Scrutatio

Sabato, 11 maggio 2024 - San Fabio e compagni ( Letture di oggi)

Atti degli Apostoli - Acts 21


font
GREEK BIBLEBIBLES DES PEUPLES
1 Καθως δε αποσπασθεντες απ' αυτων απεπλευσαμεν, ηλθομεν κατ' ευθειαν εις την Κων, την δε ακολουθον ημεραν εις την Ροδον, και εκειθεν εις Παταρα.1 L’heure du départ est arrivée, et nous nous sommes arrachés à eux. Nous sommes allés droit sur Cos puis, le jour suivant, sur Rhodes, et de là, sur Patara.
2 Και ευροντες πλοιον μελλον να περαση εις Φοινικην, επεβημεν εις αυτο και απεπλευσαμεν.2 Nous y avons trouvé un bateau en partance pour la Phénicie, nous y sommes montés et le bateau est parti.
3 Και αφου διεκριναμεν μακροθεν την Κυπρον και αφηκαμεν αυτην αριστερα, επλεομεν εις Συριαν, και κατεβημεν εις Τυρον? διοτι εκει εμελλε το πλοιον να εκβαλη το φορτιον αυτου.3 Nous sommes arrivés en vue de Chypre, nous l’avons laissée sur la gauche et avons fait voile sur la Syrie. Nous avons débarqué à Tyr, car c’était là que le bateau devait décharger sa cargaison.
4 Και ευροντες τους μαθητας, εμειναμεν αυτου επτα ημερας? οιτινες ελεγον προς τον Παυλον δια του Πνευματος να μη αναβη εις Ιερουσαλημ.4 Nous avons pu retrouver les disciples et nous nous sommes arrêtés sept jours. Ils disaient bien à Paul, sous l’action de l’Esprit, de ne pas monter à Jérusalem,
5 Αφου δε ετελειωσαμεν τας ημερας εκεινας, εξελθοντες επορευομεθα και προεπεμπον ημας παντες συν γυναιξι και τεκνοις εως εξω της πολεως, και γονατισαντες επι τον αιγιαλον προσηυχηθημεν,5 mais quand nous nous sommes trouvés à la date du départ, nous sommes partis. Tous nous ont accompagnés avec leurs femmes et leurs enfants pour sortir de la ville. Sur la plage nous nous sommes mis à genoux et nous avons prié.
6 και ασπασθεντες αλληλους επεβημεν εις το πλοιον, εκεινοι δε υπεστρεψαν εις τα ιδια.6 Après nous être embrassés, nous sommes montés à bord tandis qu’ils retournaient chez eux.
7 Και ημεις τελειωσαντες τον πλουν απο Τυρου κατηντησαμεν εις Πτολεμαιδα, και ασπασθεντες τους αδελφους εμειναμεν παρ' αυτοις μιαν ημεραν.7 Nous avons achevé la traversée avec cette étape de Tyr à Ptolémaïs. Là nous avons salué les frères et sommes restés un jour chez eux.
8 Τη δε επαυριον, ο Παυλος και οι περι αυτον αναχωρησαντες, ηλθομεν εις Καισαρειαν? και εισελθοντες εις τον οικον Φιλιππου του Ευαγγελιστου, του οντος εκ των επτα, εμειναμεν παρ' αυτω.8 Le lendemain nous partions et prenions la route de Césarée. Nous y avons été reçus dans la maison de Philippe l’Évangéliste, un des Sept;
9 Ειχε δε ουτος τεσσαρας θυγατερας παρθενους, αιτινες προεφητευον.9 il avait quatre filles vierges qui prophétisaient.
10 Και ενω διετριβομεν εκει ημερας πολλας, κατεβη απο της Ιουδαιας προφητης τις ονοματι Αγαβος,10 Nous étions là depuis quelques jours quand s’est présenté Agabus, un prophète qui arrivait de Judée.
11 και ελθων προς ημας, ελαβε την ζωνην του Παυλου και δεσας τας χειρας εαυτου και τους ποδας ειπε? Ταυτα λεγει το Πνευμα το Αγιον? Τον ανδρα, του οποιου ειναι η ζωνη αυτη, ουτω θελουσι δεσει εν Ιερουσαλημ οι Ιουδαιοι και θελουσι παραδωσει εις τας χειρας των εθνων.11 Reçu chez nous, il a pris la ceinture de Paul avec laquelle il s’est attaché les mains et les pieds, et il a dit: "L’homme à qui appartient cette ceinture, les Juifs de Jérusalem vont le lier juste comme je viens de faire, et ils le remettront aux étrangers.”
12 Και ως ηκουσαμεν ταυτα, παρεκαλουμεν αυτον και ημεις και οι εντοπιοι να μη αναβη εις Ιερουσαλημ.12 En entendant cela, nous avons insisté auprès de lui, avec tous ceux de là-bas, pour qu’il ne monte pas à Jérusalem.
13 Ο Παυλος ομως απεκριθη? Τι καμνετε, κλαιοντες και καταθλιβοντες την καρδιαν μου; επειδη εγω ουχι μονον να δεθω, αλλα και να αποθανω εις Ιερουσαλημ ειμαι ετοιμος υπερ του ονοματος του Κυριου Ιησου.13 Mais Paul a déclaré: "En pleurant ainsi vous ne faites que me déchirer le cœur. Je vous dis que je suis prêt, pour le Nom du Seigneur Jésus, non seulement à me faire arrêter à Jérusalem, mais même à y mourir.”
14 Και επειδη δεν επειθετο, ησυχασαμεν ειποντες? Ας γεινη το θελημα του Κυριου.14 Comme il était impossible de le convaincre, nous nous sommes tenus tranquilles, disant: "Que se fasse la volonté du Seigneur”.
15 Μετα δε τας ημερας ταυτας ετοιμασαντες την αποσκευην ημων, ανεβαινομεν εις Ιερουσαλημ?15 Passés ces quelques jours, nous avons préparé les bagages et sommes repartis pour Jérusalem.
16 ηλθον δε μεθ' ημων και τινες των μαθητων εκ της Καισαρειας, φεροντες Μνασωνα τινα Κυπριον, παλαιον μαθητην, παρα τω οποιω εμελλομεν να ξενισθωμεν.16 Des disciples de Césarée y sont montés avec nous et nous ont conduits chez Mnason, un disciple de la première heure, qui était de Chypre. Nous devions loger chez lui.
17 Και αφου ηλθομεν εις Ιεροσολυμα, μετα χαρας εδεχθησαν ημας οι αδελφοι.17 Nous arrivons donc à Jérusalem où nous sommes bien accueillis par les frères et sœurs.
18 Την δε ακολουθον ημεραν υπηγεν ο Παυλος μεθ' ημων προς τον Ιακωβον, και ηλθον παντες οι πρεσβυτεροι.18 Le lendemain Paul est allé rendre visite à Jacques: nous sommes allés avec lui.
19 Και ασπασθεις αυτους, διηγειτο καθ' εν εκαστον οσα εκαμεν ο Θεος μεταξυ των εθνων δια της διακονιας αυτου.19 Paul les a salués, puis il leur a raconté en détail tout ce que Dieu avait fait dans les contrées païennes grâce à son ministère.
20 Εκεινοι δε ακουσαντες εδοξαζον τον Κυριον, και ειπον προς αυτον? Βλεπεις, αδελφε, ποσαι μυριαδες ειναι εκ των Ιουδαιων οιτινες επιστευσαν, και παντες ειναι ζηλωται του νομου.20 Eux, bien sûr, ont rendu grâces à Dieu pour tout ce qu’ils entendaient, mais ensuite ils lui ont dit: "Tu peux voir, frère, que parmi les Juifs les croyants se comptent par dizaines de mille, et tous sont très attachés à la Loi.
21 Εμαθον δε περι σου οτι διδασκεις παντας τους μεταξυ των εθνων Ιουδαιους να αποστατησωσιν απο του Μωυσεως, λεγων να μη περιτεμνωσι τα τεκνα αυτων μηδε να περιπατωσι κατα τα εθιμα.21 Or ils ont entendu dire que tu invites les Juifs installés dans les contrées païennes à laisser de côté Moïse: tu leur dis de ne plus circoncire les enfants et de ne plus observer les pratiques.
22 Τι ειναι λοιπον; μελλει βεβαιως να συναχθη πληθος? διοτι θελουσιν ακουσει οτι ηλθες.22 Sûrement ils sauront que tu es là: que faire? “Il va falloir réunir une assemblée générale
23 Καμε λοιπον τουτο, το οποιον σοι λεγομεν? Ευρισκονται παρ' ημιν τεσσαρες ανδρες, οιτινες εχουσιν ευχην εφ' εαυτων?23 et toi, tu vas faire comme nous te disons. Nous avons ici quatre hommes qui ont fait un vœu.
24 παραλαβε τουτους και καθαρισθητι μετ' αυτων και δαπανησον δι' αυτους δια να ξυρισθωσι την κεφαλην, και να γνωρισωσι παντες οτι δεν υπαρχει ουδεν εκ των οσα εμαθον περι σου, αλλ' ακολουθεις και συ φυλαττων τον νομον.24 Tu vas les parrainer, tu te sanctifieras avec eux et tu paieras les frais quand ils se feront couper leur chevelure. Comme cela tous sauront qu’il n’y a rien de vrai dans ce qu’on rapporte sur ton compte, mais que toi aussi tu restes fidèle à la Loi.
25 Περι δε των εθνων, τα οποια επιστευσαν, ημεις εγραψαμεν, αποφασισαντες να μη φυλαττωσι μηδεν τοιουτον, παρα μονον να απεχωσιν απο του ειδωλοθυτου και του αιματος και πνικτου και πορνειας.25 “Pour ce qui est des croyants d’origine païenne, nous leur avons envoyé des directives, leur demandant de s’abstenir des viandes consacrées aux idoles, du sang et des viandes d’animaux non saignés, et des unions illégitimes.”
26 Τοτε ο Παυλος παραλαβων τους ανδρας, την ακολουθον ημεραν καθαρισθεις μετ' αυτων εισηλθεν εις το ιερον, διαγγελλων ποτε εκπληρουνται αι ημεραι του καθαρισμου, οτε θελει γεινει προσφορα υπερ ενος εκαστου αυτων.26 Voilà donc Paul qui parraine les hommes en question. Le lendemain il se sanctifie avec eux et il entre au Temple pour faire savoir la date où s’achèvera leur consécration temporaire et où on offrira pour eux le sacrifice.
27 Ως δε εμελλον αι επτα ημεραι να συντελεσθωσιν, οι απο της Ασιας Ιουδαιοι ιδοντες αυτον εν τω ιερω, εταραξαν παντα τον οχλον και εβαλον τας χειρας επ' αυτον,27 La semaine était sur le point de se terminer. C’est alors que des Juifs d’Asie l’ont vu dans le Temple: ils ont ameuté la foule et ils ont mis la main sur lui.
28 κραζοντες? Ανδρες Ισραηλιται, βοηθειτε? ουτος ειναι ο ανθρωπος, οστις διδασκει παντας πανταχου εναντιον του λαου και του νομου και του τοπου τουτου? προς τουτοις δε εισηγαγε και Ελληνας εις το ιερον και εβεβηλωσε τον αγιον τουτον τοπον?28 Ils criaient: "Israélites, aidez-nous! Voici l’homme qui prêche partout contre le peuple, contre la Loi et contre le Lieu-Saint. Maintenant il est venu profaner le Lieu-Saint, il a fait entrer des Grecs dans l’enceinte du Temple.”
29 διοτι ειχον ιδει προλαβοντως Τροφιμον τον Εφεσιον μετ' αυτου εν τη πολει, τον οποιον ενομιζον οτι ο Παυλος εισηγαγεν εις το ιερον.29 C’est qu’ils avaient prévu que Trophime, un Grec d’Ephèse, serait en ville avec lui, et ils croyaient que Paul l’avait introduit dans le Temple.
30 Και εκινηθη η πολις ολη και εγεινε συρροη του λαου, και πιασαντες τον Παυλον εσυρον αυτον εξω του ιερου, και ευθυς εκλεισθησαν αι θυραι.30 Du coup, toute la ville s’est agitée. Il y a eu un attroupement. Ceux qui tenaient Paul l’ont emmené vers la sortie et aussitôt on a fermé les portes.
31 Ενω δε εζητουν να θανατωσωσιν αυτον, ανεβη η φημη εις τον χιλιαρχον του ταγματος, οτι ολη η Ιερουσαλημ ειναι τεταραγμενη?31 Ils voulaient le tuer, mais déjà on avait fait dire au commandant du bataillon que tout Jérusalem était en émoi.
32 οστις παραλαβων ευθυς στρατιωτας και εκατονταρχους, εδραμε κατω προς αυτους. Οι δε ιδοντες τον χιλιαρχον και τους στρατιωτας, επαυσαν να τυπτωσι τον Παυλον.32 Lui, aussitôt, rassemble soldats et centurions, et il fonce sur la foule. Quand les gens voient arriver le commandant et la troupe, ils arrêtent de frapper Paul.
33 Τοτε πλησιασας ο χιλιαρχος, επιασεν αυτον και προσεταξε να δεθη με δυο αλυσεις, και ηρωτα τις ητο και τι ειχε πραξει.33 Le commandant s’approche, met la main sur Paul et ordonne de lui passer des chaînes. Puis il demande qui il est et ce qu’il a fait.
34 Και εφωναζον μεταξυ του οχλου αλλοι αλλο τι και αλλοι αλλο? μη δυναμενος δε δια τον θορυβον να μαθη το βεβαιον, προσεταξε να φερθη εις το φρουριον.34 Mais dans la foule chacun crie n’importe quoi. Voyant qu’il ne peut rien tirer au clair dans un tel tumulte, le commandant ordonne d’emmener Paul à la forteresse.
35 Οτε δε εφθασεν εις τας βαθμιδας, συνεβη να βασταζηται υπο των στρατιωτων δια την βιαν του οχλου?35 Quand on arrive aux escaliers, les soldats sont obligés de porter Paul tant la foule est excitée:
36 επειδη το πληθος του λαου ηκολουθει, κραζον? Σηκωσον αυτον.36 tout le peuple est là qui suit en criant: "Faites-le disparaître!”
37 Ενω δε εμελλεν ο Παυλος να εισαχθη εις το φρουριον, λεγει προς τον χιλιαρχον? Μοι ειναι συγκεχωρημενον να σοι ειπω τι; Ο δε ειπεν? Εξευρεις Ελληνικα;37 Au moment de passer la porte de la forteresse, Paul a dit au commandant: "Est-ce que je pourrais te demander quelque chose?” Il a répondu: "Tu parles grec?
38 δεν εισαι συ ταχα ο Αιγυπτιος, ο προ των ημερων τουτων διεγειρας εις αποστασιαν και εκβαλων εις την ερημον τους τετρακισχιλιους ανδρας φονεις;38 Tu n’es donc pas l’Égyptien qui s’est révolté il y a quelques jours et qui est parti au désert avec 400 terroristes?”
39 Και ο Παυλος ειπεν? Εγω ειμαι ανθρωπος Ιουδαιος εκ της Ταρσου, πολιτης επισημου πολεως της Κιλικιας και σε παρακαλω, δος μοι την αδειαν να λαλησω προς τον λαον.39 Paul alors lui a dit: "Je suis Juif, mais je suis de Tarse en Cilicie, une ville assez connue. Permets-moi, s’il te plaît, de dire quelque chose à la foule.”
40 Και αφου εδωκεν εις αυτον την αδειαν, ο Παυλος, σταθεις επι των βαθμιδων, εσεισε την χειρα εις τον λαον? και γενομενης σιωπης μεγαλης, ελαλησεν εις την Εβραικην διαλεκτον, λεγων?40 Avec l’autorisation du commandant, Paul s’est tenu sur les escaliers et il a fait signe de la main au peuple. On a eu un peu de silence et il a pris la parole en hébreu: