Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΙΗΣΟΥΣ ΝΑΥΗ - Giosuè - Joshua 8


font
GREEK BIBLEJERUSALEM
1 Και ειπε Κυριος προς τον Ιησουν, Μη φοβηθης μηδε δειλιασης? λαβε μετα σου παντας τους πολεμικους ανδρας, και σηκωθεις αναβα εις Γαι? ιδου, εγω παρεδωκα εις την χειρα σου; τον βασιλεα της Γαι και τον λαον αυτου και την πολιν αυτου και την γην αυτου?1 Yahvé dit alors à Josué: "Sois sans crainte ni frayeur! Prends avec toi tous les gens de guerre. Debout!monte contre Aï. Vois: je livre entre tes mains le roi de Aï, son peuple, sa ville et sa terre.
2 και θελεις καμει εις την Γαι και εις τον βασιλεα αυτης, καθως εκαμες εις την Ιεριχω και εις τον βασιλεα αυτης? μονον τα λαφυρα αυτης και τα κτηνη αυτης θελετε λαφυραγωγησει εις εαυτους? στησον ενεδραν κατα της πολεως οπισθεν αυτης.2 Tu traiteras Aï et son roi comme tu as traité Jéricho et son roi. Vous ne prendrez comme butin que lesdépouilles et le bétail. Aie soin d'établir une embuscade contre la ville, par-derrière."
3 Και εσηκωθη ο Ιησους και πας ο λαος ο πολεμιστης, δια να αναβωσιν εις την Γαι? και εξελεξεν ο Ιησους τριακοντα χιλιαδας ανδρας δυνατους εν ισχυι και εξαπεστειλεν αυτους δια νυκτος,3 Josué se leva, avec tous les gens de guerre, pour monter contre Aï. Josué choisit 30.000 hommesd'élite et les fit partir de nuit
4 και προσεταξεν εις αυτους λεγων, Ιδου, σεις θελετε ενεδρευει κατα της πολεως οπισθεν αυτης? μη απομακρυνθητε πολυ απο της πολεως, και να ησθε παντες ετοιμοι?4 en leur donnant cet ordre: "Attention! vous dresserez une embuscade contre la ville, par-derrière, sansvous éloigner beaucoup de la ville, et soyez tous sur le qui-vive.
5 εγω δε και πας ο λαος ο μετ' εμου θελομεν πλησιασει εις την πολιν? και οταν εξελθωσιν εναντιον ημων, καθως προτερον, τοτε ημεις θελομεν φυγει απ' εμπροσθεν αυτων?5 Moi et tous les gens qui m'accompagnent, nous nous approcherons de la ville, et lorsque les gens deAï sortiront à notre rencontre comme la première fois, nous prendrons la fuite devant eux.
6 και θελουσιν εξελθει κατοπιν ημων, εωσου απομακρυνωμεν αυτους απο της πολεως, διοτι θελουσιν ειπει, Αυτοι φευγουσιν απ' εμπροσθεν ημων, καθως προτερον? και ημεις θελομεν φυγει απ' εμπροσθεν αυτων?6 Ils nous suivront alors et nous les attirerons loin de la ville, car ils se diront: Ils fuient devant nouscomme la première fois.
7 τοτε σεις σηκωθεντες εκ της ενεδρας, θελετε κυριευσει την πολιν? διοτι Κυριος ο Θεος σας θελει παραδωσει αυτην εις την χειρα σας?7 Alors vous surgirez de l'embuscade pour prendre possession de la ville: Yahvé votre Dieu la livreraentre vos mains.
8 και αφου κυριευσητε την πολιν, θελετε καυσει την πολιν εν πυρι? κατα την προσταγην του Κυριου θελετε καμει? ιδου, προσεταξα εις εσας.8 Une fois la ville prise, vous la livrerez au feu, agissant selon la parole de Yahvé. Voyez, je vous aidonné un ordre."
9 Ο Ιησους λοιπον εξαπεστειλεν αυτους, και υπηγον εις ενεδραν και εκαθισαν μεταξυ Βαιθηλ και Γαι, προς το δυτικον μερος της Γαι? ο δε Ιησους εμεινε την νυκτα εκεινην εν τω μεσω του λαου.9 Josué les ayant renvoyés, ils allèrent au lieu de l'embuscade et se postèrent entre Béthel et Aï, à l'ouestde Aï. Josué passa la nuit au milieu du peuple,
10 Και εξεγερθεις ο Ιησους το πρωι, επεσκεφθη τον λαον, και ανεβη αυτος και οι πρεσβυτεροι του Ισραηλ, εμπροσθεν του λαου προς Γαι.10 puis le lendemain, s'étant levé de bon matin, il passa le peuple en revue et, avec les anciens d'Israël,monta vers Aï en tête du peuple.
11 Και πας ο λαος ο πολεμιστης, ο μετ' αυτου, ανεβη και επλησιασε και ηλθε κατεναντι της πολεως και εστρατοπεδευσε κατα το βορειον μερος της Γαι? ητο δε κοιλας μεταξυ αυτων και της Γαι.11 Tous les gens de guerre qui étaient avec lui montèrent, s'approchèrent jusqu'en face de la ville etcampèrent au nord de Aï, la vallée se trouvant entre eux et la ville.
12 Και λαβων εως πεντε χιλιαδας ανδρων, εκαθισεν αυτους εις ενεδραν μεταξυ Βαιθηλ και Γαι, προς το δυτικον μερος της πολεως.12 Josué prit environ 5.000 hommes et les mit en embuscade entre Béthel et Aï, à l'ouest de la ville.
13 Και αφου διεταξαν τον λαον, απαν το στρατευμα το προς βορραν της πολεως και την ενεδραν αυτου προς δυσμας της πολεως, υπηγεν ο Ιησους εκεινην την νυκτα εις το μεσον της κοιλαδος.13 Le peuple dressa l'ensemble du camp qui était au nord de la ville, et son embuscade à l'ouest de laville. Josué alla cette nuit-là au milieu de la plaine.
14 Και ως ειδεν ο βασιλευς της Γαι, αυτος και πας ο λαος αυτου, οι ανδρες της πολεως, εσπευσαν και εξηγερθησαν πρωι και εξηλθον εις συναντησιν του Ισραηλ προς μαχην, εις ωρισμενην ωραν, επι την πεδιαδα? πλην αυτος δεν ηξευρεν οτι ητο ενεδρα κατ' αυτου οπισθεν της πολεως.14 Dès que le roi de Aï eut vu cela, les gens de la ville se hâtèrent de se lever et de sortir pour que lui ettout son peuple aillent à la rencontre d'Israël pour le combattre, sur la descente qui est face à la Araba; mais il nesavait pas qu'il y avait une embuscade dressée contre lui derrière la ville.
15 Και ο Ιησους και πας ο Ισραηλ προσεποιηθησαν οτι κατετροπωθησαν εμπροσθεν αυτων, και εφευγον δια της οδου της ερημου.15 Josué et tout Israël se firent battre par eux et prirent la fuite sur le chemin du désert.
16 Και συνεκαλεσθησαν πας ο λαος ο εν Γαι, δια να καταδιωξωσιν αυτους? και κατεδιωξαν τον Ιησουν και απεμακρυνθησαν απο της πολεως.16 Tout le peuple qui se trouvait dans la ville se mit à leur poursuite à grands cris. En poursuivant Josué,ils s'écartèrent de la ville.
17 Και δεν απεμεινεν ανθρωπος εν Γαι και εν Βαιθηλ, οστις δεν εξηλθε κατοπιν του Ισραηλ? και αφηκαν ανοικτην την πολιν, και κατεδιωκον τον Ισραηλ.17 Il ne resta pas un homme dans Aï (ni dans Béthel) qui ne poursuivît Israël: ils laissèrent la villeouverte et poursuivirent Israël.
18 Και ειπε Κυριος προς τον Ιησουν, Εκτεινον την λογχην, την εν τη χειρι σου, προς την Γαι? διοτι θελω παραδωσει αυτην εις την χειρα σου. Και εξετεινεν ο Ιησους την λογχην, την εν τη χειρι αυτου, προς την πολιν.18 Yahvé dit alors à Josué: "Tends vers Aï le sabre que tu as en main, car c'est en ta main que je vais lalivrer." Alors Josué tendit vers la ville le sabre qu'il avait en main.
19 Και η ενεδρα εσηκωθη μετα σπουδης απο της θεσεως αυτης, και ωρμησαν ευθυς οτε εξετεινε την χειρα αυτου? και εισηλθον εις την πολιν και εκυριευσαν αυτην, και σπευσαντες εκαυσαν την πολιν εκ πυρι.19 Et dès qu'il eut étendu la main, ceux de l'embuscade, surgissant en hâte de leur poste, prirent leurcourse, pénétrèrent dans la ville, s'en emparèrent et se hâtèrent de la livrer au feu.
20 Και οτε περιεβλεψαν εις τα οπισω αυτων οι ανδρες της Γαι, ειδον, και ιδου, ανεβαινεν ο καπνος της πολεως προς τον ουρανον, και δεν ηδυναντο να φυγωσιν εδω και εκει? επειδη ο λαος ο φευγων προς την ερημον εστραφησαν οπισω εναντιον των καταδιωκοντων.20 Les gens de Aï se retournèrent et virent: voici que la fumée de la ville montait vers le ciel. Aucund'entre eux ne se sentit le courage de fuir ici ou là, tandis que le peuple en fuite vers le désert se retournait contreceux qui le poursuivaient.
21 Ο δε Ιησους και πας ο Ισραηλ, ιδοντες οτι η ενεδρα ειχε κυριευσει την πολιν και οτι ανεβαινεν ο καπνος της πολεως, εστραφησαν οπισω και επαταξαν τους ανδρας της Γαι.21 Voyant que ceux de l'embuscade avaient pris la ville et que la fumée montait de la ville, Josué et toutIsraël firent volte-face et attaquèrent les gens de Aï.
22 Και οι αλλοι εξηλθον εκ της πολεως εναντιον αυτων, ωστε ησαν εν τω μεσω του Ισραηλ εντευθεν και εκειθεν? και επαταξαν αυτους, ωστε δεν αφηκαν ουδενα εξ αυτων μειναντα η διαφυγοντα.22 Les autres sortirent de la ville à leur rencontre, de sorte que les gens de Aï se trouvèrent au milieudes Israélites, ayant les uns d'un côté et les autres de l'autre. Ceux-ci les battirent jusqu'à ce qu'il ne leur restâtplus un survivant ni un rescapé.
23 Τον δε βασιλεα της Γαι συνελαβον ζωντα και εφεραν αυτον προς τον Ιησουν.23 Mais on prit vivant le roi de Aï et on l'amena à Josué.
24 Και αφου ο Ισραηλ ετελειωσε φονευων παντας τους κατοικους της Γαι εν τη πεδιαδι εκ τη ερημω, οπου κατεδιωκον αυτους, και επεσον παντες εν στοματι μαχαιρας, εωσου εξωλοθρευθησαν, επεστρεψε πας ο Ισραηλ εις την Γαι και επαταξαν αυτην εν στοματι μαχαιρας.24 Quand Israël eut fini de tuer tous les habitants de Aï, dans la campagne et dans le désert où ils lesavaient poursuivis, et que tous jusqu'au dernier furent tombés au fil de l'épée, tout Israël revint à Aï et en passa lapopulation au fil de l'épée.
25 Και παντες οι πεσοντες εν τη ημερα εκεινη, ανδρες τε και γυναικες, ησαν δωδεκα χιλιαδες, παντες οι ανθρωποι της Γαι.25 Le total de tous ceux qui tombèrent ce jour-là, tant hommes que femmes, fut de 12.000, tous gens deAï.
26 Και δεν εσυρεν ο Ιησους οπισω την χειρα αυτου, την οποιαν εξετεινε με την λογχην, εωσου εξωλοθρευσε παντας τους κατοικους της Γαι.26 Josué ne ramena pas la main qu'il avait étendue avec le sabre, jusqu'à ce qu'il eût dévoué àl'anathème tous les habitants de Aï.
27 Μονον τα κτηνη και τα λαφυρα της πολεως εκεινης ελαφυραγωγησεν ο Ισραηλ εις εαυτον, κατα τον λογον του Κυριου, τον οποιον προσεταξεν εις τον Ιησουν.27 Israël ne prit pour butin que le bétail et les dépouilles de cette ville, selon l'ordre que Yahvé avaitdonné à Josué.
28 Και κατεκαυσεν ο Ιησους την Γαι, και κατεστησεν αυτην σωρον παντοτεινον αοικητον εως της ημερας ταυτης.28 Josué incendia Aï et il en fit pour toujours une ruine, un lieu désolé jusqu'aujourd'hui.
29 Τον δε βασιλεα της Γαι εκρεμασεν επι ξυλου εως εσπερας? και ως εδυσεν ο ηλιος, προσεταξεν ο Ιησους και κατεβιβασαν το πτωμα αυτου απο του ξυλου, και ερριψαν αυτο εις την εισοδον της πυλης της πολεως, και υψωσαν επ' αυτου σωρον λιθων μεγαν, οστις μενει εως της σημερον.29 Quant au roi de Aï, il le pendit à un arbre jusqu'au soir; mais au coucher du soleil, Josué ordonnaqu'on descendît de l'arbre son cadavre. On le jeta ensuite à l'entrée de la porte de la ville, et on amoncela sur luiun grand tas de pierres, qui existe jusqu'aujourd'hui.
30 Τοτε ωκοδομησεν ο Ιησους θυσιαστηριον εις Κυριον τον Θεον του Ισραηλ επι το ορος Εβαλ,30 Alors Josué édifia un autel à Yahvé, Dieu d'Israël, sur le mont Ebal,
31 καθως ο Μωυσης ο δουλος του Κυριου προσεταξε τους υιους Ισραηλ, κατα το γεγραμμενον εν τω βιβλιω του νομου του Μωυσεως, θυσιαστηριον εκ λιθων ολοκληρων, επι των οποιων σιδηρος δεν επεβληθη? και προσεφεραν επ' αυτο ολοκαυτωματα προς τον Κυριον και εθυσιασαν ειρηνικας προσφορας.31 comme Moïse, serviteur de Yahvé, l'avait ordonné aux Israélites, selon qu'il est écrit dans la Loi deMoïse: un autel de pierres brutes que le fer n'aura pas travaillées. Ils y offrirent des holocaustes à Yahvé etimmolèrent des sacrifices de communion.
32 Και εγραψεν εκει επι τους λιθους το αντιγραφον του νομου του Μωυσεως, τον οποιον ειχε γραψει ενωπιον των υιων Ισραηλ.32 Là, Josué écrivit sur les pierres une copie de la Loi de Moïse, que celui-ci avait écrite devant lesIsraélites.
33 Και πας ο Ισραηλ και οι πρεσβυτεροι αυτων και οι αρχοντες και οι κριται αυτων εσταθησαν εντευθεν και εντευθεν της κιβωτου απεναντι των ιερεων των Λευιτων, των βασταζοντων την κιβωτον της διαθηκης του Κυριου, και ο ξενος και ο αυτοχθων? το ημισυ αυτων προς το ορος Γαριζιν και το ημισυ αυτων προς το ορος Εβαλ? καθως προτερον προσεταξεν ο Μωυσης ο δουλος του Κυριου, δια να ευλογησωσι τον λαον του Ισραηλ.33 Tout Israël, avec ses anciens, ses scribes et ses juges, se tenait de part et d'autre de l'arche, en facedes prêtres lévites qui portaient l'arche d'alliance de Yahvé, les étrangers comme les citoyens, moitié sur le frontdu mont Garizim et moitié sur le front du mont Ebal, comme Moïse, serviteur de Yahvé, l'avait ordonné pourdonner en premier lieu la bénédiction au peuple d'Israël.
34 Και μετα ταυτα ανεγνωσε παντας τους λογους του νομου, τας ευλογιας και τας καταρας, κατα παντα τα γεγραμμενα εν τω βιβλιω του νομου.34 Puis Josué lut toutes les paroles de la Loi -- la bénédiction et la malédiction -- suivant tout ce qui estécrit dans le livre de la Loi.
35 Δεν ητο λογος εκ παντων οσα προσεταξεν ο Μωυσης, τον οποιον ο Ιησους δεν ανεγνωσεν ενωπιον πασης της συναγωγης του Ισραηλ, μετα των γυναικων και των παιδιων και των ξενων των παρευρισκομενων μεταξυ αυτων.35 Il n'y eut pas un mot de tout ce que Moïse avait ordonné qui ne fût lu par Josué en présence de toutel'assemblée d'Israël, y compris les femmes, les enfants et les étrangers qui marchaient au milieu d'eux.