1 Σας φανερονω δε, αδελφοι, το ευαγγελιον, το οποιον εκηρυξα προς εσας, το οποιον και παρελαβετε, εις το οποιον και ιστασθε, | 1 וַאֲנִי אַחַי אוֹדִיעֲכֶם אֶת־הַבְּשׂוֹרָה אֲשֶׁר בִּשַׂרְתִּי אֶתְכֶם אֲשֶׁר גַּם־קִבַּלְתֶּם אֹתָהּ וְגַם־עֲמַדְתֶּם בָּהּ |
2 δια του οποιου και σωζεσθε, τινι τροπω σας εκηρυξα αυτο, αν φυλαττητε αυτο, εκτος εαν επιστευσατε ματαιως. | 2 אֲשֶׁר גַּם־תִּוָּשְׁעוּ בָהּ אִם־תַּחֲזִיקוּ בַדָּבָר אֲשֶׁר בִּשַׂרְתִּי אֶתְכֶם אַךְ אִם לֹא־לַשָּׁוְא הֶאֱמַנְתֶּם |
3 Διοτι παρεδωκα εις εσας εν πρωτοις εκεινο, το οποιον και παρελαβον, οτι ο Χριστος απεθανε δια τας αμαρτιας ημων κατα τας γραφας, | 3 כִּי מָסַרְתִּי לָכֶם בָּרִאשׁוֹנָה אֵת אֲשֶׁר גַּם־קִבַּלְתִּי כִּי־הַמָּשִׁיחַ מֵת בְּעַד חַטֹּאתֵינוּ כְּפִי הַכְּתוּבִים |
4 και οτι εταφη, και οτι ανεστη την τριτην ημεραν κατα τας γραφας, | 4 וְכִי נִקְבַּר וְכִי הוּקַם בַּיּוֹם הַשְּׁלִישִׁי כְּפִי הַכְּתוּבִים |
5 και οτι εφανη εις τον Κηφαν, επειτα εις τους δωδεκα? | 5 וְכִי נִרְאָה אֶל־כֵּיפָא וְאַחֲרָיו אֶל־שְׁנֵים הֶעָשָׂר |
6 μετα ταυτα εφανη εις πεντακοσιους και επεκεινα αδελφους δια μιας, εκ των οποιων οι πλειοτεροι μενουσιν εως τωρα, τινες δε και εκοιμηθησαν? | 6 וְאַחֲרֵי־כֵן נִרְאָה לְיוֹתֵר מֵחֲמֵשׁ מֵאוֹת אַחִים כְּאֶחָד אֲשֶׁר רֻבָּם עוֹדָם בַּחַיִּים וּמִקְצָתָם יָשֵׁנוּ |
7 επειτα εφανη εις τον Ιακωβον, επειτα εις παντας τους αποστολους? | 7 וְאַחֲרֵי־כֵן נִרְאָה אֶל־יַעֲקֹב וְאַחֲרָיו אֶל־כָּל־הַשְּׁלִיחִים |
8 τελευταιον δε παντων εφανη και εις εμε ως εις εκτρωμα. | 8 וְאַחֲרֵי כֻלָּם נִרְאָה גַם־אֵלַי כְּמוֹ אֶל־הַנָּפֶל |
9 Διοτι εγω ειμαι ο ελαχιστος των αποστολων, οστις δεν ειμαι αξιος να ονομαζωμαι αποστολος, διοτι κατεδιωξα την εκκλησιαν του Θεου? | 9 כִּי אֲנִי הַצָּעִיר בַּשְּׁלִיחִים וְאֵינֶנִּי רָאוּי לְהִקָּרֵא שָׁלִיחַ בַּאֲשֶׁר רָדַפְתִּי אֶת־קְהַל הָאֱלֹהִים |
10 αλλα χαριτι Θεου ειμαι οτι ειμαι? και η εις εμε χαρις αυτου δεν εγεινε ματαια, αλλα περισσοτερον αυτων παντων εκοπιασα, πλην ουχι εγω, αλλ' η χαρις του Θεου η μετ' εμου. | 10 אֲבָל בְּחֶסֶד אֱלֹהִים הָיִיתִי מַה־שֶּׁהָיִיתִי וְחַסְדּוֹ עָלַי לֹא־הָיָה לָרִיק כִּי־יוֹתֵר מִכֻּלָּם עָבַדְתִּי וְלֹא אֲנִי כִּי־אִם־חֶסֶד אֱלֹהִים אֲשֶׁר עִמָּדִי |
11 Ειτε λοιπον εγω ειτε εκεινοι, ουτω κηρυττομεν και ουτως επιστευσατε. | 11 וְהִנֵּה גַּם־אֲנִי גַּם־הֵמָּה כָּכָה מַשְׁמִיעִים וְכָכָה הֶאֱמַנְתֶּם |
12 Εαν δε ο Χριστος κηρυττηται οτι ανεστη εκ νεκρων, πως τινες μεταξυ σας λεγουσιν οτι αναστασις νεκρων δεν ειναι; | 12 וְאִם־הֻגֵּד הֻגַּד כִּי־הוּקַם הַמָּשִׁיחַ מִן־הַמֵּתִים אֵיךְ יֹאמְרוּ אֲנָשִׁים מִכֶּם כִּי־אֵין תְּחִיָּה לַמֵּתִים |
13 Και εαν αναστασις νεκρων δεν ηναι, ουδ' ο Χριστος ανεστη? | 13 אִם־אֵין תְּחִיָּה לַמֵּתִים גַּם־הַמָּשִׁיחַ לֹא הוּקָם |
14 και αν ο Χριστος δεν ανεστη, ματαιον αρα ειναι το κηρυγμα ημων, ματαια δε και η πιστις σας. | 14 וְאִם־הַמָּשִׁיחַ לֹא הוּקָם כִּי עַתָּה רִיק שְׁמוּעָתֵנוּ וְגַם־רִיק אֱמוּנַתְכֶם |
15 Ευρισκομεθα δε και ψευδομαρτυρες του Θεου, διοτι εμαρτυρησαμεν περι του Θεου οτι ανεστησε τον Χριστον, τον οποιον δεν ανεστησεν, εαν καθ' υποθεσιν δεν ανασταινωνται νεκροι. | 15 וְגַם־נִמָּצֵא עֵדֵי שֶׁקֶר לֵאלֹהִים יַעַן אֲשֶׁר־הֲעִידֹנוּ אֶת־הָאֱלֹהִים כִּי הֵקִים אֶת־הַמָּשִׁיחַ אֲשֶׁר־לֹא הֱקִימוֹ אִם־אֱמֶת הוּא שֶׁהַמֵּתִים לֹא יָקוּמוּ |
16 Διοτι εαν δεν ανασταινωνται νεκροι, ουδ' ο Χριστος ανεστη? | 16 כִּי אִם־הַמֵּתִים לֹא יָקוּמוּ גַּם־הַמָּשִׁיחַ לֹא קָם |
17 αλλ' εαν ο Χριστος δεν ανεστη, ματαια η πιστις σας? ετι εισθε εν ταις αμαρτιαις υμων. | 17 וְאִם־הַמָּשִׁיחַ לֹא קָם הֶבֶל אֱמוּנַתְכֶם וְעוֹדְכֶם בְּחַטֹּאתֵיכֶם |
18 Αρα και οι κοιμηθεντες εν Χριστω απωλεσθησαν. | 18 אֲזַי גַּם־אֲשֶׁר יָשְׁנוּ בַמָּשִׁיחַ אָבֹד אָבָדוּ |
19 Εαν εν ταυτη τη ζωη μονον ελπιζωμεν εις τον Χριστον, ειμεθα ελεεινοτεροι παντων των ανθρωπων. | 19 וְאִם־בַּחַיִּים הָאֵלֶּה לְבַד בֹּטְחִים אֲנַחְנוּ בַּמָּשִׁיחַ אֻמְלָלִים אֲנַחְנוּ מִכָּל־אָדָם |
20 Αλλα τωρα ο Χριστος ανεστη εκ νεκρων, εγεινεν απαρχη των κεκοιμημενων. | 20 וְעַתָּה הַמָּשִׁיחַ הוּקַם מִן־הַמֵּתִים וַיְהִי לְרֵאשִׁית הַיְשֵׁנִים |
21 Διοτι επειδη ο θανατος ηλθε δι' ανθρωπου, ουτω και δι' ανθρωπου η αναστασις των νεκρων. | 21 כִּי אַחֲרֵי אֲשֶׁר־בָּא הַמָּוֶת עַל־יְדֵי אָדָם אֶחָד גַּם־תְּחִיַּת הַמֵּתִים בָּאָה עַל־יְדֵי אָדָם אֶחָד |
22 Επειδη καθως παντες αποθνησκουσιν εν τω Αδαμ, ουτω και παντες θελουσι ζωοποιηθη εν τω Χριστω. | 22 כִּי כַּאֲשֶׁר בָּאָדָם מֵתִים כֻּלָּם כֵּן גַּם־יִחְיוּ כֻלָּם בַּמָּשִׁיחַ |
23 Εκαστος ομως κατα την ιδιαν αυτου ταξιν? ο Χριστος ειναι η απαρχη, επειτα οσοι ειναι του Χριστου εν τη παρουσια αυτου? | 23 וְכָל־אֶחָד וְאֶחָד בְּסִדְרוֹ רֵאשִׁית כֻּלָּם הַמָּשִׁיחַ וְאַחֲרֵי כֵן אֲשֶׁר־הֵם לַמָּשִׁיחַ בְּבֹאוֹ |
24 Υστερον θελει εισθαι το τελος, οταν παραδωση την βασιλειαν εις τον Θεον και Πατερα, οταν καταργηση πασαν αρχην και πασαν εξουσιαν και δυναμιν. | 24 וְאַחֲרֵי כֵן הַקֵּץ כְּשֶׁיִּמְסֹר אֶת־הַמַּלְכוּת אֶל־הָאֱלֹהִים הָאָב אַחֲרֵי בַטְּלוֹ כָּל־מִשְׂרָה וְכָל־שָׁלְטָן וּגְבוּרָה |
25 Διοτι πρεπει να βασιλευη εωσου θεση παντας τους εχθρους υπο τους ποδας αυτου. | 25 כִּי־הוּא מָלֹךְ יִמְלֹךְ עַד כִּי־יָשִׁית אֶת־כָּל־אֹיְבָיו תַּחַת רַגְלָיו |
26 Εσχατος εχθρος καταργειται ο θανατος? | 26 וְאַחֲרוֹן הָאֹיְבִים אֲשֶׁר יְבֻטָּל הוּא הַמָּוֶת |
27 διοτι παντα υπεταξεν υπο τους ποδας αυτου. Οταν δε ειπη οτι παντα ειναι υποτεταγμενα, φανερον οτι εξαιρειται ο υποταξας εις αυτον τα παντα. | 27 כִּי־כֹל שָׁת תַּחַת רַגְלָיו וּבְאָמְרוֹ כֹּל הוּשַׁת תַּחְתָּיו בָּרוּר הוּא שֶׁהַשָּׁת כֹּל תַּחְתָּיו אֵינֶנּוּ בַכְּלָל |
28 Οταν δε υποταχθωσιν εις αυτον τα παντα, τοτε και αυτος ο Υιος θελει υποταχθη εις τον υποταξαντα εις αυτον τα παντα, δια να ηναι ο Θεος τα παντα εν πασιν. | 28 וְכַאֲשֶׁר יוּשַׁת הַכֹּל תַּחְתָּיו אָז הַבֵּן גַּם־הוּא יוּשַׁת תַּחַת הַשָּׁת־כֹּל תַּחְתָּיו לְמַעַן יִהְיֶה הָאֱלֹהִים הַכֹּל בַּכֹּל |
29 Επειδη τι θελουσι καμει οι βαπτιζομενοι υπερ των νεκρων, εαν τωοντι οι νεκροι δεν ανασταινωνται, δια τι και βαπτιζονται υπερ των νεκρων; | 29 כִּי מַה־יַּעֲשֹוּ הַנִּטְבָּלִים בְּעַד הַמֵּתִים אִם־אֱמֶת הוּא שֶׁהַמֵּתִים קוֹם לֹא־יָקוּמוּ לָמָּה־זֶּה יִטָּבְלוּ בְּעַד הַמֵּתִים |
30 δια τι και ημεις κινδυνευομεν πασαν ωραν; | 30 וְלָמָּה זֶּה אֲנַחְנוּ בְסַכָּנָה בְּכָל־שָׁעָה |
31 Καθ' ημεραν αποθνησκω, μα την εις εσας καυχησιν μου, την οποιαν εχω εν Χριστω Ιησου τω Κυριω ημων. | 31 בִּתְהִלָּתֵנוּ אֲשֶׁר יֶשׁ־לִי בַּמָּשִׁיחַ יֵשׁוּעַ אֲדֹנֵינוּ מֵעִיד אֲנִי עָלַי כִּי־מֵת אָנֹכִי בְּכָל־יוֹם וָיוֹם |
32 Εαν κατα ανθρωπον επολεμησα με θηρια εν Εφεσω, τι το οφελος εις εμε; αν οι νεκροι δεν ανασταινωνται, ας φαγωμεν και ας πιωμεν, διοτι αυριον αποθνησκομεν. | 32 אִם־לְפִי דַרְכּוֹ שֶׁל־אָדָם נִלְחַמְתִּי עִם־הַחַיּוֹת הָרָעוֹת בְּאֶפְסוֹס מַה־תּוֹעֶלֶת יֶשׁ־לִי אִם־הַמֵּתִים לֹא יָקוּמוּ נֹאכְלָה וְנִשְׁתֶּה כִּי־מָחָר נָמוּת |
33 Μη πλανασθε? Φθειρουσι τα καλα ηθη αι κακαι συναναστροφαι. | 33 אַל־נָא תִּתָּעוּ חֶבְרַת אֲנָשִׁים רָעִים מַשְׁחֶתֶת מִדּוֹת טֹבוֹת |
34 Συνελθετε εις εαυτους κατα το δικαιον και μη αμαρτανετε? διοτι τινες εχουσιν αγνωσιαν Θεου? προς εντροπην σας λεγω τουτο. | 34 הָקִיצוּ בְּמֵישָׁרִים מִשִּׁכָּרוֹן וְאַל־תֶּחֱטָאוּ כִּי־יֵשׁ אֲנָשִׁים אֲשֶׁר אֵין־בָּהֶם דַּעַת אֱלֹהִים לְבָשְׁתְּכֶם אֲנִי אֹמֵר זֹאת |
35 Αλλα θελει τις ειπει? Πως ανασταινονται οι νεκροι; και με ποιον σωμα ερχονται; | 35 וְאִם־יֹאמַר אִישׁ אֵיךְ יָקוּמוּ הַמֵּתִים וּבְאֵיזֶה גוּף יָבוֹאוּ |
36 Αφρον, εκεινο το οποιον συ σπειρεις, δεν ζωογονειται εαν δεν αποθανη? | 36 אַתָּה הַסָּכָל הֵן מַה־שֶּׁתִּזְרַע לֹא יִחְיֶה בִּלְתִּי אִם־יָמוּת |
37 και εκεινο το οποιον σπειρεις, δεν σπειρεις το σωμα το οποιον μελλει να γεινη, αλλα γυμνον κοκκον, σιτου τυχον η τινος των λοιπων. | 37 וּמַה־שֶּׁתִּזְרַע אֵינְךָ זֹרֵעַ אֶת־הַגּוּף אֲשֶׁר יִהְיֶה כִּי אִם־כְּגַרְגֵּר עָרֹם שֶׁל־חִטָּה אוֹ שֶׁל־אַחַד הַזְּרָעִים |
38 Ο δε Θεος διδει εις αυτο σωμα καθως ηθελησε, και εις εκαστον των σπερματων το ιδιαιτερον αυτου σωμα. | 38 וְהָאֱלֹהִים יִתֶּן־לוֹ גוּף כְּפִי רְצוֹנוֹ וּלְכָל־זֶרַע וָזֶרַע אֶת־גּוּפוֹ לְמִינֵהוּ |
39 Πασα σαρξ δεν ειναι η αυτη σαρξ, αλλα αλλη μεν σαρξ των ανθρωπων, αλλη δε σαρξ των κτηνων, αλλη δε των ιχθυων και αλλη των πτηνων. | 39 לֹא כָל־הַבָּשָׂר בָּשָׂר אֶחָד הוּא כִּי מִין אַחֵר הוּא בְּשַׂר הָאָדָם וּמִין אַחֵר בְּשַׂר הַבְּהֵמָה וּמִין אַחֵר בְּשַׂר הַדָּגָה וּמִין אַחֵר בְּשַׂר הָעוֹף |
40 Ειναι και σωματα επουρανια και σωματα επιγεια? πλην αλλη μεν η δοξα των επουρανιων, αλλη δε η των επιγειων. | 40 וְיֵשׁ גּוּפוֹת שֶׁבַּשָּׁמַיִם וְגוּפוֹת שֶׁבָּאָרֶץ אֲבָל אַחֵר הוּא כְּבוֹד הַגּוּפוֹת שֶׁבַּשָּׁמַיִם וְאַחֵר הוּא כְּבוֹד הַגּוּפוֹת שֶׁבָּאָרֶץ |
41 Αλλη δοξα ειναι του ηλιου, και αλλη δοξα της σεληνης, και αλλη δοξα των αστερων? διοτι αστηρ διαφερει αστερος κατα την δοξαν. | 41 אַחֵר הוּא כְּבוֹד הַשֶּׁמֶשׁ וְאַחֵר הוּא כְּבוֹד הַיָּרֵחַ וְאַחֵר הוּא כְּבוֹד הַכּוֹכָבִים כִּי־כוֹכָב מִכּוֹכָב נִבְדָּל בִּכְבוֹדוֹ |
42 Ουτω και η αναστασις των νεκρων. Σπειρεται εν φθορα, ανισταται εν αφθαρσια? | 42 וְכֵן גַּם־בִּתְחִיַּת הַמֵּתִים הֵן יִזָּרַע בְּכִלָּיוֹן וְיָקוּם בְּלֹא־כִלָּיוֹן |
43 σπειρεται εν ατιμια, ανισταται εν δοξη? σπειρεται εν ασθενεια, ανισταται εν δυναμει? | 43 יִזָּרַע בְּבִזָּיוֹן וְיָקוּם בְּכָבוֹד יִזָּרַע בְּחֻלְשָׁה וְיָקוּם בִּגְבוּרָה |
44 σπειρεται σωμα ζωικον, ανισταται σωμα πνευματικον. Ειναι σωμα ζωικον, και ειναι σωμα πνευματικον. | 44 יִזָּרַע גּוּף נַפְשִׁי וְיָקוּם גּוּף רוּחָנִי יֵשׁ גּוּף נַפְשִׁי וְיֵשׁ גּוּף רוּחָנִי |
45 Ουτως ειναι και γεγραμμενον? Ο πρωτος ανθρωπος Αδαμ εγεινεν εις ψυχην ζωσαν? ο εσχατος Αδαμ εις πνευμα ζωοποιουν. | 45 כֵּן גַּם־כָּתוּב וַיְהִי הָאָדָם הוּא אָדָם הָרִאשׁוֹן לְנֶפֶשׁ חַיָּה אָדָם הָאַחֲרוֹן לְרוּחַ מְחַיָּה |
46 Πλην ουχι πρωτον το πνευματικον, αλλα το ζωικον, επειτα το πνευματικον. | 46 אֲבָל לֹא שֶׁל־הָרוּחַ הִיא הָרִאשׁוֹנָה אֶלָּא שֶׁל־הַנָּפֶשׁ וְאַחֲרֵי־כֵן שֶׁל־הָרוּחַ |
47 Ο πρωτος ανθρωπος ειναι εκ της γης χοικος, ο δευτερος ανθρωπος ο Κυριος εξ ουρανου. | 47 הָאָדָם הָרִאשׁוֹן מִן־הָאֲדָמָה הוּא שֶׁל־עָפָר וְהָאָדָם הַשֵּׁנִי הוּא הָאָדוֹן מִן־הַשָּׁמָיִם |
48 Οποιος ο χοικος, τοιουτοι και οι χοικοι, και οποιος ο επουρανιος, τοιουτοι και οι επουρανιοι? | 48 וּכְמוֹ אֲשֶׁר הוּא מֵעָפָר כָּכָה גַּם־אֲשֶׁר הֵם מֵעָפָר וּכְמוֹ אֲשֶׁר הוּא מִן־הַשָּׁמָיִם כָּכָה גַּם־אֲשֶׁר הֵם מִן־הַשָּׁמָיִם |
49 και καθως εφορεσαμεν την εικονα του χοικου, θελομεν φορεσει και την εικονα του επουρανιου. | 49 וְכַאֲשֶׁר לָבַשְׁנוּ דְּמוּת הָאָדָם אֲשֶׁר מֵעָפָר כֵּן נִלְבַּשׁ גַּם־דְּמוּת הָאָדָם אֲשֶׁר מִן־הַשָּׁמָיִם |
50 Τουτο δε λεγω, αδελφοι, οτι σαρξ και αιμα βασιλειαν Θεου δεν δυνανται να κληρονομησωσιν, ουδε η φθορα κληρονομει την αφθαρσιαν. | 50 וְזֹאת אֲנִי אֹמֵר אַחַי כִּי־בָשָׂר וָדָם לֹא־יוּכַל לָרֶשֶׁת אֶת־מַלְכוּת הָאֱלֹהִים וַאֲשֶׁר יִכְלֶה לֹא יִירַשׁ אֵת אֲשֶׁר לֹא־יִכְלֶה |
51 Ιδου, μυστηριον λεγω προς εσας? παντες μεν δεν θελομεν κοιμηθη, παντες ομως θελομεν μεταμορφωθη, | 51 הִנֵּה סוֹד אַגִּידָה לָכֶם הֵן לֹא כֻלָּנוּ נִישַׁן הַמָּוֶת אֲבָל כֻּלָּנוּ נִתְחַלָּף |
52 εν μια στιγμη, εν ριπη οφθαλμου, εν τη εσχατη σαλπιγγι? διοτι θελει σαλπισει, και οι νεκροι θελουσιν αναστηθη αφθαρτοι, και ημεις θελομεν μεταμορφωθη. | 52 בְּרֶגַע אֶחָד כְּהֶרֶף עַיִן כִּתְקֹעַ הַשּׁוֹפָר הָאַחֲרוֹן כִּי יִתָּקַע בַּשּׁוֹפָר וְהַמֵּתִים יִחְיוּ בְּלִי כִלָּיוֹן וַאֲנַחְנוּ נִתְחַלָּף |
53 Διοτι πρεπει το φθαρτον τουτο να ενδυθη αφθαρσιαν, και το θνητον τουτο να ενδυθη αθανασιαν. | 53 כִּי מַה־שֶּׁעַתָּה לַכִּלָּיוֹן לָבוֹשׁ יִלְבַּשׁ אַל־כִּלָּיוֹן וַאֲשֶׁר יָמוּת לָבוֹשׁ יִלְבַּשׁ אַל־מָוֶת |
54 Οταν δε το φθαρτον τουτο ενδυθη αφθαρσιαν και το θνητον τουτο ενδυθη αθανασιαν, τοτε θελει γεινει ο λογος ο γεγραμμενος? Κατεποθη ο θανατος εν νικη. | 54 וּכְשֶׁיִּלְבַּשׁ מַה־שֶּׁעַתָּה לַכִּלָּיוֹן אַל־כִּלָּיוֹן וּמַה־שֶּׁעַתָּה לַמָּוֶת יִלְבַּשׁ אַל־מָוֶת אָז יִהְיֶה דְּבַר־הַכָּתוּב בֻּלַּע הַמָּוֶת לָנֶצַח |
55 Που, θανατε, το κεντρον σου; που, αδη, η νικη σου; | 55 אַיֵּה עָקְצְךָ הַמָּוֶת אַיֵּה שְׁאוֹל נִצְחוֹנֶךָ |
56 το δε κεντρον του θανατου ειναι η αμαρτια, και η δυναμις της αμαρτιας ο νομος. | 56 עֹקֶץ הַמָּוֶת הוּא הַחֵטְא וְכֹחַ הַחֵטְא הִיא הַתּוֹרָה |
57 Αλλα χαρις εις τον Θεον, οστις διδει εις ημας την νικην δια του Κυριου ημων Ιησου Χριστου. | 57 אֲבָל תּוֹדוֹת לֵאלֹהִים אֲשֶׁר נָתַן־לָנוּ הַנִּצָּחוֹן עַל־יְדֵי אֲדֹנֵינוּ יֵשׁוּעַ הַמָּשִׁיחַ |
58 Ωστε, αδελφοι μου αγαπητοι, γινεσθε στερεοι, αμετακινητοι, περισσευοντες παντοτε εις το εργον του Κυριου, γινωσκοντες οτι ο κοπος σας δεν ειναι ματαιος εν Κυριω. | 58 עַל־כֵּן אַחַי חֲבִיבַי הִתְכּוֹנֲנוּ בַּל־תִּמּוֹטוּ וְהַרְבּוּ בְכָל־עֵת בַּעֲבוֹדַת אֲדֹנֵינוּ מִדַּעְתְּכֶם כִּי־לֹא לָרִיק עֲמַלְכֶם בַּאֲדֹנֵינוּ |