Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

ΙΗΣΟΥΣ ΝΑΥΗ - Giosuè - Joshua 5


font
GREEK BIBLEKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 Και οτε ηκουσαν παντες οι βασιλεις των Αμορραιων, οι περαν του Ιορδανου προς δυσμας, και παντες οι βασιλεις των Χαναναιων, οι παρα την θαλασσαν, οτι ο Κυριος απεξηρανε τα υδατα του Ιορδανου απ' εμπροσθεν των υιων Ισραηλ εωσου διεβησαν, διελυθησαν αι καρδιαι αυτων? και δεν εμεινε πλεον εις αυτους πνοη, απο του φοβου των υιων Ισραηλ.1 Amikor aztán meghallotta az amoriták összes királya, akik a Jordánon túl, a nyugati oldalon laktak, valamint a kánaániak összes királya, akik a Nagy-tenger közelében levő helyeken laktak, hogy az Úr kiszárította a Jordán habjait Izrael fiai előtt, míg át nem mentek, elcsüggedt a szívük, nem maradt bátorság bennük, és féltek Izrael fiainak bejövetelétől.
2 Κατ' εκεινον τον καιρον ειπεν ο Κυριος προς τον Ιησουν, Καμε εις σεαυτον λιθινας μαχαιρας κοπτερας, και περιτεμε εκ δευτερου τους υιους Ισραηλ.2 Abban az időben azt mondta az Úr Józsuénak: »Csinálj magadnak kőkéseket, s metéld ismét körül Izrael fiait.«
3 Και εκαμεν ο Ιησους εις εαυτον λιθινας μαχαιρας κοπτερας, και περιετεμε τους υιους Ισραηλ επι του βουνου των ακροβυστιων.3 Ő megtette, amit az Úr parancsolt és az Előbőrök halmán körülmetélte Izrael fiait.
4 Και η αιτια, δια την οποιαν ο Ιησους εκαμε την περιτομην, ειναι οτι πας ο λαος ο εξελθων εξ Αιγυπτου, τα αρσενικα, παντες οι ανδρες του πολεμου, απεθανον εν τη ερημω καθ' οδον, αφου εξηλθον εξ Αιγυπτου.4 Ez volt az oka, hogy ismét körülmetélte őket: Abból az egész népből, amely Egyiptomból kijött, minden hadviselő férfi meghalt a pusztában a hosszú bolyongásban.
5 Και πας ο λαος ο εξελθων ητο περιτετμημενος? πας δε ο λαος οστις εγεννηθη εν τη ερημω καθ' οδον, αφου εξηλθον εξ Αιγυπτου, δεν ειχε περιτμηθη.5 Ezek mindnyájan körülmetéltek voltak. Az a nép azonban, amely a pusztában született, körülmetéletlen volt.
6 Διοτι τεσσαρακοντα ετη περιηρχοντο οι υιοι Ισραηλ εν τη ερημω, εωσου ετελευτησαν πας ο λαος, οι ανδρες του πολεμου, οι εξελθοντες εξ Αιγυπτου, επειδη δεν υπηκουσαν εις την φωνην του Κυριου? προς τους οποιους ο Κυριος ωμοσεν, οτι δεν θελει αφησει αυτους να ιδωσι την γην, την οποιαν ωμοσεν ο Κυριος προς τους πατερας αυτων οτι θελει δωσει εις ημας, γην ρεουσαν γαλα και μελι.6 Negyven évig vándoroltak ugyanis Izrael fiai, amíg meg nem halt minden harcos, aki nem hallgatott az Úr szavára, és akiknek megesküdött, hogy nem mutatja meg nekik azt a földet, amelyről esküvel ígérte atyáiknak, hogy azt a tejjel-mézzel folyó földet nekik adja.
7 Αντι δε τουτων αντικατεστησε τους υιους αυτων, τους οποιους ο Ιησους περιετεμε? διοτι ησαν απεριτμητοι, επειδη δεν ειχον περιτεμει αυτους καθ' οδον.7 Ezeknek az apáknak a helyébe fiaik léptek, s ezeket metélte körül Józsue, mert ezeknek megvolt az előbőrük, úgy ahogy megszülettek és senki sem metélte körül őket az úton.
8 Και αφου ετελειωσαν περιτεμνοντες παντα τον λαον, εκαθηντο εις τους τοπους αυτων εν τω στρατοπεδω, εωσου ιατρευθησαν.8 Amikor aztán valamennyien körülmetélkedtek, mindaddig azon a táborhelyen maradtak, amíg meg nem gyógyultak.
9 Και ειπε Κυριος προς τον Ιησουν, Ταυτην την ημεραν αφηρεσα αφ' υμων τον ονειδισμον της Αιγυπτου. Δια τουτο ωνομασθη ο τοπος εκεινος Γαλγαλα εως της σημερον.9 Ekkor azt mondta az Úr Józsuénak: »Ma vettem le rólatok Egyiptom gyalázatát.« Ezért hívják ezt a helyet Gilgálnak mind a mai napig.
10 Και οι υιοι Ισραηλ εστρατοπεδευσαν εν Γαλγαλοις και εκαμον το πασχα τη δεκατη τεταρτη του μηνος προς το εσπερας, εις τας πεδιαδας της Ιεριχω.10 Miközben Izrael fiai Gilgálban tartózkodtak, a hónap tizennegyedik napján, estefelé, Jerikó mezőségén elkészítették a pászkát
11 Και τη επαυριον του πασχα εφαγον αζυμα απο του σιτου της γης, και σιτον πεφρυγμενον την αυτην εκεινην ημεραν.11 és másnap az ország terméséből ettek kovásztalan kenyeret és ugyanazon a napon árpadarát.
12 Και τη επαυριον αφου εφαγον απο του σιτου της γης, εξελιπε το μαννα? και δεν ειχον πλεον μαννα οι υιοι Ισραηλ, αλλ' ετρωγον απο των γεννηματων της γης Χανααν τον ενιαυτον εκεινον.12 Miután pedig ettek a föld terméséből, megszűnt a manna és Izrael fiai nem éltek többé ezzel az eledellel, hanem Kánaán földjének azévi terméséből ettek.
13 Και οτε ο Ιησους ητο πλησιον της Ιεριχω, υψωσε τους οφθαλμους αυτου και ειδε, και ιδου, ιστατο κατεναντι αυτου ανθρωπος και η ρομφαια αυτου ητο γεγυμνωμενη εν τη χειρι αυτου? και προσελθων ο Ιησους ειπε προς αυτον, Ημετερος εισαι η των υπεναντιων ημων;13 Amikor aztán egyszer Józsue Jerikó városának mezején tartózkodott, felemelte szemét, és látta, hogy egy férfi áll előtte, aki kivont kardot tart. Erre odament hozzá és megkérdezte: »Hozzánk tartozol, vagy az ellenséghez?«
14 Ο δε ειπεν, Ουχι? αλλ' εγω Αρχιστρατηγος της δυναμεως του Κυριου τωρα ηλθον. Και επεσεν ο Ιησους επι την γην κατα προσωπον αυτου και προσεκυνησε, και ειπε προς αυτον, Τι προσταζει ο κυριος μου εις τον δουλον αυτου;14 Az így felelt: »Egyikhez sem: az Úr hadseregének a fejedelme vagyok és éppen most jöttem.«
15 Και ο Αρχιστρατηγος της δυναμεως του Κυριου ειπε προς τον Ιησουν, Λυσον το υποδημα σου εκ των ποδων σου? διοτι ο τοπος, επι του οποιου ιστασαι, ειναι αγιος. Και ο Ιησους εκαμεν ουτω.15 Józsue arccal a földre borult, meghajtotta magát és azt mondta: »Mi beszélni valója van az én Uramnak az ő szolgájával?« Az Úr seregének vezére erre így szólt Józsuéhoz: »Oldd le lábadról sarudat, mert a hely, amelyen állsz, szent!« Erre Józsue úgy tett, ahogy az megparancsolta neki.