολεως την εβδομην ημεραν, πριν δυση ο ηλιος, Τι γλυκυτερον του μελιτος; και τι ισχυροτερον του λεοντος; Ο δε ειπε προς αυτους, Εαν δεν ηθελετε αροτριασει με την δαμαλιν μου, δεν ηθελετε ευρει το αινιγμα μου.18 et le septième jour avant le coucher du soleil, les gens de la ville dirent à Samson: “Quoi de plus doux que le miel, et quoi de plus fort que le lion?” Il leur répondit tout net: “Si vous n’aviez pas labouré avec ma génisse, vous n’auriez pas trouvé ma devinette.”
19 Και επηλθεν επ' αυτον πνευμα Κυριου? και κατεβη εις Ασκαλωνα και εφονευσε τριακοντα ανδρας εξ αυτων, και ελαβε τα ιματια αυτων, και εδωκε τας στολας εις τους εξηγησαντας το αινιγμα. Και εξηφθη ο θυμος αυτου, και ανεβη εις τον οικον του πατρος αυτου.19 L’esprit de Yahvé s’empara de lui et il descendit à Ashkélon. Là il tua 30 hommes, il prit leurs dépouilles et donna leurs vêtements à ceux qui avaient expliqué la devinette. Puis, tout en colère, il retourna à la maison de son père.
20 Η δε γυνη του Σαμψων εδοθη εις τον συντροφον αυτου, τον οποιον ειχε φιλον αυτου.20 La femme de Samson fut alors donnée à l’un des jeunes qui lui avaient servi de compagnons.